Ανοιχτή αλληλεγγύη – το όπλο μας απέναντι στην κρατική τρομοκρατία, τους εκβιασμούς της και την απομόνωση των αγωνιστών

https://athens.indymedia.org/post/1612979/

 

από συντρόφισσες και σύντροφοι

08/06/2021 8:01 μμ.

 

Κείμενο της Συνέλευσης ενάντια στην κρατική τρομοκρατία και σε αλληλεγγύη με τους αγωνιστές που καυηγορούνται για την υπόθεση της Επαναστατικής Αυτοάμυνας σχετικά με τη δίκη της οργάνωσης και τις καταδίκες των αγωνιστών. Φωτογραφία: Ανάρτηση πανό στην κεντρική πλατεία Ταχυδρομείου της Λάρισας, στη μικροφωνική που έγινε, μετά την παρέμβαση στις φυλακές Λάρισας, σε αλληλεγγύη με τους σ. Β. Σταθόπουλο κ Π. Γεωργιάδη.

Ανοιχτή αλληλεγγύη – το όπλο μας απέναντι στην κρατική τρομοκρατία, τους εκβιασμούς της και την απομόνωση των αγωνιστών

Ιστορικό των διώξεων όσον αφορά την υπόθεση της Επαναστατικής Αυτοάμυνας

Στις 8 Νοέμβρη 2020 ξεκίνησε μια «αντι»τρομοκρατική επιχείρηση από το κράτος. Αφορμή στάθηκε η υπόθεση απαλλοτρίωσης καταστήματος «τυχερών παιχνιδιών» στον Χολαργό, στη διάρκεια της οποίας αυτοτραυματίζεται ο αναρχικός Δημήτρης Χατζηβασιλειάδης.

Στη συνέχεια σε κατ’ οίκον έρευνα στον Χολαργό εντοπίστηκαν όπλα, με το ένα από αυτά να είναι το όπλο σφραγίδα της Επαναστατικής Αυτοάμυνας. Την ευθύνη φύλαξης του οπλισμού ανέλαβε ο ίδιος ο Δ. Χατζηβασιλειάδης ως πολιτική απόφαση για «τη διαφύλαξη της ιστορίας της κοινωνικής αντίστασης».

Το σπίτι αυτό ανήκει στον Δ. Μπάκα, φιλικό πρόσωπο του Δ. Χατζηβασιλειάδη, ο οποίος συλλαμβάνεται. Έπειτα, συλλαμβάνεται ο Βαγγέλης Σταθόπουλος, αναρχικός αγωνιστής, παλαιότερος γνώριμος των αρχών. Κατηγορούνται και οι τρεις τόσο για ληστεία, όσο και για ένταξη στην οργάνωση Επαναστατική Αυτοάμυνα. Οι δύο προφυλακίζονται, ενώ ο Δ. Χατζηβασιλειάδης διαφεύγει της σύλληψης.

Από την πρώτη στιγμή, ο Δ. Χατζηβασιλειάδης περιέγραψε τη σχέση του με τους δύο προφυλακισμένους κι εξήγησε ότι δεν έχουν, και δεν θα γινόταν να έχουν, καμία σχέση με την ιστορία της συγκεκριμένης αντάρτικης οργάνωσης, και με τις μετέπειτα πολιτικές και πρακτικές ευθύνες που ανέλαβε και γνώριζε αποκλειστικά ο ίδιος. Παρ’ όλα αυτά, στις 17 Μάρτη 2021, ξεκίνησε η δίκη ενάντια στην αντάρτικη οργάνωση «Επαναστατική Αυτοάμυνα», και την απαλλοτρίωση του καζίνο ΟΠΑΠ στον Χολαργό.

Ανεξάρτητα από τη θέση του κάθε αιχμαλώτου και κατηγορούμενου, το κράτος σε αυτή τη δίκη καταδίκασε την Οργάνωση Επαναστατικής Αυτοάμυνας, τη δράση της και τα προτάγματά της.

Η δίκη αυτή επιτέλεσε τριπλό ρόλο, τόσο κατά τη διάρκειά της, όσο και μετά το τέλος της:

  • Δίκασε την αντάρτικη οργάνωση Επαναστατική Αυτοάμυνα. Μάλιστα, το έκανε ερήμην της οργάνωσης, δομώντας το βέλτιστο κατασταλτικό σκηνικό.
  • Κυνήγησε και επιχείρησε να καταστείλει και να εξαφανίσει την αδιάκοπη επαναστατική πάλη των καταπιεσμένων.
  • Καταδίκασε, φυλάκισε και ποινικοποίησε την κοινωνική αλληλεγγύη.

Έτσι, πατώντας πάνω στην οργάνωση, η οποία μάλιστα θεωρείται ότι παραμένει ακόμη και σήμερα ενεργή, καταδικάστηκαν και οι τρεις κατηγορούμενοι – κάτι αναγκαίο για να σταθεί η κατηγορία με τον «αντι»τρομοκρατικό νόμο 187Α, αφού χρειάζονται τουλάχιστον τρία άτομα για να «υφίσταται οργάνωση».

Ο Β. Σταθόπουλος καταδικάστηκε σε 19 χρόνια κάθειρξη (κατά συγχώνευση) και παραμένει έγκλειστος, καθώς δεν έχει ανασταλτικό χαρακτήρα η έφεσή του. Καταδικάστηκε για «ένταξη σε τρομοκρατική οργάνωση», «διακεκριμένη οπλοκατοχή», «κλοπή» κ.λπ.

Ο Δ. Χατζηβασιλειάδης, καταδικάστηκε σε 16 χρόνια κάθειρξη (κατά συγχώνευση) για «συγκρότηση τρομοκρατικής οργάνωσης», «οπλοκατοχή», «κλοπή» κ.λπ.

Τέλος, ο Δ. Μπάκας καταδικάστηκε σε 10 χρόνια, αλλά με την έφεσή του να έχει ανασταλτικό χαρακτήρα. Καταδικάστηκε και αυτός για «συμμετοχή σε τρομοκρατική οργάνωση».

Ο 187Α δεν αφήνει περιθώρια λαθών στους δικαστές. Είχαν τρία άτομα, έπρεπε να τα κατηγορήσουν και να τα καταδικάσουν για την οργάνωση. Αλλιώς, όλο τους το οικοδόμημα θα κατέρρεε. Είναι ο τρόπος που καταδικάζονται αγωνιστές και αγωνίστριες, ακροβατώντας στα όρια του νομικού τους «πολιτισμού». Η καταδίκη για «ένταξη» ή «συγκρότηση», είναι μία ακόμη έκφραση της ολομέτωπης επίθεσης εναντίον του κινήματος.

Φυσικά, η λογική της δικαστικής εξουσίας ήταν απλή. Αφού βοήθησες έναν αναρχικό ληστή, που είχε στην κατοχή του όπλα, συμμετέχεις και εσύ στην οργάνωση. Αρκεί αυτό το αφήγημα των μπάτσων και των δικαστών για να καταδικάσουν τρεις ανθρώπους σε χρόνια φυλακής, για να γίνουν εισβολές σε σπίτια, για να εκκρεμούν άλλες διώξεις κ.λπ.

Δίκη της Οργάνωσης Επαναστατική Αυτοάμυνα

Σίγουρα οι υλικές συνέπειες της καταδίκης μιας επαναστατικής οργάνωσης προσωποποιούνται στους εκάστοτε αιχμαλώτους και διωκόμενους. Το κράτος δεν πουλάει διάχυτη τρομοκρατία και εκβιασμό χωρίς να τα συγκεκριμενοποιεί πάνω στα σώματά μας, παραδειγματικά, όπως σε τούτη την περίπτωση έκανε πάνω στον Βαγγέλη Σταθόπουλο. Οπότε το διακύβευμα, όπως το έθεσε και ο σύντροφος Χατζηβασιλειάδης, παραμένει: Η απελευθέρωση των αιχμαλώτων, ανεξάρτητα από τη θέση τους.

Ωστόσο, οι πολιτικές δίκες του καθεστώτος ενάντια σε αγωνιστές δεν αφορούν αποκλειστικά την ομηρία των εκάστοτε αιχμαλώτων, αλλά και την καταστολή των εκδηλώσεων της αντίστασης μες στην ταξική πάλη – τέτοια εκδήλωση αποτελούν και οι αντάρτικες οργανώσεις με τη δράση τους.

Το αμέσως ουσιαστικότερο επίδικο της δίκης αυτής, λοιπόν, ήταν η παραδειγματική τιμωρία μιας έκφρασης της ένοπλης αντίστασης: Αφενός μέσα από την μακρόχρονη αιχμαλωσία όσων το κράτος αναγνωρίζει, είτε ως συμμετέχοντες, είτε ως αλληλέγγυους σε αυτήν, και αφετέρου μέσα από την ιδεολογική επίθεση που διεξάγει καθόλη τη διάρκεια μιας δίωξης, από την προπαγάνδα των Μ.Μ.Ε., μέχρι τους συλλογισμούς των δικαστών, όπως αυτοί εκδηλώνονται στα στρατοδικεία, δηλαδή τα πολιτικά δικαστήρια.

Οι ποινές στέλνουν ένα ξεκάθαρο μήνυμα

Με την απόφαση το κράτος στέλνει τα δικά του μηνύματα και διαγγέλματα στους υπηκόους του. Με τη βαριά καταδίκη του αιχμαλώτου Βαγγέλη Σταθόπουλου, υποδηλώνει πως όσοι πέσουν στα χέρια του, θα κρατούνται όμηροι όσο το δυνατόν περισσότερο. Επίσης, πως όσοι έχουν ξαναπεράσει από ειδικά δικαστήρια και φυλακές ως πολιτικοί κρατούμενοι θα παραμείνουν για πάντα «ένοχοι» στα μητρώα των κατασταλτικών μηχανισμών, και θα τιμωρούνται εσαεί για τα ίδια «εγκλήματα». Η αμετανόητη αντίσταση είναι άλλωστε διαρκές έγκλημα.

Δικαστές και ΕΛ.ΑΣ. (μηχανισμοί που στην πράξη δεν διαχωρίζονται) με την ελαφρύτερη ποινή στον φυγά Δημήτρη Χατζηβασιλειάδη, ρίχνουν σαφώς το τυράκι στο δίλλημα «παράδοση ή παρανομία» (που δεν είναι δίλλημα, όπως το έχει ήδη δηλώσει ο ίδιος). Αφήνεται να εννοηθεί, από τη βαρύτερη καταδίκη του αιχμαλώτου, ότι εάν αυτός που ανέλαβε όλες τις ευθύνες παραδοθεί, ενδεχομένως να ελαφρύνει τη θέση του αιχμαλώτου σε ένα εφετείο.

Η πρακτική της εσωτερικής υπονόμευσης δεν είναι διόλου καινοτομική, είναι εργαλείο των αντεπαναστατικών πολιτικών όλων των δυτικών κρατών, στον ταξικό πόλεμο που διεξάγουν διαρκώς οι εξουσιαστές.

Από την ίδια πρακτική απορρέουν και οι πολιτικές αφομοίωσης στη νομιμότητα της εξουσίας, δηλαδή στις διαταγές της. Έτσι προκύπτει ο διαχωρισμός των μέσων αντίστασης σε νόμιμα και μη, με σκοπό τον αφοπλισμό της αντίστασης, και την υπονόμευση των ανοιχτά μαχητικών σχημάτων ως «πρόβλημα» για τα κινήματα. Εφόσον έχουμε αποδεχτεί την παρανομοποίηση της αντίστασης, η αποδοχή του σωφρονισμού/φυλακής, ως τη μόνη δυνατή εξέλιξη και συνέχεια της «παράνομης» δράσης, είναι επακόλουθο αυτής ακριβώς της αφομοίωσης.

