ΠΟΛΙΤΙΚΗ ΤΟΠΟΘΕΤΗΣΗ ΤΗΣ ΚΑΤΑΛΗΨΗΣ ΠΑΠΑΜΙΧΕΛΑΚΗ (ΡΕΘΥΜΝΟ) ΣΧΕΤΙΚΑ ΜΕ ΤΗΝ ΑΛΛΗΛΕΓΓΥΗ ΣΤΟΥΣ ΠΟΛΙΤΙΚΟΥΣ ΚΡΑΤΟΥΜΕΝΟΥΣ
από Κατάληψη Παπαμιχελάκη 16/02/2016 6:05 μμ.
Αλληλεγγύη με τους πολιτικούς κρατούμενους
Η αλληλεγγύη είναι μία αμφίπλευρη διαρκής και ανατροφοδοτούμενη σχέση, η οποία διαπερνά οριζόντια το αναρχικό κίνημα και λειτουργεί σαν αφετηρία για το χτίσιμο συντροφικών δεσμών. Ταυτόχρονα όμως, υπάρχουν και επιθετικές προς την κυριαρχία εκφράσεις της αλληλεγγύης που μας βοηθούν να επιτύχουμε νίκες στον πόλεμο με την εξουσία. Γινόμαστε έτσι εκούσια συνένοχοι σε όποιον αγώνα εμπεριέχει κοινούς στόχους και προτάγματα με εμάς και εμποδίζουμε την απομόνωση του κάθε αγωνιζόμενου υποκειμένου.
Πρόκειται για μία σχέση αλληλεπίδρασης, η οποία έρχεται σε αντίθεση με την συστημική έννοια της φιλανθρωπίας. Η τελευταία, ικανοποιεί εγωιστικούς σκοπούς, εφησυχάζει συνειδήσεις μέσω ενός επιφανειακού ανθρωπισμού και ποτέ δεν σκοπεύει στην ανατροπή μιας καταπιεστικής συνθήκης αλλά δίνει άλλοθι στη διαιώνιση της, απλά με καλύτερους όρους. Η ελεημοσύνη είναι το ξέπλημα της απληστίας των κοινωνικών καννίβαλων και η βιτρίνα ενός σάπιου συστήματος. Ενάντια σε αυτού του είδους την ηθική, προτάσσουμε τις οριζόντιες αλληλλέγγυες σχέσεις και δομές, οι οποίες υφίστανται μόνο ανάμεσα σε ανθρώπους που αγωνίζονται προς την ίδια κατεύθυνση. Γι’ αυτό το λόγο, είμαστε αλληλέγγυοι/ες με όσους/ες αντιλαμβάνονται τον εαυτό τους απέναντι σε κάθε εξουσία, είτε αυτοι/ες διώκονται από την καταστολή καθημερινά, είτε βρίσκονται κλεισμένοι στα κελία της δημοκρατίας.
Ένα δίπολο που έχει εδραιωθεί από την πλευρά της εξουσίας και εν συνεχεία αφομοιωθεί από την πλειοψηφία της κοινωνίας είναι ο χαρακτηρισμός ενός ανθρώπου ως αθώος ή ένοχος. Είναι όμως φανερό ότι οι δύο αυτοί όροι είναι κατασκευασμένοι και προσδίδονται από τη δικαστική κρατική εξουσία ανάλογα με το πόσο συμβατές είναι οι πράξεις κάποιου/ας με το τι ορίζουν οι νόμοι του δημοκρατικού πολιτεύματος ως νόμιμο ή παράνομο. Oποιαδήποτε ταυτότητα ή συμπεριφορά στέκεται εμπόδιο ή αμφισβητεί ανοιχτά την ομαλή λειτουργία και την παντοδυναμία του κράτους, αρχικά χαρακτηρίζεται ως κάτι το προβληματικό, οπότε πρέπει παρανομοποιηθεί και εν τέλει να ελεγχθεί. Από τη μεριά μας, θεωρούμε αναγκαία την καθολική άρνηση των όρων αυτών και κατά συνέπεια τη μη αναπαραγωγή τους. Η επιλεκτική αλληλεγγύη ορισμένων κομματιών του αναρχικού/αντιεξουσιαστικού κινήματος με γνώμονα αυτούς τους όρους αναπαράγει επίπλαστους διαχωρισμούς και δρα διασπαστικά στο εσωτερικό των κινημάτων αλληλεγγύης.
Εφόσον επιδιώκουμε έναν ανοιχτό και διαρκή πόλεμο με το κράτος και τους μηχανισμούς του, οφείλουμε να δρούμε μαχητικά απέναντί του και να μη θυματοποιύμαστε. Οι πολιτικοί κρατούμενοι από την πλευρά τους ως κομμάτι του κινήματος έχουν οι ίδιοι επιλέξει στρατόπεδο και επιτιθέμενοι στον εχθρό, έρχονται σε άμεση ρήξη με αυτόν γνωρίζοντας τις πιθανές συνέπειες. Επομένως, η στήριξη και η αλληλεγγύη με τους κρατούμενους συντρόφους, είτε υλική είτε ηθική δε νοείται να πηγάζει από φιλανθρωπικά ιδεώδη, αλλά οφείλει να είναι συνειδητή και με κριτήριο την πολιτική τους ταυτότητά.
Κάθε πολιτικός κρατούμενος, παρα τη συνθήκη του έγκλεισμου, δε χάνει την ιδιότητατου συντρόφου, καθώς τα χαρακτηριστικά της μεταξύ μας σχέσης παρόλο που λόγω συνθηκών αλλάζουν, συνεχίζουν να βασίζονται στην ισοτιμία. Ο λόγος των αιχμάλωτων συντρόφων, έχει την ίδια βαρύτητα με το λόγο των εκτός των τειχώνκαι είναιλάθος οι ίδιοι να αντιμετωπίζονται ως αυθεντίες που καθορίζουν τις μορφές και τα περιεχόμενα του αγώνα. Η ηρωοποίηση και η θεοποίηση εξάλλου είναι όροι και διαδικασίες που δεν έχουν καμία σχέση με την αναρχική θεώρηση.
Η αναγκαιότητα των αναρχικών να συνδέουν τη θεωρία με την πράξη, τους οδηγεί στην υιοθέτηση και υποστήριξη επιθετικών (περισσότερο ή λιγότερο) πρακτικών απέναντι στην κυριαρχία και τους θέτει συχνά στο μετέχμιο της νομιμότητας, ακόμη κι αν έχουν σταθερή δημόσια παρουσία μέσα στον κοινωνικό ιστό (π.χ. σκέκια, καταλήψεις). Απ’ την άλλη, υπάρχουν αναρχικοί που επιλέγουν την παρανομία ή εξωθούνται σ’ αυτήν λόγω της δράσης τους (καταζητούμενοι, φυγόδικοι, δραπέτες) και άλλοι που βρίσκονται ήδη στα χέρια του κράτους σε κάποιο καθεστώς ομηρίας. Για πολλούς από αυτούς τους ανθρώπους η αγωνιστική τους διάθεση και φλόγα δεν έχουν σβήσει παρόλο το μένος της καταστολής και πασχίζουν όχι μόνο να υποστηρίζουν τις ιδέες και τις πρακτικές τους αλλά και να συνεισφέρουν σε ένα ευρύτερο κίνημα αμφισβήτησης ερχόμενοι σε αλληλεπίδραση μαζί του.
Η αλληλεπίδραση αυτή είναι μια αναγκαία αμφίδρομη σχέση που βοηθάει τόσο αυτούς εντός των τειχών, όσο και αυτούς εκτός. Η αδιαμεσολάβητη επικοινωνία ενός/μιας έγκλειστου/ης με ανθρώπους που αντιλαμβάνονται τον αγώνα του/της, άσχετα αν συμφωνούν εξ’ ολοκλήρου με τις επιμέρους στοχεύσεις και χαρακτηριστικά, αποτελεί ένα σημαντικό βήμα στη διαδικασία γκρεμίσματος των φυσικών και πλασματικών τειχών που χωρίζουν τους ανθρώπους σε νόμιμους και παράνομους. Η φωνή των πολιτικών κρατουμένων πρέπει να παίρνει το βήμα, όχι μόνο σε δικαστικές και ανακριτικές αίθουσες αλλά και σε δημόσιες -ή και μη- εκδηλώσεις/παρεμβάσεις ενός κινήματος που θέλει να συνδιαμορφώνει με ανθρώπους που σηκώνουν βαριά την ευθύνη της αξιοπρέπειας και του λόγου τους. Οι προσωπικές και πολιτικές σχέσεις με τους έγκλειστους συντρόφους ατσαλώνουν τη θέλησή τους να συνεχίσουν με αξιοπρέπεια έναν αγώνα στον οποίο δεν νιώθουν μόνοι, ενώ οι υπόλοιποι παίρνουμε δύναμη βλέποντας συντρόφους να υποστηρίζουν τις ιδέες και τις πρακτικές που προτάσσουμε όλοι με τίμημα ακόμη και την ελευθερία τους.
Φυσικά, η κατάσταση ομηρίας, όπως αναφέρθηκε, δεν αποτελεί λόγο ούτε για θυματοποίηση, αλλά ούτε και για ηρωοποίηση των πολιτικών κρατουμένων. Κι αυτό, γιατί ένα αντιιεραρχικό ανταγωνιστικό κίνημα δεν μπορεί να ανέχεται ή να δίνει πάτημα για πατρονάρισμα ή άτυπες ιεραρχίες οποιασδήποτε υφής. Η σχέση μας με τους πολιτικούς κρατούμενους πρέπει να είναι διαρκώς κριτικά αλληλέγγυα: πρέπει να βρισκόμαστε στο πλευρό τους και να τους στηρίζουμε με όποιο τρόπο μπορούμε (ηθικά, πολιτικά, υλικά), αλλά πρέπει και να υπάρχει πάντα ανοιχτό το πεδίο για γόνιμη κριτική και επαναπροσδιορισμό μέσων, σκοπών, θέσεων και πρακτικών που υιοθετούνται και από τις δύο πλευρές. Μόνο έτσι θα μπορέσουμε να χτίσουμε τις συντροφικές σχέσεις που θα σπάσουν την ατομική υπόσταση της ποινής και θα μας δώσουν μια συνεχώς ανατροφοδοτούμενη δύναμη. Έτσι, μέσω της ζύμωσης εξελίσσουμε τα εργαλεία και τα μέσα του αγώνα μας, οχυρωνόμαστε απέναντι στην καταστολή και γινόμαστε πιο επικίνδυνοι για την κυριαρχία.