Δεύτερη δίκη Επαναστατικού Αγώνα 7η συνεδρίαση, 2.11.15

Δεύτερη δίκη Επαναστατικού Αγώνα
1551243
από ΚΟΝΤΡΑ 12/11/2015 12:44 μμ.,
__________________________

Με την υπόθεση της σύλληψης του Ν. Μαζιώτη στο Μοναστηράκι να καταλαμβάνει το μεγαλύτερο μέρος της 7ης συνεδρίασης του τρομοδικείου συνεχίστηκε στον Κορυδαλλό η δεύτερη δίκη του Επαναστατικού Αγώνα. Κυρίως εξετάστηκαν οι μάρτυρες-αστυνομικοί που ενεπλάκησαν στην καταδίωξη και σύλληψη στις 16 Ιουλίου 2014, ενώ κατέθεσαν επιπλέον για τη ληστεία στην Τράπεζα Πειραιώς στην Κλειτορία Καλαβρύτων ο ταμίας και ο διευθυντής της, καθώς και ο ιδιοκτήτης διαμερίσματος που μίσθωσε ο Α. Σταμπούλος στην Καλλιφρονά.

Η υπόθεση του Μοναστηρακίου ήταν αυτή που χαρακτήρισε, όπως είπαμε, τη συνεδρίαση. Θυμίζουμε ότι για το εν λόγω περιστατικό ο Ν. Μαζιώτης κατηγορείται για έξι απόπειρες ανθρωποκτονίας κατά αστυνομικών. Ομως, ούτε μία απ’ αυτές δεν μπόρεσε να υποστηριχθεί από τους ίδιους.

Η πλευρά της Ασφάλειας παραθέτει το εξής σενάριο για το πώς έγιναν τα πράγματα εκείνη τη μέρα. Η ομάδα ΔΙΑΣ που ήταν στην πλατεία Μοναστηρακίου έλαβε ένα σήμα για «ύποπτο» άτομο που κινείται στην πλατεία. Μια γυναίκα, που αναφέρεται ως συνάδελφός τους με πολιτικά, έδωσε την περιγραφή του. Οι αστυνομικοί βρήκαν τον «ύποπτο» μέσα σ’ ένα κατάστημα, του γνωστοποίησαν την ταυτότητά τους και τον παρακάλεσαν να γίνει έλεγχος. Ο ίδιος στην αρχή συνεργάστηκε, βγήκε έξω και τότε πέταξε μια σακούλα που κρατούσε και άρχισε να τρέχει. Οι αστυνομικοί τον καταδίωξαν, αυτός τους πυροβόλησε και άρχισαν να συγκλίνουν κι άλλες ομάδες αστυνομικών για να συνδράμουν στην επιχείρηση. Ο καταδιωκόμενος ξαναπυροβόλησε (τραυματίζονται δύο τουρίστες), στη συνέχεια μπήκε σ’ ένα ταξί, όμως επειδή διαπίστωσε ότι δεν μπορεί να διαφύγει, κατέβηκε κι άρχισε πάλι να τρέχει. Πυροβόλησε και πυροβολήθηκε από αστυνομικούς, τραυματίστηκε και συνελήφθη. Ο χώρος, που έχει τον καταδιωκόμενο και έναν αστυνομικό (που βρέθηκε τυχαία στο σημείο) τραυματισμένους, αποκλείστηκε. Εκεί εμφανίστηκε πάλι ένα άτομο (μια γυναίκα κατά τις περισσότερες καταθέσεις – άγνωστο ποια ήταν και τι ιδιότητα είχε) και τους είπε ότι αυτός που έχουν συλλάβει είναι ο Ν. Μαζιώτης. Αυτό είναι το αστυνομικό σενάριο.

Στην πραγματικότητα κι απ’ ό,τι προέκυψε στο δικαστήριο, το «σενάριο» έχει πολλά σκιώδη σημεία, που πρέπει να φωτιστούν, και πολλές χονδροειδείς ψευτιές, που χρειάζεται να ξεκαθαριστούν. Ποια ήταν αυτή η μυστηριώδης γυναίκα που υπέδειξε ουσιαστικά τον «ύποπτο»; Γιατί δεν ελέγχθηκε ποτέ και δεν ήρθε ως μάρτυρας στο δικαστήριο; Ποιος είναι ο άνθρωπος που τον «αναγνώρισε» και υπέδειξε στους αστυνομικούς ότι είναι ο Μαζιώτης; Ο καταδιωκόμενος προσπαθούσε να διαφύγει ναι ή όχι; Αρα, πυροβολούσε για εκφοβισμό ή για να εξουδετερώσει τους αστυνομικούς; Πού υπάρχει ο ανθρωποκτόνος σκοπός του Ν. Μαζιώτη; Γιατί του περνιούνται χειροπέδες, ενώ έχει ένα σοβαρά τραυματισμένο χέρι; Γιατί δεν του παρέχεται καμία ιατρική περίθαλψη και αφήνεται να αιμορραγεί, σε αντίθεση με την προσοχή που δίνεται στον πιο ελαφρά τραυματισμένο αστυνομικό; Γιατί τον χτυπούν και τον κλωτσούν ενώ βρίσκεται σ’ αυτή την κατάσταση;

Ολα αυτά τα ερωτήματα απαντώνται ένα ένα από το ρεπορτάζ.

Πρώτος μάρτυρας που κατέθεσε ήταν ο αστυνομικός της ομάδα ΔΙΑΣ Α. Μπανιάς. Δε θα αναφέρουμε την αφήγησή του για το περιστατικό γιατί συμβαδίζει με το σενάριο της Ασφάλειας. Θα αναφερθούμε στα ουσιώδη που προέκυψαν όσο αυτός εξεταζόταν από τη συνήγορο του Ν. Μαζιώτη, Α. Παπαρρούσου. Οπως ο ίδιος είπε, δεν ήξερε καθόλου ποια ήταν η γυναίκα που ήρθε και τους έδωσε περιγραφή του «υπόπτου» και δεν την έλεγξε τουλάχιστον κάποιος απ’ αυτούς που ήταν εκεί εκείνη την ώρα. Παραδέχτηκε ότι βασικός σκοπός του Ν. Μαζιώτη ήταν η διαφυγή, καθώς επίσης και ότι δεν έλαβε ποτέ στάση βολής. Σε ερώτηση της συνηγόρου για το πού αποδίδει ο ίδιος ότι δεν τον πέτυχε ο πυροβολισμός, απάντησε: «Δεν το αποδίδω στην τύχη. Δεν υπήρχε η δυνατότητα λόγω συνθηκών. Πιστεύω πως γνώριζε ότι δεν μπορούσε να στοχεύσει». Επομένως, ήδη από τον πρώτο μάρτυρα, καταρρίπτεται το σενάριο της απόπειρας ανθρωποκτονίας. Δεν υπήρχε καν η δυνατότητα, εφόσον δεν έλαβε στάση βολής, να πυροβολήσει επιτυχώς κάποιον.

Επόμενος αστυνομικός ήταν ο Η. Λάπας, επίσης της ομάδας ΔΙΑΣ. Στο ίδιο πνεύμα με τον συνάδελφό του, αγνοούσε την ταυτότητα της επίμαχης γυναίκας, ενώ προσπάθησε να κάνει πιο πειστικό το ότι ο Μαζιώτης γύρισε και σημάδεψε πριν ρίξει. Ωστόσο, ακόμα κι αυτός παραδέχτηκε τα παραπάνω έμμεσα, όταν είπε ότι «υπάρχουν άτομα που αν θέλουν μπορούν να σε πετύχουν σε πολύ χειρότερες συνθήκες». Αρα προκύπτει ότι βασικός σκοπός ήταν ο εκφοβισμός και η διαφυγή.

Ο Ε. Δημητρόπουλος ήταν ο αστυνομικός, από τη Δίωξη Ναρκωτικών, που συνέδραμε τους αστυνομικούς της ΔΙΑΣ στην καταδίωξη. Ηταν αυτός που πυροβόλησε τον Ν. Μαζιώτη και τον τραυμάτισε σοβαρά στο χέρι. Κι αυτός αναφέρθηκε σε μια γυναίκα-μυστήριο που του υπέδειξε ότι «αυτός είναι ο Μαζιώτης», χωρίς να διαφωτίσει περισσότερο το δικαστήριο και τους υπόλοιπους παράγοντες της δίκης σχετικά με την ταυτότητά της. Πρόσθεσε δε ότι πυροβόλησε έχοντας ως σκοπό την ακινητοποίηση. Τι ακινητοποίηση είναι αυτή που προκαλεί σοβαρό τραυματισμό στο ύψος του στήθους; Στόχευσε και πυροβόλησε για να σκοτώσει και μόνο από τύχη ο Ν. Μαζιώτης γλίτωσε το θάνατο.

Παραθέτουμε κάποιες φράσεις του μάρτυρα κατά την εξέτασή του από τη συνήγορο Α. Παπαρρούσου που δείχνουν πρώτον ότι δεν υπήρξε απευθείας βολή κατά τον αστυνομικών λόγω διαφυγής και δεύτερον ότι το πλήγμα στο χέρι του Ν. Μαζιώτη, που έγινε από τον αστυνομικό, δεν ήταν βολή ακινητοποίησης.

Α. Παπαρρούσου: Ετρεχε να ξεφύγει;
Ε. Δημητρόπουλος: Ναι.
Α. Παπαρρούσου: Εγινε ευθεία βολή;
Ε. Δημητρόπουλος: Οχι μέχρι το δικό μου περιστατικό.
Α. Παπαρρούσου: Η σφαίρα στο πόδι του συναδέλφου σας είναι ικανή να επιφέρει το θάνατο;
Ε. Δημητρόπουλος: Δεν γνωρίζω ιατρικά. Εχει συμβεί θάνατος από σφαίρα στο πόδι. Αν πετύχει τη βασική αρτηρία.
Α. Παπαρρούσου: Αρα μπορούμε να υποθέσουμε ότι η βολή στο χέρ,ι που είναι και πιο κοντά στην καρδιά, είναι αναλογικά πιο επίφοβη.

Κορυφαίο σημείο στην όλη διαδικασία της κατάθεσης του μάρτυρα ήταν όταν περιέγραψε τον τραυματισμό του Ν. Μαζιώτη. Είπε χαρακτηριστικά ότι «είχε τις αισθήσεις του και φώναζε». Ο Ν. Μαζιώτης σηκώθηκε και του απάντησε: «Λες ψέματα, δεν έβγαλα κιχ. Και με κλωτσούσατε κιόλας»! Μούγκα ο μπάτσος. Αν μη τι άλλο, οι πάντες γνωρίζουν ότι ο Ν. Μαζιώτης έχει το θάρρος της γνώμης και την αξιοπρέπεια αυτού που αναλαμβάνει την πολιτική ευθύνη για τις πράξεις του.

Η Καθρεφτσή ήταν άλλη μία αστυνομικός της ΔΙΑΣ που έσπευσε να συνδράμει τους συναδέλφους της. Η ίδια δεν είδε τους πυροβολισμούς και έφτασε στο σημείο όταν είχαν ήδη τραυματιστεί ο αστυνομικός και ο Μαζιώτης. Ρωτήθηκε επανειλημμένα εάν κατά τη γνώμη της ήταν αναγκαίο να περαστούν χειροπέδες σ’ έναν τραυματισμένο συλληφθέντα με τόσους αστυνομικούς που είχαν ήδη συρρεύσει στο σημείο, όπως και η ίδια επιβεβαίωσε, και που δεν είχε δυνατότητα διαφυγής. Δεν έδωσε κάποια ικανοποιητική απάντηση. Το μόνο που ακούγαμε ήταν ότι έπρεπε να τηρηθεί η διαδικασία όπως γίνεται πάντα, προκειμένου να διεξαχθεί ο σωματικός έλεγχος που απαιτούνταν!

Μετά τις καταθέσεις των τεσσάρων αυτών μαρτύρων, ο Ν. Μαζιώτης έκανε ένα σχόλιο. Μίλησε για τις έξι απόπειρες ανθρωποκτονίας για τις οποίες κατηγορείται ο ίδιος, ενώ ο Δημητρόπουλος που τον πυροβόλησε δεν κατηγορείται για καμιά. Θύμισε το συμβάν με τον Νίκολα Τότι, τον 25χρονο αλβανό εργάτη που πυροβολήθηκε από αστυνομικούς στο Βύρωνα το 2012, όταν βρέθηκε εν μέσω ανταλλαγής πυρών μεταξύ αστυνομίας και άλλων ατόμων. Εννέα σφαίρες είχε δεχτεί τότε ο Ν. Τότι, αλλά η μόνη κατηγορία που είχαν οι αστυνομικοί ήταν ανθρωποκτονία από αμέλεια! Στη συνέχεια, διάβασε δημοσίευμα για το συγκεκριμένο περιστατικό από την «Εφημερίδα Συντακτών», για να καταλήξει ότι κανένας αστυνομικός δεν μπήκε ποτέ στη φυλακή για τέτοια συμβάντα. Μόνο ο Κορκονέας, μετά από εξέγερση όμως. Μίλησε για την υποκρισία του δικαστικού σώματος και για το ότι ο τότε υπουργός Μ. Χρυσοχοΐδης είχε χαρακτηρίσει την επιχείρηση στο Βύρωνα ως μεγάλη επιτυχία, παρά τη χαμένη ζωή του Τότι. Και κατέληξε: Η ανθρώπινη ζωή δεν έχει την ίδια αξία για σας. Υπάρχει απόπειρα ανθρωποκτονίας εναντίον μου. «Διάλεξα έναν δρόμο και δέχομαι τις συνέπειες. Δεν μ’ ενδιαφέρει η καταδίκη για τις ανθρωποκτονίες, απλά θα φανείτε ξανά υποκριτές» είπε κλείνοντας.

Ακολούθησαν οι αστυνομικοί Παρασκευάς και Κουκαράς. Δε διαφοροποιήθηκαν σε κάτι ουσιαστικό από τους προηγούμενους που κατέθεσαν. Ξαναείπαν ότι ήταν απαραίτητη η δέσμευση με χειροπέδες «ακόμα και για την ασφάλεια του ίδιου του κατηγορούμενου!», ενώ επιβεβαίωσαν ότι ο τραυματίας αστυνομικός δέχτηκε ιατρική βοήθεια σε αντίθεση με τον κατηγορούμενο ο οποίος αιμορραγούσε περισσότερο.

Σύμφωνα με τον Καρακωνσταντάκη, έναν ακόμη αστυνομικό (ειδικό φρουρό) της ΔΙΑΣ, ο Μαζιώτης σε απόσταση 10 μέτρων σταμάτησε, γύρισε και τους πυροβόλησε. Ωστόσο, οι κάλυκες από αυτές τις σφαίρες δε βρέθηκαν ποτέ, ενώ δεν έπληξαν ούτε τους αστυνομικούς (υποτίθεται ότι τους σημάδευε στο στήθος κιόλας!), ούτε και κανέναν πολίτη από τον κόσμο που ήταν γύρω! «Μήπως δεν υπήρχε πρόθεση να πληγεί άνθρωπος και ο μόνος σκοπός ήταν η διαφυγή;», ρώτησε η Α. Παπαρρούσου, χωρίς να λάβει αρνητική απάντηση από το μάρτυρα, που είδε το ψευτοσενάριο να καταρρέει.

Με παρέμβασή του ο Ν. Μαζιώτης ξεκαθάρισε σ’ εκείνο το σημείο, ότι στην οδό Μητροπόλεως, που έλαβε χώρα αυτό το μέρος της καταδίωξης, τραυματίστηκαν δύο ξένοι από θραύσματα στα πόδια. Επομένως, το όπλο δεν ήταν στραμμένο στο ύψος του στήθους. Αυτά θα πρέπει να ληφθούν υπόψη από το δικαστήριο, καθώς δείχνουν αντιφάσεις μεταξύ αστυνομικών αλλά και πραγματικών γεγονότων, τόνισε. Και ο Ν. Μαζιώτης δε λέει ψέματα!

Ο Χαμαντάλας, έτερος αστυνομικός της ΔΙΑΣ, δεν πρόσθεσε τίποτα, γιατί αν και ήταν στην περιοχή έλειπε από το περιστατικό της έναρξης της καταδίωξης στην Αθηνάς, ενώ ο Αγγελής, ο οποίος κλήθηκε ως μάρτυρας επειδή είναι εργαζόμενος σε υποκατάστημα τράπεζας στην Καπνικαρέα, κατέθεσε ότι δεν είδε τίποτα σχετικό με τους πυροβολισμούς. Τελευταίος για την υπόθεση της σύλληψης στο Μοναστηράκι κατέθεσε ο ταξιτζής Δ. Αμιτζής, ο οποίος είπε απλώς ότι ένα άτομο μπήκε στο ταξί του και βγήκε μετά από λίγο, όταν πλησίασαν οι αστυνομικοί.

Επόμενος μάρτυρας ήταν ο ιδιοκτήτης διαμερίσματος στην Καλλιφρονά, που είχε νοικιάσει ο Α. Σταμπούλος. Οπως είπε, δεν είχε κανένα πρόβλημα, μιας και ήταν συνεπής στις υποχρεώσεις του για το νοίκι, ενώ κάλεσε την αστυνομία όταν ενημερώθηκε από το Ιντερνετ για τη σύλληψή του. Ωστόσο τίποτα το επιλήψιμο δε βρέθηκε εκεί.

Τέλο, προσήλθαν για να καταθέσουν ο διευθυντής και ο ταμίας του υποκαταστήματος της Τράπεζας Πειραιώς στην Κλειτορία Καλαβρύτων.

Πρώτος κατέθεσε ο διευθυντής του υποκαταστήματος Μυζήθρας. Η όλη περιγραφή του περιστατικού επιβεβαίωσε ότι δεν υπήρξε καμία χρήση σωματικής ή λεκτικής βίας. Ο Ν. Μαζιώτης του ζήτησε να εξηγήσει περαιτέρω τη συμπεριφορά του αστυνομικού που μπήκε μετά στο υποκατάστημα, για να φανεί ότι, αν και υπήρχε δυνατότητα, δεν υπήρχε καμία πρόθεση να χρησιμοποιούσουν σωματική βία εναντίον του, πολλώ δε μάλλον να τον σκοτώσουν. Ο ίδιος ο αστυνομικός προκάλεσε τη συμπλοκή και την πάλη που ακολούθησε. Και οι αστυνομικοί ήταν αυτοί που πυροβόλησαν με 16 και πλέον σφαίρες στην πλάτη των ατόμων που διέφευγαν μετά τη ληστεία.

Δεύτερος ήταν ο ταμίας του υποκαταστήματος Σκορδάς. Χαρακτηριστικό στην όλη αφήγησή του ήταν το στιγμιότυπο που ρωτήθηκε αν ενημέρωσε τους «ληστές» για την ενεργοποίηση του σιωπηλού συναγερμού, όταν πήραν τα χρήματα από το ταμείο. Η απάντησή του ήταν αφοπλιστική: «Ναι τους ενημέρωσα, γιατί αν ερχόταν η αστυνομία θα ήταν χειρότερα τα πράγματα»! Είναι κάτι περισσότερο από εμφανές ότι οι εργαζόμενοι στις τράπεζες, που είναι οι πρώτοι εμπλεκόμενοι σε περιπτώσεις ληστειών (ή απαλλοτριώσεων) θεωρούν πιο επικίνδυνη την εμπλοκή της αστυνομίας παρά τη ληστεία. Προσπαθούν δηλαδή να δώσουν τα χρήματα και να φύγουν οι ληστές όσο πιο γρήγορα γίνεται, πριν πλακώσουν οι μπάτσοι και στήσουν πιστολίδι, με απρόβλεπτες συνέπειες και για τους ίδιους.

Στη συνεδρίαση κατέθεσε και ο μάρτυρας Μπούκης, που αναφέρθηκε μόνο στις ζημιές που έγιναν στο κατάστημά του από την έκρηξη στην ΤτΕ στην οδό Αμερικής.
8η συνεδρίαση, 3.11.15
Αυτή η συνεδρίαση του τρομοδικείου τα είχε «όλα». Υπεύθυνους ασφαλείας που ήρθαν να «ξεπλύνουν» την αδιαφορία της τράπεζας για τη ζωή των υπαλλήλων της, εργαζόμενους στην ασφάλεια που παραδέχτηκαν ευθαρσώς ότι υπάρχει εντολή να μην εγκαταλείπεται το κτίριο όταν υπάρχει προειδοποίηση για βόμβα, αστυνομικούς που εκθέτουν με τον πιο αισχρό τρόπο τους πολίτες σε κίνδυνο (για ακόμα μία φορά) και αστυνομικούς που μάλλον έπρεπε να γίνουν σεναριογράφοι αλλά δυστυχώς περιορίστηκαν σε απλούς υπηρέτες του αστικού κράτους.

Ο Αλιβιζάκης, υπεύθυνος ασφαλείας της Τράπεζας Πειραιώς, δεν προσήλθε ποτέ στο δικαστήριο. Σύμφωνα με τον δικηγόρο της τράπεζας, ο οποίος παρουσιάστηκε στο δικαστήριο, υπεύθυνος ασφαλείας είναι από το 2008 ο Πελεκάσης και όχι ο Αλιβιζάκης. Ο τελευταίος, παρόλο που κατονομάστηκε απ’ όλους τους υπαλλήλους της τράπεζας ως υπεύθυνος ασφαλείας, είναι μόνο προσωπική φρουρά του προέδρου της Πειραιώς. Ο Ν. Μαζιώτης σχολίασε ότι αυτά είναι δικαιολογίες κι ότι ο Αλιβιζάκης αναφέρθηκε απ’ όλους και αναγνωρίζεται απ’ όλους ως υπεύθυνος ασφαλείας. Επομένως, κανονικά θα έπρεπε να γίνει βίαιη προσαγωγή του, ενώ όλα τα υπόλοιπα είναι απλά δικαιολογίες.

Ο Πελεκάσης ήταν λοιπόν ο άνθρωπος που παρουσιάστηκε για να ξεκαθαρίσει την πολιτική της Τράπεζας Πειραιώς σε έκτακτες περιπτώσεις, όπως π.χ. σε μία τοποθέτηση βόμβας ή εκρηκτικού μηχανισμού, και να δικαιολογήσει την πλήρη αδιαφορία για τη ζωή και την ακεραιότητα των υπαλλήλων.

Μιλάμε για την έκρηξη στην οδό Αμερικής τον Απρίλιο του 2014. Σκοπός ήταν να γίνει κατ’ αντιπαράσταση εξέταση του ίδιου με τους μάρτυρες εργαζόμενους εκείνης της βραδιάς (που κατέθεσαν σε προηγούμενες συνεδριάσεις). Κι αυτό γιατί, εμμέσως πλην σαφώς, φάνηκε ότι οι εργαζόμενοι δεν μπορούσαν να εγκαταλείψουν το κτίριο, γιατί έτσι τους έχει ειπωθεί (έστω και ατύπως). Θυμίζουμε, πως μετά την εξέταση των φυλάκων της Τράπεζας Πειραιώς, που είχαν καταθέσει ότι δεν ενημερώθηκαν από την αστυνομία κι ότι ενώ κάλεσαν τον υπεύθυνο ασφαλείας (κατ’ αυτούς τον Αλιβιζάκη), δεν τους είπε να αποχωρήσουν προστατεύοντας τη ζωή τους, ο Ν. Μαζιώτης υπέβαλε αίτημα και το δικαστήριο το έκανε δεκτό, να έρθει και να εξεταστεί ο υπεύθυνος ασφαλείας Αλιβιζάκης για να ξεκαθαριστεί ποιες εντολές είχαν οι συγκεκριμένοι φύλακες. Εστειλε όμως τον υφιστάμενό του, παρόλο που ο Πελεκάσης, όπως ο ίδιος παραδέχτηκε, ενημερώθηκε από τον Αλιβιζάκη μετά την έκρηξη.

Θα σταθούμε στα ουσιώδη κατ’ εμάς στοιχεία της κατάθεσής του, αποφεύγοντας να μπούμε σε λεπτομέρειες που δεν έχουν αξία. Τα λεγόμενά του συμπυκνώνονται στα παρακάτω.

Αρχικά, δήλωσε ότι σε περίπτωση που υπάρχει σοβαρός κίνδυνος οι εργαζόμενοι οφείλουν να ενημερώσουν την αστυνομία και τον υπεύθυνο ασφαλείας και κατόπιν να μεριμνήσουν για την προσωπική τους ασφάλεια. Δηλαδή τι μας είπε ο κύριος αυτός; Οτι οι συγκεκριμένοι φύλακες, αν και δεν έλαβαν ουσιαστική ενημέρωση απ’ την αστυνομία, κι ενώ ενημέρωσαν τον υπεύθυνο ασφαλείας Αλιβιζάκη (ασχέτως αν είναι του προέδρου ή όχι), ήταν τουλάχιστον βλάκες και δε φρόντισαν για τη σωματική τους ακεραιότητα! Ο Αλιβιζάκης τους είπε να φύγουν, κατέθεσε. Αυτό όμως είναι ψέμα. Οι ίδιοι οι φύλακες κατέθεσαν αφενός ότι ο Αλιβιζάκης τους είπε να μείνουν εκεί και να τον ενημερώνουν κι αφετέρου ότι ο ίδιος θα ξεκινήσει να πηγαίνει προς το σημείο (παρόλο που όλως τυχαίως έφτασε μετά την έκρηξη). «Κανονικά έπρεπε να ενημερωθώ νωρίτερα. Ομως δεν έγινε κάποια παράλειψη. Οι υπάλληλοι έλαβαν τα μέτρα τους και εκ του αποτελέσματος δεν έπαθαν τίποτα! Πήγαν σε εσωτερικό χώρο που τους παρείχε προστασία». Αυτή ήταν μια ακόμα προκλητική απάντηση που έδωσε ο Πελεκάσης σε ερώτηση του Ν. Μαζιώτη σχετικά με το τι έγινε εκείνο το ξημέρωμα και αν έπρεπε να είχε γίνει κάτι διαφορετικό.

Το λόγο έλαβε στη συνέχεια η συνήγορος του Ν. Μαζιώτη, Α. Παπαρρούσου. «Υποκατασταθήκατε, κύριε μάρτυρα. Αυτή είναι η πραγματικότητα. Πέρασε πολύς κρίσιμος χρόνος. Κατά τη γνώμη σας ήταν το σωστό;», ρώτησε το μάρτυρα, ο οποίος απάντησε με την ίδια προκλητικότητα: «Εκ του αποτελέσματος, ναι»! Σε ερώτηση για το ποιος είναι ο καθ’ ύλην αρμόδιος να εκτιμήσει τον κίνδυνο που μπορεί να υπάρχει σε τέτοια συμβάντα και για το αν οι υπάλληλοι μπορούσαν να πάρουν πρωτοβουλία και να αποχωρήσουν, ο Πελεκάσης απάντησε ότι μπορούν να εκτιμήσουν και οι ίδιοι γιατί είναι εκπαιδευμένοι. Ομως και αυτό έρχεται σε σύγκρουση με τα όσα είπαν οι φύλακες, που επιβεβαίωσαν όλοι ότι δεν είχαν λάβει καμία εκπαίδευση για τέτοιες καταστάσεις.

Ετσι, όταν ρωτήθηκε για το αν λειτούργησε σωστά ο κανονισμός, ο Πελεκάσης δήλωσε ότι δεν μπορεί να απαντήσει σ’ αυτή την ερώτηση κι ότι δε γνωρίζει (αυτός, ο υπεύθυνος ασφαλείας!) αν υπάρχει άτυπη εντολή της τράπεζας να μην απομακρύνονται οι φύλακες για κανένα λόγο, γεγονός που δείχνει ότι οι τραπεζίτες δε δίνουν δεκάρα τσακιστή για τις ζωές των υπαλλήλων τους. Θυμίζουμε ότι στην πρώτη δίκη του ΕΑ, είχε αποδειχτεί ότι το ίδιο έγινε και με τους σεκιουριτάδες του Χρηματιστήριου, το οποίο είχε χτυπήσει με βομβιστική επίθεση ο ΕΑ. Μολονότι η οργάνωση προειδοποίηση και έδωσε επαρκή χρόνο, οι φύλακες είχαν εντολή να μείνουν μέσα στο κτίριο!

Την κατάθεση του Πελεκάση σχολίασε εύστοχα ο Ν. Μαζιώτης. «Κάνετε τυπικές ερωτήσεις», είπε απευθυνόμενος στην πρόεδρο. Η μαρτυρία του Πελεκάση ήταν αντιφατική, συνέχισε. «Είπε [ο Πελεκάσης] ότι εκ του αποτελέσματος δε δημιουργήθηκε κίνδυνος για ανθρώπινες ζωές. Αρα πρέπει να φύγει και η κατηγορία!». Τέλος πρόσθεσε ότι ο κίνδυνος δε δημιουργήθηκε από τον Επαναστατικό Αγώνα, αλλά από τον Κανονισμό, ενώ για τις όποιες παραλείψεις δεν έγινε ούτε μια εσωτερική ΕΔΕ!

Επόμενος μάρτυρας που εξετάστηκε ήταν ο Δ. Ντάγκας. Ηταν υπεύθυνος ασφαλείας της βραδινής βάρδιας της Τράπεζας της Ελλάδος (όχι ο γενικός υπεύθυνος ασφαλείας). Βρισκόταν σε παρακείμενο κτίριο, στην οδό Ομήρου και όχι στην Αμερικής. Εκ των υστέρων και κρίνοντας συνολικά την κατάθεσή του, μπορούμε να πούμε ότι ήταν τουλάχιστον λίγο πιο ειλικρινής από τον προηγούμενο και τοποθετήθηκε ξεκάθαρα στο θέμα της εντολής μη εγκατάλειψης του κτιρίου.

Οπως κατέθεσε, στην αρχή είδαν οι ίδιοι μια κινητικότητα της αστυνομίας (κλείσιμο δρόμων κτλ.), αλλά δεν έλαβαν καμία περαιτέρω ενημέρωση. Περίπου στις 05:50 τους είπε η αστυνομία ότι υπήρχε εκρηκτικός μηχανισμός, χωρίς περισσότερες λεπτομέρειες, και στο παρά ένα τους είπε: «Μπείτε μέσα, σκάει». Αυτή τη φράση τη βάζουμε όπως ακριβώς ειπώθηκε, γιατί δείχνει την απόλυτη αδιαφορία της αστυνομίας για τους ανθρώπους (εργαζόμενους εν προκειμένω), παρόλο που προειδοποιητικό τηλεφώνημα είχε γίνει τουλάχιστον τρία τέταρτα πριν!

Η πρόεδρος, προσπαθώντας να βρει κάποιο ελαφρυντικό στη διαδικασία εκείνης της βραδιάς, είπε το απίθανο «Υπάρχει περίπτωση οι υπάλληλοι να μην ήταν στα πόστα τους και να τους έπιασαν στον ύπνο;»! Ομως, εισέπραξε τη σαφή και κατηγορηματική αρνητική απάντηση του μάρτυρα, ο οποίος περιέγραψε ξανά ότι δεν έλαβαν καμία ενημέρωση ποτέ, ούτε από τις υποτιθέμενες ντουντούκες της αστυνομίας ούτε διά ζώσης!

Στη συνέχεια, ο μάρτυρας περιέγραψε τι γίνεται σε περίπτωση κινδύνου, ποιες είναι οι ενέργειες που εκτελούνται από τους υπαλλήλους και τους φύλακες της τράπεζας. Είπε ότι πηγαίνουν μέσα σε ειδικό χώρο και συγκεκριμένα σ’ ένα υπόγειο γκαράζ που έχει και εσωτερικό τηλέφωνο για να μπορούν να επικοινωνούν. «Δεν είχαμε ποτέ στα τριάντα χρόνια που δουλεύω ούτε προφορική ούτε γραπτή εντολή να εγκαταλείψουμε το κτίριο. Δεν έχουμε εντολή εγκατάλειψης. Ασφαλίζουμε το κτίριο και μπαίνουμε σε εσωτερικό σημείο». Επίσης, μας διαφώτισε και στο αν υπάρχει επίσημος κανονισμός ασφαλείας στην ΤτΕ για τέτοια περιστατικά. «Δεν υπάρχει επίσημος κανονισμός ασφαλείας. Υπάρχουν απλά καθήκοντα φύλακα. Αν έχουμε ένα εσωτερικό συμβάν ερευνούμε εμείς. Αν έχουμε εξωτερικό, ειδοποιούμε την αστυνομία. Εμείς παραμένουμε μέσα στο κτίριο. Τόσα χρόνια δεν έχουμε καμιά εντολή να εγκαταλείψουμε το κτίριο». Το οξύμωρο της υπόθεσης είναι ότι ενώ οι φύλακες στην ΤτΕ όντως παρέμειναν μέσα και δεν απομακρύνθηκαν, έγινε ΕΔΕ στην οποία κλήθηκαν –θεωρητικά- όλοι οι εμπλεκόμενοι, χωρίς ωστόσο να βγει κάποιο πόρισμα που να περιέλθει σε γνώση των εργαζομένων.

«Ποιος κοινοποιεί τον κανονισμό ασφαλείας;» ρώτησε ο Ν. Μαζιώτης. «Μεταδίδεται από τον έναν στον άλλο. Μου το είπε κάποιος προϊστάμενος αλλά δε θυμάμαι ποιος» απάντησε ο μάρτυρας. «Εχετε αναρωτηθεί ποτέ γιατί η εντολή της μη εγκατάλειψης είναι προφορική και όχι γραπτή; Τη γνωρίζετε όταν προσλαμβάνεστε, την υπογράφετε στη σύμβαση; Είναι ένας παράνομος και καταχρηστικός όρος. Πρόκειται για εξαίρεση στην ασφάλεια των εργαζομένων» είπε με τη σειρά της η Α. Παπαρρούσου.

Σε σχόλιο του αμέσως μετά την κατάθεση και του Δ. Ντάγκα, ο Ν. Μαζιώτης μίλησε για το πώς αντιμετωπίζει η τράπεζα τους εργαζόμενούς της. «Θεωρούν τους ανθρώπους πράγματα, ανδρείκελα, αναλώσιμα. Είναι κεφάλαιο». Οχι ο Επαναστατικός Αγώνας, αλλά η Τράπεζα τους θεωρεί πράγματα, κατέληξε.

Τρίτος μάρτυρας που κατέθεσε, μετά την ολοκλήρωση των υπεύθυνων ασφαλείας των δύο τραπεζών, ήταν ο Γρηγοριάδης Β., αστυνομικός της ομάδας ΔΙΑΣ που ενεπλάκη στο περιστατικό του Μοναστηρακίου, αν και ήταν εκτός υπηρεσίας. Βρισκόταν σε παρακείμενο κατάστημα της οδού Αθηνάς. Ο ίδιος δεν ήξερε τίποτα ουσιαστικό για το σκηνικό εκείνης της ημέρας. Ομως, αποκάλυψε ότι έκανε κάτι εκπληκτικό. Οταν πετάχτηκε η σακούλα από τον Μαζιώτη (η οποία περιείχε απλά ένα πουκάμισο!) κι άρχισε η καταδίωξη, εκείνος, εμφορούμενος από επαγγελματικό καθήκον, αποφάσισε να ζητήσει από τον ιδιοκτήτη του καταστήματος να φυλάξει το πακέτο επειδή δεν ήξερε τι είχε μέσα! Εκείνος έπρεπε να πάει στις μηχανές, γιατί είχαν μείνει αφύλαχτες και η υπηρεσία τους είναι πολύ αυστηρή με αυτού του είδους τον εξοπλισμό. Τα στάθμισε λοιπόν ο «φιλότιμος» αστυνομικός και αποφάσισε ότι, βάσει των καθηκόντων του, είναι πιο σημαντικές οι μηχανές απ’ τον απλό πολίτη. Αυτά, ως άλλη μια απόδειξη του πώς πραγματικά ενεργεί η αστυνομία σε τέτοιες καταστάσεις και πόσο ψηλά βάζει την ασφάλεια των πολιτών και την ανθρώπινη ζωή.

Στο επόμενο σκέλος της συνεδρίασης κατέθεσαν οι αστυνομικοί που ενεπλάκησαν στη σύλληψη του Α. Σταμπούλου έξω απ’ τον παρκινγκ του Βύρωνα τον Οκτώβρη του 2014. Πριν αναφερθούμε στο περιστατικό αυτό καθεαυτό, να πούμε ότι η αστυνομία αποφάσισε να παρακολουθεί το παρκινγκ λόγω ενός πειστηρίου που βρέθηκε και που συνδέθηκε με την έκρηξη στην ΤτΕ στην οδό Αμερικής (συγκεκριμένα μια σχάρα αυτοκινήτου Nissan). Ωστόσο, κανένας από τους παριστάμενους αστυνομικούς της παρακολούθησης του πάρκινγκ δε γνώριζε κάτι περισσότερο σχετικά με το εν λόγω εύρημα και δεν ήταν και παρών στην έρευνα απ’ την οποία προέκυψε. Σκοτάδι καλύπτει κι αυτή την ανακάλυψη της ΕΛΑΣ!

Ο αστυνομικός Καραΐσκος ήταν από τις 26 Σεπτέμβρη 2014 στην ομάδα των αστυνομικών που παρακολουθούσε την περιοχή πέριξ του πάρκινγκ στο Βύρωνα. Ενώ, είπε, ήταν διερχόμενος έξω από το καφενείο που βρισκόταν απέναντι απ’ το πάρκινγκ, είδε δύο συναδέλφους του να τσακώνονται με ένα άτομο. Του είπαν, μιας και ο ίδιος δεν ήταν μπροστά, ότι το άτομο άφησε κάτι κλειδιά κι ότι κατόπιν αρνήθηκε τον έλεγχο όταν του ζήτησαν στοιχεία. Ο ίδιος είπε ότι δυσκολευτήκανε [οι αστυνομικοί] να τον δεσμεύσουν, παρόλο που υπάρχει το οξύμωρο ότι ο Α. Σταμπούλος ήταν μόνος του και άοπλος, ενώ οι άλλοι ήταν τρεις και με την υπηρεσιακή τους εξάρτυση. Μ’ αυτόν τον αστείο τρόπο προσπαθούν να στηρίξουν την κατηγορία της αντίστασης! Εντωμεταξύ, τον Α. Σταμπούλο δεν τον είχαν ξαναδεί εκτός από εκείνη τη μέρα της 1ηςΟκτώβρη, οπότε και τον προσήγαγαν και συνέλαβαν.

Οι δύο κύριοι μάρτυρες της υπόθεσης σύλληψης του Α. Σταμπούλου ήταν, όμως, οι Παναγόπουλος Χ. Και Ανδρεόπουλος Γ. Οι δυο τους βρισκόντουσαν μέσα στο καφενείο, απέναντι απ’ το πάρκινγκ, το οποίο -όπως αργότερα είπαν- δεν ήταν προφανώς το μόνο στην περιοχή. Μπήκε ένας νεαρός ο οποίος πήγε στην μπάρα του καφενείου να παραγγείλει καφέ, και είπε ότι θα αφήσει κάτι κλειδιά για το πάρκινγκ απέναντι. Ακολούθησε μια φυσιολογική στιχομυθία με τον καφετζή χωρίς τίποτα το παράξενο και μετά «τα έβγαλε από την τσέπη του κι αφού τα σκούπισε με μία χαρτοπετσέτα τα άφησε»! Ωστόσο, αυτό δεν ειπώθηκε στην προανακριτική του Παναγόπουλου, ενώ η… περιβόητη χαρτοπετσέτα δε βρέθηκε πουθενά και ποτέ, ούτε πάνω στον Α. Σταμπούλο ούτε στο μαγαζί. Γεγονός που επιβεβαιώνει την υπεράσπιση στο ότι πρόκειται για ένα κατασκευασμένο γεγονός, που απλά «φτιάχνει το κατάλληλο κλίμα». Αλλωστε, η ίδια η κοινή λογική λέει πως κάποιος που πάει ν’ αφήσει κάτι κλειδιά σ’ έναν άσχετο καφετζή, δεν τα σκουπίζει πρώτα για να σβήσει τα αποτυπώμα, γιατί αυτόματα καθίσταται ύποπτος στα μάτια του καφετζή και των θαμώνων που τυχόν θα τον δουν να κάνει αυτή την κίνηση.

Αξίζει, επίσης, να σημειωθεί το σημείο που οι δύο αστυνομικοί προσεγγίζουν τον Α. Σταμπούλο και του ζητούν τα στοιχεία του. Οι ίδιοι είναι ντυμένοι με πολιτικά κι αυτό δικαιολογεί στο ακέραιο μια αντίδραση απώθησης που, επ’ ουδενί, δεν μπορεί να στηρίξει την κατήγορία της αντίστασης.

Τέλος, στη συνεδρίαση κατέθεσαν οι Μακαρονίδης Δ. και Κυρκόπουλος. Ο πρώτος αναφέρθηκε στα σπασμένα τζάμια σε υπηρεσία του Γενικού Λογιστηρίου του Κράτους που βρισκόταν κοντά στο σημείο της έκρηξης της οδού Αμερικής κι ο δεύτερος ήταν υπάλληλος καταστήματος ρούχων στην Αθηνάς (υπόθεση Μοναστηράκι) κι απλά είδε τους αστυνομικούς στο διπλανό κατάστημα κι άκουσε τους πυροβολισμούς χωρίς να μπορεί να πει τίποτα περισσότερο.

Η δίκη θα συνεχιστεί τη Δευτέρα 16 Νοέμβρη. ΚΟΝΤΡΑ http://www.eksegersi.gr/Επικαιρότητα/24982.Δεύτερη-δίκη-Επαναστατικού-Αγώνα

Αφήστε μια απάντηση

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *