https://athens.indymedia.org/post/1543457/
από Αιχμή 26/04/2015 10:52 μμ.,
_____________________________________
Ένας αναρχικός παίρνει συνέντευξη από την πολιτική κρατούμενη της Action Directe Joëlle Aubron, η οποία – κάτι που αξίζει να αναφερθεί λόγω της διαμάχης που έχει προκύψει γύρω από την απελευθέρωση του Σάββα Ξηρού – αποφυλακίστηκε για λόγους υγείας για να περάσει τα υπόλοιπα χρόνια της ζωής της κατ’ οίκον όπως προβλεπόταν από τη Γαλλική νομοθεσία
Και όμως αυτή η ενότητα του πολιτικού και του μιλιταριστικού σε καμία περίπτωση δεν σημαίνει ότι είδαμε τη βία ως την «κινητήρια δύναμη της ιστορίας». Αντίθετα, αντιμέτωποι με τη θεσμοποιημένη, ειρηνική βία της σχέσης μεταξύ κεφαλαίου και εργασίας, το θεμέλιο της ταξικής κοινωνίας, θεωρήσαμε ότι η αντι-βία θα ήταν ένας τρόπος ανάκτησης στιγμών της εξουσίας για και με τους καταπιεσμένους.
Πως ήταν δομημένη η AD; Ήταν μόνο ένα τμήμα που ήταν αφιερωμένο στον ένοπλο αγώνα ή ήταν η AD μια ένοπλη οργάνωση λιτή και απέρριτη;
Η AD δεν είχε νόμιμα και ένοπλα τμήματα, πολύ περισσότερο δεν εκπροσωπήθηκε από ένα πολιτικό κόμμα. Η πολιτική και μιλιταριστική ενότητα ήταν απαραίτητη προϋπόθεση για το ένοπλο. Δεν είναι απλό θέμα να εξηγείς τα πάντα που οδήγησαν σ’ αυτήν την ενότητα.
Δεν ξεκινήσαμε απ’ το σημείο Α, προκειμένου να φτάσουμε στο σημείο Β. Υπήρχαν πολλοί παράγοντες που μας οδήγησαν στο να αναλάβουμε το στρατηγικό όπλο του ένοπλου αγώνα, να το εφαρμόσουμε στις ιμπεριαλιστικές μητροπόλεις [ a1 ], και δεν ήταν μια γραμμική μετάβαση. Η δραστηριότητα των ανταρτών σ’ αυτήν την ήπειρο δεν αποτελείτο από μια προγραμματισμένη μέθοδο. Δεν υπήρχε ένας άγραφος νόμος που να μας λέει πώς να το κάνουμε.
Κληρονομήσαμε το παρελθόν και εφηύραμε το παρόν σ’ ένα εκρηκτικό μίγμα διαλειμμάτων και συνεχειών. Το πιο εύκολο πράμα θα ήταν να δώσω ένα παράδειγμα με μια έννοια-κλειδί: εργατική αυτονομία.
Το ζήτημα της αυτονομίας των εργατών, ως τάξη για τον εαυτό της, αλλά και ως ένα κίνημα για την κατάργηση όλων των τάξεων, βρίσκεται στην καρδιά της κομμουνιστικής ιστορίας. Και μέσα σ’ αυτό το κίνημα για την κατάργηση της υπάρχουσας τάξης, για την κατάργηση των τάξεων, περιλαμβάνω και εκείνους τους αναρχικούς που επίσης απαιτούν αυτήν τη χειραφέτηση. Απ’ την Παρισινή Κομμούνα στους σύγχρονους αγώνες, η μορφή και η εμφάνιση αυτής της αυτόνομης ταξικής δράσης είναι οι ίδιες στην καρδιά των διαφωνιών μεταξύ κομμουνιστών και αναρχικών.
Και όμως, είμαι βέβαιη ότι οι περισσότεροι άνθρωποι που άδραξαν τις νέες πιθανότητες της δεκαετίας του εξήντα δεν το έκαναν ως αποτέλεσμα της μελέτης κάποιων βιβλίων. Αυτή η προσέγγιση και ιστορική επίγνωση ήταν «φυσικά» διαθέσιμη στην ατμόσφαιρα της εποχής εκείνης. Είχαμε τις ρίζες μας στην ιστορία. Εντός του Γαλλικού Κράτους, απ’ τους Μαοϊκούς στο LIP [ a ] στους αγώνες των μεταναστών εργατών, αυτή η αυτονομία δεν ήταν περιορισμένη στο αυτονομιστικό κίνημα του τέλους της δεκαετίας του εβδομήντα. Ως αποτέλεσμα της δεκαετίας του εξήντα, η ιδέα του Κομμουνιστικού Κόμματος ως η εμπροσθοφυλακή άπαξ δια παντός, όπως είχε γίνει αντιληπτό απ’ το 1917, ήταν σε μεγάλο βαθμό παρωχημένη. Αλλά δεν ήταν θέμα ρευστοποίησης και μετατροπής σε αναρχικές ιδέες. Ήταν πρώτα και κύρια μια διαδικασία, πρακτικές, αντιπαραθέσεις, πειραματισμοί, νέοι ορίζοντες.
Ήταν ένα ζήτημα του τι είχε συμβεί στα Κομμουνιστικά Κόμματα που είχαν προέλθει απ’ την Τρίτη Διεθνή• η ανικανότητά τους να χειριστούν πολλές απ’ τις πτυχές της ταξικής πάλης που είχαν δει να αναπτύσσονται απ’ το 1945, ειδικά σε σχέση με τους εθνικο-απελευθερωτικούς αγώνες ( 1 ). Αλλά ήταν εξίσου και ένα ζήτημα της επανεμφάνισης ενός τμήματος της πρώην-«Νέας Αριστεράς». Αφότου αποστασιοποιήθηκαν απ’ τα παλιά Κομμουνιστικά Κόμματα, τα ακραία αριστερά κόμματα έπαιζαν τον Ιζνογκούντ που θέλει να πάρει τη θέση του Χαλίφη [ b ]. Μέχρι το τέλος της δεκαετίας του εβδομήντα στην Ευρώπη ήμασταν μάρτυρες της φάρσας της αμέτρητης ιδεολογικής τους κατάκτησης των μαζών, τα ποσοτικά τους κέρδη στα εκλογικά τους καρναβάλια, τους συνεχιζόμενους αγώνες τους που περικλείονταν εντός των κατάλληλων θεσμικών καναλιών. Συνειδητοποιώντας τι φάρσα ήταν αυτή σε συνδυασμό με άλλες συνειδητοποιήσεις.
Ένα απ’ αυτά τα άλλα πράγματα που συνειδητοποιήσαμε ήταν ο ρόλος των θεσμικών κοινωνικών ελέγχων. Αυτό δεν ήταν νέo• δεν ήταν πραγματικά κάτι διαφορετικό απ’ την εξεγερσιακή θέση που κριτίκαρε την ιδέα ότι θα υπήρχε μια αργή συσσώρευση δυνάμεων εντός των ιδεολογικών συζητήσεων και της συνδικαλιστικής δουλειάς. Ήδη απ’ τη δεκαετία του 1930, ο Γκράμσι είχε επισημάνει την ανάγκη για μια νέα στρατηγική για να ξεπεραστούν οι προληπτικοί αντεπαναστατικοί [ c ] θεσμοί που η αστική τάξη ανέπτυσσε για να κρατήσει το μονοπώλιο της εξουσίας.
Αλλά αυτή η ανάγκη ήταν επίσης κάτι που ήταν προσιτό «στον αέρα» της εποχής. Η ανατροπή ήταν παντού, μετατρέποντας τα πάντα σε μια ευκαιρία για κριτική δράση και οράματα για το πώς τα πράγματα θα μπορούσαν να είναι ριζικά διαφορετικά. Ο καθημερινός ακτιβισμός αποτελούνταν από καταλήψεις, βίαιες διαδηλώσεις, παραδοσιακές ακτιβιστικές κινητοποιήσεις αλλά και επιθέσεις και απαλλοτριώσεις. Αυτό προκάλεσε μια πολιτική κατάσταση στην οποία η επαναστατική πολιτική προχωρούσε με τα δυο πόδια: το κίνημα και το ένοπλο. Ήταν δράση γεννημένη απ’ τη διαπίστωση ότι ένα νέο είδος εμπροσθοφυλακής ήταν αναγκαίο προκειμένου αποτελεσματικά να «ανατρέψουμε όλες τις σχέσεις που κάνουν τον άνθρωπο ένα ον ταπεινωμένο, υποδουλωμένο, εγκαταλειμμένο, περιφρονημένο» [ d ].
Συνειδητοποιήσεις και γεγονότα δημιούργησαν δυναμικές που με τη σειρά τους άνοιξαν μια σειρά από πιθανότητες. «Η μόνη πραγματική μας δύναμη έγκειται στην ενότητα των συντρόφων στα εργοστάσια, τις γειτονιές, τα σχολεία, τα γραφεία• μια ενότητα χωρίς διακριτικά ή κάρτες μέλους, αρνούμενη όλες τις διαιρέσεις που απειλούν την πραγματική μας ταξική ενότητα• με άλλα λόγια, την επαναστατική στρατηγική. Απ’ αυτήν την ενότητα προέρχεται η προλεταριακή αριστερά, και μόνο η προλεταριακή αριστερά μπορεί να χτίσει, μέσα από την πάλη, την επαναστατική οργάνωση.» (Sinistra Proleraria, 1970 [ e ]). Οι λέξεις και εκφράσεις που σχετίζονταν με συγκεκριμένες καταστάσεις, βασίστηκαν στην πραγματικότητα. Η έμπνευσή μας ήρθε απ’ τους κλασικούς, απ’ τον Μαρξ, τον Ένγκελς, τον Λένιν… αλλά έχουμε επίσης βγει απ’ τον Μάο, τον Γκεβάρα και τον Φραντς Φανόν. Η μαρξιστική θεωρία και οι νέες θεωρητικές πρόοδοι που προέρχονται απ’ τους εθνικούς απελευθερωτικούς αγώνες σε συνδυασμό με και σε αντιπαράθεση. Αντλήσαμε απ’ τους Καταστασιακούς λίγο πριν το ’68 και χρησιμοποιήσαμε τον Αλτουσέρ για να ενισχύσουμε την ανάλυσή μας. Αυτό δεν ήταν απλά ένα διανοητικό χόμπι. Λαμβανομένα απ’ τις ιδέες σ’ ένα φυλλάδιο, τα επιχειρήματα έντονα υπερασπιζόντουσαν σε μια συνάντηση, οι αναφορές μας έγιναν πραγματικότητα στην πρακτική μας.
Και έτσι ήταν απ’ αυτό το ευτυχές χάος που η πρακτική του ένοπλου αγώνα σ’ αυτήν την ήπειρο αναδύθηκε – αν και με συχνά σημαντικές διαφορές απ’ τη μια αντάρτικη ομάδα στην άλλη. Μια στρατηγική προλεταριακής ενότητας που συνεπαγόταν μια ρήξη με τους θεσμικούς κοινωνικούς ελέγχους.
Η επίγνωση αυτών των ελέγχων ήταν σχεδόν στο επίκεντρο αυτής της επιλογής. Και ήταν με τον Αλτουσέρ που διαλευκάναμε το πώς οι δομές αυτές σχετίζονται μεταξύ τους: η οικονομική βάση, οι κοινωνικές και ανθρώπινες σχέσεις που παράγει, το Κράτος και οι κοινωνικοί και ταξικοί φορείς που «αυτόνομα» δημιουργεί, οι πολιτικοί και πολιτιστικοί θεσμοί και οι επιπτώσεις τους στη ζωή μας, πώς μας εκπροσωπούν και η φαντασία μας.
Σ’ αυτό το σημείο, η κατάσταση στο τέλος της δεκαετίας του εξήντα κατέστησε οδυνηρά προφανές σε ποιο σημείο τα πράγματα είχαν μολυνθεί απ’ την προληπτική αντεπανάσταση. Σχεδόν παντού σ’ όλο τον κόσμο πολιτικές και συνδικαλιστικές οργανώσεις της εργατικής τάξης είχαν εγκαταλείψει τα καθήκοντά τους. Φυσικά, δεν ήταν η πρώτη φορά που αυτό είχε συμβεί, για παράδειγμα, το 1914 τα σοσιαλδημοκρατικά κόμματα είχαν συντρίψει τη Δευτέρα Διεθνή στο βωμό του λουτρού αίματος που ήταν ο Πρώτος Παγκόσμιος Πόλεμος. Παρ’ όλα αυτά, αυτό που ήταν καινούργιο ήταν η ύπαρξη της επιλογής του ενόπλου. Αυτό βασικά προήλθε απ’ τους μετα-ΒΠΠ απελευθερωτικούς αγώνες στις τρεις ηπείρους [ f ].
Ο ένοπλος αγώνας – που είχε γίνει ένα στρατηγικό εργαλείο της επαναστατικής αντι-βίας – ήταν η απάντηση στις πολιτικές της αντεπανάστασης, σε όλους τους θεσμούς, στη συνεργασία των συνδικαλιστικών και πολιτικών οργανώσεων. Πήραμε την ιδέα του «παρατεταμένου επαναστατικού πολέμου» απ’ τον Μάο και την προσαρμόσαμε στις μητροπολιτικές πραγματικότητές μας. Εγκαταλείψαμε την ιδέα ότι μια σταδιακή συσσώρευση δυνάμεων θα έπρεπε να προηγείται του ένοπλου αγώνα «όταν έρθει η κατάλληλη στιγμή» και αντ’ αυτού γίνεται το ένοπλο ένα απαραίτητο εργαλείο του επαναστατικού ταξικού πολέμου εδώ και τώρα, κάτι που θα μπορούσε να καταστρέψει το σύστημα της παγκόσμιας εκμετάλλευσης και να οικοδομηθεί μια εναλλακτική κοινωνική οργάνωση.
Σε αντίθεση με την αναμονή, να στείλουμε ακόμη περισσότερες αντιπροσωπείες στο Βιετνάμ, η ένοπλη δραστηριότητα ανέπτυξε διεξοδικά μια ισχυρή σύνδεση μεταξύ της πάλης σήμερα, του κριτικού/οριακού σημείου και του στόχου. Το να προετοιμάζεις επαναστατικό πόλεμο και εξέγερση είναι από μόνο του μια πολιτικο-μιλιταριστική δραστηριότητα. Είναι ο πόλεμος της αντίστασης, η αντι-βία των επαναστατών που αντιμετωπίζουν τη βαρβαρότητα του εκμεταλλευτικού και καταπιεστικού συστήματος.
Μετά τη Γένοβα, άκουσα ένα διαδηλωτή να λέει στα μέσα ενημέρωσης ότι «η βία θάβει το μέλλον.» Αυτό το είδος συνταγής δεν σημαίνει τίποτα, εκτός ίσως απ’ το ότι είναι κανείς χαζός. Η βία του συστήματος θεωρείται ως φυσική και υπό έλεγχο. Παρ’ όλο που όλες οι κοινωνίες μπορούν να προσπαθήσουν να ισχυριστούν ότι η βία είναι ένα εξωτερικό πρόβλημα, και μπορεί να αναπτύξουν διαφορετικές τελετουργίες – μερικές φορές από μόνες τους πολύ βίαια – προκειμένου να την εξαλείψουν, στην παρούσα κατάσταση όπου 358 προσωπικές περιουσίες μεγαλύτερες από ένα δισεκατομμύριο δολάρια αντιπροσωπεύουν το ισοδύναμο ετήσιο εισόδημα του 45% του παγκόσμιου πληθυσμού, δηλαδή 2,3 δισεκατομμύρια ανθρώπους, περισσότερο από ποτέ πρέπει κανείς να παραπέμπψει στη σημασιολογική διαφορά που ο Ζενέ υπογράμμισε το 1977 μεταξύ «βίας» και «βαρβαρότητας». [ g ]
Αυτό το παράδειγμα από μόνο του αποκαλύπτει την αποξενωτική διαδικασία στην οποία το θέαμα της διαμαρτυρίας είναι παγιδευμένο. Τα βασικά στοιχεία τού ποιος έχει την εξουσία απορρίπτεται, σβήνεται απ’ την εικόνα. Η ικανότητα τού να αντιλαμβανόμαστε την πραγματικότητα είναι μπλοκαρισμένη από λέξεις των οποίων το νόημα έχει χαθεί. Οι συγκεκριμένες συνθήκες της δομικής βαρβαρότητας του συστήματος είναι – το πολύ – καταδικασμένες, αλλά όχι καταπολεμημένες.
Η ATTAC [ h ] και άλλες ομάδες πολιτών προσποιούνται ότι ανανεώνουν το περιεχόμενο της επίσημης δημοκρατίας, όπως αυτή αναπτύχθηκε απ’ τον 19ο αιώνα. Ωστόσο ανεξάρτητα απ’ το ποια κοινωνικά ή πολιτικά δικαιώματα μπορεί να έχουν κερδηθεί ως αποτέλεσμα πολύ σκληρών αγώνων εντός του πλαισίου αυτής της ιδέας, η σχέση μεταξύ κεφαλαίου, εργασίας και Κράτους, το πλαίσιο και οι κανόνες αυτής της «δημοκρατίας», είναι ήδη το αποτέλεσμα του καπιταλιστικού τρόπου παραγωγής σ’ όλο το βαμπιρικό του μεγαλείο, ρουφώντας το αίμα του υποκειμένου εργασία. Μέχρι τον 19ο αιώνα, αυτό το βαμπίρ είχε ήδη λίγο πολύ επιτύχει στην Ευρώπη «την απαλλοτρίωση της μεγάλης μάζας του λαού από τη γη, τα μέσα συντήρησης και τα εργαλεία δουλιάς, αυτή η φοβερή και δύσκολη απαλλοτρίωση της μάζας του λαού αποτελεί την προϊστορία του κεφαλαίου.» [Κεφάλαιο, Vol. 1, μέρος VIII, κεφάλαιο 33]. Στη συνέχεια έθεσε ως στόχο να κατακτήσει άλλους κόσμους όπου η μισθωτή εργασία δεν ήταν ακόμη η μορφή των κοινωνικών σχέσεων παραγωγής. Τώρα, στις αρχές του 21ου αιώνα, το βαμπίρ εξακολουθεί να ζει απ’ το αίμα των εργατών από δύο αρτηρίες: η μία όπου αντλεί το αίμα των εργατών στις μητροπόλεις και η άλλη.
Και όμως αυτή η ενότητα του πολιτικού και του μιλιταριστικού σε καμία περίπτωση δεν σημαίνει ότι είδαμε τη βία ως την «κινητήρια δύναμη της ιστορίας». Αντίθετα, αντιμέτωποι με τη θεσμοποιημένη, ειρηνική βία της σχέσης μεταξύ κεφαλαίου και εργασίας, το θεμέλιο της ταξικής κοινωνίας, θεωρήσαμε ότι η αντι-βία θα ήταν ένας τρόπος ανάκτησης στιγμών της εξουσίας για και με τους καταπιεσμένους.
Στο τέλος της δεκαετίας του εξήντα η αστική τάξη βρέθηκε αντιμέτωπη με μια κρίση κυριαρχίας, μια κρίση του μοντέλου συσσώρευσης και των καπιταλιστικών κοινωνικών σχέσεων, και αυτό έφερε στην επιφάνεια το ζήτημα τού να πάρουν οι καταπιεσμένοι την εξουσία με έναν ιδιαίτερα αιχμηρό τρόπο. Την ίδια στιγμή, εντός του ίδιου κινήματος, οι ιδέες του προλεταριακού διεθνισμού και αντι-ιμπεριαλισμού επίσης πλήρως ανανεώθηκαν.
Ποιά ήταν η σχέση μεταξύ της Action Directe και της RAF;
Τον Ιανουάριο του 1985 κοινό κείμενο ήταν το αποτέλεσμα αντικειμενικών συνθηκών, εμπειριών και συζητήσεων. Και επίσης επειδή η επαναστατική πολιτική προχωρούσε με τα δύο πόδια – το κίνημα και το ένοπλο – οι εμπειρίες και αναλύσεις συζητιόνταν μεταξύ των διαφόρων μερών – το ίδιο το ένοπλο, αντιστασιακές ομάδες, και ομάδες που είχαν οργανωθεί γύρω από πιο συγκεκριμένα ζητήματα.
Άσχετα με το τι μπορεί να ισχυρίζονταν μερικοί ηλίθιοι, αυτό το κείμενο δεν μίλησε ποτέ για συγχώνευση των δύο οργανώσεών μας. Όχι μόνο δεν κρατήσαμε τα δικά μας ονόματα καθώς και τις δικές μας οργανωτικές δομές, αλλά εάν επίσημα αποφασίζαμε πολιτικο-μιλιταριστικές εκστρατείες μαζί αυτό σήμαινε ότι υπήρχε μια διαρκής συζήτηση. «Αυτό το έργο, ως μια ανοιχτή διαδικασία στοχεύοντας στην κοινή δράση, θα έπρεπε να τσακίσει τα κέντρα της ιμπεριαλιστικής στρατηγικής επειδή είναι εδώ που πρέπει να ενισχυθούν οικονομικά και μιλιταριστικά προκειμένου να διατηρήσουν την παγκόσμια κυριαρχία τους.» (Κοινή Δήλωση AD-RAF, 1985)
Με την RAF, αλλά και νωρίτερα με την Comunisti Organizzati per la Liberazione Proletaria (2), πήγαμε πέρα απ’ το απλώς να βοηθάμε ο ένας τον άλλον περιστασιακά ως μια μορφή ενεργoύς αλληλεγγύης, που δεν ήταν κάτι ασυνήθιστο εκείνη την εποχή. Δεν είναι πλέον ζήτημα τού να μοιραζόμασταν απλά εκρηκτικά, όπλα, πλαστές ταυτότητες και χρήματα ή ακόμη και να βοηθάμε ο ένας τον άλλον υλικοτεχνικά. Επιτιθόμασταν τώρα μαζί.
Το Σεπτέμβριο του 1988, κατά την έναρξη της εξαμηνιαίας συνάντησης της Παγκόσμιας Τράπεζας και του ΔΝΤ στο Βερολίνο, η RAF επιτέθηκε στον Χανς Τιτμάγιερ, Υφυπουργό της Ομοσπονδιακής Δημοκρατίας της Γερμανίας και αντιπρόσωπο του ΔΝΤ και της Παγκόσμιας Τράπεζας στην παγκόσμια οικονομική σύνοδο κορυφής. Μια κοινή δήλωση της RAF και της BR/pcc [Ιταλικές Ερυθρές Ταξιαρχίες] επισηνάφθηκε στο ανακοινωθέν απ’ την Khaled Aker Commando [i]. Υπογραμμίζει το πως «οι ιστορικές διαφορές στις πολιτικές εξελίξεις και προσανατολισμό… δεν μπορούν και δεν θα έπρεπε να αποτελέσουν εμπόδιο στην αναγκαία ενοποίηση των διαφορετικών αντι-ιμπεριαλιστικών αγώνων και δραστηριοτήτων σε μια συνειδητή επίθεση ενάντια στην ιμπεριαλιστική δύναμη.»
Όταν συζητιέται μια διαδικασία σαν κι αυτήν, υπάρχει πάντοτε ο κίνδυνος τού να δοθεί μια γραμμική περιγραφή. Και το χειρότερο πράγμα με μια τέτοια περιγραφή είναι ότι προσδίδει αξιοπιστία σε εκείνους που έχουν μεταμεληθεί και μετανιώσει τώρα που έχουν κάποια στιγμή ονειρευτεί να αλλάξουν τον κόσμο, εκείνοι που τώρα προωθούν την υποταγή.
Παρ’ όλα αυτά, μια χρονολογική λίστα θα έπρεπε να είναι σε θέση να δώσει κάποια ιδέα του συνδυασμού των παραγόντων που επέτρεψαν αυτό το βήμα:
* η βαθιά ανανέωση του διεθνισμού και αντι-ιμπεριαλισμού που ήταν ένα θεμελιώδες μέρος της πρακτικής του ένοπλου αγώνα σ’ αυτήν την ήπειρο,
* Η στρατηγική δήλωση «The Guerilla, the Resistance and the Anti-Imperialist Front», που δημοσιεύθηκε απ’ την RAF το 1982. Θα δώσω κάποια αποσπάσματα απ’ αυτό το μεγάλο κείμενο.
* Η πρόοδος του Δυτικού Ευρωπαικού μπλοκ και οι συνέπειες που αυτή η αντιδραστική εξέλιξη είχε για το προλεταριάτο και τους λαούς των Τριών Ηπείρων.
Αυτοί οι παράγοντες δεν προστέθηκαν μαζί για να δώσουν ένα προγραμματικό μοντέλο. Ήταν αλληλένδετοι, αλληλεπιδρούμενοι μεταξύ τους και με μια σειρά από διαφορετικές πρακτικές. Και ήταν όλα αυτά που από κοινού αντιμετώπισαν την αστική αντίδραση.
Μεταξύ 1979, όταν η AD έκανε για πρώτη φορά την εμφάνισή της, και 1982, η ισορροπία δυνάμεων έχει ήδη μετατοπιστεί, και όχι υπέρ μας. Χωρίς να είμαστε σε θέση να υπεισέλθουμε σ’ όλους τους διαφορετικούς παράγοντες που έπαιξαν ρόλο σ’ αυτήν την αλλαγή, θα δηλώσω απλώς το τελικό αποτέλεσμα: η αστική τάξη ήταν και πάλι στην επίθεση. Ο πόλεμος κηρύχθηκε στο λαό των Τριών Ηπείρων, η νέα ιμπεριαλιστική στρατηγική ήταν σαφής στη «Σύνοδο Κορυφής των Βερσαλλιών» των G7. Λίγες εβδομάδες αργότερα, το Κράτος του Ισραήλ εξαπέλυσε την «Επιχείρηση Ειρήνη για τη Γαλιλαία«, εισβάλλοντας στο Λίβανο και διεξάγοντας σφαγές στους προσφυγικούς καταυλισμούς Σάμπρα και Σατίλα (3).
Με τον ίδιο τρόπο σήμερα ο οποιοσδήποτε μπορεί να δει τη σύνδεση μεταξύ ενός ξετσίπωτου ιμπεριαλισμού, με το πρόσχημα του «πολέμου κατά της τρομοκρατίας» και της προσπάθειας της κυβέρνησης Σαρόν να αποτελειώσει τον Παλαιστινιακό λαό μια για πάντα. Και κάθε καταπιεσμένος λαός μπορεί να δει πώς αυτό το πρόσχημα εξυπηρετεί το Κράτος που τον καταπιέζει. Και όμως, δεν είναι μονάχα ένα πρόσχημα. Είναι ξεκάθαρη απόδειξη της σχέσης μεταξύ ελευθερίας απ’ το κεφάλαιο και ελευθερίας απ’ τον ιμπεριαλισμό. Όσο περισσότερο τα καπιταλιστικά μέσα παραγωγής φθάνουν στα «γενετικά» όρια του τρόπου ανάπτυξής τους, τόσο πιο βάναυσες είναι οι ιμπεριαλιστικές τους συνέπειες.
Η σχέση μεταξύ των δύο αυτών ελευθεριών ήταν πάντοτε στο επίκεντρο της στρατηγικής της AD. Το 1982, όταν η πραγματικότητα της κατάστασης, του τρόπου με τον οποίο η ισορροπία δυνάμεων άλλαζε, δείχνοντας το περίγραμμα αυτής της σχέσης, πραγματοποιήσαμε τις εκστρατείες του Ιουνίου και Αυγούστου: μια ισχυρή κινητοποίηση ενάντια στη Σύνοδο Κορυφής των Βερσαλλιών, πολλές επιχειρήσεις συμπεριλαμβανομένης μιας θεαματικής επίθεσης στην έδρα του ΔΝΤ και της Παγκόσμιας Τράπεζας, σε Ισραηλινές και Αμερικανικές εταιρείες συμπεριλαμβανομένης της ένοπλης κατάληψης της έδρας της Chase Manhattan Bank.
Και έτσι, όταν βρεθήκαμε αντιμέτωποι μ’ αυτήν την κατάσταση, είχαμε ακόμη μερικά χαρτιά στο μανίκι μας. Η ανάγκη για μια πρακτική κριτική των ξεπερασμένων μορφών διεθνισμού έδειξε το δρόμο για καινούργια μονοπάτια αντίστασης. Ξεκινώντας απ’ την ύπαρξη της ένοπλης πολιτικής σε ολόκληρη τη Δυτική Ευρώπη, η RAF ανέλαβε ένα έργο μεγαλύτερο απ’ ό,τι είχαμε δει προηγουμένως.
Αλλά αυτό το έργο του κοινού μετώπου των διαφόρων μορφών αντίστασης ήταν το ίδιο μέρος μιας ευρύτερης διαδικασίας. Το περιγράψαμε αυτό σ’ ένα κείμενο που δόθηκε στη δημοσιότητα τη στιγμή της δίκης μας το Μάιο του 1994, υπό τον τίτλο «From ‘Sympathy’ to Strategic Convergence»:
«Ενώ το Ευρωπαϊκό ζήτημα μόλις και μετά βίας έχει εξεταστεί μέχρι τώρα, θα αποκαλυφθεί κατά τη διάρκεια της αντιπαράθεσης με την αστική τάξη και τις δυνάμεις της αντίδρασης. Και είναι βασικά εντός αυτής της διαδικασίας που μπορεί κανείς να βρει την αρχή της λύσης […] Για να είναι ένα σημείο αναφοράς για το προλεταριάτο σε μια διαδικασία μακρόχρονου κοινωνικού πολέμου, η επαναστατική αφοσίωση πρέπει να λάβει υπόψη όλες τις πραγματικότητες της ηλικίας του και, κατά πρώτον, την τάση της ιμπεριαλιστικής Ευρωπαϊκής αστικής τάξης προς την ενσωμάτωση και την αποδυνάμωση του έθνους-κράτους. Η ανασύνθεση του προλεταριάτου εξαρτάται απ’ το να είναι σε θέση να πάει πέρα από θεσμοθετημένες πολιτικές και να είναι σε θέση να εκπροσωπεί τα συμφέροντα του προλεταριάτου και τη χειροπιαστή της αντι-ιμπεριαλιστική αλληλεγγύη με τους προλετάριους και καταπιεσμένους ανθρώπους σε όλο τον κόσμο. Μια διαδικασία ενότητας βασισμένη στη θεμελιώδη αντίφαση μεταξύ διεθνούς προλεταριάτου και ιμπεριαλιστικής αστικής τάξης. Απ’ τα τέλη της δεκαετίας του 1970, με την κρίση να χειροτερεύει και τη σχετικά μεγαλύτερη τάση προς τον πόλεμο, τόσο η στρατηγική σύγκλιση όσο και μια επίγνωση των προφανών ορίων της απλής αντικειμενικής ενότητας κατέστη δυνατή. […] «
Δεδομένου ότι ο αντιδραστικός χαρακτήρας της ευρωπαϊκής οντότητας κάνει μπαμ σ’ όλους σήμερα, μπορεί να φαίνεται σαν να μην είναι μεγάλη υπόθεση να αναφέρεσαι σ’ αυτόν μ’ αυτόν τον τρόπο. Αλλά όταν παραθέτω αυτό που γράψαμε το 1994, παραθέτω αυτό που γνωρίζαμε απ’ την αρχή της δεκαετίας του 1980. Όποια και αν είναι τα σφάλματα και τα λάθη μας, αναλάβαμε αυτήν την πολιτική ευθύνη πλήρως. Και είμαι περήφανη γι ‘αυτό.
Είναι αυτονόητο ότι η ήττα που υποστήκαμε δείχνει τα όριά μας και τα λάθη μας. Εκ των υστέρων, έχω την εντύπωση ότι εμείς, οι αντάρτες και άλλες πρωτοβουλίες για την επαναστατική ενότητα στη Δυτική Ευρώπη, ήμασταν μίλια μπροστά απ’ τον εαυτό μας. Σίγουρα γνωρίζαμε, πρακτικά μιλώντας, τη νέα φύση του διεθνούς ταξικού πολέμου, αλλά ήμασταν ακόμη πολύ βολονταριστές για να είμαστε πολιτικά αποτελεσματικοί. Δεν συνειδητοποιήσαμε σε ποιο βαθμό είχαμε μπει σε αμυντική περίοδο για τους κατακτημένους και τους καταπιεσμένους. Έχοντας επίγνωση της δύναμης της αστικής αντεπίθεσης, είχαμε μια πραγματική αίσθηση της κατάστασης ανάγκης, και ακόμη δεν είχαμε αρκετά αρπάξει όλες τις επιπτώσεις αυτής της αντεπίθεσης. Φυσικά είδαμε τις ήττες, αλλά τις πήραμε για ατυχείς αναποδιές που είχαμε για να προχωρήσουμε πιο πέρα.
Και αυτό ισχύει ιδιαίτερα για εκείνους από μας στην Action Directe. Η άνοδος στην εξουσία της αριστεράς μετά από τριάντα χρόνια στην αντιπολίτευση μας τύφλωσε στο βαθμό στον οποίο κρίσιμες ιδέες και πρακτικές είχαν εξασθενήσει. Πήραμε αυτήν την οπισθοδρόμηση σαν τοπική και προσωρινή.
Η αλήθεια είναι, δεν είμαι πολύ σίγουρη πόσο ακριβής είναι αυτή η αξιολόγηση. Μπορούμε να δούμε σήμερα πόσο σκληρές είναι οι συνέπειες αυτής της αντεπίθεσης, ιδίως όσον αφορά τα ιδεολογικά και πολιτικά επίπεδα, στον τρόπο με τον οποίο οι άνθρωποι βλέπουν τον κόσμο και το πώς αισθάνονται ότι μπορούν να ενεργήσουν σ’ αυτόν. Αλλά αυτό παραμένει μονάχα ένα μέρος της εικόνας. Η ιστορία του ένοπλου αγώνα στην ήπειρο αυτή δεν έχει γραφτεί ακόμα. Για εκείνους από μας που δεν έχουν ακόμα παραιτηθεί απ’ το να αλλάξουμε τον κόσμο, δεν μπορούμε απλώς να δεχτούμε τις ιδεολογικές και πολιτικές θεωρήσεις της αστικής ιστοριογραφίας. Ειδικά όσον αφορά την επαναστατική αντι-βία.
Η Action Directe ήταν μια αντι-καπιταλιστική οργάνωση, αλλά οι περισσότερες απ’ τις επιθέσεις σας ήταν εναντίον της κυβέρνησης. Γιατί δεν στοχεύατε πολυεθνικές; Δεν θα συμφωνούσες ότι οι κυβερνήσεις είναι απλά οι λακέδες του καπιταλισμού;
Ωχ! Είναι επίπονο να ακούω μια ερώτηση σαν κι αυτήν. Μεταξύ των εργαλείων που χρησιμοποιώ για να κατανοήσω την πραγματικότητα προκειμένου να την αλλάξω, υπάρχει ένα καλό κομμάτι Μαρξιστικής θεωρίας. Και έτσι αυτό το ερώτημα είναι επίπονο επειδή η σχέση που φαίνεται να υπονοείς μεταξύ πολυεθνικών εταιρειών και κυβερνήσεων μου φαίνεται να είναι ένα απ’ τα αποτελέσματα της κυρίαρχης ιδεολογίας, «ψευδής συνείδησης που αναπαριστά πραγματικές συνθήκες».
Κατά τα τελευταία χρόνια μια συγκεκριμένη νοσταλγία για τον παρεμβατισμό του Κράτους Πρόνοιας έχει ριζώσει σε ακτιβιστικούς κύκλους. Για να συνοψίσουμε γρήγορα, η πεποίθηση ότι το Κράτος θα έπρεπε να έχει τη δουλειά να προστατεύει την επικράτεια του έθνους-κράτους απ’ τις επιπτώσεις του ανταγωνισμού της «ελεύθερης αγοράς» και του δόγματος κέρδη-με-κάθε-κόστος. Δεν πρόκειται να αναλύσω τον ιστορικό ρόλο αυτού του Κρατικού μοντέλου, την πολύπλοκη σχέση που υπήρχε μεταξύ των διαφόρων παραγόντων σ’ αυτήν την περίοδο της καπιταλιστικής ανάπτυξης από, περίπου, το 1930 στη δεκαετία του 1980. Θα αναφέρω μονάχα δύο, που είναι κεντρικής σημασίας στο ότι οι αλληλεπιδράσεις τους μπορούν να μας βοηθήσουν να κατανοήσουμε τα διάφορα επίπεδα των κοινωνικο-οικονομικών σχηματισμών αυτής της ιστορικής περιόδου:
* η ανάπτυξη ενός τρόπου συσσώρευσης όπου η εργασία ήταν δεμένη στην Ταιηλοριστική γραμμή παραγωγής και οι συνέπειες για την αστική τάξη της κρίσης υπερπαραγωγής στη δεκαετία του 1930, συγκεκριμένα αυτό που συνήθως αναφέρονταν ως Κεϋνσιανές πολιτικές όπου μια μαζική προσφορά σχετίζεται με μια μαζική ζήτηση.
* ένα συγκεκριμένο είδος ταξικής πάλης που αφορούσε τόσο την πραγματικότητα της μάζας των εργατών, πειθαρχημένης απ’ τη γραμμή συναρμολόγησης στα μεγάλα κέντρα παραγωγής, την ύπαρξη ενός «εναλλακτικού μοντέλου» (4) όσο και, κατά συνέπεια, την αμυντική στάση που υιοθετήθηκε απ’ την αστική τάξη, την ίδια στιγμή που βρέθηκε αντιμέτωπη με τους εθνικούς απελευθερωτικούς αγώνες στην περιφέρεια [ j ].
Για να συνεχίσω μ’ ένα άλλο παράδειγμα, όσον αφορά τις δράσεις απ’ το 1984, δεν είναι τυχαίο το γεγονός ότι προτού γίνει μάστορας στις μαζικές απολύσεις, ο μεγάλος τεχνοκράτης Ζωρζ Μπες [k] ήταν υπεύθυνος για σημαντικές Γαλλικές αναπτύξεις σ’ έναν κλάδο όπου υπάρχει άμεση σύνδεση μεταξύ πολιτικών και στρατιωτικών εφαρμογών• απ’ το εργοστάσιο Pierrelate να εμπλουτίζει ουράνιο στην επεξεργασία των αποβλήτων στο The Hague απ’ το οποίο παράγεται το πλουτώνιο. Ούτε ήταν τυχαίο το γεγονός ότι ο Γκι Μπρανά [ l ], επί του παρόντος νούμερο δύο τύπος στο CNPF, πέρασε το μεγαλύτερο μέρος της καριέρας του στην υπερεθνική εταιρεία Thomson. Εθνικοποιημένη το 1981, η εταιρεία παρήγαγε πολιτική και στρατιωτική υψηλή τεχνολογία και ήταν μια απ’ τους σημαντικότερους παίκτες στο «Δημόσιο Τομέα Βιομηχανίας», μια πολεμική μηχανή για την αστική επίθεση που διαδραματίζονταν εκείνη τη χρονική στιγμή.
Όπως με όλες τις ιμπεριαλιστικές χώρες, τα μονοπώλια και το Κράτος είναι προφανώς οι κύριοι αντιπρόσωποι της αστικής τάξης της ταξικής πάλης. Αλλά στη Γαλλία η μίξη τους (ο μονοπωλιακός καπιταλισμός του Κράτους) πήρε πολύ συγκεκριμένα χαρακτηριστικά. Το Κράτος έπαιξε τεράστιο ρόλο στην οικονομία και στην ίδια την παραγωγή, χάρη στο «Δημόσιο Τομέα Βιομηχανίας». Έτσι στις αρχές της δεκαετίας του 1980 τα κύρια όπλα της αναδιάρθρωσης ήταν συγκεντρωμένα στο μιτερανικό Κράτος. Συμπεριλαμβανομένων των όπλων που η αστική τάξη χρειάζεται για να διεξάγει τον ταξικό της πόλεμο, σημαίνει να αποκαταστήσει το ποσοστό κέρδους και να θέσει σε εφαρμογή το νέο νεοφιλελεύθερο μοντέλο του. Και είναι σαφές σήμερα ότι πολλές «αριστερές» κυβερνήσεις ενεργούν μ’ αυτόν τον τρόπο. Οι περισσότερες τράπεζες και ιδρύματα δανεισμού είχαν εθνικοποιηθεί (36 τράπεζες, ασφαλιστικές εταιρείες και χρηματοπιστωτικά ιδρύματα), και οι πέντε κύριες ομάδες βιομηχανικών κλάδων, συμπεριλαμβανομένων και των υπευθύνων για πάνω απ’ το ήμισυ του συνόλου της παραγωγής υψηλής τεχνολογίας, ήταν στα χέρια του Κράτους. Καθώς και σχεδόν όλοι οι τομείς που εμπλέκονται στη νέα παραγωγή, την αεροναυτική και διαστημική βιομηχανία, τις επικοινωνίες, την καθαρή έρευνα… και ήταν ακριβώς αυτοί οι τομείς, που χρησιμοποιήθηκαν ως μοντέλα για την πιο ριζική αναδιάρθρωση, απ’ την εισαγωγή νέων παραγωγικών μότο στον πλήρη έλεγχο του χώρου εργασίας (ομάδες εργασίας, μηδενική αθέτηση, μηδενικό απόθεμα, μηδενικός ελεύθερος χρόνος…). Ήταν επίσης εδώ που η πιο αναίσχυντη κερδοσκοπία έλαβε χώρα, όπως η Credit Lyonnais και τα σκάνδαλα της AGF. [ m ]
Είναι εξαιτίας του «Δημόσιου Τομέα Βιομηχανίας», όπου η στρατιωτική παραγωγή είναι σχεδόν πανταχού παρούσα, που τα χαρακτηριστικά του νέου επιχειρηματικού μοντέλου εξαπλώθηκαν και σ’ άλλες επιχειρήσεις, μικρές επιχειρήσεις και την κοινωνία στο σύνολό της. Έτσι είναι το ίδιο το Κράτος που εισήγαγε το αυξημένο επίπεδο εκμετάλλευσης, που ώθησε τον καπιταλιστικό εκβιασμό της εργασίας ακόμη περισσότερο σ’ ένα νέο επίπεδο.
Οι στόχοι της Action Directe ασχολούνταν μ’ αυτόν τον Κρατικό ακτιβισμό, τα thinktanks όπως ο ΟΟΣΑ όπου πολυεθνικές και Κράτη ανέπτυξαν τις πολιτικές τους, τις συνεδριάσεις όπου επινοούνταν ιμπεριαλιστικές επιθετικότητες, τις στρατιωτικές δομές όπως η Western European Union και οικονομικές δομές όπως η Παγκόσμια Τράπεζα και το Διεθνές Νομισματικό Ταμείο.
Δεν μπορεί κανείς να κατηγορήσει την οργάνωσή μας, ή το Ευρωπαϊκό ένοπλο γενικά, στο ότι απέτυχε να αντιληφθεί τη σοβαρότητα της αντεπίθεσης της αστικής τάξης, καθώς και τις πιθανές συνέπειες για το διεθνές προλεταριάτο.
Ποιά είναι η γνώμη σου για τον ακτιβισμό σήμερα; Ποιές διαφορές βλέπεις, σε σύγκριση με ό,τι συνέβαινε την περίοδο της Action Directe και της RAF;
Όταν βλέπω τον ακτιβισμό κατά τη διάρκεια των τελευταίων ετών, είναι από μια πολύ συγκεκριμένη οπτική γωνία. Η αντίληψή μου βασικά αποτελείται από δύο πράγματα.
Πρώτον, τα χρόνια στη φυλακή. Η σχέση μου με ό,τι συμβαίνει σήμερα είναι κατ’ ανάγκην λίαν πνευματική. Δεν μπορώ να δω, ή με δυσκολία, τις ζωντανές συμβολές, το πώς οι άνθρωποι στην πραγματικότητα συνασπίζονται στις διαφορετικές καταστάσεις και, επιπρόσθετα, τις συνδέσεις, τα συναισθήματα… με λίγα λόγια, αυτήν τη συλλογική υποκειμενικότητα, ένα σημαντικό μέρος του αγώνα και της ζωής. Είμαι κατά κάποιο τρόπο εκτός επαφής, συγκρατούμενη σ’ έναν ακούσια γυάλινο πύργο όπου ό,τι οι άνθρωποι θεωρητικοποιούν είναι πιο σημαντικό απ’ ό,τι κάνουν. Δεδομένου του τρόπου με τον οποίο έζησα τη δικιά μου πολιτική, δεν είναι κι ένα πολύ άνετο μέρος απ’ το οποίο να μπορώ να αξιολογήσω τα πράγματα.
Δεύτερον, η «ήττα» που υποστήκαμε. Όταν λέω «εμείς», αναφέρομαι σε κάτι πολύ περισσότερο από απλώς εκείνους τους ακτιβιστές της Action Directe που βρίσκονται ακόμη στη φυλακή. Το 1968 ήμουν εννέα ετών, οπότε δεν είμαι της γενιάς του ’68. Παρ’ όλα αυτά, άρχισα απ’ αυτό το επαναστατικό κύμα «εκεί».
Υπήρχαν πολλές διαφορετικές εκφράσεις της δύναμης της επιθυμίας για ελευθερία και χειραφέτηση ( 5 ) σ’ αυτό το κύμα. Ήταν παρούσες σ’ όλες τις διαφορετικές εμπειρίες ανδρών και γυναικών:
* Οι αγώνες, ένοπλοι ή όχι, στις τρεις ηπείρους, που αντιμετώπισαν τοπικούς δικτάτορες που υποστηρίζονταν απ’ τις ιμπεριαλιστικές δυνάμεις, ή αλλιώς άμεσα αντιμετώπισαν τις ένοπλες δυνάμεις των τελευταίων, και οι αγώνες των καταπιεσμένων στην ίδια την καρδιά αυτών των ιμπεριαλιστικών δυνάμεων.
* Ο αγώνας των γυναικών να δρουν και να σκέφτονται κριτικά έναντι όλων εκείνων των θεσμών όπου τα ανθρώπινα όντα ήταν διαμορφωμένα να υπηρετούν καπιταλιστικές κοινωνικές σχέσεις και την αναπαραγωγή της αποξενωτικής υποταγής…
Κατά το τέλος της δεκαετίας του 1980, αυτό το κύμα «έσβησε». Με εισαγωγικά όμως. Ήταν ένας ηττημένος στα χέρια της αστικής αντεπίθεσης τον οποίο είχαμε δει να γίνεται όλο και ισχυρότερος απ’ τη δεκαετία του 1970. Στο μακροχρόνιο πόλεμο μεταξύ εκμεταλλευτών και εκμεταλλευόμενων, μια μάχη χάθηκε. Ωστόσο το αναμφισβήτητο ιστορικό διάλειμμα που είναι το σκληρό αποτέλεσμα αυτού του κύματος που έσβησε δεν θα έπρεπε να συγχέεται με το να έχει σβήσει άπαξ δια παντός. Είναι απλά ένας κύκλος αγώνα που έκλεισε ( 6 ).
Η δεκαετία του 1990, ιδιαίτερα το πρώτο εξάμηνο, ήταν ένας εφιάλτης, καθώς το σκάσαμε απ’ τη φυσική καταπιεστική πορεία της ιστορίας. Οι καταπιεστές μας ήταν σε θέση να καυχιώνται.
Σήμερα, αυτή η φάση είναι πίσω μας, και τα τελευταία χρόνια βλέπουμε το περίγραμμα αυτού που ελπίζουμε να μπορεί να γίνει ένα νέο κύμα.
Εντός του οποίου υπάρχει φυσικά αυτό που τα μέσα ενημέρωσης αποκαλούν κίνημα της αντι-παγκοσμιοποίησης. Στην αρχή μου φάνηκε να κυριαρχείται τερατωδώς από σοσιαλδημοκρατικές παραδοχές. Νοσταλγία για ένα «κοινωνικό» Κράτος, αιτήματα για «καλύτερη αναδιανομή του πλούτου», που δεν αμφισβητούν πραγματικά τα θεμέλια του συστήματος. Πράγματι, με τον τρόπο αυτό περιορίζουν τις ελπίδες της ζωής, τις τραβούν προς τα κάτω αδυσώπητα στο τέλμα του ρεφορμισμού, όλο και πιο παράλογα δεδομένου ότι η αποσύνθεση αυτού του ίδιου του συστήματος χαρακτηρίζεται, μεταξύ άλλων, από μια βαθιά αντιδραστική ώθηση (δείτε τι είπα σχετικά με την ATTAC και άλλους θιασώτες του παγκόσμιου πολίτη). Αντιμέτωπες με αυτό, οι πιο ριζοσπαστικές εκφράσεις τέθηκαν σε αμυντική θέση, οι άνθρωποι ξεσκόνισαν τα προσευχητάρια τους (είτε κομμουνιστικά είτε αναρχικά) σε μια προσπάθεια να αντιμετωπιστεί αυτή η πλαστογραφημένη και παραχαραγμένη άποψη της πραγματικότητας. Αυτό ήταν ένα υψηλό σημείο στη σεχταριστική συμπεριφορά και ανταγωνισμό μεταξύ των διαφόρων φιρμών στην αγορά του θεάματος της διαμαρτυρίας. Την τελευταία περίοδο, έχω την εντύπωση ότι τα πράγματα έχουν αρχίσει να γίνονται καλύτερα. Το άνοιγμα χώρων για κριτική συζήτηση και δράσεις και κάθε είδους ενδιαφέροντα πράγματα. Θα πρέπει να παραδεχτείς ότι η πραγματικότητα μάς βοηθάει πραγματικά εδώ. Ειδικά μετά την 11η Σεπτεμβρίου και το πρόσχημα ότι οι νέοι «ιεροί σταυροφόροι» που έχουν φτιαχτεί απ’ αυτήν.
Ήδη, υπό το φως της σειράς των γεγονότων που έχουν διαδραματιστεί κατά τη διάρκεια των τελευταίων μηνών, είναι δύσκολο να συνεχίσουμε να απορρίπτουμε την ανάλυση των ιμπεριαλιστικών σχέσεων. Η παγκοσμιοποίηση είναι το όνομα της νέας μορφής του ιμπεριαλισμού. Το ίδιο ήταν ότι τα μέσα συσσώρευσης αλλάζουν εντός ενός «αιώνιου» καπιταλιστικού τρόπου παραγωγής, οι μορφές της ιμπεριαλιστικής αλλαγής. Απ’ τη μία πλευρά, μια ευδιάκριτη πυραμίδα με τις Ηνωμένες Πολιτείες να κάθονται στην κορφή• απ’ την άλλη πλευρά, η εντελώς αντιδραστική φύση αυτής της σχέσης των δυνάμεων όπου οι αξιώσεις της που ενεργούν για τον κόσμο φαίνεται να έχουν εξουθενωθεί απ’ το ίδιο το θέαμα της αδυναμίας του. Είναι σίγουρα μια πολύ επικίνδυνη κατάσταση. Για δύο τουλάχιστον λόγους: η εντυπωσιακή δύναμη επίθεσης που ο ιμπεριαλισμός έχει αναπτύξει και ο πειρασμός θαυματουργικών λύσεων με τα εξιλαστήρια θύματά τους και τους ουρανόσταλτους πολιτικούς.
Όμως σε αντίθεση με τον εαυτό μου, παρά το γεγονός ότι είμαστε πολύ καλοί γνώστες των κινδύνων αυτών και τι σημαίνουν για τους διάφορους χώρους όπου υπάρχει ζωή και δημιουργικότητα, δεν είμαι πεπεισμένη ότι η επιθυμία για απελευθέρωση και χειραφέτηση έχει καταστραφεί. Πριν λίγο καιρό έγραψα ένα κείμενο [ n ] για την αφοσίωση που τη σύγκρινα με τον παλιό μύθο του Προμηθέα, που έκλεψε τη φωτιά απ’ τους θεούς έτσι ώστε οι άνθρωποι να μην είναι πλέον στο έλεος της τυφλότητάς τους και της αυθαίρετης εξουσίας. Μία εξέγερση όπου η αποφασιστικότητα μετατρέπει τις χαμένες ψευδαισθήσεις σε λειτουργία για το μέλλον. Ο στόχος της ανάπτυξης απελευθερωτικών σχέσεων μεταξύ των ανθρώπων βρίσκεται στο επίκεντρο της ανθρώπινης περιπέτειας. Κατά τη διάρκεια των αιώνων οι ιδεολογικές, πολιτικές και κοινωνικές τους πτυχές εκφράζονται με διαφορετικό τρόπο, υπάρχουν συχνά λάθη που έγιναν σχετικά με το πώς τις υλοποιούμε, αλλά παρ’ όλα αυτά αναγεννιούνται πάντα απ’ τις ίδιες τους τις στάχτες. Είναι στενά συνδεδεμένες με τη ζωή, με την εφόρμησή της προς τα μπρος εκεί όπου ήταν τουλάχιστον το αναμενόμενο.
Σκέφτομαι πραγματικά πολλά πράγματα που όλοι έχουμε από κοινού την επιθυμία να αλλάξει η κατάσταση και να αλλάξει χειροπιαστά. Σε μια πόλη μακιλαδόρα κοντά στην Τιχουάνα, αντιμέτωποι με την εγκατάλειψη των λεγόμενων δημόσιων αρχών απ’ αυτήν τη ζώνη ελεύθερου εμπορίου, γυναίκες δημιουργούν λαϊκές πρωτοβουλίες εκπαίδευσης, έχουν ιδρύσει σχολείο 300 θέσεων, και έχουν ιδρύσει ένα πανεπιστήμιο γνώσης και φιλοσοφίας. Πρόσφατα μια Δημόσια Αποστολή για την Προστασία του Παλαιστινιακού Λαού κατάφερε, μέσω της παρουσίας των διεθνών, να επιτρέψει σε Παλαιστίνιους εργάτες να επισκευάσουν τις αντλίες νερού σ’ ένα στρατόπεδο, εγκαταλελειμένο για 15 ημέρες και κάτω απ’ τα πυρά Ισραηλινών ελεύθερων σκοπευτών. Ένας σκηνοθέτης κάνει μια ταινία με παιδιά του δρόμου στην Daker αφότου έχει στήσει τα πράγματα έτσι ώστε το έργο του να βοηθά τα παιδιά σε μακροπρόθεσμη βάση. Έχω επιλέξει «μικρής κλίμακας» παραδείγματα, που πραγματοποιούνται σε περιπτώσεις όπου ο θάνατος δεν είναι ποτέ μακριά. Υπάρχουν αμέτρητα άλλα. Μέρα με τη μέρα, αποδομούν την καταστροφή και τη δυσμενή ισορροπία της εξουσίας, ακόμη και αν δεν είναι αρκετά για να αντιστρέψουν αυτήν την ισορροπία.
Υπάρχουν όλο και περισσότεροι άνθρωποι που αντιστέκονται σ’ όλον τον κόσμο. Για εκείνους από μας που επιμένουν να αγωνίζονται για το μέλλον, έχοντας βιώσει την ήττα μπορεί να είναι ένα πλεονέκτημα. Έχουμε ζήσει μέσα απ’ την εξάντληση, τον θάνατο ενός κύματος. Σήμερα, βλέπουμε και ζούμε την πολλά υποσχόμενη νέα ζωή πίσω απ’ αυτήν τη φάση. Αυτές οι περιπτώσεις όπου το αόρατο αναδημιουργεί τη συνείδηση τού να είναι το μόνο δημιουργικό πλήθος, ανακαλύπτουν εκ νέου την ικανότητά μας να λειτουργούμε ενώ κάνουμε ερωτήσεις.
Από διάφορα πράγματα που έχω διαβάσει, βλέπω τα πράγματα να ενώνονται. Φαίνεται πως οι αντικαπιταλιστικές κριτικές και δράσεις για μια ακόμη φορά λαμβάνουν χώρα. Αφού έχουμε πετάξει πολλά μωρά μαζί με τα παλιόνερα απ’ τη σκάφη, ειδικά με τον τρόπο των εννοιών και τη σύλληψη της πραγματικότητας μ’ έναν τρόπο που εξυπηρετεί τους καταπιεσμένους, φεύγουμε απ’ τις αμυντικές μας θέσεις. Καλέσματα του τύπου «τα θέλουμε όλα και τα θέλουμε τώρα» μπορεί και πάλι να ακουστούν. Σε κάθε περίπτωση, τίποτα άλλο δεν είναι πιθανό. Αυτό που λέω εδώ είναι πολύ ασαφές αλλά υπάρχουν τόσες πολλές πραγματικότητες όπου για άλλη μια φορά μπορούμε να δούμε τη σφαιρική αντίληψη των αγώνων, αντίστασης και ελπίδας. Σε κάθε περίπτωση, πάει καλύτερα απ’ ό,τι στα μέσα της δεκαετίας του ενενήντα.
Φυσικά, η κτηνωδία του οδοστρωτήρα στην εργασία θέτει αυτές τις πρωτοβουλίες σε ρίσκο. Και αυτή η ευπάθεια μπορεί να επιδεινωθεί απ’ τα δικά μας αμυντικά αντανακλαστικά τού να διατηρήσουμε τα δόγματά μας όταν όλα πηγαίνουν άσχημα. Αλλά αυτό είναι ακριβώς ο λόγος που είμαι τόσο χαρούμενη με την επόμενη ερώτησή σου, επειδή είσαι αναρχικός και είμαι κομμουνίστρια.
Θεωρείς ότι το προλεταριάτο πρέπει να πάρει την εξουσία. Δεν νομίζεις ότι θα έπρεπε να καταστρέψει την αστική τάξη και το Κράτος για να φέρει μια αυτοδιαχειριζόμενη κοινωνία όπου το προλεταριάτο δεν θα είναι πλέον εκμεταλλευόμενο και καταπιεσμένο;
Απ’ τη μία πλευρά, η ερώτησή σου αναδεικνύει μια απ’ τις ουσιώδεις διαφορές μεταξύ της αναρχικής και της κομμουνιστικής ετικέτας. Απ’ την άλλη πλευρά, στα μάτια της ιστορίας – κυρίως του περασμένου αιώνα – είναι μια καρικατούρα της.
Αυτό μας υποχρεώνει να επιστρέψουμε στην ουσία του αντι-καπιταλιστικού επαναστατικού σχεδίου, στην προσπάθειά του να αναπτύξει μια απελευθέρωση πιθανοτήτων και τη χειραφέτηση των ανθρωπίνων όντων. Από εκεί, μπορούμε να δούμε τι αντιτίθεται σ’ αυτήν την προσπάθεια. Πρόκειται να αναφερθώ σε Μαρξιστικές κατηγορίες αλλά, εντάξει, υπάρχουν αναρχικοί που τις χρησιμοποιούν επίσης, έτσι ελπίζω ότι θα τις καταστήσει πιο ευπρόσδεκτες σε σένα. Έτσι σύμφωνα με τη Μαρξιστική ανάλυση, υπάρχουν δύο αντιφάσεις απ’ τις οποίες σχεδόν τα πάντα ( 7 ) προκύπτουν:
* κεφάλαιο / εργασία•
* ανάπτυξη των παραγωγικών δυνάμεων / ατομική ιδιοποίηση του κοινωνικά παραγόμενου πλούτου.
Είναι σε κάθε περίπτωση η βάση της άποψης ότι οι εκμεταλλευόμενοι και η καταπιεσμένη τάξη, που δεν έχουν τίποτα να χάσουν παρά μόνο τις αλυσίδες τους, έχουν την ιστορική αποστολή να καταργήσουν όλες τις τάξεις.
Προκύπτει απ’ αυτό μόνο ότι αναπτύσσουμε διαφορετικές προτάσεις για να υλοποιήσουμε αυτήν την «ιστορική αποστολή», Και ανάμεσα σ’ αυτές τις προτάσεις, ο διαχωρισμός μεταξύ αναρχικών και κομμουνιστών σχετικά με την οργάνωση. Ποια είναι τα μέσα με τα οποία η τάξη μπορεί να πετύχει αυτήν την αποστολή; Τι εργαλεία θα έπρεπε να χρησιμοποιήσουμε σ’ αυτόν τον αγώνα; Και, όταν υπάρχει ένα επαναστατικό κύμα, τι δομές θα της επιτρέψουν να προχωρήσει ακόμη περισσότερο στο να συντρίψει αυτό που καταπιέζει, και να οικοδομήσει αυτό που απελευθερώνει; Είναι γύρω απ’ αυτά τα ζητήματα και πειραματισμούς που εγείρονται δύο ερωτήματα:
* να καταλάβουμε την Κρατική εξουσία ή να την καταστρέψουμε
* «Δημοκρατικός συγκεντρωτισμός» ή «φεντεραλισμός»
Κατά τη γνώμη μου, ούτε οι κομμουνιστικοί ούτε οι αναρχικοί πειραματισμοί έχουν παράξει ένα μοντέλο που να μπορεί να παραπέμπει απλά σε μια απάντηση. Επιπλέον, η τρέχουσα απουσία ενός επαναστατικού κύματος με κάνει ακόμη πιο επιφυλακτική απέναντι στον πειρασμό προγραμμάτων που βασίζονται στο τι θα μπορούσε να είχε γίνει αν…
*…σύμφωνα με τους Τροτσκιστές, αν οι Σταλινικοί δεν είχαν πάρει την εξουσία στην πρώην Σοβιετική Ένωση και ασκούσαν τέτοιο έλεγχο πάνω στο κομμουνιστικό κίνημα.
*…σύμφωνα με τους αναρχικούς, αν οι κομμουνιστές δεν είχαν σαμποτάρει και καταστρέψει τις προσπάθειές τους σε κάθε τροπή.
*…σύμφωνα με τους Σταλινικούς, εάν μετά το Δεύτερο Παγκόσμιο Πόλεμο οι ρεβιζιονιστές δεν είχαν τακιμιάσει με τους ιμπεριαλιστές βαρώνους της ληστείας.
Και αυτές οι εικασίες είναι μονάχα το χοντρικό περίγραμμα γύρω απ’ το οποίο οι διάφορες διασπάσεις αναδύονται στο «στρατόπεδο» των καταπιεσμένων. Θα μπορούσε κανείς να νομίσει ότι είναι ένα παράδοξο ότι αυτές οι υπερ-πολιτικοποιημένες διαιρέσεις λαμβάνουν χώρα σε ένα βαθιά αποπολιτικοποιημένο πεδίο δράσης, αλλά φαίνεται μονάχα ως παράδοξο. Έχοντας ζήσει μονάχα μέσα από μία ήττα, δεν μπορώ να συγκρίνω με άλλες περιόδους. Αλλά ό,τι ξέρω απ’ αυτό το στρατόπεδο με κάνει να πιστεύω ότι υπάρχει μια σύνδεση μεταξύ ήττας και εσωστρέφειας, και μεταξύ εφόδου προς τα μπρος και δυναμισμού που δημιουργεί νέες πιθανότητες για να προοδεύσουμε μαζί, αυτό από μόνο του δημιουργεί νέες πιθανότητες.
Υπάρχουν διάφοροι λόγοι γι’ αυτό το βαθιά αποπολιτικοποιημένο πλαίσιο. Υπάρχει σίγουρα η ήττα που έχω ήδη επισημάνει. Αλλά ακόμη περισσότερο απ’ αυτό υπάρχει η κληρονομιά μας,
«ενός αιώνα αίματος, σφαγών και ερηπίων (…) που μόλις και μετά βίας τολμάμε να αποκαλέσουμε ‘νεωτερικότητα’ και που μας υποχρεώνει να παραιτηθούμε απ’ όλα τα είδη του αναπόφευκτου, αν επρόκειτο για επαναστατικά. Δεν είναι λιγότερο αληθές ότι αυτός ο πεσσιμισμός (…) είναι ο ίδιος αγκυροβολημένος σ’ ένα πλαίσιο. Είναι η αντανάκλαση αυτού του ιμπεριαλισμού και της απελπισίας που είναι παγκοσμιοποίηση, επειδή ανεξαρτήτως τού πόσο πολύ το σχεδόν θετικό μπορεί να αποδειχθεί, η προσοχή της οξυδέρκειας κρατιέται απ’ την εξαιρετική δύναμη της αρνητικότητας που είναι έμφυτη στο σύστημα (…) Επειδή είναι ένα σύστημα και αυτό το σύστημα, ο καπιταλισμός, έχει παραμείνει το ίδιο απ’ την πρώτη μέχρι τις ιμπεριαλιστικές του προσωποποιήσεις, που, μέσα απ’ το ρυθμό των πολλών δραστικών αλλαγών που επέφερε και οι οποίες έχουν αλλάξει τον τρόπο με τον οποίο βλέπουμε τον κόσμο, έχουν επιβεβαιώσει μονάχα την ασθένειά του, σε σημείο που καθιστά επείγων (…) να το αλλάξουμε. Δεν χρειάζεται να κοιτάξει κανείς αλλού για να βρει κάτι καινούργιο. Και είναι ριζοσπαστικό. Ανεξαρτήτως τού πόσο ξεπερασμένο είναι, ανεξαρτήτως τού πόσο διαιρεμένο για φαινομενικά συμπτωματικούς λόγους, εκείνοι που το αμφισβητούν αυτό εξακολουθούν να έχουν την ίδια δουλειά να κάνουν. Υπάρχουν όλο και περισσότερες ενδείξεις ότι θα υπάρξει, ότι είναι στη δουλειά συγκλίσεις, το πρόγραμμα των οποίων δεν είναι δυνατόν να υπάρχει ακόμη αλλά που ο τελικός στόχος είναι αναμφισβήτητος.» ( 8 )
Ακριβώς λόγω αυτού του αναμφισβήτητου τελικού στόχου, λόγω της ανανεωμένης του σπουδαιότητας, όταν ρωτάμε τους εαυτούς μας τη «μοιραία» ερώτηση – τι πρέπει να γίνει; – θα έπρεπε να σταματήσουμε να δαιμονοποιούμε την εξουσία. Αυτό το ρήμα [ o ], η δράση του, αφορά τη σχέση μας με τις δικές μας ζωές, τι έχουμε τη δύναμη να κάνουμε μαζί. Κατά τη διάρκεια του 1999 ένα Μανιφέστο του Alternative Resistance Network κυκλοφόρησε αρκετά ευρέως. Ελευθεριακής έμπνευσης, έθεσε σωστά την έμφαση περί της Αντιστεκόμενης Θλίψης.
«Ζούμε σε μια περίοδο σημαδεμένη από τη θλίψη που δεν είναι μόνο τα δάκρυα αλλά είναι πολύ περισσότερο η θλίψη της αδυναμίας. Οι άνδρες και οι γυναίκες της περιόδου μας ζουν με τη βεβαιότητα ότι η ζωή είναι τόσο πολύπλοκη ώστε το μόνο πράγμα που μπορούμε να κάνουμε, αν δεν θέλουμε να την καταστήσουμε ακόμη πιο περίπλοκη, είναι να την υποβάλουμε στην πειθαρχία του οικονομισμού, της ιδιοτέλειας και του εγωισμού. Η κοινωνική και ατομική θλίψη μάς πείθει ότι δεν είμαστε πραγματικά σε θέση να ζήσουμε μια πραγματική ζωή και από τώρα και στο εξής υποβαλλόμαστε στην τάξη και την πειθαρχία της επιβίωσης: ο τύραννος χρειάζεται θλίψη επειδή απομονώνει τον καθένα από εμάς στο μικρό εικονικό και προβληματικό κόσμο μας, ακριβώς όπως εκείνοι που είναι θλιμμένοι χρειάζονται τον τύραννο για να δικαιώσουν τη θλίψη τους.
«Πιστεύουμε ότι το πρώτο βήμα εναντίον της θλίψης (που είναι η μορφή με την οποία υπάρχει ο καπιταλισμός στις ζωές μας), είναι η δημιουργία, με διάφορα μέσα, χειροπιαστών δεσμών αλληλεγγύης. Για να σπάσουμε την απομόνωση, να δημιουργήσουμε αυτούς τους δεσμούς αλληλεγγύης είναι η απαρχή μιας αφοσίωσης, ακτιβισμού που δεν είναι «αντί» αλλά που είναι «για» τη ζωή και τη χαρά μέσα από την απελευθέρωση της εξουσίας.»
Αλλά λίγο αργότερα η ελευθεριακή έμπνευσή του έκανε δήλωση ότι η αντίσταση είναι η άρνηση της επιθυμίας για εξουσία, για λόγους τόσο καλούς όσο και κακούς.
Πρώτα απ’ όλα οι κακοί:
«Εκατόν πενήντα χρόνια επαναστάσεων και αγώνων μάς έχουν διδάξει ότι, σε αντίθεση με την κλασική εικόνα, τα κέντρα εξουσίας είναι ταυτόχρονα θέσεις ατονίας, ακόμη και αδυναμίας. Η εξουσία είναι απασχολημένη με το να διαχειρίζεται πράγματα και είναι ανίκανη να αλλάξει την κοινωνική δομή από πάνω προς τα κάτω εάν οι πραγματικές συνδέσεις στη βάση δεν το επιτρέπουν. Έτσι η δύναμη είναι πάντοτε διαχωρισμένη από την εξουσία. Αυτός είναι ο λόγος για τον οποίο διαχωρίζουμε το τι συμβαίνει ‘στην κορυφή’ που είναι πραγματικά διοίκηση, από την πολιτική, με την καλή έννοια της λέξης, που είναι ό,τι συμβαίνει ‘στο κάτω μέρος’.»
Αυτή η διάκριση ανακυκλώνει το πανταχού παρών σλόγκαν των τελευταίων ετών της «κοινωνίας των πολιτών». Και είναι κατά μία έννοια η λογική κατάληξη αυτού του σλόγκαν που άκουσα όταν ένας εκπρόσωπος της ATTAC ( 9 ) πούλησε τη δραστηριότητα της φίρμας του ως επιθυμία να «κατακτήσουμε την κοινωνία», που θα ήταν μια μεγάλη αλλαγή απ’ τις προηγούμενες επιθυμίες. Όταν σκέφτεσαι όλους τους κινδύνους που οι επαναστάτες αγωνιστές αντιμετώπισαν κατά τα τελευταία 150 χρόνια μόνο και μόνο για να βγάλουν τις ιδέες τους εκεί έξω, αυτή η αντιστροφή των προτεραιοτήτων με κάνει να γελάω – λίγο πικρά, αλλά γελάω έτσι κι αλλιώς είναι τόσο γαμημένα.
Αυτό το σλόγκαν φέρει μαζί του μια άλλη παγίδα, ακόμα πιο επικίνδυνη: η κεντρική διαίρεση θα ήταν μεταξύ «κοινωνίας των πολιτών» και Κράτους. Τι είναι αυτή η κοινωνία των πολιτών; Ποιος ξέρει! Ή ακριβέστερα, εάν γνωρίζουμε λίγο τις έννοιες που εξυπηρετούν τους καταπιεσμένους, γνωρίζουμε ότι πριν τον Φουκώ, ο Γκράμσι επέστησε την προσοχή μας στο πώς μια τέτοια ιδέα συγκαλύπτει τις ταξικές πραγματικότητες των κοινωνιών μας. Σε κάθε περίπτωση, το 1999 η MEDEF [ p ] λάνσαρε την «κοινωνική επανίδρυσής» της, στο πνεύμα της «κοινωνίας των πολιτών». ( 10 ) Σύμπτωση στην ιστορία των σλόγκαν;
Αντίθετα, ενάντια σ’ αυτήν τη σακατεμένη επανερμηνεία της ιστορίας των καταπιεσμένων, η ακόλουθη δήλωση απ’ το ίδιο Μανιφέστο αξίζει να παρατεθεί:
«Από τώρα και στο εξής, η εναλλακτική αντίσταση θα είναι ισχυρή στο βαθμό που θα εγκαταλείψει την παγίδα της αναμονής, δηλαδή το κλασικό πολιτικό σχέδιο που αναβάλλει πάντα τη στιγμή της απελευθέρωσης για το ‘αύριο’, για αργότερα…»
Αρκετά αληθές, «ο δρόμος γίνεται βαδίζοντας» είναι ένας πολύ γνωστός ‘νόμος’ για όλους εκείνους που αγωνίζονται. Από μια απεργία σε χώρο εργασίας στο ένοπλο, το γεγονός ότι αγωνίζεσαι αλλάζει την κατάσταση. Η αντίσταση δημιουργεί νέες σχέσεις μεταξύ των ανθρώπων, νέα αιτήματα επίσης αλλά αυτό είναι μέρος του τι είναι όμορφο. Και χωρίς αμφιβολία κάτι που ποτέ δεν θα γίνει κατανοητό από εκείνους που ζουν στη θλίψη της αποκήρυξης.
Και έτσι, για να επανέλθω στην ερώτησή σου, είναι ως κομμουνίστρια που δεν μειώνω τη διεργασία των πιθανοτήτων σε μια κατάκτηση της εξουσίας απ’ το «προλεταριάτο». Μεταξύ άλλων λόγων επειδή, ενώ οι δύο αντιφάσεις που ανέφερα προηγουμένως έχουν αναπτυχθεί σε παγκόσμια κλίμακα απ’ την εποχή του Μαρξ, αυτό δεν έχει απλοποιήσει την ταυτότητα του διάσημου προλεταριάτου. Το αντίθετο μάλιστα. Την ίδια στιγμή που η κοινωνικοποίηση των παραγωγικών δυνάμεων, συνδεδεμένη με την ανάπτυξή τους, έχει διευρύνει την εξίσου διάσημη «ιστορική αποστολή» ( 11 ). Αυτό δεν διευκολύνει καθόλου το να ορίσουμε τα μέσα που θα επιτρέψουν στην εκμεταλλευόμενη τάξη να δρα ως τάξη για τον εαυτό της, ένα ζήτημα που ο Μαρξ και ο Μπακούνιν υποστήριξαν ήδη σχεδόν διακόσια χρόνια πριν.
Με λίγα λόγια, αν η ερώτησή σου προσπαθεί να με πείσει κατά πόσον πιστεύω ή όχι στη μεταβατική φάση της «δικτατορίας του προλεταριάτου»… η απάντηση είναι ναι, και είναι ακόμη ένας απ’ τους λόγους για τους οποίους αποκαλώ τον εαυτό μου κομμουνίστρια. Αλλά αν, φαινομενικά, το στάδιο αυτό μου φαίνεται να είναι απαραίτητο, μεταξύ άλλων λόγων εξαιτίας όλων αυτών που γνωρίζουμε απ’ την εξουσία της αστικής τάξης να προκαλεί πρόβλημα για να διατηρήσει τη δικιά της δικτατορία, μην με ρωτάς ποια μορφή θα πάρει αυτή η δικτατορία, προκειμένου να εργαστούμε για την κατάργηση όλων των τάξεων, και από εκεί στο μαρασμό του Κράτους όπως το έχουμε γνωρίσει, ως το εργαλείο της δικτατορίας μιας τάξης πάνω στην άλλη. Το Μπολσεβίκικο μοντέλο αντιστοιχούσε σε ένα κύμα που συνέβη περίπου εδώ και εκατό χρόνια. Είμαι πάρα πολύ υλίστρια για να θέλω ακόμη και να το προτείνω ως απάντηση. Αλλά το μοντέλο της CNT/AIT στην Καταλονία το 1936, μια «λιποταξία» που οδήγησε στο «κενό» που καλύφθηκε απ’ την Καταλανική αστική τάξη και τους Σταλινικούς, δεν έχει πολλές ελπίδες να με πείσει επίσης… Αν καταφέρω να αντλήσω τα σωστά ερωτήματα απ’ αυτές τις αποτυχίες, θα είμαι πολύ χαρούμενη…
ΥΠΟΣΗΜΕΙΩΣΕΙΣ:
1) Υπάρχει μια πληθώρα παραδειγμάτων, εδώ είναι μονάχα δύο: προφανώς, το Γαλλικό Κομμουνιστικό Κόμμα ψηφίζοντας πλήρεις εξουσίες στον Γκι Μολέ να ειρηνεύσει την Αλγερία, αλλά και επίσης η στάση του Κομμουνιστικού Κόμματος Κούβας ενώ το ένοπλο ήταν ενεργό.
2) Αρχικά, το COLP ήταν απλά ένα όνομα που χρησιμοποιήθηκε για να υποστηρίξει την επίθεση στη φυλακή Rovigo τον Ιανουάριο του 1982, κατά την οποία τέσσερις φυλακισμένοι, παλιότερα από την Prima Linea, απελευθερώθηκαν. Αυτή η επίθεση πραγματοποιήθηκε από διάφορες μικρές ομάδες που παρέμειναν από το ένοπλο κίνημα στην περιοχή του Μιλάνου μετά τη διάσπαση της Prima Linea. Αυτός ο χώρος γύρω από τη COLP, και στη συνέχεια η ίδια η COLP, συνέχισε να εργάζεται για θέματα γύρω από τις φυλακές και θα αναδημιουργούσε τελικά μια πολιτικο-μιλιταριστική οργανωτική δομή. Εντός των φυλακών, κάποιοι θα ενταχθούν στις Ερυθρές Ταξιαρχίες, άλλοι τη διάσπαση των Ερυθρών Ταξιαρχιών που μεσολάβησε ως κολεκτίβα Wotta Sitta, άλλοι τους ελευθεριακούς, και ακόμη άλλοι θα έπαυαν να συνανατρέφονται με τους ιδίους.
3) Σύμφωνα με τον Alain Ménargues, δημοσιογράφο του Radio-France στη Βηρυτό από το 1982 στο 1995, η συμμετοχή των Ισραηλινών ενόπλων δυνάμεων σε αυτές τις σφαγές πήγε πολύ πέρα από την παθητική ανάμιξη. Τα συμπεράσματα της επίσημης Ισραηλινής έρευνας, που δημοσιεύτηκαν τον Φεβρουάριο του 1983, προσπάθησαν πάρα πολύ να σημειώσουν την προσωπική ευθύνη του Σαρόν κατά τη διεξαγωγή των σφαγών. Τώρα, σε ένα υπό δημοσίευση βιβλίο, ο Alain Ménargues παρέχει αποδείξεις ότι μια μονάδα Ισραηλινών καταδρομών ήταν παρούσα. Αυτή η μονάδα ήταν η πρώτη που μπήκε στα στρατόπεδα περιστοιχισμένη από το στρατό. Με μια λίστα 120 ονομάτων, η μονάδα αυτή πραγματοποίησε 63 εκτελέσεις με συνοπτικές διαδικασίες εναντίον αυτών των Παλαιστινίων αμάχων, δικηγόρων, γιατρών, δασκάλων και νοσοκόμων. Είναι μόνο μετά από αυτό που ένα δεύτερο και στη συνέχεια ένα τρίτο κύμα Λιβανέζων δολοφόνων μπήκε.
4) Εννοώντας «πραγματικό υπαρκτό σοσιαλισμό». Όποιες και αν είναι οι αποτυχίες αυτού του μοντέλου στην κατάργηση των τάξεων, και ως εκ τούτου στην κατάργηση της εκμετάλλευσης και των καταπιεστικών σχέσεων, η ύπαρξή του συνεισέφερε στον εκδημοκρατισμό του ιμπεριαλιστικού σταδίου, που είναι από την ίδια του τη φύση ένα στάδιο αποσύνθεσης και επομένως αντίδρασης. Δεν είναι σύμπτωση ότι ο θάνατος αυτού του μοντέλου οδήγησε σε περαιτέρω αποσύνθεση. Η πολιτική κρίση, η οποία εικονογραφήθηκε από τις πρόσφατες εκλογές μεταξύ άλλων, είναι αναμφισβήτητα μέρος αυτής της αποσύνθεσης.
5) Φυσικά, «απελευθέρωση» και «χειραφέτηση» είναι συνώνυμα. Παρ’ όλα αυτά, περιστασιακά χρησιμοποιώντας τη λέξη «χειραφέτηση», προσπαθώ να πάω πίσω σε μια σημαντική διάκριση. «Κάθε χειραφέτηση είναι επαναφορά του ανθρώπινου κόσμου, των ανθρώπινων σχέσεων στον ίδιο τον άνθρωπο. Η πολιτική χειραφέτηση είναι η αναγωγή του ανθρώπου, από το ένα μέρος, στο μέλος της κοινωνίας των ιδιωτών […] κι από το άλλο, στον πολίτη […] μόνο όταν ο άνθρωπος αναγνωρίζει και οργανώνει τις «δικές του δυνάμεις» σαν κοινωνικές δυνάμεις κι έτσι παύει να χωρίζει από τον εαυτό του την κοινωνική δύναμη με τη μορφή της πολιτικής δύναμης – μόνο τότε ολοκληρώνεται η ανθρώπινη χειραφέτηση. (Μαρξ, Το Εβραϊκό Ζήτημα) Έτσι απελευθέρωση από εκείνο που καταπιέζει εργάζεται προς τη χειραφέτηση, νοούμενο ως το αντίθετο της αλλοτρίωσης. Αυτό το έργο δεν μπορεί να είναι απλώς μια αναζήτηση ενός χαμένου παραδείσου, η απελευθέρωση του ανθρώπου και χειραφέτηση αμφότερα συνθέτουν ένα μέλλον σε σταθερή κατασκευή, «από αυτή τη μέρα» οδηγώντας σε καλύτερα δυνατά αύριο.
6) Το 1998 γράφαμε:
«Όσο για τους τρέχοντες και μελλοντικούς αγώνες, το αδιαμφισβήτητο ιστορικό διάλειμμα στο τέλος της δεκαετίας του 1980 είναι ένας κρίσιμος παράγοντας που πρέπει να λάβει κανείς υπόψη.
«Τούτου λεχθέντος είναι εξίσου σημαντικό να επισημάνουμε ότι δεν υπάρχει τίποτε το εκπληκτικό ή κατακλυσμιαίο να σημειωθεί ότι ο κύκλος του αγώνα έχει έρθει στο τέλος του. Παρόμοιες καταστάσεις έχουν ήδη συμβεί τουλάχιστον δύο ή τρεις φορές τον τελευταίο αιώνα. Από τα οδοφράγματα στην Παρισινή Κομμούνα, η επαναστατική παράδοση σε αυτήν την ήπειρο χρειάστηκε να εξελιχθεί, πειραματιστεί, να γευτεί την ήττα και να την αναγνωρίσει ως τέτοια, και στη συνέχεια να αρχίσει για ακόμη μια φορά για την ‘έφοδο στον ουρανό’.
«Αξίζει να διαβιούν σε αυτήν την εξέλιξη, αποτελούμενη από τα ξεσπάσματα και τις ήττες που κυμαίνονταν από την εποχή των παλιών συνωμοτικών και εξεγερσιακών τακτικών του 19ου αιώνα στη δημιουργία των μεγάλων κομμάτων και συνδικάτων, από την ανικανότητα αυτών να αντιταχθούν στο κρεοπωλείο του Πρώτου Παγκοσμίου Πολέμου στην Τρίτη Διεθνή και τα κομμουνιστικά κόμματα, από τη μεταπολεμική συνεργασία των τελευταίων με το αστικό σύστημα στο νέο επαναστατικό κύμα που ξέσπασε με τα μάντρα του σύγχρονου ρεβιζιονισμού.
«Για σήμερα, ό,τι θέλουμε να διατηρήσουμε από αυτό μπορεί ήδη να συνοψιστεί με κάτι προφανές. Ο καπιταλισμός μεταμορφώνεται σταδιακά και, μαζί, οι κύκλοι του αγώνα: επαναστατικές μορφές και μέσα αλλάζουν ως ‘το ιστορικό αποτέλεσμα της ταξικής πάλης.’»
7) Όχι τα πάντα, σχεδόν τα πάντα, και είναι σημαντικό επειδή οι ιστορικές διαδικασίες και πολιτικοί και κοινωνικοί σχηματισμοί εντός των οποίων αποκαλύπτουν τους εαυτούς τους με κάνουν να σκεφτώ του τι αρχίζουμε να μαθαίνουμε για το πώς λειτουργεί ο ανθρώπινος εγκέφαλος: ύλη, τίποτε άλλο παρά ύλη, αλλά επίσης και χημεία από την οποία το υποκειμενικό συμμετέχει, και έτσι τα συναισθήματα στις κοινωνικές, πολιτισμικές και ατομικές αλληλεπιδράσεις.
8) Ο Georges Labica, εισαγωγή στη «L’impérialisme Stade du Ανώτατο capitalisme » c/ Le temps des cerises.
9) Στοχεύω την ATTAC διότι, στη δημοσιογραφική φραστική δομή που περνά για δημόσια συζήτηση, αυτής της φίρμας της έχει δοθεί το έργο της αντιπολίτευσης. Αλλά αυτή η συζήτηση στην οποία οι πράξεις του παρελθόντος εκείνων που ήθελαν να αλλάξουν την κοινωνία γελειοποιούνταν, μειώνονταν στην ιστορία που λεγόταν από τους νικητές, είναι ευρέως προπαγανδισμένη.
10) Σχετικά με αυτό, δείτε το άρθρο του Paul Legneau Ymonet στο « Revenir aux luttes » n°26/27 d’Agone.
11) Για να δώσω ένα μόνο παράδειγμα: το γεγονός ότι, αν οι παραγωγικές δυνάμεις είναι κοινωνικοποιημένες, αυτή η κοινωνικοποίηση σημαίνει ότι η συλλογική οικειοποίηση του πλούτου λαμβάνει υπόψη τα όρια που επιβάλλονται από την Οικολογία. Χωρίς την οποία αυτός ο πλούτος δεν είναι στην πραγματικότητα πλούτος, δηλαδή θάβει το μέλλον και ξεκάνει το παρόν.
Επεξηγηματικές σημειώσεις
οι ακόλουθες σημειώσεις προστέθηκαν από το μεταφραστή για να παρέχει κάποιο πλαίσιο και εξήγηση για εκείνους που δεν γνωρίζουν πολύ καλά το πολιτικό πλαίσιο της δραστηριότητας της Action Directe
[a1] Ο όρος «μητροπόλεις» αναφέρεται στις ιμπεριαλιστικές χώρες. Θα μπορούσε επίσης να χρησιμοποιήσει κανείς τον όρο «Πρώτο Κόσμο».
[a] Το 1973 εργάτες κατέλαβαν την πτωχευμένο εργοστάσιο ρολογιών Lip στην Μπεζανσόν, στη Γαλλία, και άρχισαν να το τρέχουν οι ίδιοι. Αυτό το πείραμα αυτοδιαχείρισης προσέλκυσε πολλή προσοχή από διάφορες αριστερές ομάδες.
[b] Αναφορά σε ένα δημοφιλές Γαλλικό παιδικό καρτούν, όπου ο μοχθηρός καραγκιόζης Μεγάλος Βεζίρης Ιζνογκούντ συνωμοτούσε για να καθαιρέσει και να πάρει τη θέση του βασιλιά.
[c] Πολλοί επαναστάτες και διανοούμενοι είδαν την άρχουσα τάξη ως διενεργούσα προληπτική αντεπανάσταση ως απάντηση στην πρόκληση των κινημάτων της δεκαετίας του 1960. Ο όρος «προληπτική αντεπανάσταση» χρησιμοποιήθηκε από τον Χέρμπερτ Μαρκούζε ιδίως για να περιγράψει κατασταλτικές πολιτικές που προσπαθούσαν να αποτρέψουν ακόμη και την πιθανότητα της επανάστασης. Θα έπρεπε να σημειωθεί ότι αυτό είναι διαφορετικό από ό,τι οι ριζασπάστες αποκαλούσαν «προληπτική αντεπανάσταση» μερικές δεκαετίες νωρίτερα, με την οποία εννοούσαν το φασισμό.
[d] Απόσπασμα από τον Καρλ Μαρξ.
[e] Μεταφρασμένο σημαίνει «Προλεταριακή Αριστερά». Ήταν ένα θεωρητικό περιοδικό που δημοσιεύτηκε από την ομόνυμη ομάδα στο Μιλάνο. Αυτή η ομάδα προήλθε από το μαχητικό κίνημα εργατών-φοιτητών, και με τη σειρά της ήταν από αυτήν την ομάδα που αναδύθηκαν οι Ερυθρές Ταξιαρχίες.
[f] Οι τρεις ήπειροι είναι η Νότια Αμερική, η Αφρική και η Ασία. Συνήθως μπορεί κανείς να αναφερθεί στον «Τρίτο Κόσμο», ή ίσως στον «παγκόσμιο νότο».
[g] Ο Γάλλος queer θεατρικός συγγραφέας Ζαν Ζενέ έκανε μια διάκριση μεταξύ «βαρβαρότητας», που την είδε ως κρατική, και βίας, την οποία είδε ως ένα νόμιμο όπλο στα χέρια των καταπιεσμένων. Όταν το 1977 επέκτεινε τη διάκρισή του μεταξύ κακής βαρβαρότητας και καλής βίας σε μια υπεράσπιση της Φράξιας Κόκκινος Στρατός στη Γερμανία, δημιούργησε σάλο εναντίον του σε όλη την Ευρώπη. Έκτοτε και μέχρι το θάνατό του το 1986, παρέμεινε απομονωμένος από τη λευκή Γαλλική κοινωνία, τους στενούς του φίλους που ήταν Παλαιστίνιοι και τη Μαροκινή ερωμένη του.
[h] ATTAC σημαίνει Association for the Taxation of Financial Transactions for the Aid of Citizens. Είναι ένα δίκτυο ομάδων ενάντια στο νεοφιλελευθερισμό και για το «δημοκρατικό έλεγχο των χρηματοπιστωτικών αγορών και των θεσμών τους». Σοσιαλδημοκρατική και εντός της τροχιάς της εφημερίδας Le Monde Diplomatique, είναι ιδιαίτερα δραστήρια στη Γαλλία.
[i] Η RAF είχε τη συνήθεια της ονοματοδοσίας των ομάδων κομάντο της με επαναστάτες που μαρτύρησαν. Ο Khaled Aker ήταν μέλος του Λαϊκού Μετώπου για την Απελευθέρωση της Παλαιστίνης–Γενικός Διοικητής που σκοτώθηκε στις 25 Νοεμβρίου 1987 κατά τη διάρκεια μιας επίθεσης σε μια βάση των IDF στο βόρειο τμήμα του Ισραήλ.
[j] Το «περιφέρεια» αναφέρεται σε αποικίες και νεο-αποικίες • θα μπορούσε κανείς να πει επίσης «Τρίτο Κόσμο».
[k] Ο Μπες ήταν Γενικός Διευθυντής της κρατικής εταιρείας αυτοκινήτων Renault από τον Ιανουάριο του 1985. Πιστώθηκε με το ότι εξασφάλισε κέρδος για τη Renault για πρώτη φορά μετά από χρόνια – έναν άθλο που κατάφερε απολύοντας 21.000 εργαζομένους. Στις 17 Νοεμβρίου 1986, η Pierre Overney Commando της Action Directe (το όνομά της προέρχεται από ένα μαοϊκό ακτιβιστή που σκοτώθηκε από ένα φύλακα εργοστασίου της Renault) ανέβηκε σε μια μοτοσικλέτα καθώς ο Μπες ξεπρόβαλλε από το αυτοκίνητο που το οδηγούσε ο σοφέρ του – πυροβολήθηκε στο κεφάλι και το στήθος και πέθανε εκεί που έπεσε στο πεζοδρόμιο.
[Ι] Στις 15 Απριλίου 1986 η Christos Kassimis Commando της Action Directe επιτέθηκε στον Γκυ Μπρανά, αντιπρόεδρο της CNPF (Εθνική Επιτροπή των Γάλλων εργοδοτών) και το Γενικό Διευθυντή του παραρτήματος όπλων της πολυεθνικής Thomson.
[m] Το Σεπτέμβριο του 1992, η κρατική Credit Lyonnais τέθηκε υπό διοικητικό έλεγχο από το Γαλλικό υπουργείο οικονομικών καθώς κατέστη ξεκάθαρο ότι το τραπεζικό δάνειο και τα επενδυτικά χαρτοφυλάκια περιείχαν τεράστιες απραγματοποίητες ζημίες, ως αποτέλεσμα μεγάλων δανείων και μετοχικών μεριδίων σε διάφορες επιχειρήσεις. Ενώ η Γαλλική κυβέρνηση διασφάλισε τις αποταμιεύσεις των οκτώ εκατομμυρίων καταθετών των τραπεζών, σήμαινε ενίσχυσή της με ποσό ύψους δισεκατομμυρίων φράγκων – αξία πάνω από 17 δισεκατομμύρια αμερικανικά δολάρια.
[n] « Joelle Aubron: à propos de l’engagement. » 25.03.04 διαθέσιμο στην ηλεκτρονική διεύθυνση http://www.action-directe.net/modules.php?name=News&file=article&sid=26
[o] Η Γαλλική λέξη για την εξουσία είναι «pouvoir» – είναι τόσο ένα ουσιαστικό όσο και ρήμα που σημαίνει «μπορώ». Έτσι, στα Γαλλικά η ίδια λέξη για τη «εξουσία» σημαίνει επίσης «ικανότητα».
[p] Η MEDEF είναι η Κίνηση Επιχειρήσεων Γαλλίας (το αντίστοιχο του ελληνικού ΣΕΒ), μια εργοδοτική οργάνωση.
Μετάφραση: Bakuninio
https://aixmi.wordpress.com/