Συνεπώς, το πιο δόλιο και υπόρρητο μήνυμα αυτής της ανισότιμης καταδίκης (βαρύτερη για τον αιχμάλωτο που δηλώνει καμία σχέση με τις κατηγορίες, και ελαφρύτερη για τον φυγά που αναλαμβάνει την ευθύνη), είναι η σκοπιμότητα του κράτους να σφηνώσει την εσωτερική υπονόμευση μέσα στο κίνημα.

Η πολεμική ενάντια στην ένοπλη οργάνωση, και η εσωτερίκευση των εκβιασμών του κράτους, ως αναπόσπαστα κομμάτια της καταστολής

Η αποπολιτικοποίηση των πράξεων αντίστασης, η απόσπαση της κάθε πράξης από το συνολικό της νόημα, η εγκληματοποίηση των υποκειμένων και των πράξεών τους, είναι εφικτές μέσα από το θέσφατο του μονοπωλίου της βίας από την πλευρά του κράτους. Αυτό το μονοπώλιο δεν πρέπει επουδενί να διαρρηχθεί. Γι’ αυτό απαιτείται και η διεστραμμένη αφήγηση του κράτους για τα δικά του εγκλήματα. Και φυσικά απαιτείται η άρνηση του καθεστώτος για τη φύση των πολιτικών δικαστηρίων, και για την ύπαρξη πολιτικών κρατουμένων.

Συνεπώς η παρουσία μιας Οργάνωσης ένοπλης πάλης και ο λόγος της μέσα στα στρατοδικεία είναι βαρύνουσας σημασίας για το ίδιο το κοινωνικό κίνημα, για το σύνολο της αντίστασης και, εν τέλει, για όποια επαναστατική προοπτική. Το παράδειγμα ενός τέτοιου έργου μέσα από τις δικαστικές αίθουσες το έχουν δώσει, και συνεχίζουν να το δίνουν, οι σύντροφοι του Επαναστατικού Αγώνα. Υπερασπίζονται από τη μία την αναρμοδιότητα του εξουσιαστή να δικάζει την αντίσταση, και από την άλλη την επαναστατική δράση ως κομμάτι της κοινωνικής αντίστασης.

Η δίωξη και καταδίκη των προσώπων που ενεπλάκησαν σε αυτή την υπόθεση νοηματοδοτείται από την πολεμική του κράτους απέναντι στην οπλισμένη αντίσταση. Το κράτος δεν θα έχανε την ευκαιρία να καταδικάσει τον Δ. Χατζηβασιλειάδη. Ο ίδιος ανέλαβε την ευθύνη της κατοχής του οπλισμού και της απαλλοτρίωσης. Τα «νομικά» στοιχεία δεν παίζουν κανέναν ρόλο, όταν ένας αντάρτης αναλαμβάνει την πολιτική ευθύνη.

Το κράτος δεν διώκει το φρόνημα, σωστά τα λένε οι δικαστές και εισαγγελείς. Δεν μας διώκουν γιατί είμαστε αφηρημένα αναρχικοί, αλλά επειδή τα φρονήματά μας έχουν συγκεκριμένες υλικές συνέπειες. Άλλωστε, η άλλη πλευρά αυτής της καραμέλας των δικαστών –ότι δεν διώκουν φρονήματα αλλά πράξεις– είναι ότι στη δημοκρατία τους μπορείς να πιστεύεις και να λες ό,τι θες ελεύθερα, αρκεί να πράττεις μόνο στα όρια με τα οποία η εξουσία σε κρατά υποτελή της. Αυτό είναι το μήνυμα, και μέσα από αυτό νοηματοδοτείται τόσο η ερήμην καταδίκη του Δημήτρη Χατζηβασιλειάδη, όσο και η βαριά καταδίκη του Βαγγέλη Σταθόπουλου. «Δεν κατέδωσες έναν ένοπλο αγωνιστή, βοήθησες, άρα και συμμετείχες».

Αυτό το μήνυμα στέλνει σε όποιον μπορεί να βρέθηκε στο παρελθόν ή να βρεθεί στο μέλλον έστω ως αλληλέγγυος σε αγωνιστές, ή σε πράξεις ένοπλης αντίστασης.

Οι καταδίκες αυτές εντάσσονται στη στρατηγική του κράτους. Ουσιαστικά, οι βαριές καταδίκες των αγωνιστών είναι η προμετωπίδα της ολομέτωπης επίθεσης που δέχεται το κίνημα. Η παραπάνω επίθεση διεξάγεται σε πρακτικό και πολιτικό επίπεδο, και είναι ζήτημα όλων μας. Έτσι, το κράτος χαράσσει τον δρόμο του, ο οποίος δεν παρεκκλίνει, αλλά καταπίνει στον μύλο του και τις νομικές ακροβασίες στις δικαστικές αίθουσες, αλλά και την παγίδευση συντρόφων και συντροφισσών.

Προφανώς, το σκοπούμενο είναι η αποκοπή της μαχητικής αντίστασης από την ευρεία κοινωνική βάση. Το ζήτημα για εμάς είναι κατά πόσο εσωτερικεύουμε, εμβαθύνουμε, υποδαυλίζουμε αυτήν την πολεμική. Σε τούτη τη δίκη η σιωπή που επικράτησε σε μεγάλο μέρος του κινήματος αλληλεγγύης, ως προς το σκέλος της δίκης της Οργάνωσης Επαναστατική Αυτοάμυνα, ήταν εκκωφαντική. Η σκόπιμη αποσιώπηση, και ίσως όχι τόσο η αφελής αποσιώπηση, έχει σαφώς τα χαρακτηριστικά της εσωτερίκευσης, εμβάθυνσης και υποδαύλισης της αντεπαναστατικής πολιτικής του κράτους.

Όλα τα βαρυσήμαντα συνθήματα αναρχικών οργανώσεων για την κοινωνική επανάσταση είναι παντελώς κενά, όταν περνάει μπροστά τους η έμπρακτη έκφρασή τους, και κάνουν πως δεν τη βλέπουν.

Πόσο μάλλον όταν με αυτή τη σκόπιμη αποσιώπηση των πραγματικών διακυβευμάτων αυτής της δίκης, συνυπογράφουν τις καταδίκες του κράτους. Με άλλα λόγια, σε αυτή τη δίκη η απόλυτη αποσιώπηση από μερίδα του πολιτικού κινήματος του συνολικού πλαισίου της δίκης, στην οποία δεν δικάζεται μόνο ένας σύντροφος που δηλώνει πως δεν έχει καμία σχέση με τις κατηγορίες, αλλά και ένας που αναλαμβάνει την ευθύνη για μία ένοπλη οργάνωση, υποδηλώνει ξεκάθαρα το εξής: «αλληλεγγύη στους “αθώους”, ούτε ψωμί, ούτε νερό στους “ενόχους”». Μόνο που αυτή είναι η στάση που ταυτόχρονα συνυπογράφει την ταφόπλακα πάνω στα προτάγματα και την προοπτική του αγώνα για την κοινωνική απελευθέρωση.

Επιλεκτική αλληλεγγύη και απομόνωση των αγωνιστών/τριών

Η συνθήκη της αιχμαλωσίας ή της φυγοδικίας/φυγοποινίας είναι ένα ζήτημα που απασχολεί τα επαναστατικά κινήματα. Περνώντας σε πιο συγκεκριμένες αιχμές του ζητήματος αυτού, σίγουρα αναγνωρίζουμε ένα έλλειμμα, όσον αφορά την επιλεκτική αλληλεγγύη. Ως τέτοια νοείται η αλληλεγγύη αυτή που διαχωρίζει αγωνιστές και αγωνίστριες με βάση τη στάση τους, την πολιτική θέση τους (με τις συμφωνίες ή τις διαφωνίες να διαμορφώνουν το σκηνικό), τις επιλογές αγώνα, την «ενοχή» ή την «αθωότητα». Η διάσπαση αυτή ευνοεί το κράτος να βρίσκει εύκολα τα μονοπάτια της καταστολής μας.

Ξεκινώντας με την αυτοκριτική μας, αναγνωρίζουμε ότι και εμείς, ως συλλογικό σώμα, είμαστε κομμάτι του παραπάνω ζητήματος. Εκφράζουμε μέσω της συνέλευσής μας «επιλεκτική» αλληλεγγύη σε μία μερίδα διωκόμενων αγωνιστών, και όχι στο σύνολο των αγωνιστών και αγωνιστριών που βρίσκονται είτε στη φυλακή, είτε στην «παρανομία».

Στη συγκεκριμένη υπόθεση, ο κατακερματισμός είναι ακόμη πιο έντονος. Η συνθήκη της «παρανομίας» του Δ. Χατζηβασιλειάδη, η αιχμαλωσία του Β. Σταθόπουλου, καθώς και η θέση του Δ. Μπάκα στην υπόθεση, την καθιστούν περίπλοκη. Η ουσία είναι ότι δικάζεται ακόμη μία επαναστατική αντάρτικη οργάνωση, η Επαναστατική Αυτοάμυνα, και μάλιστα ερήμην. Μαζί δικάζεται και ο αναρχικός σύντροφος που έκανε πράξη τα όσα λέγονται για αλληλεγγύη, δίνοντας χέρι βοηθείας σε έναν αναρχικό τραυματία, τη στιγμή που το χρειαζόταν. Το κίνημα στέκεται ανήμπορο να δει τη σύνδεση της υπόθεσης σε επίπεδο πολιτικό. Γιατί, όντως, στη δίκη που τελείωσε (κατα)δικάστηκαν ο ανυποχώρητος αναρχικός αγώνας και η κοινωνική αλληλεγγύη. Μαζί τους, καταδικάστηκε και η οργάνωση Επαναστατικής Αυτοάμυνας.

Δεν μπορούμε να κρύψουμε τον έντονο προβληματισμό μας, όσον αφορά τον τρίτο κατηγορούμενο Δ. Μπάκα. Ο φίλος του Δ. Χατζηβασιλειάδη επέδειξε κοινωνικά αλληλέγγυα στάση σε έναν αναρχικό τραυματία, χωρίς να γνωρίζει οτιδήποτε άλλο. Η αρχική συνεργασία του με τις αρχές, είναι κάτι που για εμάς, ως κομμάτι του ανταγωνιστικού κινήματος, αποτελεί μη αποδεκτή στάση. Αναγνωρίζουμε ότι με μετέπειτα δήλωσή του προσπάθησε να ακυρώσει την αρχική του κατάθεση. Αναγνωρίζουμε, επίσης, ότι ένας άνθρωπος που δεν έχει σχέση με εμάς, μπορεί να «λυγίσει» μέσα στις ανακριτικές αίθουσες των «αντι»τρομοκρατικάριων. Για εμάς η μη συνεργασία με τις αρχές αποτελεί πάγια τακτική μας. Στο ευρύτερο κοινωνικό πεδίο, όμως, δεν μπορούμε να απαιτήσουμε από έναν κοινωνικά αλληλέγγυο να αντέξει, όπως εμείς, στην πίεση και τους εκβιασμούς των διωκτικών μηχανισμών. Έτσι, είναι ένα ζήτημα πρωτόγνωρο, το οποίο δεν σταματά να θέτει το ερώτημα, εάν ο αλληλέγγυος αυτός πρέπει/θα έπρεπε να αφεθεί εντελώς στην άκρη από τον αλληλέγγυο κόσμο ή όχι, εάν θα έπρεπε να εξοβελιστεί επειδή έσπασε μπροστά στους εκβιασμούς των μπάτσων.

Μιλώντας για την επιλεκτική αλληλεγγύη, τα παραδείγματα, δυστυχώς, δεν είναι λίγα. Μιλάμε (και) από τη θέση του «φταίχτη».

Οι πολιτικές διαφωνίες, το παρελθόν-παρόν και μέλλον των συντρόφων και συντροφισσών που αντιμετωπίζουν χρόνια φυλάκισης, ή τον κίνδυνο της εξόντωσης (ακόμη και τα δύο μαζί) δεν μπορεί να ορίζει την αλληλεγγύη μας. Οι διαφωνίες, οι συμφωνίες, οι ταυτίσεις υπάρχουν. Δεν τίθεται ζήτημα απόκρυψης ή παραχάραξης της ιστορίας μας. Παρ’ όλα αυτά, οι ακραίες συνθήκες έκθεσης των συντροφισσών και των συντρόφων μας στα κάτεργα της δημοκρατίας και στους δύσβατους δρόμους της «παρανομίας» δεν αφήνουν περιθώρια δεύτερων σκέψεων ή περιχαράκωσης. Αυτά είναι τα (υπαρκτά) ρήγματα στο εσωτερικό μας, στα οποία το κράτος επιτίθεται με μανία, όπως είδαμε και στη συγκεκριμένη υπόθεση, με σκοπό να τα βαθύνει και να επιχειρήσει να μας διαλύσει παντελώς, ανεξαρτήτως «υπερασπιστικής γραμμής».

Επιχειρούμε εδώ να ανοίξουμε ένα ζήτημα ευρύτερο, το οποίο θέτει τις υποθέσεις διώξεων και καταστολής στην ολότητά τους. Πιστεύουμε ότι η αντιμετώπιση των υποθέσεων με αυτόν τον τρόπο θα βοηθούσε όλες τις υπερασπιστικές πολιτικές γραμμές μίας υπόθεσης (μέλη που αναλαμβάνουν την ευθύνη, κατηγορούμενους/ες που στοχοποιούνται λόγω σχέσεων, πολιτικής δραστηριότητας κ.ο.κ.). Ακόμη, η οπτική αυτή καταργεί έμπρακτα τα δίπολα που επιβάλλονται από τα πάνω, τα οποία κατακερματίζουν με τη σειρά του (και) το κίνημα αλληλεγγύης. Κάτι τέτοιο, ειδικά μετά την απόφαση και τους σκοπούς που αυτή επιτελεί, φάνηκε στη συγκεκριμένη υπόθεση, καθώς η έδρα υιοθέτησε πλήρως το σενάριο της «αντι»τρομοκρατικής υπηρεσίας, ξεπερνώντας κάθε νομικό εμπόδιο. Η δικαστική αρχή αντιλαμβάνεται τα χτυπήματά της εναντίον μας σαν ένα. Είναι η ώρα και εμείς να αντιληφθούμε το ίδιο για τις υποθέσεις εναντίον των αγωνιστριών και των αγωνιστών, και να απαντήσουμε αναλόγως.

Υπερασπιζόμαστε τον αγώνα ενάντια σε κράτος και κεφάλαιο, τις κοινότητές μας, τις συντροφικές και κοινωνικές σχέσεις που δομούνται πάνω στα πολιτικά χαρακτηριστικά της αλληλεγγύης, την ισότητα και τον αγώνα για ελευθερία ως την επανάσταση!

Αλληλεγγύη στον αναρχικό φυγά Δ. Χατζηβασιλειάδη

Λευτεριά στον αναρχικό Β. Σταθόπουλο

Κανένας και καμία μόνη στα χέρια του κράτους

Συνέλευση ενάντια στην κρατική τρομοκρατία και σε αλληλεγγύη με τους αγωνιστές που διώκονταιγια την υπόθεση της Επαναστατικής Αυτοάμυνας

 

Αφήστε μια απάντηση

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *