ΠΛΑΙΣΙΟ-ΣΤΡΑΤΗΓΙΚΗ ΤΟΥ ΕΠΑΝΑΣΤΑΤΙΚΟΥ ΑΓΩΝΑ ΑΠΟ ΤΟ 2003 ΜΕΧΡΙ ΣΗΜΕΡΑ
ΤΟΠΟΘΕΤΗΣΗ ΤΟΥ ΝΙΚΟΥ ΜΑΖΙΩΤΗ
Kατ’ αρχήν να χαιρετήσω όλες τις συντρόφισσες και τους συντρόφους.
Αυτή η εκδήλωση γίνεται μέσα σε μια περίοδο που έχει γίνει η 3η κατασταλτική επιχείρηση του κράτους εναντίον του Επαναστατικού Αγώνα, με τις συλλήψεις της 5ης Ιανουαρίου των συντροφισσών Ρούπα και Αθανασοπούλου.
Μιλώντας για την οργάνωση στα πλαίσια αυτής της εκδήλωσης κάνοντας μια ιστορική ανασκόπηση θα ξεκινήσω από το ότι ο Επαναστατικός Αγώνας από την αρχή της δράσης του το 2003 έβαλε το πρόταγμα της Κοινωνικής Επανάστασης σε μια εποχή που το σύστημα τόσο στην Ελλάδα όσο και διεθνώς ζούσε τον μύθο της ‘‘ευημερίας’’, το ‘‘τέλος της ιστορίας’’ όπως έλεγαν, τον θρίαμβο της παγκοσμιοποίησης είτε με την επικράτηση των αγορών διεθνώς μετά την πτώση του ανατολικού μπλοκ και της Σοβιετικής Ένωσης είτε σε πολιτικοστρατιωτικό επίπεδο με τις μέχρι τότε νίκες των πολέμων της Νέας Τάξης της δεκαετίας του ’90 και του πολέμου κατά της ‘‘τρομοκρατίας’’ μετά το 2001.
Πιθανόν τότε, το 2003 – 2004 όταν και η Ελλάδα ζούσε τον δικό της μύθο της ‘‘ευμάρειας’’, της ισχυρής Ελλάδας που στηριζόταν στον δανεισμό, τον μύθο της ευρωζώνης και των ολυμπιακών αγώνων και ενώ είχε προηγηθεί η εξάρθρωση της 17Ν και οι συλλήψεις του ΕΛΑ, εμείς να φαινόμασταν ίσως εκτός τόπου και χρόνου αν πάρουμε υπ’ όψιν κιόλας ότι οι μέρες ακμής του δυτικοευρωπαϊκού αντάρτικου πόλης στην δεκαετία του ’70 και ’80 είχαν παρέλθει και η Ελλάδα ήταν η μόνη χώρα στην Ευρώπη όπου εξακολουθούσε να υπάρχει αντάρτικο πόλης έχοντας την κοινωνική απελευθέρωση και την Επανάσταση ως πρόταγμα.
Όμως κόντρα στο ρεύμα της εποχής, κόντρα στο πνεύμα της ήττας που επικρατούσε όχι μόνο στην Ελλάδα αλλά και διεθνώς, εμείς ξαναθέσαμε το επαναστατικό πρόταγμα και ήμασταν οι μόνοι στον α/α χώρο που το κάναμε αυτό, αναλύοντας την εποχή μας και επιβεβαιωθήκαμε όσον αφορά τις προβλέψεις μας σε σχέση με την οικονομική κρίση, τις συνέπειές της και τα μέτρα που θα αναγκάζονταν να πάρουν οι ελληνικές κυβερνήσεις με τα μνημόνια.
Σε μια εποχή που τα χαρακτηριστικά του α/α χώρου από τον οποίο προερχόμαστε και εμείς κυμαίνονταν από την διαμαρτυρία, την αμφισβήτηση, τον εναλλακτισμό μέχρι και την εξέγερση, εμείς θέταμε και εξακολουθούμε να θέτουμε το πρόταγμα της Κοινωνικής Επανάστασης για την επιτυχία της οποίας είναι απαραίτητος ο ένοπλος αγώνας και το αντάρτικο πόλης.
Το ότι θέταμε το επαναστατικό πρόταγμα καθόρισε και την ταυτότητά μας, το όνομά μας, το Επαναστατικός Αγώνας. Αυτό που μας διαφοροποιεί δεν είναι ότι επικαλούμαστε απλώς το επαναστατικό πρόταγμα – και άλλοι το έκαναν αυτό – αλλά ότι εμείς το επαναστατικό πρόταγμα δεν το επικαλούμαστε συνθηματολογικά αλλά ότι το θέτουμε μέσα στις συγκεκριμένες ιστορικές συνθήκες που ζούμε και αυτό βασίστηκε στην ανάλυση που είχαμε εξαρχής.
Το βάζουμε σε ρεαλιστική βάση στο παρόν από το 2009 και μετά επ’ ευκαιρίας της κρίσης που άρχισε να πλήττει την Ελλάδα και όχι σε ένα απροσδιόριστο μέλλον αναμένοντας τις λαϊκές μάζες να ξεσηκωθούν απλώς αυθόρμητα. Ήμασταν οι μόνοι που το κάναμε αυτό ως οργάνωση.
Ούτε οι οργανώσεις αντάρτικου της μεταπολίτευσης το έκαναν αυτό γιατί στην μεταπολίτευση υπήρξαν διαφορετικές συνθήκες από τις σημερινές, το πολιτικό σύστημα της μεταπολίτευσης είχε σταθεροποιηθεί στη πραγματικότητα, δεν είχε την κρίση που έχει σήμερα μετά από την χούντα και μετά από 3 δεκαετίες από τον εμφύλιο πόλεμο, είχαμε και την αφομοίωση και την ενσωμάτωση από το ΠΑΣΟΚ της δεκαετίας του ’80 τότε που ήταν ουσιαστικά και η περίοδος που υπήρξε η πιο πυκνή του αντάρτικου πόλης της μεταπολίτευσης.
Εμείς από το 2003 και μετά είχαμε μια συγκεκριμένη ανάλυση για την παγκοσμιοποίηση όταν στις αρχές της δεκαετίας του 2000 η παγκοσμιοποίηση βρισκόταν ακόμα σε έξαρση, μια διαδικασία η οποία απογειώθηκε στις αρχές της δεκαετίας του ’90 όταν είχε πέσει το ανατολικό μπλοκ και η Δύση και ο καπιταλισμός με ατμομηχανή, οικονομική και στρατιωτική τις Η.Π.Α επεκτεινόταν καταλαμβάνοντας τα εδάφη της Ανατολικής Ευρώπης αλλά και με τον πρώτο πόλεμο του Ιράκ το 1991 άλλαζε τον συσχετισμό δυνάμεων στη Μέση Ανατολή προωθώντας σε κάθε περίπτωση αυτό που λέγεται δικτατορία των αγορών.
Μετά τις επιθέσεις της 11ης/9 έχουμε την έναρξη του παγκόσμιου πολέμου κατά της ‘‘τρομοκρατίας’’ από τις ΗΠΑ που είναι συνέχεια των πολέμων της δεκαετίας του ’90, του πρώτου πολέμου του Ιράκ το 1991 και των βομβαρδισμών της Γιουγκοσλαβίας το 1999. Ισχύει αυτό που λέγαμε από τις πρώτες προκηρύξεις της οργάνωσης ότι η παγκοσμιοποίηση είχε δύο όψεις, την οικονομική που εκφραζόταν με την προώθηση παντού και στην Ελλάδα και διεθνώς των νεοφιλελεύθερων μεταρρυθμίσεων αλλά και την πολιτικοστρατιωτική πλευρά που είναι ο πόλεμος κατά της ‘‘τρομοκρατίας’’ ο οποίος προωθούσε με στρατιωτικά μέσα την δικτατορία των αγορών.
Αυτή η συνθήκη βέβαια ίσχυε μέχρι την έναρξη της οικονομικής κρίσης το 2008 οπότε η διαδικασία της παγκοσμιοποίησης ακριβώς λόγω της κρίσης έχει μπλοκάρει τώρα. Υπάρχουν διαφορετικές συνθήκες από το 2008 και μετά από τις συνθήκες που υπήρχαν πιο πριν.
Ακριβώς γιατί παρακολουθούσαμε και αναλύαμε τις εξελίξεις σε διεθνές επίπεδο, αυτό αντανακλούνταν και στην στρατηγική της οργάνωσης η οποία από το 2003 ως το 2007, δηλαδή από την επίθεση στα δικαστήρια της Ευελπίδων μέχρι την επίθεση στην πρεσβεία των Η.Π.Α και στο αστυνομικό τμήμα Περισσού, η στρατηγική της οργάνωσης είχε ως αιχμή την παγκοσμιοποίηση, είτε τις νεοφιλελεύθερες μεταρρυθμίσεις είτε τον πόλεμο κατά της ‘‘τρομοκρατίας’’, δηλαδή τις δύο όψεις της παγκοσμιοποίησης.
Από το 2008 μέχρι σήμερα, η στρατηγική του Επαναστατικού Αγώνα έχει ως αιχμή την οικονομική κρίση και σε ρεαλιστική βάση και με υλικούς όρους άμεσα έθεσε το ζήτημα της Κοινωνικής Επανάστασης στην Ελλάδα αφού εκτιμήσαμε ότι η κρίση από το 2009 και μετά δημιούργησε –και σε αυτό επιβεβαιωθήκαμε– τις απαραίτητες προϋποθέσεις και συνθήκες για την ανατροπή του καθεστώτος που δεν είναι άλλες από την κοινωνική απαξίωση του συστήματος, την απαξίωση του συστήματος από την κοινωνική πλειοψηφία.
Η διετία 2010 – 2012 με τις ταραχές που έγιναν και τις μαζικές κινητοποιήσεις εκατοντάδων χιλιάδων λαού εναντίον των μνημονίων ήταν η επιβεβαίωση ότι υπήρξαν και εξακολουθούν να υπάρχουν οι προϋποθέσεις οι αντικειμενικές για μια επαναστατική ανατροπή στην Ελλάδα που αν αυτό συνέβαινε κατά τη γνώμη μου θα άλλαζε η παγκόσμια ιστορία γιατί αν είχαμε μια υπονόμευση του συστήματος ή μια ανατροπή στην Ελλάδα πολύ πιθανό να υπήρχε ένα ντόμινο εξεγέρσεων και επαναστάσεων και σε άλλες χώρες της ΕΕ που έχουν τα ίδια προβλήματα με την Ελλάδα όπως το υψηλό χρέος π.χ. η Ιταλία, η Ισπανία, η Πορτογαλία, ο ευρωπαϊκός νότος.
Όμως και πριν ξεσπάσει η κρίση το 2008, ήδη ο Επαναστατικός Αγώνας από το 2005, όταν έγιναν οι επιθέσεις στα υπουργεία Απασχόλησης και Οικονομίας, λέγαμε ότι αν ξεσπάσει κάποια σοβαρή οικονομική κρίση – και οι κρίσεις είναι δομικά στοιχεία του καπιταλιστικού συστήματος – ότι η Ελλάδα λόγω του μεγάλου χρέους που τότε ήταν στο 114% του ΑΕΠ, μετά τους ολυμπιακούς αγώνες, ότι θα αντιμετώπιζε πρόβλημα κατάρρευσης της οικονομίας δεδομένου ότι ακριβώς λόγω της ενσωμάτωσης της χώρας στις διεθνείς αγορές, είχε συρρικνωθεί η παραγωγική υποδομή της χώρας και ήταν εξαρτημένη από τις εισαγωγές προϊόντων από τις βιομηχανικά ανεπτυγμένες χώρες της Ευρώπης πράγμα που διόγκωνε ολοένα το δημόσιο χρέος.
Αυτό ήταν ακριβώς το μοντέλο ‘‘ανάπτυξης’’ της χώρας που προωθούσαν ανέκαθεν οι εκάστοτε ελληνικές κυβερνήσεις, μια χώρα μη ανταγωνιστική, αποβιομηχανοποιημένη, με κατεστραμμένη παραγωγική υποδομή, εξαρτημένη από τις εισαγωγές και άρα από τον δανεισμό από τους διεθνείς τραπεζικούς κολοσσούς.
Εμείς το 2005 σε αντίθεση με ό, τι λεγόταν τότε ως κρατική προπαγάνδα, διαψεύδαμε με επιχειρήματα τον μύθο της ‘‘ισχυρής ελληνικής οικονομίας’’, της ‘‘ισχυρής Ελλάδας’’ που είναι προστατευμένη στη ζώνη του ευρώ και λέγαμε ότι αν ξεσπάσει μια μεγάλη κρίση, η χώρα θα βρεθεί σε πολύ δύσκολη θέση.
Ήμασταν οι μόνοι την εποχή της ψεύτικης ευημερίας που το είπαμε αυτό.
Αυτό τον μύθο τον είχανε πιστέψει και κομμάτια του α/α χώρου όπως και των ‘‘αυτόνομων’’- μια τάση που υπάρχει ακόμα και σήμερα – που πίστευαν από την δεκαετία του ’90 ότι η Ελλάδα είναι η ‘‘Αμερική των Βαλκανίων’’. Αυτή ήταν η έκφραση, ότι η Ελλάδα ήταν η ‘‘Αμερική των Βαλκανίων’’.
Έβλεπαν το γυαλιστερό περιτύλιγμα, την γυαλιστερή εικόνα μιας επίπλαστης ευημερίας που στηριζόταν αποκλειστικά στον δανεισμό, στο φθηνό χρήμα από τις τράπεζες και αυτό τροφοδοτούσε το ήδη υψηλό δημόσιο χρέος. Όλο αυτό το σαθρό οικοδόμημα κατέρρευσε από το 2008 – 2009 και μετά.
Πέρα όμως από το να προβλέψουμε το 2005 το ότι η Ελλάδα λόγω του υψηλού δημόσιου χρέους θα καταρρεύσει αν ξεσπάσει μια μεγάλη κρίση, προβλέψαμε και τις συνέπειες της κρίσης και τα μέτρα που θα εφάρμοζαν οι ελληνικές κυβερνήσεις για την αντιμετώπισή της.
Αυτό αποτυπώθηκε στις προκηρύξεις της οργάνωσης το 2009, και στη πρώτη με την οποία είχαμε αναλάβει την ευθύνη για τις ένοπλες επιθέσεις κατά των αστυνομικών των ΜΑΤ για την δολοφονία Γρηγορόπουλου και σε αυτές για τις επιθέσεις στη Citibank, στη Eurobank και το Χρηματιστήριο Αθηνών τον ίδιο χρόνο αλλά και στην τελευταία προκήρυξη τον Νοέμβριο του 2009 όταν είχε έρθει στην εξουσία το ΠΑΣΟΚ επί Γ. Παπανδρέου, προβλέψαμε ότι η κυβέρνηση αυτή θα υιοθετούσε μέτρα με συνταγή Δ.Ν.Τ και Βρυξελλών.
Στην ουσία τον Σεπτέμβριο του 2009 όταν έγινε η επίθεση στο Χρηματιστήριο και τον Νοέμβριο του 2009 προβλέπαμε το μνημόνιο του Μαΐου του 2010.
Επίσης λέγαμε ότι οι κυβερνήσεις θα ενίσχυαν με πολλά δις ευρώ τις ελληνικές τράπεζες για να τις σώσουν από την χρεοκοπία αφού ήταν εκτεθειμένες στο δημόσιο χρέος.
Αυτά τα πακέτα ενίσχυσης των τραπεζών φυσικά οι κυβερνήσεις θα τα αφαιρούσαν από την κοινωνική βάση, τους φτωχούς και τους εργαζόμενους.
Και φυσικά οι συνέπειες της κρίσης και οι πολιτικές αντιμετώπισής της από τις ελληνικές κυβερνήσεις θα ήταν η ραγδαία αύξηση της φτώχειας, της ανεργίας, της εξαθλίωσης, η παραπέρα καταστροφή της παραγωγικής υποδομής αφού οι τράπεζες θα σταματούν τον δανεισμό γιατί θα ήταν εκτεθειμένες ήδη σε ένα χρέος που δεν μπορούσαν να εισπράξουν με αποτέλεσμα να κλείνουν επιχειρήσεις, μαγαζιά και κατά συνέπεια να απολύονται εργαζόμενοι και να αυξάνεται ο αριθμός των ανέργων, των φτωχών και των πεινασμένων καθώς και των αστέγων γιατί πολλοί έχασαν τα σπίτια τους λόγω χρεών.
Από το 2009 και μετά, τα μέτρα των κυβερνήσεων έκοβαν συνεχώς τους μισθούς, τις συντάξεις, αύξαναν τους φόρους για να πληρωθούν οι δανειστές και το χρέος με βάση και τις 3 δανειακές συμβάσεις από το 2010.
Αυτή η πολιτική η οποία είναι μια τεράστια αναδιανομή του κοινωνικού πλούτου από την βάση, από τους φτωχούς προς την κορυφή της κοινωνικής ιεραρχίας, προς τους πλούσιους δηλαδή, ο Επαναστατικός Αγώνας την έχει χαρακτηρίσει ως πολιτική κοινωνικής γενοκτονίας γιατί είναι μια διαδικασία εκκαθάρισης πλεονάζοντος για το σύστημα πληθυσμού, εκκαθάριση με οικονομικά μέσα, με οικονομικό στραγγαλισμό, π.χ. δανειοληπτών που δεν μπορούν να πληρώσουν τα χρέη τους στις τράπεζες και εργαζομένων που τους πετάει στο δρόμο το σύστημα γιατί δεν θέλει ούτε μπορεί πια λόγω της κρίσης να τους εκμεταλλευτεί, αφού πολλές επιχειρήσεις κλείνουν.
Ένα πράγμα που οι αναρχικοί δεν έχουν καταλάβει σε σχέση με το σύστημα, και αυτό είναι μια κακή νοοτροπία γιατί την ανάλυση για το πώς λειτουργεί ο καπιταλισμός την αφήνουν στους μαρξιστές, είναι ότι οι τράπεζες ιδιαίτερα σε ένα παγκοσμιοποιημένο κόσμο είναι ο βασικότερος πυλώνας του διεθνούς καπιταλιστικού συστήματος.
Οι διεθνείς τραπεζικοί κολοσσοί είναι αυτοί που κατέχουν το μεγαλύτερο μέρος του παγκόσμιου πλούτου και ελέγχουν το μεγαλύτερο μέρος της παγκόσμιας βιομηχανίας και του εμπορίου γιατί συμμετέχουν και είναι μεγαλομέτοχοι στα μεγαλύτερα βιομηχανικά και εμπορικά συγκροτήματα.
Γι’ αυτό ακριβώς αυτή η κρίση είναι η σοβαρότερη από τις προηγούμενες γιατί όχι μόνο ξεκίνησε και χτύπησε το καπιταλιστικό κέντρο, τις Η.Π.Α και την Ευρώπη αλλά και γιατί συνέβη σε συνθήκες παγκοσμιοποίησης όπου όλες οι λειτουργίες του συστήματος, από τον τραπεζικό τομέα, το εμπόριο, τη βιομηχανία είναι άρρηκτα συνδεδεμένες και αλληλοεξαρτώμενες μεταξύ τους και άρα όταν θα παρουσιαστούν προβλήματα σε έναν τομέα θα επηρεαστούν και οι υπόλοιποι τομείς.
Η σημερινή κρίση ξεκίνησε από τις ΗΠΑ από τραπεζικά ιδρύματα που έδιναν στεγαστικά δάνεια σε φτωχούς που ήταν αμφίβολο αν μπορούσαν να τα ξεπληρώσουν, μετά αυτά τα δάνεια τιτλοποιήθηκαν και αγοράστηκαν ως κερδοφόρα και από άλλες τράπεζες και έτσι ο πιστωτικός κίνδυνος επεκτάθηκε και πολλές μεγάλες τράπεζες στην Ευρώπη και στην Αμερική είχαν εκτεθεί όπως η J.P.Morgan, η Citibank, η Barkleys, η HSBC, η Leaman Brothers, η BNP Paribas, και όταν κατέρρευσε η Leaman Brothers η κρίση διεθνοποιήθηκε, πέρασε στην Ευρώπη.
Στην προκήρυξη με την οποία τον Μάρτιο του 2009 είχαμε αναλάβει τις επιθέσεις στη Citibank είχαμε κάνει μια ιστορική ανασκόπηση και ανάλυση όπου λέγαμε ότι η σημερινή κρίση ήταν η τελευταία στην αλυσίδα μιας σειράς κρίσεων που ξεκινούν από την δεκαετία του ’70, την κρίση του στασιμοπληθωρισμού το ’73 που ήταν η αφορμή για το πέρασμα από το μοντέλο της κρατικής παρέμβασης στην οικονομία που έχει ως βάση τα έθνη – κράτη στον νεοφιλελευθερισμό που έσπασε το κεφάλαιο τα εθνικά σύνορα και ακολούθησαν η κρίση χρέους των τραπεζών το 1982 όπου χώρες του Τρίτου Κόσμου όπως της υποσαχάριας Αφρικής και της Λατινικής Αμερικής δεν μπορούσαν να ξεπληρώσουν δάνεια προς τους τραπεζικούς κολοσσούς, ακολούθησε το κραχ της Wall Street το ’87, η κρίση των εταιριών νέας τεχνολογίας της δεκαετίας του ’90 και η περιφερειακή κρίση της Ν.A Ασίας του 1997 που κατέρρευσαν οι οικονομίες των λεγόμενων «ασιατικών τίγρεων», δηλαδή η Ινδονησία, η Ταϋλάνδη, η Μαλαισία, κρίση η οποία μεταδόθηκε στη Νότια Koρέα, τη Ρωσία κ.λ.π.
Μετά από κάθε κρίση το κεφάλαιο ψάχνει άλλους τρόπους για επενδύσεις για άντληση κερδών.
Η τελευταία του επιλογή ήταν αυτή των αμερικανικών τραπεζών να δώσουν επισφαλή δάνεια την δεκαετία του 2000 σε φτωχούς δανειολήπτες για απόκτηση στέγης που ήταν αμφίβολο αν θα μπορέσουν να ξεπληρώσουν.
Αυτό σε συνθήκες έξαρσης της παγκοσμιοποίησης αποτέλεσε και την θρυαλλίδα που προκάλεσε την σημερινή κρίση η οποία είναι σοβαρότερη από τις προηγούμενες όπως του κραχ του ’29 που έχει μείνει στην ιστορία.
Ο Επαναστατικός Αγώνας πρόβλεψε το 2009 την πολιτική που θα ακολουθούσαν οι κυβερνήσεις για την αντιμετώπιση της κρίσης και ότι οι συνέπειες αυτής της πολιτικής θα ήταν το τέλος της κοινωνικής ανοχής ή συναίνεσης που ίσχυε την προηγούμενη περίοδο της ‘‘ευημερίας’’, δηλαδή προ του 2008, δηλαδή προέβλεψε ουσιαστικά την απονομιμοποίηση του συστήματος από την κοινωνική πλειοψηφία.
Το 2009 προβλέψαμε αυτά που έγιναν το 2010 – 2012.
Όμως πέρα από το ότι στις προκηρύξεις της καμπάνιας των επιθέσεων του 2009 μιλάγαμε για την κρίση, τις συνέπειές της και τα μέτρα που θα έπαιρναν οι ελληνικές κυβερνήσεις, θέσαμε με ρεαλιστικούς και υλικούς όρους την προοπτική της Κοινωνικής Επανάστασης στην Ελλάδα, την ανατροπή του κεφαλαίου και του κράτους γιατί πιστεύουμε ότι η κρίση άνοιγε μια ευκαιρία για μια επαναστατική απόπειρα καθώς δημιούργησε τις απαραίτητες προϋποθέσεις, τις αντικειμενικές συνθήκες που δεν είναι άλλες από την απαξία εκ μέρους της κοινωνικής πλειοψηφίας του συστήματος της αντιπροσωπευτικής ‘‘δημοκρατίας’’, των κομμάτων, γενικά του συστήματος. Και ήμασταν οι μοναδικοί δυστυχώς που θέσαμε μια τέτοια προοπτική.
Ο α/α χώρος συνολικά το 2009 – 2010 δεν κατάλαβε τίποτα από αυτά που συνέβαιναν και δεν έθεσε κανένα στόχο και καμία προοπτική επαναστατική.
Η αιτία γι’ αυτό είναι, για να το πω με απλά λόγια και κάνοντας και έναν απολογισμό γιατί έχουν περάσει και αρκετά χρόνια από τότε, είναι ότι ο χώρος δεν πιστεύει πραγματικά στην Κοινωνική Επανάσταση, δεν πιστεύει στην προοπτική ενός κοινωνικού επαναστατικού μετασχηματισμού.
Γενικότερα πιστεύω ότι τα αντιεξουσιαστικά κινήματα όχι μόνο στην Ελλάδα αλλά και σε διεθνές επίπεδο έχουν διολισθήσει σε έναν εναλλακτισμό βάσει του οποίου δεν έχει καμία σημασία μια σύγκρουση με την κεντρική εξουσία που είναι το Κράτος αλλά σημασία έχει η δημιουργία αυτοοργανωμένων ή αυτοδιαχειριζόμενων δομών που θα συνυπάρχουν με το κράτος και την οικονομία της αγοράς, η προοπτική σύμφωνα με αυτή τη θεωρία είναι να πολλαπλασιαστούν, να δημιουργήσουν «νησίδες ελευθερίας» οι οποίες θα περικυκλώσουν το κράτος και την οικονομία της αγοράς και θα τα υπονομεύσουν.
Δεν έχει καμιά σημασία μια επανάσταση κλασικού τύπου, μια επανάσταση με καθολικούς όρους, μια έφοδος για την κατάληψη των κέντρων αποφάσεων της οικονομικής και της πολιτικής εξουσίας αλλά θα έλεγα κατά την δική μου έκφραση ένας life style αναρχισμός, η διαρκής εξέγερση, η ‘‘επανάσταση της καθημερινής ζωής’’, ιδέες δανεισμένες από τους καταστασιακούς και τον Μάη του’68, η υπαρξιστική αναζήτηση του ατόμου.
Αυτές οι ιδέες μορφοποιήθηκαν την δεκαετία του ’70 από διανοούμενους όπως ο Φουκώ και ονομάζονται μετααναρχικές και μεταδομιστικές. Δεν είναι θέμα υιοθέτησης μέσων αγώνα πιο δυναμικών, είναι θέμα πολιτικής βούλησης.
Ακόμα και η εξεγερσιακή τάση του αναρχισμού από την οποία προέρχεται ο αναρχο-ατομικιστικός – μηδενιστικός χώρος, τάση που υιοθετεί δυναμικές μορφές αγώνα όπως το ένοπλο όπως λέει το όνομά της δεν είναι επαναστατική τάση, ακριβώς λέγεται εξεγερσιακή γιατί δεν θέτει ως ζητούμενο την επαναστατική ανατροπή του καθεστώτος αλλά την υπαρξιστική ατομικιστική εξέγερση του ατόμου ενάντια στην εξουσία, δεν θέτει ως ζητούμενο την Κοινωνική Επανάσταση που είναι αιχμή ενός πιο ’‘κλασικού’’ αναρχισμού όπως έχει εκφραστεί ιστορικά π.χ στον Μεσοπόλεμο.
Θα έλεγα ότι η εξεγερσιακή τάση του αναρχισμού είναι ένα είδος ένοπλου εναλλακτισμού, κατά την γνώμη μου είναι αδιέξοδη και έχει δείξει τα όριά της.
Ακριβώς γιατί θέσαμε ως Επαναστατικός Αγώνας από το 2009 την προοπτική για μια Κοινωνική Επανάσταση στην Ελλάδα αφού κατ’ εμάς η κρίση άνοιγε μια ευκαιρία για μια τέτοια προοπτική, θέσαμε μέσα από τις προκηρύξεις του 2009, το ζήτημα της οργάνωσης ενός επαναστατικού κινήματος που θα έχει θέσεις και προτάσεις και θα έχει απαραίτητα στις στοχεύσεις του τον ένοπλο αγώνα για να πραγματώσει την κοινωνική επανάσταση και να δημιουργήσει μια κοινωνία οικονομικής και πολιτικής ισότητας και ελευθερίας, την αταξική ακρατική κοινωνία.
Αυτό το κάναμε και μετά τις συλλήψεις του 2010 όπου μέσα από την φυλακή εξακολουθούσαμε ως οργάνωση με κείμενα να θέτουμε στον α/α χώρο και στην κοινωνία την προοπτική της επανάστασης ως απάντηση στην κρίση και στις πολιτικές αντιμετώπισής της και την προοπτική ενός κινήματος που θα αποπειραθεί την ανατροπή.
Και αυτό το κάναμε γιατί αναλάβαμε την πολιτική ευθύνη της συμμετοχής μας στην οργάνωση τον Απρίλιο του 2010, πράγμα που ήταν η πρώτη φορά που οργάνωση αντάρτικου στην Ελλάδα το έκανε αυτό.
Και όπως είπαμε σε ένα κείμενο από την φυλακή τον Νοέμβριο του 2010, η ανάληψη ευθύνης μας παρείχε το πλεονέκτημα να μπορούμε να αρθρώνουμε τον λόγο του Επαναστατικού Αγώνα όπως και πριν τις συλλήψεις, αυτή τη φορά επώνυμα και με ακάλυπτο πλέον πρόσωπο, να προωθούμε τον λόγο της οργάνωσης χωρίς πολιτικές αναστολές και φόβο κάτι που δεν θα μπορούσαμε να το κάνουμε αν το παίζαμε ‘‘αθώοι’’ ή αν λέγαμε ότι πέσαμε θύμα ‘‘σκευωρίας’’ ή μεθόδευσης. Γι’ αυτό και στα δικαστήρια είμαστε οι μοναδικοί που μιλάμε – η συντρόφισσα Ρούπα και εγώ – υπερασπιζόμενοι την δράση της οργάνωσης, τον ένοπλο αγώνα χωρίς να φοβόμαστε τις συνέπειες γνωρίζοντας όπως έχουν αποδείξει και τα γεγονότα ότι θα πληρώσουμε βαρύ αντίτιμο για την πολιτική συνέπειά μας.
Θα θυμίσω τι είχα πει σε μια εκδήλωση του χώρου τον Φλεβάρη του 2011, όταν ήμουν κρατούμενος τον Φλεβάρη, σε μια εκδήλωση της Συνέλευσης Αλληλεγγύης Ηρακλείου Κρήτης μιλώντας για τον α/α χώρο ο οποίος θα όφειλε να αδράξει την ευκαιρία που ανοίγεται λόγω της κρίσης, είχα πει: ‘‘Αυτή τη στιγμή ο α/α χώρος μέσα στη σημερινή συγκυρία δείχνει ανέτοιμος να σταθεί αντάξιος των περιστάσεων.
Υπάρχει μεγάλη ιστορική ευκαιρία να εκμεταλλευτούμε την ανυποληψία, την απονομιμοποίηση του συστήματος και την έλλειψη συναίνεσης της κοινωνικής πλειοψηφίας απέναντι στο σύστημα έτσι ώστε να προωθήσουμε την ανατροπή και την κοινωνική επανάσταση. Για να γίνει όμως αυτό πρέπει να κάνουμε σοβαρές και σημαντικές υπερβάσεις γιατί αλλιώς θα μείνουμε θεατές των γεγονότων ή θα αφήσουμε να εδραιωθεί ο νέος ‘‘ολοκληρωτισμός’’. Αυτό είχα πει τότε το 2011.
Δυστυχώς παρά τις προειδοποιήσεις του Επαναστατικού Αγώνα από το 2009 – 2011, όλοι μπορούν να διαπιστώσουν και ειδικά μετά το 2012 λένε ότι ο α/α χώρος έχασε μια ιστορική ευκαιρία το διάστημα 2010 – 2012, μετά την ήττα των λαϊκών κινητοποιήσεων εκείνης της περιόδου.
Και θα ήταν υποκρισία να ρίξουμε την ευθύνη στην κοινωνία όταν οι αναρχικοί δεν έκαναν αυτό που έπρεπε.
Ο α/α χώρος δεν ήταν ένας επαναστατικός χώρος, ήταν και εξακολουθεί να είναι ένας χώρος εναλλακτισμού, αρνήθηκε να εξελιχθεί μέσα σ’ αυτή την περίοδο σε ένα επαναστατικό κίνημα, αρνήθηκε να συγκροτήσει πολιτικές θέσεις και προτάσεις που να μπορούν να κοινωνικοποιηθούν, δεν είχε την πολιτική βούληση να κάνει καμία επανάσταση, καμία επαναστατική απόπειρα γιατί δεν πίστευε και δεν πιστεύει σε καμιά επανάσταση και γι’ αυτό δεν είναι διατεθειμένος να ρισκάρει τα πάντα στον αγώνα για ελευθερία, όπως το να ρισκάρει μια ένοπλη αντιπαράθεση με το καθεστώς για να το ανατρέψει, να χύσει το αίμα του γι’ αυτό. Γιατί έτσι γίνονται οι αγώνες.
Εκτιμώ ότι η αιτία της ήττας των κινητοποιήσεων του 2010 – 2012 ήταν η έλλειψη μιας οργανωμένης επαναστατικής δύναμης που θα παρέμβαινε μέσα στα γεγονότα του 2010 – 2012 και δεν εννοώ παρέμβαση απλώς μόνο τη σύγκρουση με τα ΜΑΤ μπροστά στη βουλή όταν χιλιάδες λαού προσπάθησαν να εισβάλλουν στη βουλή αλλά γενικότερα την εκτροπή της οργής, της δυσαρέσκειας και της αγανάκτησης των λαϊκών μαζών προς μια επαναστατική ανατροπή.
Αυτό θα προϋπέθετε την ύπαρξη πολιτικών θέσεων και την πολιτική βούληση για μια ένοπλη κατάληψη των κέντρων αποφάσεων της οικονομικής και πολιτικής εξουσίας, του κοινοβουλίου, των υπουργείων, των τραπεζών, της Τράπεζας της Ελλάδας και άλλων δομών της εξουσίας.
Η θέση του Επαναστατικού Αγώνα είναι ότι η μόνη απάντηση στην κρίση είναι η Κοινωνική Επανάσταση και αυτό βγαίνει μέσα από την ανάλυση που έχει αποτυπωθεί στις προκηρύξεις της οργάνωσης ότι οι κρίσεις είναι δομικό στοιχείο του καπιταλισμού, ότι αιτία της σημερινής κρίσης είναι η ίδια η ύπαρξη του καπιταλισμού και όχι ο νεοφιλελευθερισμός όπως πιστεύουν στον ΣΥΡΙΖΑ αλλά και αρκετοί αναρχικοί, άρα η απάντηση δεν είναι ούτε η επιστροφή σε ένα σοσιαλδημοκρατικό μοντέλο κρατικής παρέμβασης στην οικονομία που ευαγγελιζόταν ο ΣΥΡΙΖΑ πριν το 2015, ούτε η υιοθέτηση ενός κρατικιστικού μοντέλου κεντρικής σχεδιοποίησης της οικονομίας κατά το παράδειγμα της Σοβιετικής Ένωσης, αλλά η άμεση καταστροφή του Κράτους και η δημιουργία της ακρατικής αταξικής κοινωνίας, μια συνομοσπονδία κοινοτήτων, κομμούνων, εργατικών συμβουλίων.
Δεν μπορούμε να ρίχνουμε τα αίτια της ήττας αποκλειστικά στην κοινωνία που δεν εξεγέρθηκε γιατί τα ευρύτερα λαϊκά στρώματα αυτό που εδώ και δεκαετίες γνωρίζουν είναι το υπάρχον σύστημα με τους κοινωνικούς και ταξικούς διαχωρισμούς, την πελατειακή σχέση με το κράτος, τα κόμματα, το σύστημα της διαμεσολάβησης και της ανάθεσης στους επαγγελματίες πολιτικούς. Δεν γνωρίζει τίποτα άλλο εκτός απ’ αυτά.
Δεν γνωρίζει τι σημαίνει άμεση δημοκρατία, το να αναλαμβάνουν οι ίδιοι οι άνθρωποι, οι πολίτες την διαχείριση των κοινωνικών υποθέσεων κάτι που έρχεται σε αντίθεση με το κράτος ως συγκεντρωτικό μηχανισμό εξουσίας.
Απέναντι στην πρωτοφανή επίθεση του κεφαλαίου και του κράτους μέσα από τις πολιτικές που υπαγορεύουν οι μνημονιακές συμβάσεις, αυτό που ζητούσε η πλειοψηφία αυτών που διαδήλωναν και συγκρούονταν το διάστημα 2010 – 2012 ήταν να επιστρέψει το σύστημα στις προ του 2008 συνθήκες, όταν το σύστημα λειτουργούσε, οι τράπεζες δίνανε δάνεια, υπήρχε το κράτος πρόνοιας.
Όμως κάτι τέτοιο είναι αδύνατο λόγω της δυναμικής του συστήματος να επιβιώσει και αυτό το κάνει περνώντας πάνω από τους ανθρώπους, εκκαθαρίζοντας με οικονομικά μέσα ένα τουλάχιστον τμήμα του πληθυσμού που το θεωρεί άχρηστο και πλεονάζον.
Άρα το δίλημμα είναι το Καπιταλισμός ή Επανάσταση και αυτό ήταν κάτι που ο α/α χώρος έπρεπε να το θέσει αλλά δεν είχε ούτε την πολιτική βούληση να το κάνει και ειδικά τώρα το βλέπουμε ξεκάθαρα όταν έχει επέλθει η κοινωνική ήττα και η ηττοπάθεια μετά το 2012.
Επειδή όμως στην πολιτική δεν υπάρχει κενό, αφού ο χώρος αρνήθηκε να κάνει αυτό που έπρεπε, να εξελιχτεί σε ένα πρωτοποριακό επαναστατικό κίνημα έτσι ώστε να παρέμβει μέσα σε αυτήν την περίοδο των 2 χρόνων όταν οι λαϊκές μάζες ήταν στο δρόμο και ήταν διατεθειμένες να ακούσουν κάτι διαφορετικό απ’ αυτό που έλεγαν τα συστημικά κόμματα, το κενό αυτό το κάλυψαν αφ’ ενός ο ΣΥΡΙΖΑ που στις εκλογές του 2012 έγινε αξιωματική αντιπολίτευση και το 2015 ανέλαβε την εξουσία και αφ’ ετέρου η Χρυσή Αυγή που στις εκλογές του 2012 μπήκε για πρώτη φορά στη βουλή ως 4ο κόμμα και από το 2015 και μετά είναι σταθερά 3ο κόμμα.
Αυτές οι διαφορετικές πολιτικές δυνάμεις κατάφεραν να κεφαλαιοποιήσουν την οργή, την δυσαρέσκεια και την αγανάκτηση των λαϊκών μαζών μετά το 2010 ελέω απουσίας, αυτό που είπα προηγουμένως, των επαναστατικών δυνάμεων που θα μπορούσαν να κεφαλαιοποιήσουν τη λαϊκή οργή.
Ειδικά ο ΣΥΡΙΖΑ ήταν αυτός που εδώ και δύο χρόνια ανέλαβε να διαχειριστεί την ήττα των κοινωνικών και λαϊκών κινητοποιήσεων του 2010 – 2012 και ένα κομμάτι του α/α χώρου που τα τελευταία χρόνια έχει βγει στο προσκήνιο και προβάλλονταν και ως οι πιο ‘‘σοβαρές και οργανωμένες δυνάμεις’’ έγιναν ουρά του ΣΥΡΙΖΑ.
Να θυμίσω μάλιστα ότι η κυβέρνηση ΣΥΡΙΖΑ και ειδικά το υπουργείο Δημοσίας Τάξης έκανε απόπειρα διαλόγου με ορισμένους απ’ αυτούς οι οποίοι είχαν δηλώσει ότι δεν θα κάνουν διαδήλωση ενάντια στον ΣΥΡΙΖΑ ενώ κάποιοι άλλοι έριχναν νερό στον μύλο του ΣΥΡΙΖΑ όταν έκαναν αντισυγκεντρώσεις στους ‘‘ΜΕΝΟΥΜΕ ΕΥΡΩΠΗ’’ με αφορμή το δημοψήφισμα του ΣΥΡΙΖΑ ο οποίος το ΟΧΙ του 62% όσων ψήφισαν στο δημοψήφισμα το μετέτρεψε σε ΝΑΙ.
Είναι γνωστό ότι πολλοί στον α/α χώρο έχουν ψηφίσει ΣΥΡΙΖΑ και το 2012 και το 2015 και θα ξαναψηφίσουν και αυτό αποδεικνύει περίτρανα την πολιτική χρεοκοπία κομματιών του α/α χώρου αφού επένδυσαν πολιτικά στην ανάληψη της εξουσίας από τον ΣΥΡΙΖΑ.
Αντίθετα ο Επαναστατικός Αγώνας που επανεργοποιήθηκε το 2014 με την επίθεση στο παράρτημα της ΕΚΤ, την Διεύθυνση Εποπτείας της Τράπεζας της Ελλάδας που είναι και το γραφείο του μόνιμου αντιπροσώπου του Δ.Ν.Τ στην Ελλάδα που στεγαζόταν στο ίδιο κτίριο στο Σύνταγμα, προέβλεψε στην προκήρυξη με την οποία ανέλαβε την ευθύνη για την επίθεση αυτή, την εξέλιξη του ΣΥΡΙΖΑ που τότε το έπαιζε ένα αντιμνημονιακό κόμμα, ότι αν αναλάβει την εξουσία, ότι θα συνεχίσει την πολιτική των προκάτοχων κυβερνήσεων και θα συνεχίσει τις μνημονιακές πολιτικές.
Η ψήφιση του 3ου μνημονίου το καλοκαίρι του 2015 λίγο μετά το ΟΧΙ του 62% του λαού στις απαιτήσεις των δανειστών διέλυσε τις αυταπάτες όσων καιροσκοπικά επένδυσαν στην διακυβέρνηση του ΣΥΡΙΖΑ και επαναβεβαίωσε για μια ακόμα φορά αυτά που λέγαμε ως οργάνωση.
Επίσης στην προκήρυξη με την οποία αναλάβαμε την ευθύνη για την επίθεση στην Τράπεζα της Ελλάδας όχι μόνο προβλέψαμε ότι ο ΣΥΡΙΖΑ θα συνεχίσει τις μνημονιακές πολιτικές –και εκ των πραγμάτων είναι η χειρότερη από τις μνημονιακές κυβερνήσεις τις προηγούμενες –αλλά και εξηγήσαμε για ποιο λόγο θα γίνει αυτό.
Γιατί είναι μη ρεαλιστικές και ανεφάρμοστες οι εξαγγελίες του οι προεκλογικές πριν το 2015 για μια σοσιαλδημοκρατική πολιτική, για μια κρατική παρέμβαση στην οικονομία προς όφελος των φτωχών και των εργαζομένων, προς όφελος των κοινωνικά αδυνάτων.
Γιατί δεν μπορούν να εφαρμοστούν πολιτικές προστατευτισμού σε ένα παγκοσμιοποιημένο περιβάλλον από μία μάλιστα υπανάπτυκτη βιομηχανικά και παραγωγικά χώρα όπως η Ελλάδα η οποία δεν είναι ούτε αυτάρκης και εξαρτιέται από τις εισαγωγές.
Για εμάς τον Επαναστατικό Αγώνα πέρα από την διγλωσσία του ΣΥΡΙΖΑ που από τη μια έλεγε ότι θα σκίσει το μνημόνιο και απ’ την άλλη ότι θα το επαναδιαπραγματευτεί, πέρα από το ότι διακήρυττε την προσήλωσή του στην Ευρωπαϊκή Ένωση αλλά υπήρχε και μια τάση που μιλούσε για υιοθέτηση της δραχμής –αυτή η τάση τώρα έχει πάει στη ΛΑΕ–, ήταν απολύτως φυσιολογικό ότι ο ΣΥΡΙΖΑ αν γινόταν κυβέρνηση θα συνέχιζε τις μνημονιακές πολιτικές και θα έπαιρνε νεοφιλελεύθερα μέτρα. Και η ιστορία δεν μας διέψευσε καθόλου.
Για μας αν δεν υπάρξει ρήξη, αν δεν υπάρξει ανατροπή και επανάσταση, δεν θα αλλάξει τίποτα. Μάλιστα τα πράγματα θα γίνουν ακόμα πιο χειρότερα.
Επίσης στην ίδια προκήρυξη του 2014 για την Τράπεζα της Ελλάδας είχαμε συμπυκνώσει ποιες θα έπρεπε να είναι οι πολιτικές γραμμές, οι πολιτικές θέσεις που θα έπρεπε να έχει ένα επαναστατικό κίνημα στην εποχή μας και αφορούσε αφ’ ενός το χρέος, την άρνηση του χρέους που ήταν η αιτία για τα μνημόνια, τη ρήξη με την ΟΝΕ και την Ευρωπαϊκή Ένωση και αφ’ ετέρου την απαλλοτρίωση της περιουσίας του κεφαλαίου και του κράτους και την κοινωνικοποίησή τους αλλά και την καταστροφή του κράτους και την ανάληψη της διαχείρισης όλων των κοινωνικών υποθέσεων από τον λαό και τους εργαζόμενους από μια συνομοσπονδιακή οργάνωση αμεσοδημοκρατικού χαρακτήρα που θα περιλαμβάνει δήμους, κοινότητες, κομμούνες, λαϊκές συνελεύσεις, συμβούλια εργαζομένων που θα αντικαταστήσει το συγκεντρωτικό σύστημα του κοινοβουλευτισμού που ονομάζεται αστική δημοκρατία.
Αυτό είναι στην πραγματικότητα η ακρατική αταξική κοινωνία.
Αυτές οι επαναστατικές πολιτικές θέσεις,- η πλατφόρμα που λέγαμε εμείς – είναι βγαλμένες μέσα από την ιστορική αναρχική παράδοση προσαρμοσμένες στη σημερινή πραγματικότητα και θα μπορούσα να πω ότι είναι αρκετά ολοκληρωμένες και σαφείς όσον αφορά τα προβλήματα της εποχής μας και δεν επικεντρώνονται απλώς σε κάποιες πτυχές του σημερινού συστήματος όπως είναι η ΟΝΕ, το θέμα του νομίσματος, το δίλημμα ευρώ ή δραχμή ή το ζήτημα της Ευρωπαϊκής Ένωσης, το δίλημμα παραμονή ή έξοδος από την Ε.Ε.
Γιατί η επικέντρωση σε αυτά τα ζητήματα, στο θέμα του νομίσματος ή της Ευρωπαϊκής Ένωσης και τα διλήμματα που έχουν μπει κατά καιρούς για αυτά, αποπροσανατολίζουν στην πραγματικότητα την κοινωνία, τον α/α χώρο και τον ευρύτερο αντικαπιταλιστικό χώρο πάνω σε ποια κατεύθυνση πρέπει να πάρει ο αγώνας.
Όσον αφορά το θέμα της Ευρωπαϊκής Ένωσης, έχει ήδη αποδειχτεί από την εξέλιξη των γεγονότων ότι ο αντιευρωπαϊσμός από μόνος του, η έξοδος μιας χώρας από την Ε.Ε δεν σημαίνει ούτε έχει καμία σχέση με την επανάσταση και την ανατροπή του καπιταλισμού, δηλαδή δεν έχει καν αντικαπιταλιστική κατεύθυνση.
Αντιευρωπαϊστές είναι ένα συνοθύλευμα διαφορετικών πολιτικών τάσεων, από την φασιστική άκρα δεξιά μέχρι τα υπολείμματα της αριστεράς που επικαλούνται μια κλασική αντιιμπεριαλιστική ρητορική των αρχών του 20ου αιώνα που όμως δεν έχει καμία σχέση με τις συνθήκες σήμερα.
Και στην πραγματικότητα αυτή τη στιγμή αυτοί που κυριαρχούν στην αντιευρωπαϊκή ρητορική, που προωθούν την έξοδο των χωρών τους από την Ευρωπαϊκή Ένωση, αυτοί που ηγούνται αυτή τη στιγμή της αντιπαγκοσμιοποίησης δεν είναι κάποια αντιιμπε-ριαλιστική αριστερά ούτε ο α/α χώρος που παλιά τα προηγούμενα χρόνια έπαιξε καθοριστικό ρόλο στο Σιάτλ το ’99, στη Πράγα το ‘00 στο συνέδριο του Δ.Ν.Τ, στη Γένοβα το ’01 στη συνάντηση του G8, στη Θεσσαλονίκη το 2003 στη σύνοδο κορυφής της Ε.Ε, αλλά οι ακροδεξιοί, όπως αυτοί που προώθησαν το δημοψήφισμα που έβγαλε τη Βρετανία από την Ευρωπαϊκή Ένωση, το Εθνικό Μέτωπο της Μαρί Λεπέν που βγήκε δεύτερη στις πρόσφατες γαλλικές εκλογές και να μην εκπλαγεί κανείς αν στις επόμενες εκλογές βγει πρώτη, η Εναλλακτική για την Γερμανία, η Χρυσή Αυγή στην Ελλάδα και άλλοι. Αυτοί είναι που ηγούνται της αντιπαγκοσμιοποίησης σήμερα και έχουν όλοι αντιευρωπαϊκή ρητορική.
Αποδεικνύει ότι απλώς και μόνο η έξοδος από την Ευρωπαϊκή Ένωση χωρίς να συνοδεύεται από άλλες κατευθύνσεις όσον αφορά τον αγώνα, δεν σημαίνει τίποτα το αντικαπιταλιστικό, τίποτα το επαναστατικό, αποδεικνύει μια τάση για προστατευτισμό από τμήματα των ελίτ στις ισχυρές ανεπτυγμένες χώρες – και η εκλογή Τράμπ στις Η.Π.Α εκφράζει αυτή την τάση -, αποδεικνύει ότι υπάρχουν τάσεις που επιθυμούν έναν καπιταλισμό που να βασίζεται περισσότερο στο έθνος – κράτος κάτι που έρχεται σε αντίθεση με την παγκοσμιοποίηση και το υπερεθνικό οικοδόμημα της Ε.Ε.
Άρα δεν χρειάζεται να φτιαχτεί ένα κίνημα που να έχει αποκλειστικά ως αιχμή την Ευρωπαϊκή Ένωση αφού η ίδια η οικονομική κρίση που συγκλονίζει την Ευρωπαϊκή Ένωση από το 2008 και μετά αλλά και η αποσταθεροποίηση που έχει προκαλέσει ο πόλεμος κατά της ‘‘τρομοκρατίας’’ στη Μ. Ανατολή και το τεράστιο κύμα των προσφύγων έχουν ενισχύσει τις φυγόκεντρες τάσεις μέσα στην Ευρωπαϊκή Ένωση.
Εδώ λοιπόν κατά τη γνώμη μου έχει αποδειχτεί η πολιτική ανεπάρκεια και η πολιτική χρεοκοπία όσων έχουν ως στόχο και ως αιχμή αποκλειστικά την Ευρωπαϊκή Ένωση ακόμα και ως καιροσκοπική τακτική.
Οι ίδιες οι εξελίξεις στην Ελλάδα και την Ευρώπη έχουν δικαιώσει τις θέσεις του Επαναστατικού Αγώνα που διατυπώθηκαν στην πλατφόρμα του 2014 και θεωρώ ότι εξακολουθούν και παραμένουν επίκαιρες.
Το γεγονός ότι στην Ευρώπη αυτοί που ηγούνται της τάσης ενάντια στην παγκοσμιοποίηση είναι αυτή τη στιγμή οι ακροδεξιοί, αυτό οφείλεται στην ίδια αιτία της ανόδου της ακροδεξιάς στην Ελλάδα από το 2010 και μετά, το ότι ο α/α χώρος δεν ήθελε ή απέτυχε να παίξει το ρόλο που έπρεπε, έτσι και στην Ευρώπη το ίδιο ισχύει το ότι δεν υπάρχουν σοβαρές επαναστατικές αντικαπιταλιστικές δυνάμεις ή και αναρχικά κινήματα που να εκμεταλλευτούν πολιτικά την οργή και την δυσαρέσκεια των λαών ενάντια στην πολιτική της Ευρωπαϊκής Ένωσης και των κυβερνήσεων με αποτέλεσμα αυτό να το εκμεταλλευτούν οι ακροδεξιοί εθνικιστές αντιευρωπαϊστές.
Γιατί όπως είπα και είναι γνωστό στην πολιτική δεν υπάρχει κενό. Αν δεν μπορούσαμε να το καταλάβουμε εμείς αυτό το κενό θα το καταλάμβαναν άλλοι και αυτοί ήταν οι ακροδεξιοί εθνικιστές αντιευρωπαϊστές.
Αυτή την στιγμή η Ευρωπαϊκή Ένωση έχει ήδη αλλάξει από την μορφή που γνωρίζαμε μέχρι τώρα. Η αναθεώρηση της συνθήκης Σέγκεν, οι φράκτες και τα τείχη που έχουν κατασκευαστεί στα σύνορα κάποιων χωρών μελών-κρατών για να εμποδίσουν το κύμα των προσφύγων και των μεταναστών αποδεικνύει μια αισθητή αλλαγή.
Επίσης η πιθανότητα της υιοθέτησης διπλού νομίσματος, ευρώ για τις κεφαλαιαγορές, τα δάνεια και τα χρέη των δανειοληπτών χωρών και ενός εθνικού νομίσματος για την εσωτερική αγορά ανταποκρίνεται στο διαφαινόμενο σενάριο μιας Ευρώπης δύο ταχυτήτων όπου καταχρεωμένες χώρες όπως η Ελλάδα και άλλες χώρες του ευρωπαϊκού νότου εκχωρούν την εξουσία τους και μετατρέπονται σε προτεκτοράτα των ανεπτυγμένων χωρών της κεντρικής Ευρώπης.
Η Ελλάδα είναι ήδη εδώ και χρόνια προτεκτοράτο.
Και ένα τέτοιο σενάριο το οποίο είναι πολύ πιθανό θα επιδεινώσει ακόμα περισσότερο τις συνέπειες των πολιτικών αντιμετώπισης της κρίσης όπως την ευθανασία και εκκαθάριση τμημάτων του πληθυσμού στην Ελλάδα.
Κάποια πράγματα σε σχέση με την στρατηγική των επιθέσεων του Επαναστατικού Αγώνα από το 2009 και μετά.
Ενώ μέχρι το 2007 οι ενέργειες της οργάνωσης είχαν ένα πιο συμβολικό χαρακτήρα καταδεικνύοντας τα χαρακτηριστικά του συστήματος την εποχή της έξαρσης της παγκοσμιοποίησης – πόλεμος κατά της τρομοκρατίας, νεοφιλελεύθερες μεταρρυθμίσεις -, μετά το ξέσπασμα της κρίσης η οργάνωση προχώρησε σε μεγάλης κλίμακας επιθέσεις με παγιδευμένα αυτοκίνητα με μεγάλη ποσότητα εκρηκτικών – κάτι που είναι καινοτομία του Επαναστατικού Αγώνα -, όπως οι επιθέσεις κατά του Χρηματιστηρίου Αθηνών, κατά της Τράπεζας της Ελλάδας και στο γραφείο του μόνιμου αντιπροσώπου του Δ.Ν.Τ, η απόπειρα κατά των κεντρικών γραφείων της Citibank.
Κατά την εκτίμησή μας εφόσον η κρίση μετά το 2008 – ’09 θα έκανε αφ’ ενός το σύστημα στην Ελλάδα πιο ευάλωτο και αδύναμο και αφ’ ετέρου επειδή λόγω των πολιτικών αντιμετώπισής της θα προκαλούσε την απαξία της κοινωνικής πλειοψηφίας και θα ανοιγόταν μια ευκαιρία για την αποσταθεροποίηση και την υπονόμευση του συστήματος θεωρήσαμε ότι ως ένοπλη επαναστατική οργάνωση θα πρέπει να χτυπήσουμε βασικές δομές του συστήματος, τα πιο ευάλωτα μέρη του όπως είναι οι τράπεζες για παράδειγμα, η κεντρική τράπεζα, το χρηματιστήριο με σκοπό την περαιτέρω αποσταθεροποίηση και υπονόμευσή του.
Τη στιγμή που το σύστημα βρισκόταν το 2009 – ’10 στο χείλος της οικονομικής κατάρρευσης και χρεοκοπίας τη στιγμή που η ελληνική οικονομία έχει μετατραπεί σε έναν επενδυτικό σκουπιδότοπο όπου οι τράπεζες ως βασικοί πυλώνες της οικονομίας ήταν και παραμένουν χρεοκοπημένες, μια καμπάνια επιθέσεων μεγάλης κλίμακας στις δομές του συστήματος που είναι ιδιαίτερα ευάλωτες και αδύναμες, θα προκαλούσε περισσότερη αποσταθεροποίηση και θα έφερνε την κατάρρευση και την χρεοκοπία εμποδίζοντας την πολιτική διάσωσης του συστήματος μέσω των μνημονίων.
Αυτό θα ήταν μια ρεαλιστική προοπτική το 2010 – 2011 όταν υπήρχαν οι μεγάλες λαϊκές κινητοποιήσεις εκείνη την περίοδο ενάντια στα μνημονιακά προγράμματα και ταυτόχρονα θα ήταν ευχής έργο να υπάρχει μια ένοπλη δράση στην κατεύθυνση που έβαζε ο Επαναστατικός Αγώνας δηλαδή παράλληλα με τις κινητοποιήσεις, σε μια περίοδο που το καθεστώς κλυδωνιζόταν συθέμελα να υπήρχε μια έντονη ένοπλη δράση ενάντια στις δομές του συστήματος οικονομικές και πολιτικές.
Όπως ήταν ρεαλιστική προοπτική στην περίπτωση βέβαια που υπήρχε κάποιο κίνημα με ένοπλη υποδομή να βοηθήσει με τα όπλα να τσακίσει τους πραιτωριανούς των ΜΑΤ και να καταλάβει ο λαός το κοινοβούλιο που πολιορκούνταν επανειλημμένα το 2010 – 2012 όταν ο λαός έκανε τόσες απόπειρες να πετάξει με τις κλωτσιές τους πολιτικούς – ανδρείκελα των δανειστών που επέβαλλαν τα μνημόνια.
Βέβαια σε αυτή την περίπτωση αν υπήρχε αυτό το ενδεχόμενο τόσο η αριστερά όσο και πολλοί από τον α/α χώρο θα μιλούσαν για προβοκάτσια.
Μετά την επίθεση στο Χρηματιστήριο το 2009 θα συνεχίζαμε την ίδια τακτική στις αρχές του 2010 λίγο πριν την υπαγωγή της χώρας στο πρόγραμμα του Δ.Ν.Τ. Σ’ αυτή την απόπειρα σκοτώθηκε ο σύντροφος Λάμπρος Φούντας στη συμπλοκή της Δάφνης το Μάρτιο του 2010 σε μια προσπάθεια να ξεκινήσει μια καμπάνια να σαμποταριστεί –όχι μόνο με μια ενέργεια φυσικά– η πολιτική διάσωσης του συστήματος με την υπαγωγή στο πρόγραμμα του Δ.Ν.Τ.
Γι’ αυτό και οι συλλήψεις μας τον Απρίλιο του 2010 ήταν μια μεγάλη επιτυχία για το καθεστώς.
Ακριβώς γιατί μια τέτοια στρατηγική ήταν ρεαλιστική στο να επισπεύσει την κατάρρευση και την χρεοκοπία όταν συλληφθήκαμε και αφού είχαν βρεθεί 150 κιλά εκρηκτικά στο γκαράζ της οργάνωσης στον Καρέα, κυβερνητικός αξιωματούχος της κυβέρνησης Παπανδρέου δήλωσε ότι πρόλαβαν ‘‘ένα μεγάλο χτύπημα που θα τέλειωνε την οικονομία’’.
Πάντα το καθεστώς στην Ελλάδα διαχρονικά κατανοούσε την επικινδυνότητα του Επαναστατικού Αγώνα, γι αυτό και υπήρχαν δηλώσεις κάθε φορά που γίνονταν συλλήψεις για τον Επαναστατικό Αγώνα.
Τέτοιες δηλώσεις που αφορούσαν την σταθερότητα και την ασφάλεια του καθεστώτος έγιναν και όταν συνελήφθηκα εγώ τον Ιούλιο του 2014 από τον τότε υπουργό Δημόσιας Τάξης Κικίλια που δέχθηκε και τα συγχαρητήρια των ΗΠΑ όπως και με τις τελευταίες συλλήψεις των συντροφισσών Ρούπα και Αθανασοπούλου, όπου έκανε παρόμοιες δηλώσεις ο υπουργός Δημόσιας Τάξης της κυβέρνησης Σύριζα, Τόσκας.
Ξαναγυρνώντας στο 2010, στην πιο κρίσιμη περίοδο για το σύστημα, την περίοδο 2010 – 2012, το αντάρτικο πόλης στην Ελλάδα που έβαζε μια επαναστατική προοπτική, σίγησε με τις συλλήψεις μας.
Όταν δε, βγήκαμε στην παρανομία το 2012 και πραγματοποίησε ο Επαναστατικός Αγώνας την επίθεση στην Τράπεζα της Ελλάδας το 2014 συνεχίζοντας την ίδια στρατηγική που είχαμε από το 2009, η μεγάλη διαφορά ήταν ότι είχε επέλθει ήδη η κοινωνική ήττα αφού οι κινητοποιήσεις του 2010 – 2012 είχαν εξαντλήσει την δυναμική τους και δεν είχαν καταφέρει στο παραμικρό να φρενάρουν τα μνημόνια.
Ο κόσμος πια δεν κατεβαίνει στους δρόμους και όλες οι κινητοποιήσεις και απεργίες από τότε είναι απομαζικοποιημένες.
Και αυτό γιατί δεν υπάρχει καμία ελπίδα ότι με τις διαδηλώσεις θα αλλάξει τίποτα. Ο κόσμος πια δεν πιστεύει ότι με τις διαδηλώσεις θα αλλάξει τίποτα.
Ουσιαστικά αυτή την περίοδο εκτιμώ ότι η μόνη ρεαλιστική απάντηση στη συνεχιζόμενη πολιτική των μνημονίων, σε μια εποχή που ο ΣΥΡΙΖΑ τα έχει καταφέρει πολύ περισσότερο από τις προηγούμενες μνημονιακές κυβερνήσεις περνώντας τα περισσότερα μέτρα χωρίς ουσιαστική αντίσταση γιατί ακριβώς εκμεταλλεύτηκε την γενικευμένη κοινωνική ήττα αλλά και την πολιτική χρεοκοπία του α/α χώρου, η μοναδική ρεαλιστική απάντηση πιστεύω ότι είναι ο ένοπλος αγώνας.
Αυτό δεν σημαίνει ότι δεν πρέπει να υπάρχουν άλλες μορφές δράσης ή ότι πρέπει να υποτιμηθούν αλλά ότι πρέπει να δοθεί έμφαση στην ύπαρξη μιας ένοπλης δράσης όχι σε ένα συμβολικό επίπεδο, όχι να υπάρχει ένοπλη δράση απλά για να υπάρχει, όχι ως έκφραση μιας ατομικιστικής εξεγερτικής νοοτροπίας που είναι αδιέξοδη αλλά ως μια στρατηγική που θα επιφέρει πλήγματα σε δομές ή και πρόσωπα του συστήματος που θα το υπονομεύσουν και θα το αποσταθεροποιήσουν ακόμα περισσότερο.
Και δεν εννοώ μια ένοπλη δράση που θα περιορίζεται σε ένα ή δύο χτυπήματα το χρόνο αλλά όσο γίνεται συχνότερα, ευχής έργο θα ήταν ακόμα και καθημερινές επιθέσεις.
Αυτό βέβαια ξεπερνά τα όρια και τις δυνατότητες μιας ολιγάριθμης οργάνωσης ένοπλης προπαγάνδας αλλά ανταποκρίνεται στην ανάπτυξη μιας μαζικής ένοπλης επαναστατικής δύναμης που θα ήταν ευχής έργο να δημιουργηθεί και αυτό το έχουμε πει ως Επαναστατικός Αγώνας.
Κλείνοντας λοιπόν το θέμα της παρουσίασης της δράσης του Επαναστατικού Αγώνα, αυτό που μας χαρακτηρίζει και που μας διαφοροποιεί από τον υπόλοιπο α/α χώρο από τον οποίο προερχόμαστε, είναι ότι θέσαμε το ζήτημα της Κοινωνικής Επανάστασης όχι σε συνθηματολογικό επίπεδο αλλά με ρεαλιστικούς όρους και βάσεις αλλά δυστυχώς είμαστε και οι μόνοι που το κάναμε.
Αυτό, το ότι βάλαμε το ζήτημα της Κοινωνικής Επανάστασης ήταν αυτό που μας καθόρισε, αυτό καθόρισε την ανάλυσή μας, τον τρόπο της δράσης, τις ενέργειες ακόμα και τις καινοτομίες που κάποιες απ’ αυτές είχαν: π.χ. οι ένοπλες επιθέσεις στο δρόμο κατά των αστυνομικών των ΜΑΤ, το να κατέβει ένας πυρήνας στο δρόμο και να αντιπαρατεθεί ένοπλα με αστυνομικούς, η επίθεση με αντιαρματική ρουκέτα κατά την πρεσβείας των Η.Π.Α, οι επιθέσεις με παγιδευμένα αυτοκίνητα με μεγάλη ποσότητα εκρηκτικών κατά δομών του συστήματος.
Το ότι πιστεύουμε σε έναν επαναστατικό κοινωνικό μετασχηματισμό μας καθόρισε, καθόρισε επίσης τα ρίσκα που αναλάβαμε όπως επίσης καθόρισε και την λύσσα της κρατικής καταστολής εναντίον μας, αλλά εκτιμώ και την εχθρική αντιμετώπιση κομματιών του α/α χώρου απέναντί μας που δεν πιστεύουν σε καμία επαναστατική προοπτική.
Αυτά όσον αφορά την παρουσίαση.
ΕΡΩΤΗΣΗ: Γενικότερα η παρουσίαση του πλαισίου εκ μέρους σου απάντησε ως επί το πλείστον στις περισσότερες από τις ερωτήσεις που είχανε τεθεί εδώ από τον κόσμο.
ΝΙΚΟΣ ΜΑΖΙΩΤΗΣ: Δεν υπάρχει καμία ερώτηση δηλαδή;
ΕΡΩΤΗΣΗ: Έχω, έχω, κάποιες έχουν απαντηθεί, θα τις επαναλάβω εγώ και όπου νομίζεις ότι μπορείς να συμπληρώσεις κάτ.
ΝΙΚΟΣ ΜΑΖΙΩΤΗΣ: Ναι, ναι.
ΕΡΩΤΗΣΗ: Εσύ θα το κρίνεις. Λοιπόν η πρώτη ερώτηση είναι, με ποιά κριτήρια αποφασίσατε να συγκροτήσετε τον Επαναστατικό Αγώνα και να συγκρουστείτε ένοπλα με το κράτος και το κεφάλαιο; Εγώ προσωπικά θεωρώ ότι έχει απαντηθεί ως επί το πλείστον αυτή η ερώτηση αλλά αν θες να τοποθετηθείς περαιτέρω..
ΝΙΚΟΣ ΜΑΖΙΩΤΗΣ: Ναι, τα πολιτικά κριτήρια που αναφέρεις συντρόφισσα είναι ότι ακριβώς θέσαμε το ζήτημα της κοινωνικής επανάστασης. Ότι θα έπρεπε να ξανατεθεί μέσα στις συνθήκες εκείνες, αυτό που είπα και στην αρχή, σε μια περίοδο ήττας και ηττοπάθειας, σε μια Ελλάδα όπου υπήρχε η καταστολή τότε των υπολειμμάτων του αντάρτικου πόλης της μεταπολίτευσης τα οποία είχαν εξαρθρωθεί τότε, ότι εμείς το ξαναθέσαμε αυτό, δηλαδή πήραμε τη σκυτάλη και σε μια εποχή ακριβώς που το σύστημα θριαμβολογούσε, υπήρχε αυτό που λέγανε το ‘‘τέλος της ιστορίας’’, ο καπιταλισμός είναι το μόνο σύστημα βιώσιμο και ρεαλιστικό, εμείς το ξαναθέσαμε αυτό κόντρα σε αυτό που είπα, στο ρεύμα των καιρών.
Ακόμα και για τους δικούς μας, θεωρώ και για τον χώρο φαινόμασταν – αυτό που είπα – εκτός τόπου και χρόνου. Το γεγονός είναι ότι από το ’08 και μετά το διεθνές σύστημα υπονομεύτηκε λόγω της κρίσης που δημιούργησε το ίδιο και ότι μια τέτοια επαναστατική προοπτική θα μπορούσε να μπει, εμείς το θέσαμε από την δικιά μας πλευρά επί τάπητος σε ρεαλιστικές βάσεις και με υλικούς όρους τουλάχιστον στην Ελλάδα.
Αυτό που είπα ότι αν στην Ελλάδα, ότι αν είχαμε μια Ελληνική Επανάσταση για παράδειγμα μετά το 2009 – ’10, το 2011 – ’12, αυτό θα είχε διεθνείς επιπτώσεις και θα υπήρχε αυτό που είπα, ένα ντόμινο εξεγέρσεων.
Αυτό δεν το λέμε εμείς από την δικιά μας φαντασία, το φοβόντουσαν και οι ίδιοι οι ιθύνοντες του συστήματος, το ’χουν πει και οι ίδιοι δεν το έχουμε βγάλει από τη δικιά μας φαντασία και το δικό μας κεφάλι.
ΕΡΩΤΗΣΗ Πάνω σε αυτό όμως, παρ’ όλα αυτά επιλέξατε τον ένοπλο αγώνα. Αυτό ήταν ένας προάγγελος της δικής σας πεποίθησης για την επαναστατική προοπτική. Γιατί όμως δεν επιλέξατε τον κοινωνικό αγώνα και περάσατε στον ένοπλο;
Υπήρχε δηλαδή, δεν σας κάλυπτε αυτό που υπήρχε στον αναρχικό χώρο; Δεν ξέρω αν καταλαβαίνεις τι εννοώ.
ΝΙΚΟΣ ΜΑΖΙΩΤΗΣ: Καταλαβαίνω, απλά θεωρώ λάθος διατύπωση την ερώτηση.
Τι θέλω να πω με αυτό. Από τη μια ρωτάτε γιατί επιλέξατε το ένοπλο ενώ υπάρχουν και άλλες προοπτικές ‘‘κοινωνικού’’ αγώνα αν κατάλαβα καλά.
Θεωρώ ότι είναι ψευδής, δεν υπάρχει αυτή η αντίθεση μεταξύ ‘‘κοινωνικού’’ και ένοπλου αγώνα. Θεωρώ ότι είναι λάθος αυτή η διατύπωση, ότι ουσιαστικά και ο ένοπλος αγώνας είναι κοινωνικός αγώνας.
Όταν θέτει ζήτημα ανατροπής και κοινωνικής επανάστασης γιατί αυτός ο κόσμος και η κοινωνία είναι άδικη γιατί δεν πρέπει να υπάρχουν κοινωνικοί και ταξικοί διαχωρισμοί, δεν υπάρχει πιο κοινωνικό πράγμα από αυτό.
Θεωρώ λοιπόν ότι είναι λάθος να υπάρχει μια αντίληψη σε κάποιον κόσμο, ότι άλλο ο κοινωνικός αγώνας και άλλο ο ένοπλος αγώνας. Θεωρώ λάθος την διατύπωση της ερώτησης.
Πιστεύω ότι σαφέστατα η δράση της οργάνωσης είναι σαφέστατα φιλολαϊκή, είναι κοινωνικός αγώνας.
Μπορώ να πω και συγκεκριμένα πράγματα.
Δηλαδή όταν το 2005 το τότε υπουργείο Απασχόλησης έβγαλε το νομοσχέδιο που καταργούσε το 8ωρο, καταργούσε την πληρωμή των υπερωριών, αύξανε το όριο των απολύσεων στις επιχειρήσεις, μιλάμε για νομοθετήματα που άγγιζαν την εργατική τάξη και την τάξη των εργαζομένων, εμείς απαντήσαμε με μια βόμβα στο υπουργείο Απασχόλησης.
Δεν υπάρχει τίποτα πιο κοινωνικό από αυτό. Δηλαδή σαφέστατα η δράση του Επαναστατικού Αγώνα είναι κοινωνικός αγώνας.
ΕΡΩΤΗΣΗ:Δεν διαφωνώ με την τοποθέτησή σου καθόλου προσωπικά. Απλά ρωτάω για το θέμα της παρανομίας πιο πολύ, δηλαδή ότι έπρεπε να περάσετε σε παράνομες δραστηριότητες το οποίο εννοείται ότι δεν είναι επικριτικό αυτό, απλά πως επιλέγεις να φτιάξεις μια οργάνωση, μια συλλογικότητα που κάνεις κατεξοχήν παράνομη δραστηριότητα γιατί μετά ουσιαστικά είναι σαν να μην έχει επιστροφή αυτό το πράγμα.
ΝΙΚΟΣ ΜΑΖΙΩΤΗΣ: Δεν είναι θέμα παρανομίας. Το κριτήριο δεν είναι το θέμα της παρανομίας. Καταρχήν δεν ήμασταν σε κατάσταση παρανομίας όπως ήμασταν από το ’12 και μετά.
Το ότι κάναμε παράνομες πράξεις αυτό σημαίνει ότι ο αγώνας εμπεριέχει και ‘‘νόμιμες’’ μορφές αγώνα και παράνομες.
Δεν πιστεύω ότι κανένα κίνημα ή χώρος πρέπει να ετεροκαθορίζεται από το τι θεωρεί η εξουσία και το κράτος ως παράνομο ή νόμιμο, δηλαδή να δέχεται τα κριτήρια με τα οποία η εξουσία οριοθετεί το τι είναι νόμιμο και το τι είναι παράνομο.
Ο αγώνας γενικά όπως έχει αποδειχτεί και ιστορικά εμπεριέχει και ‘‘νόμιμες’’ και παράνομες μορφές δράσεις. Εμείς θεωρούμε ότι ο ένοπλος αγώνας ανέκαθεν και διαχρονικά είναι επίκαιρος, και όπως είπα και προηγουμένως ότι παρ’ όλο που ξεκινήσαμε σε μια εποχή που φαινόμασταν ότι ήμασταν εκτός τόπου και χρόνου, πιστεύω ότι επιβεβαιωθήκαμε και με αυτά που κάναμε και με αυτά που είπαμε και ως ανάλυση και θεωρώ ότι ήμασταν πιο μπροστά από άλλους σε σχέση με την ανάλυση της εποχής μας και πιστεύουμε ότι αν ο σκοπός μας είναι η επανάσταση, η ανατροπή του κεφαλαίου και του κράτους, γι’ αυτό το πράγμα είναι απολύτως απαραίτητο και αναγκαίο ο ένοπλος αγώνας και δεν υπήρχε καλύτερο πράγμα να κάνουμε από το να το εφαρμόσουμε στην πράξη, δηλαδή να κάνουμε μια δραστηριότητα ένοπλης προπαγάνδας, να αμφισβητήσουμε το μονοπώλιο της βίας του κράτους και να πούμε ότι αυτή η δράση είναι εφικτή, ότι αυτή η δράση προωθεί την κοινωνική επανάσταση, ότι πρέπει να φτιαχτεί ένα κίνημα, ένα πιο μαζικό κίνημα το οποίο να έχει στις στοχεύσεις του τον ένοπλο αγώνα, σε πιο μαζικό επίπεδο, έτσι ώστε να καταφέρει να ανατρέψει το καθεστώς.
Δεν έχω να πω κάτι άλλο σε σχέση με αυτό.
Όλοι μας επίσης μιλώντας για μένα και την συντρόφισσα Ρούπα και την Αθανασοπούλου, όλοι μας συμμετείχαμε και σε άλλες μορφές αγώνα, από τότε που μπήκαμε στο χώρο, από το 1990 που είμαι στο χώρο έχω συμμετάσχει και σε άλλα πράγματα, και σε καταλήψεις και σε διαδηλώσεις και σε συγκρούσεις στο δρόμο, και αφίσες έφτιαχνα. Προσέξτε όμως, δεν σημαίνει ότι αυτό που έκανα από το 2003 και μετά, ότι είναι ανώτερο γιατί μας το έχουν βάλει και αυτό. Δεν είναι θέμα ιεράρχησης ανώτερων μορφών δράσης και κατώτερων μορφών δράσης, μακριά από μας αυτοί οι διαχωρισμοί.
Απλώς θεωρούσαμε ότι αυτό έπρεπε να κάνουμε πολιτικά, τα κριτήριά μας ήταν αυτά, με αυτό τον τρόπο θα τα εξυπηρετούσαμε καλύτερα, το να προωθήσουμε το πρόταγμα της κοινωνικής επανάστασης, γι’ αυτό το επιλέξαμε.
ΕΡΩΤΗΣΗ: Ωραία, νομίζω ότι έχουμε καλυφθεί. Μια άλλη ερώτηση είναι που τοποθετήθηκες και εσύ ήδη ότι γενικότερα ο χώρος αυτή τη στιγμή έχει μια επεκτατική κινητικότητα όσον αφορά να ανοίξουμε και άλλα στέκια, καταλήψεις. Και εφόσον ήδη υπάρχει αυτή η τάση, πώς οι καταλήψεις και οι αυτοδιαχειριζόμενοι χώροι μπορούν να μετατραπούν αυτή τη στιγμή σε ορμητήρια αγώνα;
ΝΙΚΟΣ ΜΑΖΙΩΤΗΣ: Πώς μπορούν να γίνουν τα στέκια και οι καταλήψεις ορμητήρια αγώνα;
ΕΡΩΤΗΣΗ: Να υπάρχει μια αφύπνιση γενικότερα και προς την κοινωνία και προς τον ίδιο τον χώρο.
ΝΙΚΟΣ ΜΑΖΙΩΤΗΣ: Εδώ θα πρέπει να δούμε τι ακριβώς θέλουμε να κάνουμε. Τι ακριβώς θέλουν οι σύντροφοι που έχουν στέκια, που προβαίνουν σε καταλήψεις, τι θέλουν να κάνουν.
Εάν θέλουν απλώς να κάνουν μια κατάληψη, να ζήσουν την ‘‘επανάστασή’’ τους, αυτό θα ήταν μια εσωστρεφής διαδικασία, δεν νομίζω ότι μπορεί να έχει κοινωνικές προεκτάσεις, να κοινωνικοποιηθεί, να πει κάτι στην κοινωνία, στη γειτονιά.
Εάν η πρόθεσή τους όμως είναι σε μια προοπτική ανατροπής, τότε σαφέστατα θα έπρεπε να υπάρξει μια σύνδεση κοινωνική με τα προβλήματα της εποχής, το τι απασχολεί τον κόσμο, το λαό, την κοινωνία, την τάξη των εργαζομένων, με τα κοινωνικά προβλήματα της εποχής. Δεν μπορώ να δώσω κάποια πιο συγκεκριμένη απάντηση ποιος θα είναι ο τρόπος. Εξαρτάται ο τρόπος από τον σκοπό, το τι θέλουμε να κάνουμε, το τι θέλουν να κάνουν οι καταλήψεις, το τι θέλουν να κάνουν τα στέκια, από αυτό το πράγμα εξαρτάται.
ΕΡΩΤΗΣΗ: Καλησπέρα σύντροφε. Υπάρχει μια ερώτηση ακόμα εδώ πέρα, πιστεύω ότι την έχεις απαντήσει, θα στην κάνω εγώ βέβαια, αν νομίζεις ότι έχει απαντηθεί ήδη, βασικά αυτό εμείς πιστεύουμε αλλά μπορείς να συμπληρώσεις κάτι. Με βάση τις συνθήκες του 2010-2012 και την όξυνση της οικονομικής κρίσης, πώς θα μπορούσε η δράση του Επαναστατικού Αγώνα να συμβάλει στην ανάπτυξη του επαναστατικού κινήματος;
ΝΙΚΟΣ ΜΑΖΙΩΤΗΣ: Νομίζω ότι αυτό το απάντησα, ότι αυτό θα ήταν η συνέχιση της στρατηγικής αυτής της καμπάνιας να χτυπάμε δομές, κρίσιμες δομές για το σύστημα όπως είναι οι τράπεζες με σκοπό να εμποδίσουμε την εφαρμογή της πολιτικής διάσωσης του συστήματος.
Ένα χαρακτηριστικό της πολιτικής διάσωσης του συστήματος ήταν η ενίσχυση των τραπεζών, το είπα αυτό προηγουμένως.
Ότι ένα μεγάλο κομμάτι των πακέτων που έδωσε το ελληνικό κράτος από το 2008 κιόλας τα οποία τα έχει αφαιρέσει από τον λαό, από τους μισθούς, τις συντάξεις, με τους απανωτούς φόρους κλπ, ήταν να τα δώσει στις τράπεζες, να ανακεφαλαιοποιήσει τις τράπεζες οι οποίες ουσιαστικά ήταν και είναι χρεοκοπημένες.
Γιατί οι τράπεζες όπως είπα είναι από τους βασικούς πυλώνες του συστήματος.
Δράση σαν αυτή που είχαμε, αν τη συνεχίζαμε και το 2010 και τώρα ακόμα, δηλαδή αν οι συντρόφισσες καταφέρνανε να πραγματοποιήσουν μία καμπάνια, αν δεν συλλαμβάνονταν τώρα το 2017 και εξακολουθούσαν να κάνουν μια καμπάνια αυτού του τύπου, να χτυπάνε, δηλαδή δομές του συστήματος, θα αποσταθεροποιούσαν περισσότερο το σύστημα.
Είναι ήδη αδύναμο το σύστημα λόγω της κρίσης του και μια επαναστατική οργάνωση θα όφειλε να το κάνει ακόμα πιο ευάλωτο, ακόμα πιο αδύνατο, να το υπονομεύσει και να το αποσταθεροποιήσει περισσότερο.
Και αυτό θα ήταν ακόμα ευχής έργο αν γινόταν σε μια εποχή που ο κόσμος ο υπόλοιπος ήταν στο δρόμο, δηλαδή όταν υπήρχαν ήταν οι κινητοποιήσεις το 2010 – 2012.
Πιστεύω ότι έτσι θα βοηθούσαμε τα πράγματα να εξελιχθούν.
Ένας σύντροφος εδώ θέλει να σε ρωτήσει κάτι.
ΕΡΩΤΗΣΗ: Καλησπέρα. Είχαμε μια συζήτηση εδώ στο στέκι για τη Συριακή Επανάσταση και με βάση μια μπροσούρα που έγραψε μια πρωτοβουλία κρατουμένων αναρχικών, μας μίλησαν για συμβούλια και επιτροπές που δημιουργήθηκαν στη Συρία τα οποία δεν είχαν την κατάλληλη ένοπλη δύναμη να αντισταθούν και τελικά επικράτησαν οι ισλαμιστικές ένοπλες οργανώσεις, φονταμενταλιστικές, εκτός από την περιοχή της Ροζάβα βέβαια των Κούρδων.
Υπάρχει και η άλλη άποψη του ίδιου του καθεστώτος και των κομμουνιστικών κομμάτων ανά τον κόσμο όπως ανάμεσά τους και το ΚΚΕ και το ΑΚΕΛ τα οποία μιλάνε ότι δεν υπάρχει εξέγερση και ότι αυτό είναι ένα σχέδιο του δυτικού ιμπεριαλισμού για να ανατρέψουν το καθεστώς. Με βάση τις δικές σας πρώτες προκηρύξεις για την επικράτηση μιας νέας παγκόσμιας τάξης από μια υπερεθνική ελίτ κυρίως αμερικανική και της Ε.Ε, αναφέρετε και μέσα στην ανάλυση για τον πόλεμο ενάντια στη ‘’τρομοκρατία’’ ότι έχουν στόχο κράτη όπως το Ιράκ, το Αφγανιστάν και στη συνέχεια τη Λιβύη, τη Συρία , το Ιράν ακόμα και τη Βόρεια Κορέα. Με βάση αυτά, η άποψή σου ποιά είναι και για το τι συμβαίνει στη Συρία και γενικότερα για την Αραβική Άνοιξη;
ΝΙΚΟΣ ΜΑΖΙΩΤΗΣ: Δεν μπορώ να πω ότι έχω και πολύ σαφή πληροφόρηση τι έχει γίνει στη Συρία.. Αυτό περί ‘’Συριακής Επανάστασης‘’ είμαι πολύ επιφυλακτικός απέναντι σε μια τέτοια ορολογία. Αυτό που έχω καταλάβει είναι ότι μετά τις αραβικές εξεγέρσεις του 2011 σε μια σειρά από χώρες όπως Τυνησία, Αίγυπτο, Λιβύη και στη Συρία από το 2011 και μετά, δεν υπήρξαν αυτές οι οργανωμένες δυνάμεις κοσμικού χαρακτήρα και κινήματα τα οποία να οδηγήσουν τα πράγματα, να μπουν επικεφαλής αυτών των εξεγέρσεων.
Αυτές που ήταν οι οργανωμένες δυνάμεις ήταν οι ισλαμιστές.
Ήταν λογικό ότι αυτές εκμεταλλεύτηκαν την Αραβική Άνοιξη και τις ανατροπές των καθεστώτων.
Στην Αίγυπτο κατέλαβαν την εξουσία ακόμα και με κοινοβουλευτικά μέσα.
Αυτό ανατράπηκε με πραξικόπημα από στρατιωτικούς τους οποίους τους αναγνώρισαν αμέσως η Ε.Ε και οι Η.Π.Α, δηλαδή τον στρατηγό Αλ Σίσι.
Ουσιαστικά στις μοναδικές ελεύθερες εκλογές που έγιναν στην Αίγυπτο και που κατέλαβαν την εξουσία οι Αδελφοί Μουσουλμάνοι, τους ανέτρεψαν με πραξικόπημα το οποίο το αναγνώρισε αμέσως η Δύση.
Στη Συρία είμαι πολύ επιφυλακτικός να μιλάω για ‘‘Συριακή Επανάσταση’’. Έχει γίνει μια εξέγερση εναντίον του καθεστώτος Άσαντ, αλλά οι δυνάμεις οι οποίες οδηγούν αυτή την εξέγερση είναι ουσιαστικά οι ισλαμιστές, είτε η Αλ Νούσρα η οποία είναι ουσιαστικά το κομμάτι της Αλ Κάιντα, είτε ο ISIS που έχει καταλάβει μεγάλες περιοχές και στο Ιράκ και στη Συρία και έχει επιβάλλει τη σαρία, τον ισλαμικό νόμο.
Το θέμα του Κουρδιστάν πιστεύω ότι είναι διαφορετικό. Εκεί έχουμε το εγχείρημα του Δημοκρατικού Συνομοσπονδισμού.
Αυτά βέβαια τα λέω με πάσα επιφύλαξη για την πληροφόρηση που μπορώ να έχω.
Αυτό το εγχείρημα ουσιαστικά ξεκίνησε από τις κουρδικές περιοχές οι οποίες είναι στην επικράτεια της Τουρκίας, βρίσκεται από πίσω το ΡΚΚ και μετά το 2011 και την αραβική εξέγερση στη Συρία εναντίον του καθεστώτος Άσαντ και την κατάρρευση των κρατικών δομών στις περιοχές των Κούρδων, αυτό το εγχείρημα επεκτάθηκε και στις περιοχές αυτές. Δεν έχω κάποια άλλη πληροφόρηση σε σχέση με αυτό.
ΕΡΩΤΗΣΗ: Λοιπόν, μια άλλη ερώτηση είναι, μιλώντας για την πολυμορφία που πρέπει να αναπτύξει ένα επαναστατικό κίνημα δημιουργείται η αναγκαιότητα της ανάπτυξης δημόσιων και παράνομων δραστηριοτήτων.
Πώς θα μπορούσε να επιτευχθεί η σύνδεση των δύο (εννοεί μορφών)και αν οι κοινωνικές μάζες που μάχονται για ένα επαναστατικό κίνημα αναθέτουν τις ελπίδες τους στις ένοπλες οργανώσεις όπως κάνουν ας πούμε με τις εκλογές, τα κόμματα;
ΝΙΚΟΣ ΜΑΖΙΩΤΗΣ: Το τελευταίο σκέλος δεν κατάλαβα. Μπορείς να μου το επαναλάβεις σε παρακαλώ;
Ότι μαζί με την ανάπτυξη των δημόσιων και των παράνομων δραστηριοτήτων οι κοινωνικές μάζες που μάχονται αναθέτουν τις ελπίδες τους στις ένοπλες οργανώσεις όπως κάνει η κοινωνία με τις εκλογές και τα κόμματα.
ΝΙΚΟΣ ΜΑΖΙΩΤΗΣ: Αναθέτουν τις ελπίδες τους στις ένοπλες οργανώσεις; Γιατί αυτή η ανασφάλεια δεν μπορώ να καταλάβω.
ΕΡΩΤΗΣΗ: Είναι ένα ερώτημα που γενικότερα απασχολεί τον χώρο. Νίκο μ’ ακούς; Εγώ πιστεύω όπως π.χ έχει την ισχύ το ISIS στη Συρία και άλλες ένοπλες οργανώσεις οι οποίες (έχουν πάρει) κάπως τον κόσμο με το μέρος τους, στην Ουκρανία βλέπαμε πως έκαναν το ίδιο οι ναζί, αν εδώ ο κόσμος αναθέτει όπως τις ελπίδες του στο κράτος, π.χ να ψηφίσει κάθε 4 χρόνια και να λέει ότι αυτός είναι καλύτερος ή οτιδήποτε, πώς να αναθέτει τις ελπίδες του στις ένοπλες οργανώσεις.
ΝΙΚΟΣ ΜΑΖΙΩΤΗΣ: Νομίζω ότι είναι διαφορετικά παραδείγματα αυτά τα τελευταία.
Η ιστορία έχει δείξει, για παράδειγμα ότι το ισπανικό αναρχικό κίνημα είχε και τις ένοπλες δομές του και τις δημόσιες δομές του, παράδειγμα τα σωματεία.
Δεν υπήρχε κανένας διαχωρισμός μεταξύ ένοπλων και συνδικαλιστικών δραστηριοτήτων.
Οι ίδιοι άνθρωποι οι οποίοι συμμετείχαν στο εργατικό κίνημα, στις διεκδικήσεις, ήταν μέλη των σωματείων, είχαν συγκροτήσει και τις Επιτροπές Άμυνας, έτσι λεγόντουσαν, οι οποίες έπαιξαν καθοριστικό ρόλο στην ένοπλη αντιπαράθεση με τους πραξικοπηματίες του Φράνκο το 1936, είναι άνθρωποι οι οποίοι συμμετείχαν και στον ένα τομέα και στον άλλον τομέα.
Οι ίδιοι εργάτες συμμετείχαν και στις απεργίες και στον αναρχοσυνδικαλιστικό αγώνα, οι ίδιοι ήταν και οι ένοπλοι αγωνιστές οι οποίοι κατά καιρούς έκαναν ένοπλα χτυπήματα όπως την περίοδο 1918-1923 που υπήρχε ο λεγόμενος πόλεμος των πληρωμένων μπράβων της εργοδοσίας με τους ένοπλους εργάτες της CNT.
Αυτές οι ομάδες συγκρότησαν αργότερα τη FAI, την Αναρχική Ομοσπονδία Ιβηρικής η οποία ήταν ουσιαστικά κατά κάποιον τρόπο το ένοπλο κομμάτι του κινήματος αλλά οι ίδιοι άνθρωποι ήταν στη CNT, συμμετείχαν και στα σωματεία, ήταν στο εργατικό κίνημα.
Δεν υπήρχε κανένας διαχωρισμός ένοπλων και μη ένοπλων δομών.
Υπάρχει μια παρεξήγηση σε σχέση με αυτό, μια κακή νοοτροπία που έχει απλωθεί στο χώρο σε σχέση με αυτού του είδους τους διαχωρισμούς, πιστεύω ότι η αριστερά έχει παίξει μεγάλο ρόλο σε αυτή την κακή νοοτροπία.
Θα πρέπει να υπάρχει ένα κίνημα στο οποίο να μην έχει τέτοιου είδους διαχωρισμούς ανάμεσα σε παράνομες και νόμιμες μορφές δράσης. Αυτή είναι η απάντησή μου σε αυτό το ερώτημα.
Ωραία, μια ερώτηση από ένα σύντροφο.
ΕΡΩΤΗΣΗ: Από τη μία θεωρείς ότι είστε η μόνη σαν οργάνωση που πέρα από την πρωτοπορία της εποχής και την δράση σας έχετε κάνει πράξη αυτά που πιστεύετε και δεν παραμένετε σε συνθηματολογικές δράσεις. Δηλαδή ο υπόλοιπος χώρος μένει μόνο σε συνθηματολογικές δράσεις; Θεωρείς ότι δεν πράττει ουσιαστικά;
ΝΙΚΟΣ ΜΑΖΙΩΤΗΣ: Όχι, το ερώτημα δείχνει ότι υπάρχει μια παρεξήγηση εδώ πέρα.
Κατ’ αρχήν εγώ δεν πιστεύω ότι αποτελούμε πρωτοπορία. Ναι μεν είχαμε μια ανάλυση η οποία ήταν πιο μπροστά από αυτά που έλεγε ο χώρος, αυτό το είπα αλλά αυτό δεν σημαίνει ότι εμείς είμαστε πρωτοπορία.
Πρωτοπορία θα ήταν αν για παράδειγμα ο χώρος μετουσιωνόταν σε ένα κίνημα το οποίο θα είχε σαφείς πολιτικές θέσεις για την εποχή του και το οποίο θα έμπαινε πρωταγωνιστής, θα ήταν μπροστά για να κάνει μια επαναστατική απόπειρα, ειδικά στο διάστημα 2010 – 2012.
Από ’κει και πέρα το ζήτημα το συνθηματολογικό, εγώ δεν είπα ότι ο υπόλοιπος χώρος δρα απλώς συνθηματολογικά, είπα ότι πολλοί ή κάποιοι επικαλούνται την επανάσταση αλλά ότι αυτό στην πραγματικότητα δεν το πιστεύουν, γι’ αυτό είπα ότι είναι συνθηματολογικό. Έχουν άλλες επιδιώξεις, άλλες κατευθύνσεις.
Μπορεί και να υπάρχει μια σύγχυση, ότι επανάσταση είναι αυτό που κάνω εγώ στο στέκι μου, στην ομάδα μου, δεν ξέρω τι.
Δεν είναι αυτό, ότι προσπαθώ να είμαι μέρος ενός αγώνα, να προωθήσω έναν αγώνα ο οποίος να είναι κοινωνικοποιημένος, να έχω μια ευρεία κοινωνική πρόσβαση, κοινωνικά και λαϊκά ερείσματα, να ανατρέψω την εξουσία, το κεφάλαιο και το κράτος.
Σε γενικές γραμμές από την εμπειρία μου στο χώρο, δεν πιστεύω ότι ο χώρος αυτός καθ’ εαυτός έχει μια τέτοια προοπτική, έχει μια τέτοια κατεύθυνση.
Υπάρχει μια τέτοια ασάφεια και μια μεγάλη σύγχυση όσον αφορά το τι είναι επανάσταση, τι είναι αναρχία, τι είναι πολιτική, τι θέλουμε να κάνουμε.
Δεν μπορώ να πω ότι ο χώρος είναι ένα κίνημα γιατί δεν υπάρχει μια κοινότητα πολιτικών θέσεων και στοχεύσεων, ο καθένας, η κάθε ομαδοποίηση ή και τα άτομα ξεχωριστά έχουν τις δικές τους αυτόνομες θέσεις και στοχεύσεις, δεν βλέπω μια κοινότητα τέτοιων πραγμάτων, περιστασιακά ο χώρος βρίσκεται εφ’ αφορμή γεγονότων, δεν μπορούμε να μιλάμε για κίνημα και πρέπει να επανοηματοδοτήσουμε τι ακριβώς θέλει να κάνει ο χώρος, ποιές είναι οι στοχεύσεις του, ποιά είναι η κατεύθυνση του αγώνα.
Τα πράγματα είναι πολύ χειρότερα απ’ ότι παλιότερα, είναι δυσοίωνα, υπάρχει αυτό που είπα μια κοινωνική ήττα και μια παραίτηση και αυτό έχει επίδραση και στον χώρο σε γενικές γραμμές.
Δεν πιστεύω όμως ότι ο χώρος πιστεύει σε καμία επανάσταση, σε κανένα επαναστατικό κοινωνικό μετασχηματισμό και αν το λένε κάποιοι θα το λένε μόνο θεωρητικά, συνθηματολογικά, αυτό που είπα.
ΜΙΑ ΑΛΛΗ ΕΡΩΤΗΣΗ. Με την επιβολή του 4ου μνημονίου και την κοινωνική ησυχία που επικρατεί, γενικά την περίοδο που η πολιτική και η υποτιθέμενη οικονομική κρίση πλήττει τον κόσμο, πχ άνοδος του φασισμού παγκοσμίως, ιμπεριαλιστικές τάσεις χωρών (Βαλκάνια, Συρία κλπ), τι στάση και ανταπόκριση μπορεί να έχει ο διεθνής αναρχικός χώρος σε αυτό και τι προτείνει ο Επαναστατικός Αγώνας για την συνέχιση των κοινωνικοταξικών αγώνων;
ΝΙΚΟΣ ΜΑΖΙΩΤΗΣ: Το ίδιο που ισχύει στην Ελλάδα, ότι ο χώρος φάνηκε ανίκανος, δεν κατάλαβε τίποτα από αυτά που συνέβαιναν, δεν κάλυψε το κενό αυτής της απαξίωσης του συστήματος το οποίο κάλυψαν από τη μία ο ΣΥΡΙΖΑ και από την άλλη η Χρυσή Αυγή, το ίδιο ισχύει πιστεύω και στην Ευρώπη.
Και στην Ευρώπη δεν έχω την πληροφόρηση ότι υπάρχουν ικανά αντιεξουσιαστικά κινήματα ή αναρχικοί χώροι που να εκτρέψουν την αγανάκτηση και την οργή και την δυσαρέσκεια των λαών απέναντι στις πολιτικές που καθοδηγούνται από την Ε.Ε και τα κράτη μέλη της Ε.Ε
Ό, τι ισχύει και στην Ελλάδα ισχύει και στην Ευρώπη. Πιθανόν τα πράγματα να είναι πολύ χειρότερα εκεί ή δεν ξέρω μπορεί να είμαστε χειρότερα εμείς από ότι στην Ευρώπη.
Αυτό που έπρεπε να γίνει στην Ελλάδα όσο και στο εξωτερικό στην Ευρώπη, είναι να υπάρξει ένα επαναστατικό κίνημα με σαφείς πολιτικές θέσεις και στοχεύσεις, να ρισκάρει τα πάντα στον αγώνα για ελευθερία, στο να έχει μια επαναστατική προοπτική.
Αυτό ισχύει είτε για την Ελλάδα, είτε για την Ευρώπη. Αλλά δεν ξέρω αν στην Ευρώπη υπάρχουν αναρχικοί χώροι ή αναρχικά αντιεξουσιαστικά κινήματα που να μπορούν να το κάνουν αυτό.
ΕΡΩΤΗΣΗ: Ισχύει ότι, ότι υπάρχει εκτός Ελλάδας, υπάρχει μια διαφοροποίηση. Κατ’ εμέ είναι ανάλογα που βρίσκεσαι, δηλαδή κατά πόσο ο καπιταλισμός έχει κυριαρχήσει, κατά πόσο είναι μεγάλη δύναμη η χώρα όσον αφορά τον αναρχικό διεθνή χώρο.
Μια άλλη ερώτηση που νομίζω και αυτή ουσιαστικά έχει απαντηθεί αλλά θέλω να τεθεί ένα άλλο σκέλος, τι πιστεύεις για τον αναρχικό χώρο στην Ελλάδα;
Πώς μπορεί πρακτικά να δομηθεί το αναρχικό κίνημα έτσι ώστε να προάγει μια επαναστατική προοπτική; Πώς μπορεί να συνδιαμορφωθεί ο ‘‘κοινωνικός αγώνας’’, ο μη ένοπλος αγώνα με τον ένοπλο αγώνα;
ΝΙΚΟΣ ΜΑΖΙΩΤΗΣ: Κοιτάξτε, δεν υπάρχουν μαγικές συνταγές, ούτε υπάρχει κάποιος που θα σου πει, ένα, δύο , τρία, αυτό θα πρέπει να γίνει κλπ.
Αυτό που είπα και στην προηγούμενη τοποθέτησή μου είναι ότι πρέπει να υπάρχει καταρχήν η πολιτική βούληση και κατά δεύτερον οι πολιτικές θέσεις.
Για να υπάρξει δράση πρέπει να υπάρξουν πολιτικές θέσεις.
Για να μπει μια επαναστατική προοπτική πρέπει να υπάρχουν πολιτικές θέσεις.
Θεωρώ ότι εμείς τις έχουμε και σε αυτά που έχουμε πει, για παράδειγμα και με την πλατφόρμα του 2014 όπου πολύ συνοπτικά και πολύ συμπυκνωμένα είπαμε τι θα έπρεπε να προτείνει ένα κίνημα στην κοινωνία για το ξεπέρασμα των προβλημάτων που υπάρχουν σήμερα, σε σχέση με το χρέος, την Ε.Ε, το θέμα του νομίσματος, την απαλλοτρίωση της περιουσίας του κεφαλαίου και του κράτους, την κοινωνικοποίηση της οικονομίας, όλων των τομέων της οικονομίας, τα πάντα να κοινωνικοποιηθούν, να αντικατασταθεί το κράτος από μια συνομοσπονδιακή οργάνωση από την κοινωνική βάση, από κοινότητες, λαϊκές συνελεύσεις, συμβούλια εργαζομένων, αυτά είναι πολιτικές θέσεις τις οποίες κατά την γνώμη μας θα έπρεπε να έχει ένα επαναστατικό κίνημα.
Εάν υπάρχουν οι πολιτικές θέσεις οι οποίες θα μπορούσαν να κοινωνικοποιηθούν, να πιάσουν δηλαδή λαϊκά και κοινωνικά ερείσματα, τότε η δράση θα είναι πολύ πιο εύκολη.
Για να ρισκάρει κάποιος ακόμα και τη ζωή και την ελευθερία του θα πρέπει να έχει όραμα, θα πρέπει να έχει ελπίδα το οποίο να μπορεί να το μεταδώσει και στους άλλους και στην κοινωνία.
Όταν δεν υπάρχει όραμα, δεν υπάρχει ελπίδα, υπάρχει ήττα και ηττοπάθεια, δεν νομίζω ότι μπορούμε να ελπίζουμε σε τίποτα.
Δεν μπορούμε να μιλάμε για ρήξη και αγώνα γενικώς και αορίστως, συνθηματολογικά.
Αυτό πρέπει να λάβουμε υπ’ όψιν.
Εάν έχουμε τις πολιτικές θέσεις αυτές, δηλαδή τι προτείνουμε εμείς για τα προβλήματα της εποχής μας, από ’κει και πέρα πιστεύω ότι θα μπορούσε να γίνει αυτό.
Εγώ δεν έχω δει από το χώρο την παραγωγή κάποιων θέσεων, ενός πολιτικού προγράμματος το οποίο θα μπορεί να το προτείνει στην κοινωνία, να αποκτήσει κοινωνικά και λαϊκά ερείσματα, δεν το έχω δει μέχρι τώρα αυτό το πράγμα.
Από το ’12 και μετά υπήρξαν προσπάθειες οργανωτικές, ομοσπονδίες αναρχικών, ανοιχτή συνέλευση αναρχικών που δεν τις έχω δει να προσφέρουν κάτι καινούργιο πολιτικά, σαν θέσεις.
Αυτό που είδα περισσότερο ήταν μια οργανωτίστικη δραστηριότητα, να οργανωθούν κάποιες ομάδες, κάποια άτομα να οργανωθούν περισσότερο αλλά η οργάνωση προϋποθέτει θέσεις.
Όχι να ξεκινάμε ανάποδα, να θέλουμε να φτιάξουμε δομές χωρίς να έχουμε πολιτικές θέσεις. Δεν έχουν προσφέρει κάτι καινούργιο πάνω σε αυτό.
Αυτό που λείπει από το χώρο είναι το να έχει σαφείς πολιτικές θέσεις, τι είναι αναρχία για παράδειγμα, τι είναι αντικρατισμός, τι είναι επανάσταση, τι θέλουμε να κάνουμε. Δυστυχώς τα πράγματα είναι σε νηπιακό επίπεδο.
Αλλά όπως είπα δεν υπάρχει μαγική συνταγή, ούτε κανένας μπορεί να πει ένα, δύο , τρία, αυτό είναι παιδιά ακολουθείστε το.
Ποτέ δεν έχει γίνει ιστορικά αυτό. Τα πράγματα είναι και λίγο στο βλέποντας και κάνοντας αλλά έχοντας μια ατσαλένια θέληση, μια ατσαλένια πολιτική βούληση να προχωρήσεις τα πράγματα μπροστά και να ρισκάρεις και το τομάρι σου για αυτό το πράγμα.
ΕΡΩΤΗΣΗ: Μια ερώτηση είναι, αν μπορούν οι Ζαπατίστας και η Ροζάβα που για μένα είναι αυτό που είπες και πριν και εγώ θεωρώ, δεν ξέρω αν γίνεται επανάσταση στη Συρία όπως λέει και η μπροσούρα που βγήκε – τελοσπάντων αυτό είναι μια άλλη κουβέντα – όπως πιστεύω και για τη Ροζάβα ότι μια συμμαχία με τους Αμερικανούς δεν ξέρω τι θα γίνει – και αυτό είναι μια άλλη κουβέντα – αλλά στην κάνω την ερώτηση, αν μπορούν οι Ζαπατίστας και η Ροζάβα να αποτελέσουν παράδειγμα για τα μεγάλα καπιταλιστικά κέντρα και να προωθήσουν μια επαναστατική προοπτική στον δυτικό κόσμο;
ΝΙΚΟΣ ΜΑΖΙΩΤΗΣ: Γενικότερα από παλιά έχω παρατηρήσει ότι πολλοί ασχολούνται με το τι γίνεται στο εξωτερικό όπως αυτό με τους Ζαπατίστας από το 1994, είναι κατά κάποιο τρόπο λίγο της μόδας, όπως της μόδας έχει γίνει και με τη Ροζάβα.
Εγώ θεωρώ αξιόλογα και τα δύο εγχειρήματα από όση πληροφόρηση μπορώ να έχω αλλά το ζητούμενο για εμάς επειδή είμαστε Έλληνες αναρχικοί, Έλληνες αγωνιστές και ζούμε στην Ελλάδα είναι να κάνουμε μια Ελληνική Επανάσταση.
Είναι πολύ εύκολο να μιλάμε για έξω και να προσπαθούμε να βρούμε πρότυπα ή να μιμηθούμε ενώ αυτό που θα έπρεπε να κάνουμε είναι να κάνουμε επανάσταση εδώ στη χώρα που ζούμε, στις συνθήκες που ζούμε, στην Ελλάδα.
Πιθανότατα, να το πω και λίγο αλλιώς είναι και λίγο υπεκφυγή αυτό, το να μιλάμε για το τι γίνεται στους Ζαπατίστας στη Τσιάπας ή στο Κουρδιστάν στη Ροζάβα από το να ασχοληθούμε με το να κάνουμε μια επανάσταση εδώ πέρα έστω και αν μπορεί να χρειάζεται χρόνο, να προετοιμάσουμε πράγματα, να ξεκινήσουμε έναν αγώνα και να βάλουμε μια τέτοια προοπτική.
Αυτή είναι η βασική μου απάντηση σε αυτό. Από ’κει και πέρα δεν θεωρώ ότι αποτελούν πρότυπο και μίμηση αυτά τα δύο εγχειρήματα, άλλες είναι οι συνθήκες εκεί πέρα που επικρατούν, επίσης δεν μπορούμε να τα κρίνουμε από καθαρά αναρχική ιδεολογική σκοπιά, π.χ. μπορούμε να δούμε πράγματα τα οποία δεν μας αρέσουν: Οι Ζαπατίστας το 2018 θα συμμετέχουν στις προεδρικές εκλογές του Μεξικού με μια γυναίκα ιθαγενή υποψήφια. Τώρα γιατί το κάνουν αυτό; Δεν μπορώ να καταδικάσω εύκολα, μπορεί να το κάνουν για λόγους άμυνας, στρατηγικής απέναντι σε μια κατάσταση στην οποία εξακολουθούν να είναι θύματα επιθέσεων καθώς η γη τους στην Τσιάπας είναι στόχος πολυεθνικών εταιριών για να την υφαρπάξουν για εξορύξεις, εκμετάλλευση φυσικού πλούτου κ.λ.π.
Και στη Ροζάβα μπορεί να βρει κανείς μεμπτά. Δεν μπορούν να κριθούν από αναρχική ιδεολογική σκοπιά. Το παράδειγμα που ανέφερε ο σύντροφος με τη συμμαχία με τους Αμερικανούς είναι μια πολύ κακή επιλογή γιατί οι ιμπεριαλιστές ποτέ δεν κάνουν συμφωνίες προς χάρη της ελευθερίας των λαών.
Τα έχουμε δει και εδώ στην Ελλάδα με την Εθνική Αντίσταση και τους Βρετανούς και το ΕΑΜ – ΕΛΑΣ, το ίδιο μπορεί να συμβεί και στο Κουρδιστάν.
Εκεί (στο Κουρδιστάν) το κίνημα πατάει επίσης σε δύο βάρκες.
Είπα και προηγουμένως ότι ξεκίνησε από την Τουρκία όπου συμμετέχουν ουσιαστικά και στις δημοτικές εκλογές και στην τοπική αυτοδιοίκηση, στα χωριά και στις κοινότητες του Κουρδιστάν που είναι στην επικράτεια της Τουρκίας όπως επίσης υπάρχει το HDP το τρίτο κόμμα στην Τουρκία το οποίο συμμετέχει στις βουλευτικές εκλογές, έχει γίνει τρίτο κόμμα και τώρα διώκεται ως ‘‘τρομοκρατική οργάνωση’’, έχει μπει στη φυλακή και ο ηγέτης του ο Σαλαχεντίν Ντεμιρτάς από το καθεστώς Ερντογάν στα πλαίσια των διώξεων μετά το πραξικόπημα.
Το HDP είναι συνασπισμός των Κούρδων, του κουρδικού απελευθερωτικού κινήματος με κομμάτια της τουρκικής επαναστατικής αριστεράς πλην του DHKP αν θυμάμαι καλά.
Είναι εγχειρήματα για τα οποία πρέπει να υπάρχει μια σωστή πληροφόρηση, δεν είναι αναρχικά, μην παρεξηγηθούμε, μην έχουμε αυταπάτες, δεν πρέπει να ειδωθούν από μια αναρχική ιδεολογική σκοπιά, είναι εγχειρήματα τα οποία θα πρέπει να τα λάβουμε υπ’ όψιν, θα πρέπει να γνωρίζουμε περισσότερα πράγματα για αυτά αλλά ξαναγυρνάω σε αυτό που είπα στην αρχή, το ζητούμενο είναι να κάνουμε μια επανάσταση στην Ελλάδα ενάντια στο κράτος και το κεφάλαιο.
Είναι διαφορετικές συνθήκες από το Κουρδιστάν και την Τσιάπας, τελείως διαφορετικές συνθήκες, διαφορετικά κινήματα και πολιτικοϊδεολογικά ειδικά το Κουρδιστάν, δεν μπορούν να αποτελέσουν πρότυπο και μίμηση.
ΕΡΩΤΗΣΗ: Εγώ θέλω να σου πω, πιστεύεις ότι για να γίνει μια επανάσταση όπως είπες στην Ελλάδα, εγώ πιστεύω ότι για να φτάσει κάποιος να μιλάει για αυτό το πράγμα, πρέπει να γίνει μια προεργασία εσωτερικά πρώτα, να έχουμε φτάσει σε ένα επίπεδο ούτως ώστε να μπορούμε να μιλάμε για αυτό προς τα έξω πέρα από αυτό το να είναι ένα πρόταγμα αναρχικό, πιστεύω ότι αν ξεκινήσει κάτι με τα δεδομένα σήμερα να μιλάμε αν ξεκινήσει κάτι τώρα, αν ξεκίναγε κάτι το 2012 ή και τώρα στο κοντινό μέλλον, πιστεύω ότι θα έχει μια κατάληξη που εμείς δεν θα την θέλουμε.
Δεν είναι τόσο εύκολα τα πράγματα να μιλάμε για επανάσταση, για όπλα και εκτός από αυτό πιστεύω ότι αν είναι να κάνουμε συμμαχίες πλέον σε όλο αυτό το πράγμα θα πρέπει να είμαστε κάπως προετοιμασμένοι εμείς ούτως ώστε οι συμμαχίες μας για μένα πρέπει να έχουν μια καθαρότητα γιατί θα κάνουμε όπως το είπες και συ πριν και όπως το είπα και εγώ πιο μπροστά να φτάσουμε να κάνουμε συμμαχίες με ποιους, με τους Αμερικανούς για παράδειγμα ή με τους σταλινικούς του DHKP που είναι στην Τουρκία δίπλα, παράδειγμα επειδή έχουν κάνει φυλακές και όλα αυτά;
Δεν ξέρω κάπως έτσι σκέφτομαι εγώ τα πράγματα. Άμα θες μπορείς να πεις κάτι.
ΝΙΚΟΣ ΜΑΖΙΩΤΗΣ: Στην τοποθέτησή μου στην αρχή είχα πει ότι εμείς αυτό το θέμα, το ζήτημα το πρόταγμα της επανάστασης το βάλαμε από την αρχή, το βάλαμε επί τάπητος με υλικούς όρους το 2009.
Πρώτη φορά το είπαμε τον Γενάρη του ’09 όταν έγιναν οι επιθέσεις εναντίον των αστυνομικών των ΜΑΤ μετά την εξέγερση του Δεκεμβρίου του ’08 και την δολοφονία Γρηγορόπουλου.
Καθ’ όλη την διάρκεια του 2009 όταν η κρίση ήδη άρχιζε να πλήττει την Ελλάδα αλλά από το ’10 και μετά έγινε πιο ορατή, εμείς ήδη πιο πριν το λέγαμε ότι αυτό και όπως είπα και προηγουμένως και το 2011 ακόμα σε μια εκδήλωση στο Ηράκλειο στην Συνέλευση Αλληλεγγύης Ηρακλείου είχα πει ότι ο χώρος θα πρέπει να υπερβεί αυτό που είναι σήμερα και να μετεξελιχτεί σε ένα αυθεντικό επαναστατικό κίνημα.
Τον χρόνο δηλαδή έτσι όπως τον βάζει ο σύντροφος, τον χρόνο τον είχαμε, τον είχε ο χώρος άμα ήθελε. Δεν είναι λοιπόν ότι απλώς θέλει χρόνο. Θεωρώ ότι ήταν θέμα πολιτικής βούλησης και θέμα πολιτικών θέσεων. Αυτό που αποδείχθηκε και μετά από χρόνια σαν απολογισμός, αποδείχθηκε ότι ο αναρχικός χώρος ούτε επαναστατικός χώρος ήτανε, ότι είναι χώρος αμφισβήτησης, χώρος διαμαρτυρίας, εναλλακτισμού, μέχρι την εξέγερση αυτό που έγινε το ’08 δηλαδή, τότε που ήταν στα πάνω του και στα high του ο χώρος, πέραν τούτου τίποτα.
Δεν πίστευε σε καμία επανάσταση ο χώρος, δεν πίστευε σε κανένα επαναστατικό κοινωνικό μετασχηματισμό, αυτό ήταν το πρόβλημα το βασικό.
Δεν ήταν θέμα χρόνου αν μπαίνει αυτό το θέμα. Και στο τέλος το βλέπω και τώρα, δηλαδή το γεγονός ότι η κοινωνία έχει αποσυρθεί από τους δρόμους μετά το ’12, αυτό έχει επιδράσει και στο χώρο, έχει ενσωματώσει και εσωτερικεύσει την ηττοπάθεια, ότι τίποτα δεν γίνεται, όλα είναι μάταια. Αυτό δείχνει και την δική του ήττα, τη δική του χρεοκοπία, πολιτική χρεοκοπία.
Δεν είναι λοιπόν θέμα χρόνου, είναι θέμα τι θέλουμε να κάνουμε, τι θέλει ο χώρος να κάνει. Είναι θέμα πολιτικής βούλησης, δεν είναι θέμα χρόνου. Δεν υπάρχει πολιτική βούληση. Και αυτό που είπα είναι ότι στην πραγματικότητα, μόνο εμείς το βάλαμε αυτό (την επανάσταση), δυστυχώς μόνο εμείς το βάλαμε.
ΕΡΩΤΗΣΗ: Καλησπέρα, Νίκο.
ΝΙΚΟΣ ΜΑΖΙΩΤΗΣ: Καλησπέρα.
ΕΡΩΤΗΣΗ: Πολλές φορές σε μόνιμη βάση από το ΚΚΕ βέβαια, επαναστατικές δράσεις είτε μεμονωμένες, είτε οργανώσεις έχουν κατηγορηθεί ως προβοκατόρικες ή στην καλύτερη περίπτωση ότι προσφέρουν έργο στην εξουσία δίνοντας πρόσχημα για την ενίσχυση των δομών καταστολής κατά οποιονδήποτε κοινωνικών αγώνων.
Αυτό στην χειρότερη περίπτωση σε μια ενίσχυση κάποιων επαναστατικών δομών θα οδηγήσει βέβαια στην αντίδραση των εξουσιών.
Στην ακόμα χειρότερη περίπτωση η χρησιμοποίηση του φασισμού, του φασισμού τελοσπάντων σαν τελική αντίδραση του καπιταλισμού για την αντίδραση οποιουδήποτε κινήματος.
Αυτό που ήθελα να ρωτήσω, αν υπάρχει κάποια λογική – σε σένα προσωπικά – τώρα στο χώρο δεν ξέρω αν υπάρχει, εγώ λυμένο το έχω προσωπικά – μας ενδιαφέρει ποιο είναι το είδος της εξουσίας – μάλλον ο καπιταλισμός, είναι αυτός -, ποιά είναι η εξουσιαστική δομή του καπιταλισμού;
ΝΙΚΟΣ ΜΑΖΙΩΤΗΣ: Δεν καταλαβαίνω το ερώτημα.
ΕΡΩΤΗΣΗ: Μας ενδιαφέρει αν έχουμε αντίπαλο στην εξουσία τον φασισμό ή ένα σοσιαλδη-μοκρατικό καθεστώς;
ΝΙΚΟΣ ΜΑΖΙΩΤΗΣ: Μας ενδιαφέρει αν έχουμε; Συγνώμη σύντροφε επανέλαβε λίγο την ερώτηση.
ΕΡΩΤΗΣΗ: Αν έχουμε απέναντί μας ένα φασιστικό κράτος ή ένα σοσιαλδημοκρατικό κράτος;
ΝΙΚΟΣ ΜΑΖΙΩΤΗΣ: Αν έχουμε απέναντί μας ένα φασιστικό κράτος ή ένα σοσιαλδημοκρατικό κράτος, αυτό είναι το ερώτημα;
Ναι, η Ελλάδα και γενικότερα αν αλλάζει σε κάτι σε σχέση με την δική μου λογική, την επαναστατική διάθεση δεν ξέρω πώς να το πω ακριβώς.
ΝΙΚΟΣ ΜΑΖΙΩΤΗΣ: Συγνώμη σύντροφε αλλά δεν καταλαβαίνω το ερώτημα.
ΕΡΩΤΗΣΗ: Θέλω να σου πω προτιμάς τον φασίστα σαν αντίπαλο στο δρόμο, τον φασίστα σαν εξουσία εναντίον σου στο δρόμο ή τον Παπανδρέου τον Ανδρέα;
ΝΙΚΟΣ ΜΑΖΙΩΤΗΣ: Αντικειμενικά αυτό που έχουμε απέναντί μας είναι ο κρατικός μηχανισμός ο οποίος υπηρετεί το κεφάλαιο. Δεν έχουμε τον φασίστα στο δρόμο. Εντάξει, θα μπορούσε η Χρυσή Αυγή αν δεν έκανε το λάθος τακτικής να σκοτώσει τον Φύσσα, πιθανόν να υπήρχε πρόβλημα εκεί, η Ν. Δημοκρατία τότε διαπραγματευότανε με την Χρυσή Αυγή….
ΕΡΩΤΗΣΗ: Είναι πρόβλημα για μας να καταλάβουν οι φασίστες την εξουσία;
ΝΙΚΟΣ ΜΑΖΙΩΤΗΣ: Με την έννοια ότι όταν λέμε φασίστες εννοούμε τους χρυσαυγίτες δηλαδή;
ΕΡΩΤΗΣΗ: Γενικώς υπάρχει κάποιο πρόβλημα για τον αναρχικό χώρο να εγκατασταθεί φασισμός στην Ελλάδα ή οπουδήποτε;
ΝΙΚΟΣ ΜΑΖΙΩΤΗΣ: Λίγο να αποσαφηνήσουμε τα πράγματα.
Δεν είμαστε την περίοδο του μεσοπολέμου. Δεν είμαστε στο 1922 με την πορεία του Μουσολίνι στη Ρώμη, ούτε το 1933 με τον Αδόλφο Χίτλερ και τους εθνικοσοσιαλιστές.
Έχει διαφορετικά χαρακτηριστικά ο φασισμός του τότε με το τώρα.
Δεν χρειάζεται ένα τέτοιου τύπου καθεστώς, τύπου μεσοπολέμου ο σημερινός καπιταλισμός, αυτή τη στιγμή τουλάχιστον μέχρι τώρα. Μπορεί να υπάρξουν και άλλες εξελίξεις. Μέχρι τώρα δεν χρειάζεται να καταφύγει σε τέτοιου είδους μεθόδους. Πιθανότατα οι τύποι σαν την Χρυσή Αυγή να αποτελούσαν ένα είδος εφεδρείας υποβοηθητικής. Αλλά αυτό που έχουμε απέναντί μας δεν είναι τώρα ούτε τα τάγματα εφόδου, έχουμε το κράτος έτσι όπως το βλέπουμε αυτή τη στιγμή.
Ένα κράτος το οποίο είναι ανδρείκελο του μεγάλου κεφαλαίου, του υπερεθνικού κεφαλαίου, των τραπεζιτών, των διεθνών τραπεζικών κολοσσών, των κρατών-μελών της Ε.Ε τα οποία έχουν γίνει δανειστές της χώρας οι οποίοι μέσω του κοινοβουλίου – και επειδή όλα τα κόμματα είναι ανδρείκελα αυτής της υπερεθνικής οικονομικής ελίτ -, περνάνε μέτρα τα οποία ουσιαστικά σκοτώνουν τον κόσμο με λίγα λόγια, τον ληστεύουν και τον σκοτώνουν.
Μέσω του κοινοβουλίου γίνεται αυτό και μέσω των κομμάτων.
Δεν γίνεται μέσω κάποιας στρατιωτικής δικτατορίας τύπου Μουσολίνι, τύπου συνταγματαρχών, τύπου Χίτλερ αυτή τη στιγμή.
Δεν έχουμε έναν φασισμό λοιπόν τύπου μεσοπολέμου, θα μπορούσες να πεις ότι έχουμε έναν φασισμό ή έναν ολοκληρωτισμό άλλου τύπου.
Το σύστημα σήμερα έχει άλλες μορφές. Δεν ξέρω αν σε κάλυψα με την απάντηση.
ΕΡΩΤΗΣΗ: Εσύ προσωπικά έδρασες σε μια περίοδο αστικής δημοκρατίας, κοινο-βουλευτικής. Θα προτιμούσες να είχες ξεκινήσει την παράνομη ένοπλη δράση σε φασιστικό καθεστώς;
ΝΙΚΟΣ ΜΑΖΙΩΤΗΣ: Γιατί αυτή η ερώτηση, δεν μπορώ να καταλάβω;
ΕΡΩΤΗΣΗ: Τι θέλω να πω. Γίνεται κάποιος αγώνας από την πλευρά των αναρχικών. Ο σκοπός ποιός είναι; Η εξασθένηση του κράτους με τελικό σκοπό την καταστροφή του. Ξέρουμε ότι η εξουσία θα αντιδράσει. Ξέρουμε ότι θα ενισχύσει τις δυνάμεις καταστολής.
Εμείς προτιμάμε να δράσουμε απέναντι σε ομαλές συνθήκες;
Ξέρουμε ότι κάποια στιγμή εφόσον φτάσει ο αγώνας σε τέτοιο σημείο θα έχουμε να κάνουμε με πολύ σκληρές συνθήκες σε στρατιωτική μορφή… θα φτάσει και εκεί.
ΝΙΚΟΣ ΜΑΖΙΩΤΗΣ: Τώρα το ερώτημα είναι αν επιλέγουμε να δρούμε σε πιο σκληρό καθεστώς ή σε λιγότερο σκληρό καθεστώς;
Δεν νομίζω ότι μπαίνει ένα τέτοιο θέμα, επιλογής. Δεν μπορώ να απαντήσω σε αυτό το ερώτημα.
Σαν αναρχικός δεν έχω την γκεβαρική λογική που είχε ο Γκεβάρα ότι ο ανταρτοπόλεμος είναι εφικτός ή πρέπει να διεξάγεται μόνο όταν υπάρχουν δικτατορίες, αν θυμάμαι καλά αυτό έχει πει γιατί έχω διαβάσει τα βιβλία του, όταν υπάρχουν δικτατορίες ή όταν δεν έχει έρεισμα κοινοβουλευτικό ή δημοκρατικό ένα καθεστώς.
Οι αναρχικοί ποτέ δεν είχαν τέτοια λογική. Σε αυτό διαφέρουμε από την αριστερά και από αυτό που είπε ο Γκεβάρα.
Οι αναρχικοί γενικά έχουν δράσει και με αυτή την μορφή αγώνα είτε σε κοινοβουλευτικά καθεστώτα είτε δικτατορικά. Είτε στην Γ΄ Γαλλική Δημοκρατία του 19ου αιώνα, είτε σε δικτατορίες τύπου Φράνκο, Μουσολίνι.
ΕΡΩΤΗΣΗ: Ακριβώς εκεί ήθελα να καταλήξω Νίκο, ότι για τον αναρχικό – προσωπική μου άποψη – είναι ότι πρέπει, οφείλει να είναι στο δρόμο υπό οποιεσδήποτε συνθήκες και υπό οποιοδήποτε καθεστώς.
ΝΙΚΟΣ ΜΑΖΙΩΤΗΣ: Όποιο καθεστώς κι αν είναι εφόσον υπηρετεί τον καπιταλισμό πρέπει να πολεμιέται είτε είναι με κοινοβουλευτικό μανδύα, είτε είναι στεγνά δικτατορικό.
Οι αναρχικοί πάντα είχαν αυτή τη θέση, είτε η αστική δημοκρατία, είτε οι δικτατορίες ότι είναι οι δύο όψεις του ίδιου νομίσματος, δηλαδή ότι είναι μορφές εξουσίας του καπιταλιστικού συστήματος οπότε πρέπει να πολεμιούνται και οι δύο.
Δεν είναι λοιπόν θέμα επιλογής, διαλέγω τη μία ή την άλλη περίπτωση.
Νίκο, υπάρχουν κάποιες ερωτήσεις ακόμα. Αν μπορείς να είσαι σύντομος για να μιλήσει και η Πόλα.
ΝΙΚΟΣ ΜΑΖΙΩΤΗΣ: Ναι προτιμώ να τελειώσω. Προτιμώ να πω κάποια πράγματα σε σχέση με τις συλλήψεις τις τελευταίες και να κλείσω εδώ, να μην απαντήσω σε άλλες ερωτήσεις, να απαντήσει η Ρούπα ή η Αθανασοπούλου.
Θέλω να πω κάποια πράγματα όταν επιλέξαμε την παρανομία απ’ το καλοκαίρι του 2012 όταν βρισκόταν ακόμα σε εξέλιξη η 1η δίκη εναντίον της οργάνωσης και βγήκαμε στην παρανομία για να συνεχίσουμε τη δράση του Επαναστατικού Αγώνα.
Εξαρχής αντιμετωπίσαμε ένα τείχος απομόνωσης από κομμάτια του χώρου και αυτό δεν οφειλόταν στο ότι εμείς βρισκόμασταν σε καθεστώς παρανομίας αλλά ότι διαπιστώσαμε ότι υπήρξαν αρκετοί που ήθελαν ο Επαναστατικός Αγώνας να αποτελέσει παρελθόν, να τερματιστεί η δράση του Επαναστατικού Αγώνα, να λήξει αυτή η ιστορία.
Σε αυτούς περιλαμβάνονταν και αρκετοί ‘‘αλληλέγγυοι’’ που όπως αποδείχθηκε ήθελαν να κάνουν αλληλεγγύη εφόσον ήμασταν παροπλισμένοι ως οργάνωση.
Γι’ αυτούς τους παράγοντες θα ήμασταν περισσότερο βολικοί αν παραδινόμασταν στη φυλακή με το τέλος της πρώτης δίκης όπως έκανε και ένα πρώην μέλος της οργάνωσης που ξέραμε ότι δεν ήθελε τη συνέχιση της δράσης του Επαναστατικού Αγώνα για να μην κατηγορηθεί για τη συνέχιση της δράσης της οργάνωση.
Γνωρίζουμε ότι αρκετοί στο χώρο είχανε και έχουνε πολιτικά θέματα μαζί μας σε σχέση με το πώς αντιμετωπίσαμε ζητήματα και κατά την διάρκεια της προφυλάκισής μας και αφορούσε και την πολιτική ανάληψη ευθύνης της συμμετοχής μας στον Επαναστατικό Αγώνα, την αλληλεγγύη και τη στάση μας απέναντι στους συγκατηγορούμενούς μας.
Θα μπορούσα να αναφέρω ένα παράδειγμα, ότι είχε βγει μια μπροσούρα το 2011 που έλεγε ότι η ανάληψη ευθύνης δεν είναι σωστή επιλογή, πρέπει να γίνεται μόνον όταν τα στοιχεία είναι αδιάσειστα στο κατηγορητήριο.
Να υπενθυμίσω ότι το φθινόπωρο του 2012 όταν ήμασταν ήδη στην παρανομία, με αφορμή κείμενά μας – της συντρόφισσας Ρούπα και εμένα – που αναφέρονταν στην κατάπτυστη κατάθεση ‘‘αλληλέγγυας’’ σε κατηγορούμενο για την υπόθεση του Επαναστατικού Αγώνα, όπου ισχυριζόταν ότι κάποιος που είναι σε ένοπλη επαναστατική οργάνωση δεν μπορεί να είναι στον α/α χώρο – εμείς είχαμε απαντήσει ότι ένας τέτοιος ισχυρισμός είναι ψευδής – γνωστός ρουφιανοδημοσιογράφος του Βήματος είχε σχολιάσει σε δημοσιεύματα ότι ήμασταν απομονωμένοι.
Το αναφέρω αυτό γιατί αποδεικνύει ότι το γεγονός ότι είχε δημιουργηθεί ένα τείχος απομόνωσης απέναντί μας, δεν είχε περάσει απαρατήρητο από το κράτος και την αντιτρομοκρατική.
Ως αποτέλεσμα αυτής της κατάστασης υποστήκαμε ένα εμπάργκο αλληλεγγύης, εμπάργκο ακόμα και του να έχουμε πρόσβαση σε αγορά όπλων, εμπάργκο επαφών, κανείς δεν ήθελε επαφή μαζί μας, εμπάργκο που έφτανε στο σημείο του οικονομικού στραγγαλισμού, του να έχουμε πρόβλημα επιβίωσης στην παρανομία, όχι του να χρηματοδοτηθεί η συνέχιση της δράσης της οργάνωσης, του να μπορούμε να επιβιώνουμε στη παρανομία.
Και αυτό το λέω γιατί είναι ειρωνεία της ιστορίας το ότι στο προσεχές μέλλον θα γίνει ακόμα μια δίκη εναντίον του Επαναστατικού Αγώνα που περιλαμβάνει αποκλειστικά απαλλοτριώσεις τραπεζών που είναι άσχετες με την οργάνωση και τα πρόσωπα που δικάζονται – κάποιοι είναι ποινικοί-παράνομοι, κάποιοι είναι αναρχικοί -, δεν έχουν καμία απολύτως σχέση με την οργάνωση.
Οι υποθέσεις αυτές είναι κοινές ποινικές υποθέσεις και δεν έχουν καμία σχέση με πολιτική δράση και με την χρηματοδότηση του αντάρτικου και του Επαναστατικού Αγώνα.
Οι απαλλοτριώσεις τραπεζών που έχουν σχέση με τη χρηματοδότηση του Επαναστατικού Αγώνα είναι συγκεκριμένες στο διάστημα 2012 – 2016 για τις οποίες έχουμε πάρει την ευθύνη και είναι: η Εθνική Τράπεζα των Μεθάνων, η Τράπεζα Πειραιώς στη Κλειτορία, η Τράπεζα Πειραιώς στο Σωτηρία, η Εθνική Τράπεζα της Μαλεσίνας.
Η όλη κατάσταση που αντιμετωπίσαμε στην παρανομία θα μπορούσε να χαρακτηριστεί τηρουμένων των αναλογιών των ιστορικών συνθηκών στη γνωστή φράση μετά την Βάρκιζα, ‘‘ούτε ψωμί, ούτε νερό’’. Αυτή η συνθήκη δεν είναι αποκομμένη από το τι επικρατούσε στην περίοδο μετά το 2012, δηλαδή σε μια περίοδο που είχε επέλθει η κοινωνική ήττα των κινητοποιήσεων της διετίας 2010 – 2012 και η πολιτική αποτυχία του α/α χώρου να παίξει ένα ρόλο σε αυτή την κρίσιμη περίοδο – έχω ήδη μιλήσει γι’ αυτό προηγουμένως -, και ότι ως αποτέλεσμα της ήττας και της σκλήρυνσης του συστήματος, κομμάτια του α/α χώρου έγιναν ουρά του ΣΥΡΙΖΑ.
Παρά τις δυσκολίες που αντιμετωπίσαμε σε μια περίοδο που το ελληνικό κράτος μας θεωρούσε τους πιο επικίνδυνους για την σταθερότητα του καθεστώτος και μας είχε επικηρύξει με 2 εκατομμύρια ευρώ, 1 εκατομμύριο για τον καθένα και μας φωτογράφιζε για κάθε τι που γινόταν, ο Επαναστατικός Αγώνας πραγματοποίησε το 2014 την επίθεση στην Τράπεζα της Ελλάδας και θεωρώ ότι είναι η σημαντικότερη επίθεση στα χρόνια των μνημονίων και ως στόχος επιλογής και με τον τρόπο που έγινε.
Τα πράγματα έγιναν ακόμα πιο δύσκολα για την συντρόφισσα Ρούπα όταν συνελήφθηκα τον Ιούλιο του 2014 μετά τη συμπλοκή στο Μοναστηράκι.
Μετά τη σύλληψή μου παρά τις τρομερές δυσκολίες που αντιμετώπισε η συντρόφισσα Ρούπα, όχι μόνο επιβίωσε στην παρανομία κάνοντας στην κυριολεξία μόνη της απαλλοτριώσεις τραπεζών αλλά επιχείρησε μόνη της κάτι που ούτε στην Ελλάδα έχει ξαναγίνει, ούτε διεθνώς από όσο ξέρω – ένα άτομο να το κάνει αυτό-, να επιχειρήσει να καταλάβει ελικόπτερο και να απελευθερώσει εμένα και άλλους πολιτικούς κρατούμενους από τις φυλακές Κορυδαλλού.
Μια ενέργεια – μια ενέργεια του Επαναστατικού Αγώνα – που η ίδια η συντρόφισσα είχε προτείνει και την υλοποίησε χωρίς καμία βοήθεια ρισκάροντας την ίδια της τη ζωή για να βγάλει από την φυλακή πολιτικούς κρατούμενους.
Μόνο που και αυτό σε αυτή την περίπτωση αν και ρίσκαρε τη ζωή της για να βγάλει κρατούμενους από την φυλακή που δεν ανήκουν στον Επαναστατικό Αγώνα – κάτι πρωτοφανές ιστορικά χωρίς προηγούμενο και που αίρει τις όποιες διαχωριστικές γραμμές ανάμεσα σε ανθρώπους με διαφορετικές πολιτικές προσεγγίσεις – δεν υπήρξε η ανάλογη και αμοιβαία ανταπόκριση και αλληλεγγύη που θα άρμοζε απ’ αυτούς για τους οποίους ρίσκαρε τη ζωή της και δεν ήταν Επαναστατικός Αγώνας.
Προφανώς εδώ αποδεικνύεται ότι ο αναρχοατομικισμός και ο ατομικισμός γενικά είναι το ίδιο πράγμα, δηλαδή το να κοιτάει κάποιος την πάρτη του και να βλέπει τους συντρόφους ως χρήσιμους αναλώσιμους, μια νοοτροπία καθαρά αστική και καθεστωτική!!
Βέβαια αυτή η κουλτούρα είναι διάχυτη στον α/α χώρο και δεν αφορά μόνο σ’ αυτή την περίπτωση.
Παρά τις δυσκολίες η συντρόφισσα Ρούπα όχι μόνο επιβίωσε στην παρανομία μεγαλώνοντας τον γιο μας, όχι μόνο επιχείρησε την απελευθέρωση πολιτικών κρατουμένων από τις φυλακές Κορυδαλλού αλλά σχεδίαζε τη συνέχιση της στρατηγικής του Επαναστατικού Αγώνα που είχε εγκαινιαστεί από το 2009 και μετά με επιθέσεις, αυτό που είπα εναντίον δομών του συστήματος.
Λόγω ακριβώς αυτής της πορείας μας που συνίσταται στο ότι αναλάβαμε την πολιτική ευθύνη το 2010 όταν έγινε η 1η κατασταλτική επιχείρηση εναντίον του Επαναστατικού Αγώνα, το ότι δεν ηττηθήκαμε – και αυτό αφορά αποκλειστικά την συντρόφισσα Ρούπα και εμένα -, το ότι επιλέξαμε να μην παραδοθούμε στη φυλακή με το τέλος της πρώτης δίκης αλλά βγήκαμε στην παρανομία για να συνεχίσουμε τη δράση του Επαναστατικού Αγώνα και συνεχίσαμε με την επίθεση στην Τράπεζα της Ελλάδας, το ότι επίσης η συντρόφισσα Ρούπα συνέχισε μόνη της μετά την σύλληψή μου, κάνοντας την απόπειρα απελευθέρωσης πολιτικών κρατουμένων, την απόπειρα με το ελικόπτερο, κάνοντας απαλλοτριώσεις τραπεζών και συνεχίζοντας τη δράση της οργάνωσης και μάλιστα μεγαλώνοντας τον γιο μας, αυτή η διαδρομή μας, αυτές οι επιλογές αγώνα που κάναμε, προκάλεσαν την λύσσα του κράτους εναντίον μας στο τρόπο που μας αντιμετώπισε. Αυτή η αντιμετώπιση έχει να κάνει με την απόπειρα δολοφονίας εναντίον μου στο Μοναστηράκι, στη συμπλοκή στο Μοναστηράκι, από τον μπάτσο που πριν λίγο καιρό σκότωσε τον ταξιτζή στην Καστοριά, την ‘‘ιατρική’’ φροντίδα που είχα όταν ήμουν κρατούμενος για το τραυματισμένο χέρι μου και την μεταγωγή μου στις φυλακές τύπου Γ΄ στον Δομοκό χωρίς να αποκατασταθεί ο τραυματισμός μου, την καταδίκη μου σε ισόβια για την επίθεση του Επαναστατικού Αγώνα στην Τράπεζα της Ελλάδας και φτάνει μέχρι το πρωτοφανές έγκλημα του κρατικού μηχανισμού να κλείσει το παιδί μας σε ίδρυμα στο ψυχιατρείο του Παίδων μετά τις συλλήψεις των συντροφισσών Ρούπα και Αθανασοπούλου στις 5 Ιανουαρίου.
Η υπόθεση αυτή χωρίς προηγούμενο ήταν το αποκορύφωμα αυτής της λυσσαλέας επίθεσης του κράτους εναντίον του Επαναστατικού Αγώνα και αφορούσε κυρίως την συντρόφισσα Ρούπα η οποία μέχρι τις 5 Ιανουαρίου παρέμενε ασύλληπτη και ήταν ο νούμερο 1 κίνδυνος του καθεστώτος.
Μετά τη σύλληψή μου το 2014 πιθανόν να υπήρχε η εκτίμηση από το κράτος και από αρκετούς στο χώρο ίσως, ότι θα παραδοθεί.
Όμως η συντρόφισσα σε πείσμα των τεράστιων δυσκολιών επιβίωσε στην παρανομία κάνοντας την απόπειρα απόδρασης και επιχείρησε την συνέχιση της δράσης της οργάνωσης.
Ως μέλος του Επαναστατικού Αγώνα, ως μαχήτρια, ως γυναίκα και ως μητέρα, η συντρόφισσα Ρούπα ξεφτίλισε τις κατεστημένες ηθικές αξίες όχι μόνο του καθεστώτος αλλά και της σεξιστικής κοινωνίας που θέλει τις γυναίκες σε δεύτερους ρόλους, ακολουθήτριες των συζύγων ή των συντρόφων τους και αυτό είναι κάτι που αναπαράγεται και στον χώρο.
Να υπενθυμίσω ότι η συντρόφισσα συνελήφθη το 2010 στην πρώτη κατασταλτική επιχείρηση του κράτους εναντίον του Επαναστατικού Αγώνα 6 μηνών έγκυος, δεν το έπαιξε ‘‘άσχετη’’, δεν είπε ‘‘δεν ήξερα τι έκανε ο σύντροφός μου’’, αλλά ανέλαβε την πολιτική ευθύνη της συμμετοχής της στην οργάνωση, υπεράσπισε την δράση της οργάνωσης και ακολούθησε όλη αυτή την πορεία που προανέφερα, παρανομία, συνέχιση της δράσης, επίθεση στην Τράπεζα της Ελλάδας, απόπειρα απελευθέρωσης δικής μου και άλλων πολιτικών κρατουμένων, απαλλοτριώσεις τραπεζών και συνέχιση της δράσης της οργάνωσης ενώ ταυτόχρονα μεγάλωνε τον γιο μας στην παρανομία.
Ακριβώς αυτή την αλύγιστη και αδάμαστη στάση της συντρόφισσας προσπάθησε να αποδομήσει το κράτος στις 5 Ιανουαρίου με το να κλείσει τον γιο μας σε ίδρυμα, στο ψυχιατρικό τμήμα του Παίδων.
Κλείνοντας τον γιο μας στο ψυχιατρείο, χορηγώντας του φάρμακα προσπαθώντας να το τρελάνει και εμφανίζοντάς το ως ‘‘τρόπαιο’’, θα μπορούσε να ισχυριστεί ‘‘να που οδηγούν αυτές οι επιλογές αγώνα’’, όπου ένα παιδί μεγαλώνει σε ένα ‘‘εγκληματικό’’ περιβάλλον επειδή οι γονείς του είναι μέλη μιας ένοπλης επαναστατικής οργάνωσης, η μητέρα του είναι μαχήτρια μιας επαναστατικής οργάνωσης που συνέχισε μόνη της μετά τη σύλληψη του πατέρα και προσπαθεί να ρίξει το καθεστώς, που επιχειρεί να απελευθερώσει τον σύντροφό της και άλλους, που απαλλοτριώνει τράπεζες και που μεγαλώνει το παιδί της χωρίς να φοβάται, χωρίς να κρύβεται.
Εκτιμώ ότι τις διαστάσεις αυτής της πρωτοφανούς υπόθεσης δεν τις έχουν αντιληφθεί ούτε στη κοινωνία ούτε στο α/α χώρο. Η υπόθεση αυτή ξεπερνά ακόμα και το παράδειγμα των λεγόμενων ‘‘παιδουπόλεων’’ της Φρειδερίκης για τα παιδιά των ανταρτών του εμφυλίου γιατί η επιδίωξη του κράτους και της κυβέρνησης ΣΥΡΙΖΑ ήταν να τρελάνουν το παιδί μας εφόσον σκόπευαν να το κρατήσουν στα χέρια τους αρκετό χρόνο όμως δεν τα κατάφεραν λόγω της απεργίας πείνας και δίψας που κάναμε τότε.
Είναι σίγουρο ότι η πρωτοφανής αυτή ενέργεια, αυτό το έγκλημα του κράτους να κλείσει το παιδί μας στο ψυχιατρείο του Παίδων αφαιρώντας μας την επιμέλεια ως γονιών – κάτι που είχε ήδη προαποφασιστεί πριν από τις συλλήψεις της 5ης Γενάρη με εντολή σε ανώτατο επίπεδο από την εισαγγελέα του Αρείου Πάγου Ξένη Δημητρίου – είναι σε συνάρτηση με αυτό που είπα προηγουμένως το ότι το κράτος γνώριζε πολύ καλά και η αντιτρομοκρατική, ότι ήμασταν απομονωμένοι ως Επαναστατικός Αγώνας αλλιώς δεν θα τολμούσε να προβεί σε κάτι τέτοιο πρωτοφανές.
Στην κυριολεξία η στάση κομματιών του α/α χώρου, η συνειδητή πολιτική στάση αυτών των κομματιών που ήθελαν νεκρό και παροπλισμένο τον Επαναστατικό Αγώνα, ήταν αυτή που μας παρέδωσε κυριολεκτικά στα χέρια του κράτους. Αυτή είναι η αλήθεια.
Και αυτή η στάση εναντίον του Επαναστατικού Αγώνα μόνο ως αντεπαναστατική θα μπορούσε να χαρακτηριστεί.
Επίσης και το θέμα της κατάδοσης της Ρούπα το οποίο δεν βγήκε απ’ το δικό μας κεφάλι, βγήκε από τα ίδια τα καθεστωτικά ΜΜΕ είναι ένα θέμα προς διερεύνηση και δεν ξέρουμε ούτε είναι δεδομένο από ποιον χώρο έχει προέλθει και άρα είναι ανοιχτό προς διερεύνηση κατά πόσο η κατάδοση έχει σχέση ή όχι πέρα από το δέλεαρ του 1 εκατομμυρίου ευρώ και με το θέμα πολιτικών ανταλλαγμάτων με αντίτιμο την εξουδετέρωση του Επαναστατικού Αγώνα.
Και τέλος να αναφερθώ στο θέμα της αντιμετώπισης κομματιών του α/α χώρου και στις αφίσες που βγήκανε μετά τις συλλήψεις της 5ης Ιανουαρίου και αποδεικνύουν αυτό που έχω πει, ότι κάποιοι εννοούν την αλληλεγγύη, όχι ως μια αλληλεγγύη σε έναν ενεργό και δρώντα Επαναστατικό Αγώνα αλλά μια αλληλεγγύη σε έναν παροπλισμένο Επαναστατικό Αγώνα.
Και αυτό φυσικά μόνο πραγματική αλληλεγγύη δεν είναι.
Ειδικά η αφίσα, της επονομαζόμενης ‘‘Συνέλευσης για τους Πολιτικούς Κρατούμενους, τους φυλακισμένους και διωκόμενους Αγωνιστές’’ εμπεριέχει το χαρακτηριστικό της πολιτικής τυμβωρυχίας γιατί ενώ δεν αναφέρεται καν όπως θα έπρεπε στο ιστορικό γεγονός της σύλληψης της 5ης Ιανουαρίου των συντροφισσών Ρούπα και Αθανασοπούλου που είναι η τρίτη κατά σειρά κατασταλτική επιχείρηση εναντίον του Επαναστατικού Αγώνα, έχει ως κεντρικό θέμα την στρατηγική της οργάνωσης, της επίθεσης σε κεντρικές δομές του συστήματος με στόχο την υπονόμευση του συστήματος.
Ενώ είναι μια αφίσα που φτιάχτηκε με αφορμή την σύλληψη της 5ης Ιανουαρίου, δεν αναφέρει καν το γεγονός της σύλληψης των δύο συντροφισσών και μιλά για την στρατηγική της οργάνωσης αποκόπτοντας αυτή τη στρατηγική από τα πρόσωπα που την έχουν διεξάγει και ήθελαν να τη συνεχίσουν όπως η Ρούπα και η Αθανασοπούλου.
Ακριβώς το ότι μας ‘‘ κόβει και μας ράβει ’’, δηλαδή διαχωρίζει τη στρατηγική της οργάνωσης από τα πρόσωπα μέλη της οργάνωσης που έκαναν πράξη αυτή τη στρατηγική και συνελήφθησαν στις 5 Γενάρη, αποδεικνύει αυτό που είπα περί ‘‘πολιτικής τυμβωρυχίας’’.
Και αυτό μόνο πραγματική αλληλεγγύη δεν είναι. Και με βάση αυτό, θεωρούμε ότι η συγκεκριμένη συνέλευση έχει αυτοακυρωθεί ως συνέλευση αλληλεγγύης.
Εγώ στα 27 χρόνια που είμαι στον α/α χώρο, είναι η πρώτη φορά που φτιάχνεται αφίσα με αφορμή σύλληψη συντρόφων και προπαγανδίζει πορεία με αφορμή σύλληψη συντρόφων και δεν αναφέρει καν το γεγονός της σύλληψης και τα ονόματα των συντροφισσών που συνελήφθησαν.
Όμως και στην άλλη αφίσα που αφορούσε τις συλλήψεις της 5ης Ιανουαρίου δεν αναφερόταν το γεγονός της σύλληψης αν και αναφέρονταν αποσπάσματα από τις δηλώσεις των δύο συντροφισσών. Και εδώ, σε αυτή την αφίσα δεν ήταν τυχαίο ότι έλειπε το γεγονός της σύλληψης όπως δεν ήταν τυχαίο ότι έλειπε και από τις δύο αφίσες το δικό μου όνομα γιατί η καταστολή εναντίον του Επαναστατικού Αγώνα έχει μια συνέχεια μέσα στο χρόνο και η σύλληψη των συντροφισσών στις 5ης Ιανουαρίου ήταν η τρίτη κατά σειρά εναντίον της οργάνωσης μετά την δική μου σύλληψη το 2014 και της πρώτης του 2010.
Θεωρώ ότι μια υπόθεση κάποιος οφείλει αντικειμενικά να την βλέπει στην ολότητά της και όχι αποσπασματικά κόβοντας και ράβοντάς τη στα μέτρα του, αναλόγως των πολιτικών του σκοπιμοτήτων.
Δεν είναι τυχαίο ότι κάποιοι απ’ αυτούς τους ‘‘αλληλέγγυους’’ οι οποίοι ήθελαν να τελειώσει ουσιαστικά ο Επαναστατικός Αγώνας και να παροπλιστεί, είναι αυτοί που έχουν κάνει σημαία τους σήμερα την υπόθεση 2 πολιτικών κρατουμένων που ζητάνε άδειες και τους το αρνείται το κράτος παρ’ όλο που το κράτος ξέρει ότι αυτοί οι 2 αν τους χορηγήσει άδεια θα ξαναγυρίσουν στη φυλακή αφού και οι δύο παραδόθηκαν, γιατί γι’ αυτούς το κεφάλαιο ένοπλος αγώνας έχει κλείσει οριστικά και αμετάκλητα.
Και αυτή είναι η μεγάλη διαφορά με τον Επαναστατικό Αγώνα και με μας, τη Ρούπα και εμένα, που αντί να παραδοθούμε μετά το τέλος της 1ης δίκης, βγήκαμε στην παρανομία και συνεχίσαμε την δράση και αντιμετωπίσαμε γι’ αυτό τη λύσσα του κράτους αλλά κα την στάση κομματιών του χώρου που συνοψίζεται στο ‘‘ούτε ψωμί, ούτε νερό’’, μια στάση που μας οδήγησε στα χέρια του κράτους.
Η αιτία όλης αυτής της κατάστασης που περιέγραψα και της αντιμετώπισης που είχαμε από κομμάτια του χώρου είναι ότι υπάρχει πολιτικό πρόβλημα με τον Επαναστατικό Αγώνα, ότι είμαστε ο Επαναστατικός Αγώνας και προτάσσουμε την ανατροπή και την Κοινωνική Επανάσταση.
ΠΟΛΑ ΡΟΥΠΑ: Καλησπέρα στις συντρόφισσες και τους συντρόφους που έχουν πλαισιώσει την εκδήλωσή σας.
Θα ήθελα να ξεκινήσω λίγο με το αρχικό θέμα της εκδήλωσης, τον Επαναστατικό Αγώνα και το πλαίσιό του, μένοντας κυρίως στην δεύτερη περίοδο, την πολιτική περίοδο του Επαναστατικού Αγώνα από την έναρξη της κρίσης και μετά.
ΕΡΩΤΗΣΗ: Πόλα με ακούς; Να σε διακόψω λίγο, είσαι μαζί με την Κωνσταντίνα ή θα τηλεφωνηθούμε διαφορετικά;
ΠΟΛΑ ΡΟΥΠΑ: Όχι, είμαστε μαζί. Θα ξεκινήσω εγώ με αυτό, θα μιλήσει η Κωνσταντίνα για το πλαίσιο σύλληψης.
Ο Επαναστατικός Αγώνας αρχικά ξεκίνησε έχοντας θέσει κάποιες κατευθύνσεις. Η πρώτη κατεύθυνση ήταν του να θέσει το επαναστατικό πρόταγμα μέσα από την ίδια του την δράση.
Είχα γράψει και παλιότερα, ότι η ιστορία μας θα μπορούσε να χαρακτηριστεί ως μια ιστορία ‘‘περάσματος’’ από την εξέγερση στην επανάσταση και αυτό το λέω γιατί το εξεγερσιακό πρόταγμα ήταν μέχρι τότε κυρίαρχο στο χώρο και θεωρούσαμε ότι είχε φτάσει στα όριά του. Έπρεπε δηλαδή ως αναρχικοί και επαναστάτες να βάλουμε ‘‘επί τάπητος’’ το επαναστατικό πρόταγμα ακόμα και μέσα σε εκείνη την περίοδο που δεν ήταν και η πλέον ευνοϊκή καθώς ήταν σε ισχύ και η νεοφιλελεύθερη συναίνεση και υπήρχε μια υποτυπώδης ευμάρεια έστω και αν αυτή η κοινωνική ευμάρεια στηριζόταν στα δανεικά. Παρ’ όλα αυτά θεωρούσαμε πολύ σημαντικό να μπει αυτό το πρόταγμα βλέποντας προοπτικά ότι η σταθερότητα του συστήματος δεν πρόκειται να κρατήσει αιώνια, αλλά και ότι η Ελλάδα βρισκόταν σε δεινή θέση, παρ’ όλο που αυτό δεν φαινόταν τότε.
Κάποιοι τη θεωρούσαν πολύ ισχυρή δύναμη οικονομικά. Έχοντας και κάποια στοιχεία γι’ αυτό τότε, όπως και για τις κρίσεις που είχαν προηγηθεί, παρ’ όλο που δεν είχαν χτυπήσει με μεγάλη σφοδρότητα τα καπιταλιστικά κέντρα, πιστεύαμε ότι μια μεγάλη κρίση κάποια στιγμή θα συμβεί.
Το είχαμε γράψει εξάλλου και τότε. Μιλώ για τις κρίσεις του 1997 με τις καταρρεύσεις χωρών της Ν.Α. Ασίας κυρίως. Στη συνέχεια έγινε η κατάρρευση των dot.com στις ΗΠΑ όπου ήταν ένα δείγμα για το πώς οι κρίσεις μπορούσαν να χτυπήσουν και τα καπιταλιστικά κέντρα και ότι τίποτα δεν μπορεί να είναι σταθερό και αιώνιο μέσα στο σύστημα. Η Ελλάδα απ’ την άλλη ήταν σε πολύ δύσκολη θέση λόγω του μεγάλου χρέους και των ελλειμμάτων της. Μεγάλα χρηματοπιστωτικά ιδρύματα που είχαμε βάλει στο στόχαστρο όπως η Citibank ήταν από τους πρωτεργάτες του δανεισμού στην Ελλάδα. Ενός δανεισμού μάλιστα, που ήταν πεδίο άγριας κερδοσκοπίας. Αυτό το βλέπαμε γιατί είχε αφενός από τότε ένα μη εξυπηρετούμενο χρέος και αφ’ ετέρου η άγρια αυτή κερδοσκοπία θα μπορούσε να γυρίσει σε μια κατεύθυνση κερδοσκοπίας με στοιχήματα πάνω στην ίδια την οικονομική κατάρρευση και τη μη αποπληρωμή χρεών του ελληνικού κράτους.
Όλα αυτά τα είχαμε κάπως ανιχνεύσει, τα είχαμε καταγράψει. Και τελοσπάντων πιστεύαμε ότι όλη αυτή η κοινωνική νηνεμία που υπήρχε το πρώτο διάστημα που είχαμε ξεκινήσει, συν η ηττοπάθεια που ήταν διάχυτη λόγω των κατασταλτικών χτυπημάτων από το κράτος σε άλλες οργανώσεις, ήταν ένα στοίχημα για ’μας να ανοίξουμε ένα δρόμο προς μια κατεύθυνση που να μπαίνει πιο ρητά το επαναστατικό ζήτημα έστω και με συμβολικά χτυπήματα αρχικά, τα οποία θέλαμε σταδιακά να κλιμακώνονται – και κάποια απ’ αυτά βέβαια ήταν μεν συμβολικά χτυπήματα αλλά με τεράστια πολιτική απήχηση όπως ήταν το χτύπημα ενάντια στην αμερικανική πρεσβεία. Οπότε προχωρώντας βλέπαμε σταδιακά ότι η προοπτική μιας μεγάλης κρίσης στην Ελλάδα είχε αρχίσει να πλησιάζει ιδιαίτερα. Αυτό το είχαμε διαπιστώσει από το 2007. Βλέποντας για παράδειγμα, ότι υπήρχε μια φούσκα στις αγορές ακινήτων και μια φούσκα σε τιμές ενεργητικού οι οποίες δεν δικαιολογούνταν και ότι αυτές κάποια στιγμή θα σκάσουν, θα καταρρεύσουν.
Αυτό φάνηκε αρχικά το 2007. Είχαμε αρχίσει να το ψηλαφούμε, να το πω έτσι, τι επιπτώσεις θα μπορούσε να έχει.
Αργότερα μέσα στο ’07 βλέπαμε τις πρώτες καταρρεύσεις στην Αμερική και στην πορεία το ’08 κορυφώθηκε η χρηματοπιστωτική κρίση με την κατάρρευση της Leaman Brothers, η οποία ήταν η κορυφαία πράξη μιας κρίσης που ήταν πολυδιάστατη και πολυεπίπεδη.
Ήταν φανερό ότι αλλάζουν άρδην τα πράγματα, οπότε έπρεπε και εμείς να προσαρμοστούμε στη νέα εποχή. H νέα εποχή ήταν ότι αφήναμε οριστικά πίσω πλέον τη νεοφιλελεύθερη συναίνεση, που σημαίνει ότι η κοινωνία θα έπαυε σταδιακά να έχει πίστη στο σύστημα ότι είναι αιώνιο, αλώβητο και ισχυρό. Σίγουρα η κρίση θα χτυπούσε την κοινωνία με άλλους όρους πλέον.
Μέχρι τότε είχαμε χτυπήματα λόγω της νεοφιλελεύθερης αναδιάρθρωσης στην Ελλάδα, αλλά αυτό που θα ακολουθούσε σίγουρα θα ήταν μια λαίλαπα πάνω σε κοινωνικά και ταξικά κεκτημένα που δεν θα είχε προηγούμενο. Δηλαδή, βλέπαμε ότι η κρίση αυτή θα φέρει μια συνθήκη κοινωνικής φτώχειας, ανεργίας και εξαθλίωσης η οποία θα ήταν πρωτοφανής. Οπότε έπρεπε να προσαρμοστούμε.
Ο Επαναστατικός Αγώνας ξεκινούσε πάντα από ένα μακροπολιτικό στόχο και μια ανάλυση των συνθηκών και μετά προσαρμοζόμαστε μέσα σε αυτή τη συγκυρία, προσαρμόσαμε την ίδια μας τη δράση, τα μέσα και τους στόχους μας. Δεν κινούμασταν ανάποδα. Δεν κοιτάζαμε τι έχουμε στα χέρια μας και με βάση αυτό να πορευτούμε κάνοντας πράγματα δεξιά και αριστερά, ό,τι μας ήταν βολικό, να το πω έτσι.
Γι’ αυτό αυξάνονταν οι απαιτήσεις και της ίδιας της δράσης, δηλαδή η ίδια η πραγματικότητα καθόριζε τι έπρεπε να γίνει και πως έπρεπε να γίνει. Δηλαδή, η ιστορία μας ήταν άρρηκτα συνδεδεμένη με το επίπεδο της ίδιας της πολιτικής, κοινωνικής και ταξικής σύγκρουσης στην ελληνική κοινωνία. Ανέβαζε το ίδιο το καθεστώς και η ίδια η ιστορία τον πήχη της σύγκρουσης, οπότε κα εμείς έπρεπε να ανταπεξέλθουμε.
Ανεβάζοντας τον πήχη αυτόν προχωρήσαμε σε μια δεύτερη φάση δράσεων οι οποίες πλέον δεν μπορούσαν να μένουν σε ένα συμβολικό επίπεδο. Θεωρούσαμε ότι αυτά δεν αρκούν και δεν αντιστοιχούν στην εποχή μας και έπρεπε να στοχεύσουμε πλέον σε δράση που να προκαλεί όσο το δυνατόν μεγαλύτερους τριγμούς και αποσταθεροποίηση στο σύστημα.
Με βάση αυτή τη λογική κάναμε τις ενέργειες από το ’09 και μετά και μάλιστα είχαμε μια προοπτική αυτές να τις πυκνώσουμε και να τις επιλέγουμε όχι μόνο με βάση την ισχύ, τη θέση που είχανε μέσα στο ίδιο το σύστημα αλλά και με βάση το βαθμό επικινδυνότητας που είχανε για την σταθερότητά του.
Είχαμε μια βασική αρχή και έναν βασικό άξονα: Ότι το σύστημα ναι μεν σε γενικές γραμμές δεν είναι σταθερό, είναι πάρα πολύ ευάλωτο. Αυτό προκύπτει μέσα από μερικούς παράγοντες. Αυτό ίσχυε και πριν την κρίση του.
Η παγκόσμια οικονομία έχει μεγεθυνθεί σε τέτοιο βαθμό και έχουν αλληλοσυνδεθεί σε τέτοιο βαθμό οι δραστηριότητές της που το παραμικρό πρόβλημα σε ένα σημείο του μπορεί να δημιουργεί αντανάκλαση και να πολλαπλασιάζει την ισχύ του προβλήματος και τις επιπτώσεις του σε τόσες άλλες οικονομικές δραστηριότητες και σε διαφορετικές χώρες. Αυτή η συνθήκη στο παρελθόν δεν υπήρχε.
Γι’ αυτό οι κρίσεις τώρα είναι πολύ πιο επικίνδυνες. Με τη μόνη διαφορά ότι δεν πιστεύουμε ότι ποτέ θα πέσει από μόνος του ο καπιταλισμός. Αυτή είναι λάθος θέση. Ο καπιταλισμός έχει την δυνατότητα αν όχι να ξεπερνά, να παρακάμπτει κρίσεις. Όλα αυτά οδηγούν σε μεγέθυνση και πολλαπλασιασμό των κρίσεων. Αλλά από μόνος του να πέσει, δεν γίνεται. Θα πρέπει να υπάρχει ένα αντίπαλο κοινωνικό, πολιτικό και ταξικό δέος το οποίο να τον πολεμήσει.
Όσον αφορά τουλάχιστον εμάς, πιστεύουμε ότι ήταν δικός μας χρέος – όχι μόνο του Επαναστατικού Αγώνα, φυσικά -, ήταν χρέος των αγωνιστών να μετεξελιχθούν οι ίδιοι σε ένα επαναστατικό κίνημα, ώστε να μπορούν να οργανώσουν μια αντεπίθεση, η οποία αναπόφευκτα θα έπρεπε να είναι ένοπλη – επαναστάσεις στην ιστορία δεν γίνονται άοπλες -, ώστε να μπορέσει να το αποτελειώσει. Γιατί όπως έχω πει και παλιότερα ‘‘οι επαναστάσεις είναι κλωτσιές σε σάπιες πόρτες’’. Μόνο που χρειάζονται πόδια να τις χτυπήσουν αυτές τις πόρτες.
Οπότε ο Επαναστατικός Αγώνας είχε ανεβάσει τον πήχη της σύγκρουσης και στο εσωτερικό του χώρου, αλλά και κοινωνικά. Και τον ανεβάζαμε συνεχώς και σε σχέση με τον ίδιο μας τον εαυτό. Δηλαδή ποτέ δεν ήμασταν ικανοποιημένοι με αυτά που κάναμε. Θέλαμε να πάμε παρακάτω. Οπότε ανέβαινε και το διακύβευμα, ανέβαινε και το επίπεδο της σύγκρουσης με το κράτος.
Όταν φτάσαμε σε ένα σημείο όπου η Ελλάδα πλέον ήταν προ των πυλών για να μπει στο καθεστώς των μνημονίων, ήδη είχαμε προχωρήσει αρκετά εμείς όσον αφορά τη δράση και όσον αφορά τις πολιτικές τοποθετήσεις. Αρκετά πράγματα τα είχαμε προβλέψει. Δεν θα αναφερθώ τώρα σε αυτά. Απλά θα πω ότι το χτύπημα που δεχθήκαμε το 2010, το πρώτο κατασταλτικό χτύπημα εναντίον του Επαναστατικού Αγώνα, πιστεύω ότι ήταν μεγάλη επιτυχία.
Εκείνη την περίοδο το σύστημα ειδικά στην Ελλάδα, ήταν πάρα πολύ ευάλωτο και υπήρχε μια διάχυτη αίσθηση ανασφάλειας και φόβου ότι δεν μπορεί να σωθεί το ελληνικό οικονομικό και πολιτικό καθεστώς. Ότι ήταν με το ένα πόδι στο γκρεμό και εκλιπαρούσε για μια βοήθεια από τους θεσμούς, από το ΔΝΤ, από άλλα κράτη, από την ΕΕ.
Οπότε ήταν μια καλή ευκαιρία και για τον Επαναστατικό Αγώνα να δώσει πολύ αποτελεσματικότερα χτυπήματα, ώστε να βοηθήσει να πέσει το καθεστώς στο γκρεμό και παράλληλα υπήρχαν και αυτές οι κοινωνικές δυνάμεις οι οποίες δεν ήταν δοκιμασμένες και ήταν ακόμα σε ακμή που θα μπορούσαν να εκμεταλλευτούν όλη αυτή την συστημική αποσταθεροποίηση. Όμως έπρεπε να υπάρχει ένα κίνημα το οποίο θα έπρεπε να γεννηθεί εφόσον δεν υπήρχε πριν, που θα αξιοποιούσε την καθεστωτική αποσταθεροποίηση, θα άνοιγε δρόμους ώστε να επιφέρει πραγματικές αλλαγές και να βάλει επιτόπου το ζήτημα της επαναστατικής κοινωνικής ανασυγκρότησης. Αυτό δεν ήταν για μένα ουτοπία, πόσο μάλλον μέσα σε εκείνη την συγκυρία, μέσα σε εκείνες τις συνθήκες.
Θέλω να πω κάποια πράγματα γιατί πιστεύω πραγματικά ότι το σύστημα είναι πολύ ευάλωτο.
Ακόμα και τώρα που ζούμε αυτή την περίοδο που έχει προχωρήσει πάρα πολύ η επίθεση με τα μνημόνια, ζούμε συνθήκες κοινωνικής γενοκτονίας (όλοι το αναγνωρίζουν πλέον ακόμα και καθεστωτικοί πολιτικοί, ότι αυτές είναι συνθήκες κοινωνικής γενοκτονίας), το σύστημα έχει κάποια πολύ ευάλωτα σημεία. Τα ευάλωτα σημεία του είναι ότι έχει συγκεντρωθεί πάρα πολύ μεγάλη οικονομική και πολιτική ισχύς σε μια σφαίρα η οποία λειτουργεί σε ένα επίπεδο που δεν συνδέεται άμεσα με αυτό που λέμε πραγματική οικονομία και αυτό το λέω με ποιά έννοια; Βασικά όλες οι λειτουργίες του συστήματος, οι περισσότερες λειτουργίες του συστήματος καθορίζονται από τα πάνω προς τα κάτω. Δηλαδή οι τιμές μπορεί να καθορίζονται από κερδοσκοπικά παιχνίδια, από τιτλοποίησεις ομολόγων τα λεγόμενα τοξικά εργαλεία που έχουν οι χρηματοοικονομικές αγορές όπως τα CDO κλπ. Το ελληνικό χρέος είναι έρμαιο κερδοσκοπικών κινήσεων από δομημένα ομόλογα και από παράγωγα δομημένων ομολόγων, Όλα αυτά έχουν μπει σε ένα φάσμα αξιοποίησης προς άντληση όσο γίνεται μεγαλύτερων κερδών. Και αυτή τη στιγμή δεν υπάρχει ο ‘‘ηθικός κίνδυνος’’, εννοώντας ότι δεν θα σκεφθεί ό ‘‘επενδυτής’’ τον ηθικό κίνδυνο μιας κατάρρευσης έστω και μιας χώρας προκειμένου να αποκομίσει κέρδος.
Επίσης ό ίδιος παράγοντας που δεν θα σκεφτεί αυτό είναι πάρα πολύ ανασφαλής σε οποιονδήποτε παράγοντα για παράδειγμα, ο οποίος δεν του επιτρέπουν να αντλήσει το κέρδος που επιδιώκει.
Η Ελλάδα είναι ένα τέτοιο παράδειγμα. Δηλαδή ένα πολιτικό και κοινωνικό φόβητρο, να το πω έτσι, που θα μπορούσε αν υπάρχει εδώ στην Ελλάδα από μια ένοπλη οργάνωση, από ένα κίνημα θα μπορούσε αν έχουν λειτουργήσει καταλυτικά και ευεργετικά προς αυτή την κατεύθυνση. Να είχαμε απελευθερωθεί από τον ζυγό ενός υπερεθνικού κεφαλαίου το οποίο το μόνο που θέλει είναι να αποτελειώσει αυτό που ήδη είναι κατεστραμμένο στην Ελλάδα. Το κέρδος της οικονομικής ελίτ αυτή τη στιγμή είναι η κατάρρευση της ελληνικής οικονομίας η ευθανασία της ελληνικής κοινωνίας.
Έχω πει κιόλας ότι τα μέτρα που έχουν εφαρμόσει δεν είναι προς την κατεύθυνση της επιβίωσης της κοινωνικής βάσης. Έχει γίνει μια μελέτη και έχει αποδειχθεί ότι από όσα χρήματα έχουν έρθει μέχρι τώρα στην Ελλάδα με την μορφή των οικονομικών πακέτων και με τα μνημόνια που τα συνοδεύουν, όλοι γνωρίζουμε τι αποτελέσματα έχουν φέρει, Ούτε ένα ευρώ δεν έχει περάσει στην κοινωνική βάση. Όλα αυτά τα χρήματα έχουν πάει για αποπληρωμές τόκων για το χρέος και για ανακεφαλαιοποίηση των τραπεζών. Δηλαδή, αυτό το παραμύθι ότι εξαρτιόμαστε από τα μνημόνια για να επιβιώσουμε, για να σταθεροποιηθούμε, για να ξαναναπτυχθούμε, για να ξαναμπεί η οικονομία σε μια τροχιά εξομάλυνσης και ανάπτυξης, είναι παραμύθια.
Επ’ ευκαιρία της εκδήλωσης θέλω να πω ότι ούτως ή άλλως περιμέναμε μια κατάρρευση της ελληνικής οικονομίας. Τώρα πλέον έχει αρχίσει να διαφαίνεται πιο καθαρά αυτό το πλάνο το οποίο βασικά αφορά την κερδοσκοπία πάνω στο χρέος και την φούσκα του χρέους στην Ευρώπη.
Αυτό φαίνεται από πάρα πολλούς παράγοντες και θα μας πάρει ώρα να τους συζητήσουμε όλους, αλλά νομίζω ότι ήδη το καθεστώς είναι με την πλάτη στον τοίχο και πιστεύω ότι η στιγμή που το ελληνικό χρέος θα γίνει αντικείμενο μιας μεγάλης κερδοσκοπικής διαδικασίας από την οικονομική ελίτ, πλησιάζει. Που σημαίνει ότι σε κάποιο καιρό, δεν ξέρω, δεν μπορώ να είμαι πολύ σίγουρη πόσο μπορεί να τρεναριστεί αυτή η συνθήκη με τα μνημόνια, αλλά θα φανεί ότι αυτή η κατάσταση έχει φθάσει στο όριά της. Αυτό σημαίνει ότι θα έχουμε να αντιμετωπίσουμε ένα πολύ-πολύ μεγάλο ζήτημα.
Όταν μιλάμε για κατάρρευση και τυπική χρεοκοπία της ελληνικής οικονομίας ή για έξοδο από την ευρωζώνη, μιλάμε για την ολοκλήρωση μιας συνθήκης κοινωνικής γενοκτονίας ‘‘μια και έξω’’. Που σημαίνει ότι σε μια νύχτα θα αλλάξουν άρδην τα πάντα. Θα βρεθούμε σε συνθήκες πολέμου. Όχι με την έννοια ότι θα πέφτουνε κανονιές. Θα πέσει πολύ πείνα και θα αποδιαρθρωθεί ό,τι έχει μείνει όρθιο κοινωνικά, οικονομικά, πολιτικά κλπ.
Είναι η στιγμή του τέλειου ξεπουλήματος για να μπορέσουν τα γεράκια της υπερεθνικής ελίτ να πάρουν στα χέρια τους τσάμπα στην πραγματικότητα, ό,τι υπάρχει όρθιο στην χώρα. Θα είναι μια σκληρή περίοδος και θλίβομαι πραγματικά γιατί και είμαι στη φυλακή και από την άλλη δεν υπάρχει κάτι που να υπάρχει και να αξιοποιήσει μια τέτοια συνθήκη. Αυτό το ζούσαμε και το 2010. Πιστεύω ότι ήταν μεγάλη επιτυχία που μας πιάσανε. Γιατί είχαμε σχέδιο που θα μπορούσε να βοηθήσει προς την επαναστατική κατεύθυνση, αποσταθεροποιώντας με ουσιαστικό τρόπο το σύστημα. Στη συνέχεια που αποφυλακιστήκαμε, επιχειρήσαμε να προχωρήσουμε, να βάλουμε πάλι σε εφαρμογή το σχέδιο του Επαναστατικού Αγώνα.
Το κατασταλτικό χτύπημα το 2010 ήταν πολύ καθοριστικό. Ήταν επιτυχία όχι απλώς γιατί πιάσανε κάποιους αγωνιστές. Ήταν επιτυχία γιατί σταματήσανε ένα σχέδιο που θα μπορούσε να είναι πολύ αποτελεσματικό και πολύ ουσιαστικό αν μπορούσε να ολοκληρωθεί και να προχωρήσει.
Όταν μας άφησαν και περάσαμε στην ‘‘παρανομία’’ με τον σύντροφο, τον Νίκο Μαζιώτη για να συνεχίσουμε τη δράση, τα πράγματα ήταν πολύ πιο δύσκολα. Σε αυτή την περίοδο, έπρεπε να έρθουμε αντιμέτωποι με πάρα πολλούς παράγοντες, οι οποίοι δεν ήταν ιδιαίτερα ευνοϊκοί και αφορούσαν και τον ίδιο τον χώρο.
Από την άλλη είχαν προχωρήσει και τα μνημόνια και η κοινωνία είχε δοκιμάσει κάποιες πρακτικές αγώνα και είχε βρεθεί σε αδιέξοδο. Παρ’ όλα αυτά δεν πιστεύαμε ότι τελειώνει η ιστορία, επειδή δεν είχε γίνει επιτόπου το ’10 κάτι πολύ δυναμικό και πολύ ανατρεπτικό. Ίσα-ίσα από την περίοδο του ’08 και για πάρα πολλά χρόνια από δω και ύστερα παγκοσμίως μπαίνουμε σε μια περίοδο συνεχών κρίσεων, αναταράξεων, καταρρεύσεων και αναταραχών, οι οποίες δεν βλέπουμε να έχουν τέλος.
Δηλαδή, εκτός από την Ελλάδα, δεν είναι καθόλου απίθανο – και δεν είμαι εγώ η μόνη που το λέω αυτό-, ακόμα και οι ΗΠΑ να αντιμετωπίσουν κίνδυνο κατάρρευσης λόγω του τεράστιου χρέους και λόγω των πολύ μεγάλων ελλειμμάτων που έχουν. Επίσης οι ελίτ ακολουθούν και μια πολιτική για την επιβίωση του ίδιου του συστήματος που όχι μόνο εξοντώνει τις κοινωνίες, αλλά βάζει και τους όρους για τις επόμενες κρίσεις.
Είναι θλιβερό το γεγονός ότι δεν υπάρχει αυτή τη στιγμή ένα επαναστατικό κίνημα να αξιοποιήσει αυτή την ιστορική ευκαιρία που είναι μοναδική. Και όχι μόνο δεν υπάρχει, δεν υπάρχει διάθεση να φτιαχτεί αυτό το κίνημα.
Όπως επίσης και αυτοί που ασχολούνται με ένοπλη δράση, ακόμα και αυτοί δεν βάζουν προοπτική τέτοια, δεν μπορούν να οργανωθούν προς μια τέτοια κατεύθυνση και ούτε θέλουν.
Πριν περάσω σε αυτό, να μιλήσω λίγο για μας. Φτάνοντας στην περίοδο που ήμασταν στην παρανομία επιχειρήσαμε να οργανώσουμε ξανά, να βάλουμε ξανά μπροστά ένα σχέδιο το οποίο μας είχε σταματήσει η καταστολή του ’10. Δεν καταφέραμε να το ολοκληρώσουμε γιατί χτυπηθήκαμε ξανά. Ο Επαναστατικός Αγώνας θα λέγαμε ότι είναι μια οργάνωση που έχει περάσει δια πυρός και σιδήρου. Θέλουν να μας τελειώσουν και δεν τα καταφέρνουν.
Συνεχίσαμε μετά την σύλληψη του συντρόφου του Νίκου Μαζιώτη να ξαναμπεί πάλι σε εφαρμογή το σχέδιο –δεν το είχαμε εγκαταλείψει στιγμή–, αυτό το ίδιο σχέδιο το οποίο είχαμε δρομολογήσει ως Επαναστατικός Αγώνας από το 2008. Δηλαδή, μεγάλα χτυπήματα σε κομβικής σημασίας στόχους του συστήματος, σε δομές με στόχο καταρρεύσεις και όχι απλώς συμβολικά για να αναδείξουμε ποιος είναι ο ‘‘κακός του παραμυθιού’’.
Βέβαια και από την περίοδο ειδικά που συλλάβανε τον σύντροφο τον Νίκο Μαζιώτη, τα πράγματα για τον Επαναστατικό Αγώνα έγιναν ακόμα πιο δύσκολα.
Παρ’ όλα αυτά δεν εγκαταλείψαμε, δεν ‘‘παρατήσαμε’’ τα όπλα. Συνεχίσαμε. Και πάλι το επόμενο χτύπημα, το 3ο, αυτό που έγινε με την σύλληψη τη δική μου και της Κωνσταντίνας Αθανασοπούλου, ήταν επίσης μια μεγάλη επιτυχία, γιατί είχε ήδη δρομολογηθεί να μπει σε εφαρμογή αυτό το σχέδιο το οποίο μετά κόπων και βασάνων από το 2008 προσπαθούμε να το εφαρμόσουμε και που μέσα στα πλαίσια αυτού του σχεδίου έγινε η επίθεση εναντίον της Διεύθυνσης Εποπτείας της Τράπεζας της Ελλάδας.
Τώρα αν θέλετε να σας μιλήσει λίγο η Κωνσταντίνα για το ζήτημα της καταστολής, του κατασταλτικού χτυπήματος και το πλαίσιο των συλλήψεων και θα επανέλθω.
ΚΩΝ/ΝΑ ΑΘΑΝΑΣΟΠΟΥΛΟΥ: Καλησπέρα σύντροφοι.
Καλησπέρα, Κωνσταντίνα.
ΚΩΝ/ΝΑ ΑΘΑΝΑΣΟΠΟΥΛΟΥ: Να μιλήσουμε λίγο για το πλαίσιο, για τις συνθήκες σύλληψης;
Λοιπόν, το πλαίσιο και οι συνθήκες σύλληψης, φάνηκαν πρώτα απ’ όλα από την επικήρυξη της συντρόφισσας Πόλας Ρούπα από το κράτος με 1 εκ. ευρώ αλλά και από την ειδική ομάδα που είχε συσταθεί από την αντιτρομοκρατική με μοναδικό σκοπό τον εντοπισμό της. Όσο για τις αιτίες που οδήγησαν στη σύλληψή μας είναι προς το παρών αδιευκρίνιστες καθώς ειπώθηκαν διαφορετικές εκδοχές από διαφορετικές πηγές
Δημοσιογράφοι μίλησαν για έναν καταδότη, άλλοι είπαν για παραπάνω από έναν που πέρασαν το κατώφλι της ΓΑΔΑ συν ότι η συντρόφισσα δημοσίευσε και ένα κείμενο για την σύλληψή μας ως προϊόν κατάδοσης το οποίο μέχρι τώρα δεν έχει διαψευστεί από κανέναν.
Για να επανέλθω και στην αρχή που είπα για το μένος του κράτους να μας συλλάβει, εντέλει φάνηκε όχι μόνο από την επικήρυξή της αλλά και από τον πρωτοφανή χειρισμό του κράτους πάνω στο ευαίσθητο θέμα του ανήλικου γιου της ο οποίος βρέθηκε για τέσσερες μέρες φρουρούμενος στο ψυχιατρικό τμήμα του Παίδων Αγία Σοφία και με αυτή την πλέον ξεδιάντροπη πράξη το κράτος διάλεξε να πλήξει τον Επαναστατικό Αγώνα μέσω του ανήλικου παιδιού των συντρόφων και με αυτό φάνηκε όχι μόνο το εκδικητικό πρόσωπο του κράτους αλλά και το πλέον ανήθικο. Αυτά, σας δίνω την Ρούπα πάλι.
ΠΟΛΑ ΡΟΥΠΑ : Να μιλήσω και εγώ για το τελευταίο κατασταλτικό χτύπημα.
ΕΡΩΤΗΣΗ: Αυτό ήθελα να ρωτήσω και εγώ την Κωνσταντίνα για κάποια περαιτέρω τοποθέτηση για τις συνθήκες σύλληψης και πρωτύτερα. Οπότε αν θες να τοποθετηθείς γενικότερα…
ΠΟΛΑ ΡΟΥΠΑ: Για τις συνθήκες σύλληψης. Επειδή έχει φύγει αυτή την στιγμή η Κωνσταντίνα, θα σας πω εγώ. Οι συνθήκες σύλληψης ήταν σε αναλογία με τον ‘‘πήχη’’ της σύγκρουσης που είχε ανέβει πολιτικά. Τον ‘‘πήχη’’ της πολιτικής σύγκρουσης ανάμεσα στο κράτος και τον Επαναστατικό Αγώνα γεγονός που διαφαινόταν από καιρό.
Γιατί είχαν γίνει κάποια ποιοτικά άλματα από την δικιά μας την μεριά από το 2010. Το ένα ήταν η ανάληψη πολιτικής ευθύνης. Το δεύτερο ήταν το πέρασμα στην ‘‘παρανομία’’ του συντρόφου Νίκου Μαζιώτη και το δικό μου, η συνέχιση της δράσης του Επαναστατικού Αγώνα και η προσπάθεια να προχωρήσουμε το σχέδιο της οργάνωσης. Η επικήρυξή μας ήταν η απάντηση στην αναβάθμιση της σύγκρουσης και το γεγονός ότι τον σύντροφο Νίκο Μαζιώτη επιχείρησαν να τον σκοτώσουν –στην ουσία κατά λάθος επιβίωσε από τη συμπλοκή στο Μοναστηράκι–, η αντιμετώπιση που είχε μέσα στη φυλακή παρ’ όλο που ήταν τραυματισμένος, το γεγονός ότι εξαπολύουν ένα ανθρωποκυνηγητό στην πορεία για μένα. Περίμεναν μάλλον, ότι θα παραδοθώ μια και αφού είχα και το παιδί, ότι μάλλον, δεν θα μπορέσω να σταθώ και για πολύ στην ‘‘παρανομία’’. Διαψεύστηκαν. Αυτό τους έκανε να αναβαθμίσουν και οι ίδιοι τον τρόπο έρευνας για τον εντοπισμό μου.
Γνώριζα από δημοσιεύματα από διάφορες πηγές ότι είχαν χάσει τον ύπνο τους γιατί όχι μόνο παρέμενα στην παρανομία αλλά συνέχιζα να κινούμαι και προσπαθούσα, έκανα πράγματα που είχαν επιτυχίες και από την άλλη ήξεραν ότι δεν θα σταματήσω. Το είχα πει κιόλας και δημόσια ότι ο Επαναστατικός Αγώνας δεν πρόκειται να τελειώσει.
Οπότε είχε αναβαθμιστεί και το επίπεδο της έρευνας με πιο εξειδικευμένο και με πιο μαζικό τρόπο.
Τώρα το πώς φτάσαμε στη σύλληψη στις 5 του Γενάρη είναι το ερώτημα. Δηλαδή δεν έχει διαλευκανθεί αυτό, γιατί υπάρχουν και δημοσιεύματα όπως είπε και η συντρόφισσα που μιλάνε για κατάδοση. Και πάνω σε αυτό υπάρχουν και αντικρουόμενες τοποθετήσεις πάλι από δημοσιεύματα τα οποία επιχειρούν κάποιοι να τα διαψεύσουν και κάποιοι άλλοι να τα επαναφέρουν. Επαναφέρουν το ζήτημα της κατάδοσης. Δεν είναι μια καλή εξέλιξη αν ισχύει κάτι τέτοιο, δεν είναι μια καλή εξέλιξη όχι μόνο για μένα, δεν είναι μια καλή εξέλιξη γενικώς.
Νομίζω ότι τα κατασταλτικά χτυπήματα, το 2ο και το 3ο, η σύλληψη του Μαζιώτη και η σύλληψη η δικιά μου –τουλάχιστον όσον αφορά την δικιά μου είναι καθαρό αυτό –, δεν ήταν ζήτημα επιτυχίας ως προς τις έρευνες που διεξήγαγαν γιατί το πώς βρεθήκαμε στη φυλακή με την συντρόφισσα Αθανασοπούλου, ήταν αποτέλεσμα πολλών παραγόντων.
Και οι παράγοντες αυτοί έχουν να κάνουν και με το ζήτημα της ‘‘αλληλεγγύης’’ που είχαμε, (αλληλεγγύη σε εισαγωγικά).
Πιστεύω (θα έχει μιλήσει και ο σύντροφος Μαζιώτης για αυτά πιο πριν), ότι έπαιξε καθοριστικό ρόλο το γεγονός ότι βιώσαμε έναν ανταγωνισμό και μια τάση απομόνωσης που για μένα είχε πολιτική βάση. Να ξεκαθαρίσω ότι δεν μιλάω για όλο τον χώρο. Θεωρώ ότι αυτό είναι λάθος. Ήταν συγκεκριμένοι οι φορείς αυτοί που έπαιξαν έναν ρόλο μέσα σε αυτή τη συνθήκη.
Να σας δώσω να καταλάβετε όταν μας έπιασαν, αυτό που μου ερχόταν στο μυαλό ήταν μια φράση από ένα βιβλίο που ήταν για τους ληστές στην Ελλάδα – άσχετο το θέμα – αλλά ήταν ωραία. Η φράση που έλεγε: ‘‘τα παλληκάρια τα καλά, σύντροφοι τα σκοτώνουν’’. Είναι λίγο σκληρό αυτό αλλά στην πραγματικότητα η ιστορία μας έχει να κάνει και με αυτό. Δηλαδή στην πραγματικότητα, βρεθήκαμε στη φυλακή, η Αθανασοπούλου και εγώ, λόγω κάποιων παραγόντων, οι οποίοι επί της ουσίας διαμόρφωσαν τις συνθήκες να μας συλλάβουν. Η απάντηση που έδωσε το κράτος, το πώς έβλεπε το κράτος το επίπεδο της σύγκρουσης μαζί μας φάνηκε και από τις ίδιες τις συλλήψεις. Το γεγονός ότι το παιδί είχε αυτή την αντιμετώπιση ήταν ακριβώς αποτέλεσμα του επιπέδου της σύγκρουσης, της ‘‘βαθμολόγησής’’ μας από το κράτος ως πολιτικό κίνδυνο.
Γιατί το παιδί δεν έφταιγε σε τίποτα. Ούτε εγώ περίμενα ότι θα έχει μια τέτοια αντιμετώπιση παρ’ όλο που είχα πλήρη συνείδηση του επιπέδου της σύγκρουσης, πόσο είχε αναβαθμιστεί αυτή και πόσο είχαν χάσει τον ύπνο τους για να χτυπήσουν τον Επαναστατικό Αγώνα.
Νομίζω όμως ότι αυτή η ιστορία με το παιδί δεν έχει γίνει κατανοητή. Και γιατί το λέω αυτό; Γιατί το 3ο κατασταλτικό χτύπημα ενάντια στον Επαναστατικό Αγώνα που στην πραγματικότητα στο επίκεντρό του είχε βάλει ένα παιδί 6 χρονών, αναδεικνύει καταρχήν το πόση σφοδρότητα μπορεί να έχει ένα κατασταλτικό χτύπημα όταν ο εχθρός σε θεωρεί επικίνδυνο, το μίσος του που μπορεί να δείξει και πως μέσα σε αυτό χάνει κάθε ηθική βάση πλέον.
Γι’ αυτό στην αντιτρομοκρατική τους έβριζα και τους έλεγα ότι είναι ανήθικοι, ότι έχουν έναν πόλεμο με μένα, αλλά στην πραγματικότητα έβαλαν στο επίκεντρο αυτού του πολέμου το παιδί, γιατί εμένα δεν μπορούν να μου κάνουν τίποτα.
Το παιδί έχει υποστεί μία επίθεση η οποία δεν έχει ξαναγίνει. Είναι το πιο σκληρό και το πιο επαίσχυντο χτύπημα στην ιστορία και δεν έχει γίνει κατανοητό ως τέτοιο.
Δεν ξέρω με ποιους τρόπους το προσεγγίσανε αυτό το ζήτημα κάποιοι. Ίσως με ανθρωπιστικούς όρους. Ίσως δεν μπορούν να καταλάβουν. Όμως είναι ένα πολιτικό, ένα πολύ σοβαρό πολιτικό γεγονός το τι έζησε το παιδί από τη στιγμή της σύλληψης και μετά.
Αν θέλετε κάτι να συγκεκριμενοποιήσω μέσα σε όλα αυτά, για να πάμε παρακάτω.
ΕΡΩΤΗΣΗ: Πόλα, όχι πάνω σε αυτά δεν θέλουμε να γίνεις πιο συγκεκριμένη σε κάτι, αν έχεις κάτι άλλο, καλώς, αλλιώς να περάσουμε στις ερωτήσεις
ΠΟΛΑ ΡΟΥΠΑ: Ναι, ας περάσουμε. Κοιτάξτε: Όταν ξεκίνησα να μιλάω για τον Επαναστατικό Αγώνα μέχρι τις συλλήψεις, για να μην είναι κουραστικός ο μονόλογος – μιλούσε και πολλή ώρα ο σύντροφος πριν – τα είπα λίγο συνοπτικά. Κάποια πράγματα που ήθελα να πω δεν τα είπα, αλλά μέσα από τις ερωτήσεις μπορώ να επανέλθω εφόσον και οι ερωτήσεις θέλουν κάποιες αποσαφηνίσεις πάνω σε πράγματα που έχω πει.
ΕΡΩΤΗΣΗ: Ναι, ναι, πάντως όσον αφορά το πλαίσιο σίγουρα έχετε κάποιες διαφορετικές, όχι διαφορετικές βάσεις, ίσως να θες να τοποθετηθείς συγκεκριμένα και σε κάτι άλλο αλλά ο
σύντροφος Μαζιώτης τοποθετήθηκε εκτενέστερα. Μην ανησυχείς για τυχόν ελλείψεις.
ΠΟΛΑ ΡΟΥΠΑ: Εντάξει.
ΕΡΩΤΗΣΗ: Νομίζω μπορούμε να περάσουμε στις ερωτήσεις. Θέλω να ξεκινήσω με μια ερώτηση όσον αφορά το ζήτημα επειδή είμαι γυναίκα και δραστηριοποιούμαι μέσα σε αυτό το πλαίσιο και όλα αυτά, θα ήθελα…
ΠΟΛΑ ΡΟΥΠΑ: Δεν σε ακούω καθαρά.
ΕΡΩΤΗΣΗ: Με ακούς τώρα;
ΠΟΛΑ ΡΟΥΠΑ: Ναι, έλα, ναι.
ΕΡΩΤΗΣΗ: Θα ήθελα να σε ρωτήσω ποια ήταν η θέση της γυναίκας στο αναρχικό κίνημα σε προηγούμενες περιόδους και που εσύ βίωσες, συγκριτικά με σήμερα; Γιατί έχει ανοίξει ένα γενικότερο θέμα στο χώρο με το φύλο, τον αντισεξισμό. Ήθελα να σε ρωτήσω αν μπορείς να τοποθετηθείς πάνω σε αυτό. Και εσύ και η Κωνσταντίνα φυσικά αν θέλει.
ΠΟΛΑ ΡΟΥΠΑ: Κοίτα, να σου πω την αλήθεια δεν έχω καλή εικόνα για το πώς είναι σήμερα αυτό που βάζεις του σεξισμού αλλά από κάποιο σημείο και ύστερα δεν με απασχολούσε αυτό καθ’ εαυτό. Με ποιά έννοια; Θεωρούσα ότι μια γυναίκα αγωνίστρια εφόσον έχει σαφείς πολιτικούς στόχους και σαφείς κατευθύνσεις πολιτικές, από ’κει και πέρα θα τις επιχειρήσει και θα τις πραγματώσει χωρίς να σταματάει σε αναστολές και ανασφάλειες του στυλ ‘‘ο χώρος ή ο ένοπλος αγώνας για παράδειγμα είναι ανδρική υπόθεση’’. Γνωρίζω ότι υπάρχουν προβλήματα τέτοιου είδους, αλλά νομίζω ότι το να αναλωνόμαστε σε τέτοια μέσα σε ένα επίπεδο καθημερινότητας ή σχέσεων στον αγώνα κλπ, νομίζω ότι είναι αποπροσανατολιστικό για τις ίδιες τις γυναίκες. Πιστεύω ότι άμα έχεις σαφείς στόχους, και αυτούς τους στόχους τους πιστεύεις πραγματικά, δεν νομίζω ότι θα μπορέσει να σε κάνει να κλονιστείς οποιαδήποτε συμπεριφορά. Την αντιμετωπίζεις επιτόπου.
Εγώ για να σου πω την αλήθεια ως προς αυτό, έχω ζήσει παρατράγουδα τα οποία επειδή ακριβώς δεν τα είχα στον νου μου, δεν τα αντιμετώπιζα ως τέτοια. Δηλαδή επειδή είμαι και γυναίκα και επειδή βρέθηκα και σε πολύ σκληρές συνθήκες και επειδή πάλι δεν ήθελα να τα παρατήσω και ήθελα να συνεχίσω και μάλιστα να τα οξύνω και να εντείνω τον αγώνα, αντιμετώπισα και αυτά τα φαινόμενα τα οποία τα έκρινα ως τέτοια εκ του αποτελέσματος. Δηλαδή, όταν προσπαθούσα να ερμηνεύσω συμπεριφορές ή προσπαθούσα να ερμηνεύσω πολεμικές ή προσπαθούσα να ερμηνεύσω ανταγωνισμούς, κάπου έβλεπα και αυτό το στοιχείο, το οποίο βέβαια μου φαινόταν αρκετά μικροπρεπές.
Δηλαδή όταν μια γυναίκα ανεβάζει τόσο πολύ τον πήχη κάποιοι δεν το άντεχαν. Ειδικά πολλοί άντρες που είναι και το κυρίαρχο στοιχείο να το πω και έτσι, δεν το αντέχανε. Τους ‘‘καθόταν’’ πολύ άσχημα.
Αλλά αυτό όσον αφορά τις δικές μου στοχοθεσίες ή τους στόχους του Επαναστατικού Αγώνα δεν με απασχολούσε, κατάλαβες; Δηλαδή, θέλω να πω εγώ προχωρούσα, έκανα την δουλειά μου. Όποιος μου έβαζε οποιαδήποτε τρικλοποδιά και αυτή η τρικλοποδιά μπορούσε να αφορά είτε ανταγωνισμούς φύλου, είτε πολιτικούς ανταγωνισμούς ή οποιαδήποτε μικροπρέπεια εγώ τα αντιμετώπιζα και προχωρούσα, τους έκανα στην άκρη. Δεν καθόμουν να ασχοληθώ με αυτού του είδους τα φαινόμενα. Πιστεύω ότι αν απασχολεί πολύ το ζήτημα σε σχέση με το σεξισμό, ο Επαναστατικός Αγώνας ειδικά στο τελευταίο του στάδιο είχε γίνει μια φεμινιστική υπόθεση. Δύο γυναίκες συνέλαβαν, γυναίκα εγώ ήμουν η μόνη που είχα μείνει πολιτική καταζητούμενη, επικηρυγμένη με 1 εκ. ευρώ.
Πιστεύω ότι οι γυναίκες καλά θα κάνουν να οργανωθούν όσον αφορά τους στόχους τους και τον εαυτό τους, να βάλουν πολιτικούς στόχους. Να αντιμετωπίζουν όλα αυτά τα φαινόμενα μέσα στην ίδια τους την πολιτική κίνηση. Μόνο έτσι ξεπερνάς αυτό το στοιχείο. Βέβαια εγώ αντιμετώπισα και άλλα γιατί αρκετούς αρνητικούς ρόλους ‘‘χτύπησα’’ να το πω σε εισαγωγικά με την ίδια μου την κίνηση χωρίς να το θέλω. Δεν ήταν επιδίωξή μου. Όπως είναι ο ρόλος των μητέρων, όπως είναι ο ρόλος της συντρόφου όπως κάποιοι θεωρούσαν ότι εφόσον πιάσανε τον σύντροφό της, έχει και ένα παιδί, ε, τι θα κάνει τώρα, θα παραδοθεί, πόσο θα αντέξει ακόμα;
Όλα αυτά τα αντιμετώπισα όχι γιατί ήθελα να αντιμετωπίσω όλα αυτά, αλλά γιατί ήθελα να κάνω μια δουλειά, ήθελα να κάνω μια πολιτική δουλειά. Και προκειμένου να την κάνω αυτή την πολιτική δουλειά, δε σταματούσα με τίποτα. Οπότε πιστεύω, αυτό είναι μια απάντηση την οποία δίνω μέσα από την δική μου εμπειρία.
ΕΡΩΤΗΣΗ: Να, εγώ προσωπικά συμφωνώ και ασπάζομαι.
Μια επόμενη ερώτηση. Θέλει να απαντήσει και η Κωνσταντίνα επειδή είναι και σε μια ηλικία, έχει και άλλες εικόνες…. πάνω στην ίδια ερώτηση.
ΠΟΛΑ ΡΟΥΠΑ: Για το ζήτημα το γυναικείο;
ΕΡΩΤΗΣΗ: Ναι, αν δεν την έχεις καλύψει δηλαδή.
ΠΟΛΑ ΡΟΥΠΑ; Θέλει να προχωρήσουμε. Είναι καλυμμένη μου λέει.
ΕΡΩΤΗΣΗ: Θα ήθελα να σε ρωτήσω πώς βλέπεις την κρατική καταστολή πριν και επί της λεγόμενης ‘‘αριστεράς’’ κυβέρνησης του ΣΥΡΙΖΑ. Αν έχει αλλάξει κάτι, αν έχει.
ΠΟΛΑ ΡΟΥΠΑ: Κρατική καταστολή πριν και μετά τον ΣΥΡΙΖΑ. Μήπως θες Κωνσταντίνα να μιλήσεις για αυτό; Θα σας πει η Κωνσταντίνα δυο λόγια γι αυτό και επανέρχομαι.
Ναι, ναι.
ΚΩΝΣΤΑΝΤΙΝΑ ΑΘΑΝΑΣΟΠΟΥΛΟΥ: Καλησπέρα πάλι. Για την κρατική καταστολή για τον ΣΥΡΙΖΑ. Η αλήθεια είναι ότι υπάρχει διαφορά στην καταστολή που υιοθετεί το κάθε κόμμα όταν ανέλθει στην εξουσία. Η δεξιά παράταξη κατέστειλε τις κοινωνικές εκρήξεις και τις αναρχικές κινήσεις, όπως οι καταλήψεις που είχαν γίνει όπως όφειλε να κάνει ως φυσικός πολέμιος αυτών των κινήσεων με την τότε αντικυβερνητική αριστερά του ΣΥΡΙΖΑ, ο οποίος πρωτοστατούσε στις διαδηλώσεις, διαμαρτυρόμενος, έλεγε για την βίαιη καταστολή που δέχονταν οι διαδηλωτές από την αστυνομία, παρευρίσκονταν σε λαϊκές συνελεύσεις ασκώντας την πολιτική τους προπαγάνδα. Όταν ο ΣΥΡΙΖΑ ανέλαβε την κυβέρνηση πια δεν άλλαξε το προσωπείο του, ας πούμε ότι ο ΣΥΡΙΖΑ δείχνει ένα ‘‘καλό’’ πρόσωπο κατανόησης στις κοινωνικές διαμαρτυρίες, θέλει να είναι ‘‘ελαστικός’’, να λύνει προβλήματα και να προσπαθεί να έρθει σε μια κοινωνική συνδιαλλαγή αφήνοντας όλους ευχαριστημένους κάνοντας λίγο ‘‘πίσω’’ για να φανεί λίγο πιο ‘‘υποχωρητικός’’ . Η εχθρική αντιμετώπιση του ΣΥΡΙΖΑ είναι σαφώς διαφορετική και όχι τόσο ξεκάθαρη και κάθετη όπως αυτή που υιοθετεί η δεξιά.
Καταστολή στις διαδηλώσεις είδαμε και επί ΣΥΡΙΖΑ εποχή, καθώς προφανής είναι και η επιλεκτική καταστολή του ΣΥΡΙΖΑ πάνω σε συγκεκριμένες πολιτικές επιλογές αγώνα όπως ας πούμε πάνω στον ένοπλο αγώνα, πάνω σε στάσεις ανθρώπων οι οποίοι είναι αμετανόητοι αναρχικοί και δεν συνδιαλέγονται με τον ΣΥΡΙΖΑ αλλά υψώνουν ανάστημα σε αυτόν. Αυτά όσον αφορά για την καταστολή επί ΣΥΡΙΖΑ.
ΠΟΛΑ ΡΟΥΠΑ: Να μιλήσω και εγώ γι’ αυτό το ζήτημα. Νομίζω ότι ο ΣΥΡΙΖΑ έχει μια διαφορετική οπτική για τα πράγματα όσον αφορά την καταστολή.
Ενώ η ΝΔ είχε μια μετωπική αντιμετώπιση, δηλαδή αντιμετώπιζε τα πολιτικά φαινόμενα μια και έξω, ο ΣΥΡΙΖΑ κάνει μια επιλεκτική διαλογή ως φορέας της ήττας που είναι. Γιατί ως φορέας της ήττας των αγώνων πήρε την εξουσία. Με την ίδια λογική αντιμετωπίζει και τα φαινόμενα της αντίστασης και των αγώνων.
Προσπαθεί πρώτα να δει με ποιον μπορεί να συνδιαλλαγεί και με ποιον θα κάνει συμφωνίες κάτω από το τραπέζι, από ποιον μπορεί να εξασφαλίσει ότι το επίπεδο της κοινωνικής σύγκρουσης μπορεί να κρατηθεί χαμηλά – τους οποίους βέβαια τους αντιμετωπίζει και ευνοϊκά. Με όποιους δεν το καταφέρει αυτό είναι δεδομένο ότι η σύγκρουση θα είναι σφοδρή. Απέναντι σε άλλους αγωνιστές, είναι πολύ αμείλικτος.
Για παράδειγμα – επανέρχομαι στο ζήτημα του 3ου κατασταλτικού χτυπήματος – το γεγονός ότι υπήρχε αυτή η σφοδρότητα απέναντι σε ένα εξάχρονο παιδί, είναι αποτέλεσμα αυτής της λογικής.
Επιλεκτικά αυτοί είναι αδιάλλακτοι απέναντί μας. Αυτοί οι οποίοι πιστεύουν στους στόχους τους, πολεμάνε το καθεστώς και δεν κάνουν στιγμή οπισθοχωρήσεις ή συνδιαλλαγές, αυτοί που δεν άφησαν κανένα περιθώριο τέτοιων πρακτικών, ε, αυτούς τους χτυπάνε με ιδιαίτερη σφοδρότητα. Ο ΣΥΡΙΖΑ δείχνει μια εύνοια να το πω έτσι απέναντι σε πολιτικά φαινόμενα που μπορεί να δείχνουν οπισθοχώρηση, συμμόρφωση, δεν δείχνουν διάθεση σύγκρουσης σε ζητήματα της καταστολής και των πολιτικών κρατουμένων. Το έχουμε δει αυτό, έτσι; Δεν είναι κάτι καινούργιο, αυτό που λέω τώρα. Γιατί είναι αρκετοί αυτοί – ας μην γελιόμαστε – που προσβλέπουν στην κυβέρνηση ΣΥΡΙΖΑ, για να μπορέσουν γρήγορα-γρήγορα να επιλύσουν ζητήματα, τα οποία με τη ΝΔ στην κυβέρνηση δεν θα μείνει κανένα περιθώριο για την επίλυσή τους. Αυτό βέβαια, εμάς δεν μας αφορά ως Επαναστατικό Αγώνα.
ΕΡΩΤΗΣΗ: Η επόμενη ερώτηση που δεν προλάβαμε να κάνουμε στον Νίκο και θέλουμε να την κάνουμε μη τυχόν και δεν προλάβουμε και τώρα, τι μπορεί να μάθουμε και να εμπνευστούμε από την δράση του αντάρτικου πόλης στον ελλαδικό χώρο, τι παρακαταθήκη αφήνει, τι λάθη και τι πολιτικά συμπεράσματα για να εξελιχθεί το κομμάτι αυτό;
ΠΟΛΑ ΡΟΥΠΑ: Να εξελιχθεί το αντάρτικο πόλης ή γενικώς, δεν κατάλαβα.
Συγκεκριμένα πάνω στο αντάρτικο.
ΠΟΛΑ ΡΟΥΠΑ: Καταρχήν δεν μιλάμε για ένα αντάρτικο πόλης. Μιλώντας ως Επαναστατικός Αγώνας, πιστεύω ότι έχουμε συγκεκριμενοποιήσει το ρόλο μας και τις πολιτικές μας επιλογές και δεν θεωρώ ότι μπορούμε να αντιμετωπίζουμε φαινόμενα όπως το αντάρτικο πόλης με μια ομοιογένεια, ως ένα ομογενοποιημένο πράγμα το οποίο καθορίζεται από τα μέσα ή καλύτερα από τα εργαλεία. Αυτό πιστεύω ισχύει σε όλες τις μορφές αγώνα. Δηλαδή, το εργαλείο που χρησιμοποιεί ο καθένας δεν τον συνδέει με τον άλλον λόγω της χρήσης του ίδιου εργαλείου. Συνδέεται με βάση μια κοινή στρατηγική. Δηλαδή αν υπάρχει κοινή στρατηγική, κοινή πολιτική κατεύθυνση και κοινή στοχοθεσία, αν είναι ό ίδιος τρόπος που ορίζει ο καθένας πολιτικά την ύπαρξή του μέσα στην υπάρχουσα ιστορική συγκυρία και έχει τις ίδιες στοχεύσεις και βλέπει τον εαυτό του ως έναν αγωνιστή που θέλει να πραγματώσει συγκεκριμένα πράγματα, ναι, εκεί μπορεί να υπάρχει επικοινωνία.
Όσον αφορά το ζήτημα του αντάρτικου πόλης στην Ελλάδα είναι μια κουβέντα στην οποία μπορώ να μιλήσω για τον Επαναστατικό Αγώνα. Άλλες ομάδες έχουν υπάρξει και μπορεί να υπάρχουν. Δεν μπορώ Όμως να μιλήσω για λογαριασμό τους γιατί πολύ απλά δεν υπάρχει ξεκάθαρα ένα κοινό διακύβευμα, ένας κοινός στόχος.
Ο Επαναστατικός Αγώνας σας έχω πει ότι έβαζε πρώτα το μακροπολιτικό και μετά έβρισκε τον τρόπο για να φτάσει σε αυτό. Το μακροπολιτικό για τον Επαναστατικό Αγώνα – και αυτό πιστεύω ότι μας κάνει να ξεχωρίζουμε – είναι η πίστη μας στην Επανάσταση.
Η πίστη μας στην Επανάσταση δεν αφορά μόνο την συγκυρία. Μιλάγαμε πάντα για υποκειμενικές και αντικειμενικές συνθήκες. Οι αντικειμενικές συνθήκες είναι αυτές που ορίζει το σύστημα στη φάση που βρίσκεται και η εκάστοτε ιστορική συγκυρία.
Οι αντικειμενικές συνθήκες πάντα λέγαμε ότι αυτή την περίοδο είναι ιδιαίτερα ώριμες και ιδιαίτερα ευνοϊκές για να αναπτυχθεί ένα επαναστατικό κίνημα, το οποίο θα έχει αναπόφευκτα – πρέπει να έχει – τον ένοπλο αγώνα στις στοχεύσεις του. Γιατί δεν θεωρώ ότι μπορεί να επιχειρήσεις ούτε ιδεατά, ούτε ως ιδέα να βάλεις το ζήτημα της επαναστατικής προοπτικής χωρίς να έχεις στο μυαλό σου ότι ένα ένοπλο κίνημα είναι απολύτως αναγκαίο, μη σας πω και προϋπόθεση για να γίνει αυτό. Οπότε η επανάσταση για μας ήταν το δια ταύτα. Ο μακροπολιτικός στόχος. Με βάση τον μακροπολιτικό στόχο και με βάση και τις αντικειμενικές συνθήκες πορευόμασταν. Και γι’ αυτό ήμασταν αμείλικτοι και δεν σταματούσαμε ποτέ. Και γι’ αυτό δεν τα παρατάγαμε υπό οποιεσδήποτε αντίξοες συνθήκες. Το ξαναλέω, γιατί ήταν πολύ αντίξοες οι συνθήκες που έπρεπε να σταθούμε.
Και αντίξοες συνθήκες όχι τόσο σε σχέση με το κράτος και την ‘‘παρανομία’’ αλλά σε σχέση με την αναποφασιστικότητα, το φόβο, και όλα τα προβλήματα που είχαν διαποτίσει τον χώρο. Αλλά εμείς δεν σταματούσαμε γιατί, σας λέω, ήταν ο στόχος τέτοιος, η πίστη μας πάνω στο στόχο που δεν μπορούσε να κάνουμε κάτι λιγότερο.
Εφόσον είχαμε τις αντικειμενικές συνθήκες –τις είχαμε και τις έχουμε ακόμα ώριμες–, θεωρούσαμε ότι είναι μεγάλη έλλειψη το γεγονός ότι δεν είχαμε την δυνατότητα να παίξουμε ένα ρόλο για την διαμόρφωση αυτού που λέμε υποκειμενικές συνθήκες οι οποίες είναι απαραίτητες για να επιχειρηθεί ένα επαναστατικό πείραμα. Μια κοινωνική εφόρμηση για την ανατροπή και ένα επαναστατικό κοινωνικό πείραμα.
Οι υποκειμενικές συνθήκες –εννοώντας την κοινωνία και την διαμόρφωση επαναστατικών συνειδήσεων μέσα στην κοινωνία–, σίγουρα δεν είναι δουλειά της κοινωνίας αυτής καθ’ εαυτής. Γιατί πολλοί λένε, ‘‘α, η κοινωνία κοιμάται’’, ‘‘α, η κοινωνία δεν ξεσηκώνεται’’, ‘‘δεν κατεβαίνει στους δρόμους’’ κλπ. Την ευθύνη την έχουμε εμείς. Όταν λέω εμείς, εννοούμε όλοι εμείς. Όλοι εμείς που θεωρούμε τους εαυτούς μας πρωτεργάτες της αντίστασης και της αμφισβήτησης του καθεστώτος.
Εφόσον εμείς δεν μπορούμε να μετεξελιχτούμε μέσα στις υπάρχουσες συνθήκες έτσι ώστε να γίνουμε αυτό που λέμε προάγγελοι της επανάστασης, να διαμορφώσουμε εμείς αυτές τις επαναστατικές συνθήκες μέσα στη κοινωνική βάση, τότε το παιχνίδι αναπόφευκτα θα χαθεί. Είναι χαμένο από χέρι. Και πιστεύω ότι ακριβώς το μεγάλο πρόβλημα στο χώρο είναι ότι ακριβώς δεν υπάρχει πίστη στην επανάσταση. Δεν πιστεύουν. Υπάρχουν άνθρωποι οι οποίοι αναφέρονται στην επανάσταση τοποθετώντας την όμως σε ένα μακρινό παρελθόν, το οποίο δεν αρμόζει στην συγκυρία, δεν αρμόζει στην εποχή μας.
Στην πραγματικότητα αυτοί όταν μιλάνε για επανάσταση κάνουν μεγαλύτερο κακό. Θα έπρεπε να μη μιλάνε καθόλου. Γιατί η πολιτική και στον ίδιο τον χώρο έχει έρθει στο επίπεδο του ‘‘ρεαλισμού’’ πλέον. Δηλαδή: ‘‘ναι μεν είμαστε επαναστάτες, ναι μεν θέλουμε την επανάσταση, ναι μεν έχουμε ιστορικές αναφορές στις άλφα επαναστάσεις, στις βήτα επαναστάσεις, στην Κομμούνα, την Ισπανική Επανάσταση κλπ αλλά μέσα στις δεδομένες συνθήκες είμαστε «ρεαλιστές» και δεν μπορούμε να ζητάμε το ανέφικτο’’. Όταν κάποιοι έχουν τέτοιες θέσεις, έχουν ‘‘σκοτώσει’’ αυτό που υποτίθεται ότι πρεσβεύουν. Δεν μιλάω συνολικά για τον χώρο. Πιστεύω ότι υπάρχουν συγκεκριμένοι πολιτικοί παράγοντες που έχουν βασική ευθύνη για αυτή την ηττοπάθεια. Ξέρω πολύ καλά ότι υπάρχουν άνθρωποι που έρχονται και φεύγουν, που παραιτούνται γιατί δεν βρίσκουν καμία προοπτική που θέλουν να δράσουν αποσταθεροποιητικά προς το καθεστώς και δεν βρίσκουν τον τρόπο. Αντιθέτως, συναντούν φόβους, καιροσκοπισμούς, ματαιοδοξίες. Και η δράση ξεκινάει και καταλήγει σε ‘‘αγώνες’’(σε εισαγωγικά) εσωτερικής κατανάλωσης. Για το φαίνεσθαι. Για εμάς δεν ήταν το ‘‘φαίνεσθαι’’ζήτημα ποτέ. Δεν θέλαμε να ‘‘φαινόμαστε’’. Το αν φαινόμαστε ήταν αποτέλεσμα της κίνησής μας και της θέσεως που βρεθήκαμε λόγω της καταστολής. Δηλαδή, δεν βγήκαμε μπροστά για να ‘‘φανούμε’’. Για το φαίνεσθαι, δεν ρισκάρεις. Άμα κάποιος θέλει μόνο από ματαιοδοξία να ‘‘φαίνεται’‘, δεν χρειάζεται να ρισκάρει.
Γιατί με τέτοια κίνητρα δεν μπορεί να σταθεί. Δεν μπορεί να σταθεί στη σύγκρουση με το καθεστώς ιδίως όταν το επίπεδο της σύγκρουσης είναι αναβαθμισμένο. Εμείς δεν είχαμε τέτοια ‘‘προβλήματα’’. Αυτά δεν είναι πολιτικά θέματα. Όμως το έχω πει πολλές φορές: οτιδήποτε σάπιο υπάρχει σε αυτό το χώρο θα πρέπει να φύγει για να απελευθερωθούν δυνάμεις και να μπουν νέες προοπτικές.
ΑΠΟ ΚΑΡΔΙΤΣΑ: Πάνω σε αυτό θέλω να κάνω μια προσωπική τοποθέτηση και να πάρω την άποψή σου πάνω σε αυτό.
ΠΟΛΑ ΡΟΥΠΑ: Να σε διακόψω λίγο. Έκανα μια τοποθέτηση που αφορούσε περισσότερο τις προϋποθέσεις για την δημιουργία ενός επαναστατικού κινήματος, όχι το τι μπορεί να αφήσει σαν παρακαταθήκη το ένοπλο ή το αντάρτικο πόλης γενικώς. Δεν μπορώ να μιλήσω για κανέναν άλλο, μιλάω για τον εαυτό μου και τον Επαναστατικό Αγώνα.
ΕΡΩΤΗΣΗ-ΤΟΠΟΘΕΤΗΣΗ ΑΠΟ ΣΥΝΤΡΟΦΟ, ΚΑΡΔΙΤΣΑ: Ναι, ναι, είναι κατανοητό. Έλεγα λοιπόν ότι ο χώρος ειδικά μετά την εξέγερση με τον Γρηγορόπουλο που κατέβηκαν νέοι στον δρόμο και τα σχετικά έχει αποκτήσει περισσότερο κόσμο στο πρακτικό κομμάτι. Δηλαδή έχει ποσοτικά αυξηθεί. Έχει δημιουργήσει ταυτόχρονα και μια ποικιλομορφία στα προτάγματα και στις θέσεις, δηλαδή τι εννοώ;
Δηλαδή ξαφνικά υπάρχουν δομές υποδεέστερες όχι λιγότερο σημαντικές αλλά χωρίς κάποια, τι θέλω να πω, ότι έχει δημιουργηθεί πολύ πιο έντονα ένα αντισεξιστικό κομμάτι, ένα αντισισπιστικό, ένα κομμάτι του αντιφασισμού και τα σχετικά, κατά βάση δεν έχουν ένα επαναστατικό πλαίσιο για την ανατροπή του κράτους και την κοινωνική εξέγερση.
ΠΟΛΑ ΡΟΥΠΑ: Ακριβώς.
ΕΡΩΤΗΣΗ (ΤΟΠΟΘΕΤΗΣΗ): Σε περιπτώσεις που άλλες συλλογικότητες και είτε ατομικά σύντροφοι είτε συλλογικά, θέσουν πιο ρεαλιστικά το θέμα της οργάνωσης και της πολιτικής βούλησης, ο χώρος τους καταλογίζει την δημιουργία ιεραρχίας και διάσπασης.
ΠΟΛΑ ΡΟΥΠΑ: Ξαναπέστο λίγο γιατί το τελευταίο που είπες δεν το άκουσα.
ΕΡΩΤΗΣΗ: Όταν άλλοι σύντροφοι και συλλογικότητες θέσουν πιο ρεαλιστικά το θέμα της οργάνωσης και της πολιτικής βούλησης ο χώρος ως επί το πλείστον τους καταλογίζει την δημιουργία ιεραρχίας και διάσπασης. Με βάση αυτό θα πρέπει να γίνει κάποια ενδοταξική κάθαρση ενδεχομένως έτσι ώστε να μπορέσει να ξεχωρίσει σε εισαγωγικά η ήρα από το στάρι για να μπορεί να τεθεί μια νέα προοπτική ή απλά να γίνει ένας επαναπροσδιορισμός, τι πιστεύεις πάνω σε αυτό;
ΠΟΛΑ ΡΟΥΠΑ: Νομίζω ότι σκιαγραφείς πράγματα που πιστεύω.
Η ενότητα, η οργάνωση καταρχήν των καταστάσεων που ήδη υπάρχουν στον χώρο είναι ουτοπική. Ουτοπικό είναι επίσης να πιστεύεις ότι μπορεί να φτιάξεις ένα κίνημα βάζοντας το πλαίσιο της οργάνωσης χωρίς να βάζεις πρώτα το περιεχόμενο. Δηλαδή είναι σαν να έχεις μπροστά το κάρο και πίσω τα άλογα να το πω λαϊκά.
Στη συγκεκριμένη περίπτωση είπα και πριν, για να βάλεις τους όρους μιας οργάνωσης στο κίνημα, στην πραγματικότητα πρέπει να σκέφτεσαι πώς θα βάλεις τους όρους ενός επαναστατικού κινήματος.
Ένα επαναστατικό κίνημα για να το φτιάξεις πρέπει να βάλεις πρώτα μια στοχοθεσία. Η στοχοθεσία δεν μπορεί να είναι τίποτα λιγότερο από την ίδια την επανάσταση. Όποιος πιστεύει στην επανάσταση και δεν περιορίζει την δράση και την πολιτική στόχευση στο επίπεδο του ρεαλισμού ή των αναγκών της καθημερινότητας ή των επιμέρους ζητημάτων όπως αυτά που ανέφερα και όποιος πιστεύει πραγματικά σε δύο πράγματα, α) ότι το σύστημα δεν είναι αλώβητο στην εποχή μας, ότι είναι η ευκαιρία μας να το ρίξουμε και β) ότι πιστεύει πραγματικά στην επαναστατική προοπτική της κοινωνίας και έχει την διάθεση να προχωρήσει προς αυτή την κατεύθυνση με οποιοδήποτε κόστος μπορεί να βρει με ποιο τρόπο και με ποια εργαλεία μπορεί αυτή τη στόχευση να την επιχειρήσει, να οργανώσει, να μορφοποιήσει ένα κίνημα και να προχωρήσει. Δηλαδή, ξεκινώντας από το μακροπολιτικό έρχεσαι προς τα πίσω και επιλύεις τα επιμέρους ζητήματα τα οποία αφορούν την οργάνωση ενός κινήματος.
Σε αυτή τη διαδικασία σίγουρα δεν θα μείνουμε όλοι. Αυτό είναι αναπόφευκτο γιατί πολύ απλά υπάρχουν κάποιοι που θέτουν ως αυτοσκοπό επιμέρους ζητήματα όπως αυτά που ανέφερες. Όταν τίθενται αυτά τα ζητήματα που ανέφερες, δεν είναι γιατί αυτά έχουν τόσο μεγάλη σημασία. Είναι γιατί πολύ απλά το εγώ έχει επικυριαρχήσει στην διαμόρφωση της πολιτικής βούλησης των συγκεκριμένων ατόμων και το ζήτημα μιας επανάστασης δεν υπάρχει καν.
Άμα έχεις μακροπολιτικό στόχο την επανάσταση, δεν μπορείς να βάζεις σαν κυρίαρχα ζητήματα στον αγώνα επιμέρους θέματα που μπορούν να αφορούν την καθημερινότητα. Σου είπα για παράδειγμα, το ζήτημα που ανέφερες του σεξισμού, ναι, υπάρχει, χαίρω πολύ. Αλλά δεν είναι αυτός που μας εμποδίζει να κάνουμε την επανάσταση.
Αν κάποιες γυναίκες δεν μπορούν να κινηθούν γιατί τους παρενοχλεί το ζήτημα του σεξισμού, αυτό είναι πρώτα θέμα δικών τους πολιτικών ελλείψεων να θέσουν τον εαυτό τους ως επαναστάτριες στις υπάρχουσες συνθήκες. (Τελοσπάντων, ξαναγυρίσαμε στο γυναικείο αλλά είναι επειδή το έθεσες).
Πιστεύω πως όποια γυναίκα επιθυμεί να πραγματώσει τους πολιτικούς της στόχους θα το κάνει. Δεν πάνε να χτυπιούνται οι άλλοι γύρω της θα βρει τον τρόπο. Δεν υπάρχει περίπτωση. Μπορεί να χρειαστεί να συγκρουστεί, ναι. Αν χρειαστεί να συγκρουστεί, θα πρέπει να το κάνει.
Πιστεύω ότι όλα τα προβλήματα ξεπερνιούνται μόνο αν καταλήξουμε σε μια κοινή στρατηγική κατεύθυνση που θα πρέπει να έχουμε και μετά θα λύσουμε τα επιμέρους Και μετά θα μπορούμε να οργανωθούμε σε μια βάση ομάδων, συλλογικοτήτων ή ατόμων ή τι εργαλεία θα πρέπει να πάρει ο καθένας για να γίνει πραγματικότητα ένα επαναστατικό κίνημα. Θα πρέπει να υπάρχει ένα κοινό πολιτικό σημείο αναφοράς όμως.
Γιατί οποιαδήποτε μορφή δράσης, οποιαδήποτε μορφή αγώνα κατ’ εμέ εφόσον δεν συγκλίνει σε μια επαναστατική κατεύθυνση, δεν έχει νόημα.
Αντιθέτως μέσα στις υπάρχουσες συνθήκες το να γυρνάμε γύρω από τον εαυτό μας, είτε αυτό αφορά το άλφα εργαλείο είτε το βήτα εργαλείο, είτε το άλφα θέμα είτε το βήτα θέμα, το οποίο δεν άπτεται με το θέμα της σύγκρουσης με την κεντρική εξουσία, δεν νομίζω ότι βοηθάει. Αναδεικνύει αυτό που είπες εσύ ως πολυμορφία, που στην πραγματικότητα υποδηλώνει ότι έχει χαθεί ο μπούσουλας. Δεν υπάρχει κατεύθυνση, δεν υπάρχει στόχος. Ο στόχος που βάζει ο καθένας ατομικά είναι ο μοναδικός και σημαντικότερος όλων των υπολοίπων γιατί είναι απλώς αυτός που αφορά τον ίδιο.
Θα πρέπει να σκεφτόμαστε ποια είναι τα ζητήματα που μπορούν να κοινωνικοποιηθούν προς μια επαναστατική κατεύθυνση. Δεν μπορεί να κοινωνικοποιηθεί το ζήτημα του αντισεξισμού ως αιχμή για την ανατροπή του καθεστώτος, ως η αιχμή της επανάστασης.
Εδώ ο κόσμος πεθαίνει από την πείνα.
(ΜΙΛΑΕΙ ΜΙΑ ΣΥΝΤΡΟΦΙΣΣΑ, ΚΑΡΔΙΤΣΑ) Ναι, εμένα δεν μπορεί να με βρεις πιο σύμφωνη πάνω στην τοποθέτησή σου. Και να συμπληρώσω ακόμα ότι υπάρχει ένα τεράστιο κομμάτι του χώρου που αναμασάει την ίδια καραμέλα του τύπου ότι δεν γίνεται τίποτα και όλα είναι ανούσια και δεν πρόκειται να αλλάξει κάτι ενώ ουσιαστικά τα πεπραγμένα τους είναι ανύπαρκτα. Και φυσικά σε όλο αυτό θεωρώ ότι παίζει πάρα πολύ μεγάλο ρόλο και το life style που διέπει το χώρο εδώ και κάποια χρόνια. Αυτό ήθελα να συμπληρώσω.
ΠΟΛΑ ΡΟΥΠΑ: Πιστεύω ότι ο μεγαλύτερος εχθρός μας είναι ο εαυτός μας. Πάντα αυτό πίστευα. Εφόσον αντιμετωπίζει ο καθένας τα προβλήματα, τις ανασφάλειές του και εφόσον βέβαια έχει σταθερό πολιτικό στόχο, μπορούμε να επικοινωνήσουμε. Προσωπικά ακόμα κι αν έχω προσπαθήσει να συναντηθώ με κάποιους που δεν έχουμε κοινό πολιτικό στόχο, κάποια στιγμή με τον άλφα ή βήτα τρόπο θα το διαλύσουμε.
Γιατί θα επανέλθουν ζητήματα που μπορεί να αφορούν ατομικούς φόβους.
Έχω ζήσει ακόμα και φόβο στην προοπτική να διαταραχθεί η ισορροπία της κυβέρνησης ΣΥΡΙΖΑ. Το φόβο να μην μπορεί ο άλλος να εγκαταλείψει το πολιτικό ‘‘μικρομάγαζό’’ του. Έχω αντιμετωπίσει προβλήματα όπου μπορεί ο άλλος να βλέπει ως στοχοθεσία την δημιουργία του δικού του πολιτικού ‘‘μαγαζιού’’. Όλα αυτά ήταν ζητήματα τα οποία είχα αντιμετωπίσει. Γιατί το διακύβευμα δεν ήταν η επανάσταση. Ήταν άλλα ζητήματα. Και γιατί δεν ήταν η επανάσταση; Γιατί δεν πιστεύανε. Ήταν απλό. Οπότε σου βγαίνουν τα προβλήματα μπροστά σου και σου μπαίνουν τρικλοποδιές και σε σένα που θες να το επιχειρήσεις κάτω από τις πιο αντίξοες συνθήκες.
Το αν εμείς επιμένουμε, είναι γιατί δεν πιστεύουμε ότι το εγχείρημα του Επαναστατικού Αγώνα έχει δοκιμαστεί και έχει αποτύχει. Αν δεν μας επετράπη να δοκιμαστεί, αυτό αφορούσε την καταστολή και τις συνθήκες στο χώρο. Δεν μιλάω για όλο το χώρο. Μιλάω για συγκεκριμένους παράγοντες οι οποίοι καθορίζουν πράγματα. Σχετικά με αυτό που λες με το ζήτημα μιας ηττοπάθειας που υπάρχει διάχυτη, ναι, υπάρχουν κάποιοι φορείς αυτής της ηττοπάθειας οι οποίοι παίζουν πολύ κεντρικό ρόλο.
Το έχω ζήσει. Οπότε η μόνη ερμηνεία που μπορείς να δώσεις- εσύ μίλησες για life style – σε όλο αυτό το φαινόμενο είναι ότι έχουμε ένα πολιτικό χώρο μέσα στον οποίο θεωρούμε ότι ικανοποιούμε κάποιες ανάγκες της ύπαρξής μας ή των ανησυχιών μας. Όμως δεν μπορούμε να ορίζουμε τον εαυτό μας ως διαμαρτυρόμενο ενός καθεστώτος το οποίο δεν πρόκειται να αλλάξει προς το καλύτερο. Και είναι και ευάλωτο. Και παρ’ όλα αυτά δεν έχουμε καμία διάθεση να το χτυπήσουμε. Να οργανωθούμε προς αυτή την κατεύθυνση να το χτυπήσουμε και να το ρίξουμε.
Πιστεύω ότι ακόμα και το διακύβευμα της αποσταθεροποίησης του καθεστώτος που επιχειρούσε ο Επαναστατικός Αγώνας, κάποιους τους φόβιζε. Γιατί το διακύβευμα της αποσταθεροποίησης είναι μεγάλο. Το στοίχημα να σταθείς μέσα σε ένα κοινωνικό πλαίσιο με ένα καθεστώς υπό κατάρρευση, μέσα σε μια συνθήκη τόσο ρευστή πολιτικά που είναι τελείως έξω από το πλαίσιο που έχεις μάθει να κινείσαι, της πολιτικής ομαλότητας, να το πω έτσι, ναι, είναι κάτι το οποίο τρόμαζε. Δεν ξέρω αν γίνεται κατανοητό αυτό.
ΤΟΠΟΘΕΤΗΣΗ-ΕΡΩΤΗΣΗ,ΚΑΡΔΙΤΣΑ: Να κάνω μια μίνι τοποθέτηση – ερώτηση πάνω σε αυτά που συζητήθηκαν τώρα. Τα προτάγματα ενός κινήματος δεν είναι δηλαδή αρκετά σημαντικά όταν έχεις ένα κίνημα το οποίο έχει αντισεξιστικά, αντισισπιστικά, αντιφασιστικά χαρακτηριστικά, αυτό σε πάει πίσω ουσιαστικά γιατί πιστεύω ότι υπάρχουν άτομα τα οποία π.χ. μιλάνε σήμερα για ολική απελευθέρωση και επαναστατικό-κοινωνικό αγώνα και είναι άτομα που είναι έτοιμα να δράσουν; Δηλαδή καταναλώνονται σε πράγματα που δεν θα έπρεπε επειδή μιλάνε για αντισεξισμό, αντι/ομοφοβία και τα συναφή; Δηλαδή αυτό είναι το πρόβλημά μας, τα προτάγματα που έχουμε;
ΠΟΛΑ ΡΟΥΠΑ: Όχι μισό λεπτό, εγώ δεν είπα κάτι τέτοιο. Δεν είμαι σίγουρη αν άκουσα όλες τις λέξεις.
Ο αγώνας σήμερα αν μας ενδιαφέρει η επανάσταση, αυτό που είπα είναι ότι θα πρέπει να έχουμε ως κυρίαρχο ζήτημα αυτό. Την επανάσταση. Αυτή η στρατηγική θα πρέπει να είναι ο μπούσουλάς μας. Μέσα σε αυτό μπορούν να χωράνε διάφορα επιμέρους. Αλλά το ζήτημα είναι ότι δεν πρέπει να χάνουμε το κυρίαρχο.
Αυτό που είπα είναι ότι αυτή την περίοδο κυρίαρχο είναι τα πολλά επιμέρους. Μέσα σε πολλά επιμέρους χάνουμε το δια ταύτα. Το δια ταύτα είναι η επανάσταση. Δεν είναι τίποτα λιγότερο. Για να φθάσεις στην επανάσταση όμως θα πρέπει να οργανωθείς με τέτοιο τρόπο ώστε να μπορέσεις να τους ρίξεις. Και για να τους ρίξεις θα πρέπει να ρισκάρεις. Και θα πρέπει να έχεις σαφέστατο ποιος είναι ο στόχος.
Ο Επαναστατικός Αγώνας πιστεύει ότι η εξουσία έχει καρδιά. Την καρδιά της μπορείς να την χτυπήσεις. Και μάλιστα είναι ιδιαίτερα ευάλωτη. Έχει μια πολύ τρομερή παθογένεια αυτή την περίοδο. Αν δεν χάνεις αυτό το ζητούμενο, όλα τα άλλα θα επιλύονται, για μένα τα επιμέρους ζητήματα, αυτά που θέτουμε στη συζήτηση αυτή επιλύονται μέσα στην ίδια την επαναστατική προοπτική. Τον Επαναστατικό Αγώνα δεν τον απασχολούσε τίποτε λιγότερο. Και πιστεύω ότι ένα επαναστατικό κίνημα μέσα από μια τέτοια κατεύθυνση θα έπρεπε να το φτιάχνουμε.
Πόλα μ’ ακούς;
ΠΟΛΑ ΡΟΥΠΑ: Ναι
ΕΡΩΤΗΣΗ-ΤΟΠΟΘΕΤΗΣΗ,ΚΑΡΔΙΤΣΑ: Εγώ θέλω να πω κάποια πράγματα που συζητάμε. Να έχεις στόχευση την επανάσταση αλλά για μένα το να μιλάς για επαναστατική προοπτική σήμερα πρέπει να έχεις τις βάσεις τουλάχιστον εσύ.
Αν θέλουμε να μιλάμε ότι έχουμε κίνημα, αυτό είναι άλλη συζήτηση. Για μένα δεν είμαστε κίνημα. Γιατί βλέπουμε ότι η κοινωνία πέρα από ότι βρίσκεται σε έναν εφησυχασμό, βλέπουμε ότι νέοι άνθρωποι, η γενιά που θα έπρεπε….
ΠΟΛΑ ΡΟΥΠΑ: Σε έναν εφησυχασμό είπες;
ΤΟΠΟΘΕΤΗΣΗ-ΕΡΩΤΗΣΗ: Εφησυχασμό, εφησυχασμό η κοινωνία, η γενιά αυτή που έζησε τον Δεκέμβρη του ’08, σήμερα δεν είναι πουθενά. Δουλεύει για 3 ευρώ και δεν είναι πουθενά. Θέλω να πω ότι και για μένα είναι πολύ μεγάλη κουβέντα όταν μιλάς για επανάσταση και για ένοπλη επανάσταση, πρέπει πρώτα εμείς να μπορέσουμε να είμαστε έτοιμοι για αυτό το πράγμα και μετά αργότερα να μπορέσουμε να θέσουμε κάπως τις βάσεις και μετά να μπορέσουμε αργότερα προς τα έξω προς την κοινωνία να μιλάμε για αυτά τα πράγματα.
Εγώ πιστεύω ότι η κοινωνία αυτή την στιγμή, πως το ζω εγώ προσωπικά, πιστεύω ότι ζει σε άλλο πλανήτη. Βασικά δεν παίρνει χαμπάρι όχι τι γίνεται στο εσωτερικό, δεν παίρνει χαμπάρι τι γίνεται στο εξωτερικό. Και πολύς κόσμος βασικά που υποτίθεται ότι είναι αναρχικός, παλεύει για αξίες, παλεύει για το ένα, παλεύει για το άλλο.
Αυτό, δεν ξέρω, αν θες να πεις κάτι πάνω σε αυτό;
ΠΟΛΑ ΡΟΥΠΑ: Ναι, όπως είπα και πριν, θεωρώ ότι είναι λίγο εύκολο και βολικό να πετάμε το μπαλάκι της ευθύνης στην κοινωνία γενικώς και αορίστως. Γιατί η κοινωνία, οι κοινωνίες γενικότερα στην ιστορία ξεσηκώνονται είτε για να υπερασπιστούν πράγματα που είχανε, είτε για να ανοίξουν δρόμους για πράγματα που θέλουν.
Δηλαδή οι εξεγέρσεις για παράδειγμα, είναι στιγμιαία κοινωνικά φαινόμενα τα οποία μπορεί να γίνονται και να ξαναγίνονται. Κάποια στιγμή όμως εκτονώνονται. Δεν ανοίγουν όμως καμία διέξοδο και αυτό φάνηκε από την πρώτη περίοδο των μνημονίων.
Αν θέλουμε να συζητήσουμε, με ποιο τρόπο μπορούμε να κινητοποιήσουμε την κοινωνία ώστε μέσα από διαδικασίες που να διαμορφώνονται επαναστατικές συνειδήσεις, αυτό για μένα έχει ορισμένες προϋποθέσεις.
Πρώτα θα πρέπει να αλλάξουν οι δικές μας συνειδήσεις. Δηλαδή άνθρωποι οι οποίοι δεν πιστεύουν στην επανάσταση, δεν μπορούν να μεταλαμπαδεύσουν σε άλλους κάτι που οι ίδιοι δεν πιστεύουν. Είναι πολύ απλό. Εφόσον υπάρχουν άνθρωποι που είναι ειλικρινείς και πραγματικοί επαναστάτες και έχουν διάθεση να οργανωθούν προς μια κατεύθυνση τέτοια, αναπόφευκτα θα βρεθούν και με άλλους.
Υπάρχει όμως και ένας άλλος παράγοντας: Καμία επανάσταση δεν προωθείται – όχι δεν γίνεται -, δεν προωθείται χωρίς ρίσκα.
Επίσης πιστεύω ότι θα πρέπει να βλέπουμε τον εαυτόν μας μέσα απ’ αυτό που θέλουμε να γίνουμε και όχι αυτό που είμαστε τώρα.
Οι συνθήκες αυτή τη στιγμή στο χώρο μου θυμίζουν λίγο κάτι τύπους που θέλουν να χτίσουν ένα σπίτι και αντί να πάνε να βρουν υλικά να χτίσουν ένα σπίτι, κοιτάνε τι έχουν γύρω τους, έχουν 5 σανίδες, φτιάχνουν μια παράγκα και με αυτό είναι εφησυχασμένοι γιατί δεν θέλουν να μπουν στην διαδικασία να βρουν τα υλικά που χρειάζονται.
Αν δεν αλλάξουμε εμείς, δεν μπορούμε να έχουμε απαιτήσεις από την κοινωνία να αλλάξει. Δηλαδή το να λέμε αυτή τη στιγμή ότι η κοινωνία κοιμάται τον ύπνο του ‘‘δικαίου’’, είναι κάτι πολύ βολικό για μας, για να συνεχίσουμε αυτά που έχουμε μάθει να κάνουμε. Με τη μόνη διαφορά ότι η ιστορική περίοδος έχει φέρει τέτοιες ραγδαίες αλλαγές πλέον που ήδη αυτά που κάνουμε είναι ανούσια.
Δηλαδή δεν επιφέρουν αυτό το βαθμό όξυνσης της κοινωνικής και ταξικής σύγκρουσης της οποίας όλοι θα έπρεπε να θεωρούμε τους εαυτούς μας ως τους πρωτεργάτες για την επίτευξή της. Αν περιμένουμε από την κοινωνία να αλλάξει από μόνη της, δεν πρόκειται να γίνει ποτέ.
Για να ξεσηκωθεί μια κοινωνία πρέπει να έχει στόχευση.
Όταν βάζεις το επαναστατικό ζήτημα στην κοινωνία δεν είναι μόνο ένα σύνθημα. Δεν μπορούμε να λέμε μόνο ‘‘επανάσταση’’, και να βρούμε έτσι αυτομάτως τις κοινωνικές μάζες που θα πλαισιώσουν το εγχείρημά μας. Πρέπει να κάνουμε σαφές ποιο είναι αυτό το εγχείρημα που θέλουμε κοινωνικά. Και παράλληλα να το προωθήσουμε ακόμα και ρισκάροντας. Δηλαδή να βάζουμε τον εαυτό μας μπροστά για να ανατρέψουμε συνθήκες, να ανατρέψουμε συνειδήσεις. Αν εμείς δεν είμαστε το παράδειγμα για τους άλλους, δεν μπορούν να στηριχθούν πάνω μας. Αν εμείς, για παράδειγμα είμαστε βουτηγμένοι στην συνδιαλλαγή, στην ηττοπάθεια και στην αναποφασιστικότητα, ποιός θα βασιστεί πάνω μας; Αν εμείς δεν πιστεύουμε σε μια επανάσταση, γιατί να πιστέψουν οι άλλοι; Και η κοινωνία γιατί να ξεσηκωθεί; Έχει ξεσηκωθεί τόσες φορές. Και έχει βρεθεί σε αδιέξοδο, έχει ‘‘χτυπήσει τοίχο’’. Εμείς έχουμε την ευθύνη γι’ αυτό, δεν την έχει η ίδια.
Εξεγέρσεις γίνονταν, γίνονται και θα γίνονται, αλλά το ζήτημα είναι αν οι εξεγέρσεις δεν μπορούν να ανοίξουν δρόμο, μέσα από τον οποίο να βάλουμε αυτά που θέλουμε για να πάμε παρακάτω. Και το ‘‘παρακάτω’’ είναι να ρίξουμε το σύστημα και να βάλουμε επί τόπου σε εφαρμογή την επαναστατική οργάνωση της κοινωνίας. Με συγκεκριμένες θέσεις και κατευθύνσεις τις οποίες από τώρα θα έπρεπε να τις προπαγανδίσουμε. Μάλλον από ‘‘χθες’’. Θα έπρεπε να τις προπαγανδίζουμε συνέχεια.
Ο Επαναστατικός Αγώνας στο μέτρο του δυνατού το έκανε. Δηλαδή η δράση μας ήταν αδιαχώριστη από το να θέσει τους στόχους μιας επαναστατικής κοινωνίας. Και στην πραγματικότητα δεν το έχει κάνει και κανείς άλλος. Και απορώ γιατί. Ή μάλλον δεν απορώ. Ξέρω γιατί. Γιατί δεν το πιστεύουνε.
Η Επανάσταση είναι κάτι που υπήρχε μέχρι το ’36, τέρμα. Από εκεί και πέρα, εμμέσως αποδεχόμαστε την παντοδυναμία του καπιταλισμού.
Ό,τι και αν λέμε, ακόμα και ένοπλες ενέργειες αν γίνονται, εφόσον δεν προσαρμόζουμε την θεωρία και την πρακτική μας στην προοπτική της ανατροπής του καθεστώτος και την επαναστατική κοινωνική οργάνωση , θα βρεθούμε σε αδιέξοδο. Και συνειδήσεις έτσι δεν διαμορφώνουμε.
Πιστεύω ότι οι υποκειμενικές συνθήκες είναι δικιά μας δουλειά να διαμορφωθούν, δεν είναι του συστήματος. Δηλαδή, το σύστημα μπορεί να γεννάει απανωτές κρίσεις, οι κρίσεις να διαλύουν τις κοινωνίες, αλλά αυτό δεν σημαίνει ότι θα γίνει επανάσταση. Αυτό δεν είναι μια αυτόματη διαδικασία. Από την εξέγερση στην επανάσταση υπάρχει μια απόσταση.
Εμείς είμαστε οι πρωτεργάτες για έναν επαναστατικό προσανατολισμό, οι ‘‘ευαγγελιστές’’ να το πω έτσι (σε εισαγωγικά) του προτάγματος που θα βάζουμε. Και δεν θα το βάζουμε απλά σαν σύνθημα. Το βάζουμε με πρόγραμμα, με συγκεκριμένες προτάσεις τις οποίες θα επιχειρήσουμε στις κρίσιμες στιγμές να τις εφαρμόσουμε στην πράξη και με κίνδυνο την ίδια μας τη ζωή. Γιατί άμα δεν πιστεύεις εσύ σε αυτό που είσαι και σε αυτό που θες να κάνεις, δεν πιστεύει κανένας σε σένα. Με αυτή την έννοια, για να κάνεις για παράδειγμα ένοπλο αγώνα χωρίς να πιστεύεις στην επανάσταση, είναι μια μάταιη υπόθεση.
Για τον Επαναστατικό Αγώνα το ζήτημα του ένοπλου δεν ήταν ποτέ όπως είπα και πριν τα εργαλεία, τα όπλα. Τα όπλα δεν είναι τίποτα. Η στρατηγική είναι αυτή που ορίζει τι είναι ένοπλο και τι δεν είναι. Και για μένα στην εποχή μας, το έχω πει και παλιότερα, ότι όταν μιλάμε για ένοπλο στην εποχή μας, μιλάμε για την ίδια την επανάσταση.
Δηλαδή, είναι μια μικρογραφία μιας στρατηγικής που θες να κάνεις και θες να προωθήσεις. Και για να πω και κάτι άλλο. Πιστεύω ότι όσον αφορά τον Επαναστατικό Αγώνα, περισσότερη απήχηση και έρεισμα έχει σε ευρύτερα κοινωνικά κομμάτια εκτός του χώρου παρά στον ίδιο τον χώρο. Και αυτό γιατί; Γιατί μέσα στο χώρο τυγχάνει να υπάρχουν άτομα, αρκετά άτομα τα οποία είναι πρωτεργάτες της ήττας.
Και μάλιστα παίζουν και καθοριστικό ρόλο μέσα σε αυτό.
ΕΡΩΤΗΣΗ: Πώς μπορεί… να επειδή αναφέρθηκες και στο ’36 προφανώς για την Ισπανία αναφέρθηκες, με ακούς;
ΠΟΛΑ ΡΟΥΠΑ : Ναι.
ΕΡΩΤΗΣΗ: Αναφέρθηκες στο ’36, προφανώς για την Ισπανία, έτσι;
ΠΟΛΑ ΡΟΥΠΑ: Ναι, είναι ένα ιστορικό σημείο αναφοράς των αναρχικών το οποίο είναι εκεί και υπάρχει όμως δεν έχουν καμία σχέση τέτοιου είδους επαναστατικά εγχειρήματα με την εποχή μας. Αυτή είναι η θέση πολλών. Υπάρχει ένα κοινωνικό και πολιτικό πρόβλημα σε μας.
Το πρόβλημα είναι ότι ο καπιταλισμός έχει επεκταθεί σε τέτοιο βαθμό, σε τέτοιο εύρος και σε τέτοιο βάθος μέσα στις ίδιες μας τις σχέσεις και στις ίδιες συνθήκες ,που έχουμε ξεχάσει για παράδειγμα ότι δεν είναι πολλά τα χρόνια που το κράτος ήταν παντοδύναμο στις κοινωνίες. Δεν είναι πολλά τα χρόνια που είναι η κυρίαρχη δύναμη που καθορίζει κάθε πτυχή των ανθρώπινων σχέσεων. Δεν είναι πολλά τα χρόνια που έχουν περάσει από τότε που υπήρχαν για παράδειγμα οι κοινοτικές γαίες, κάτι το οποίο στην Ισπανία το εφάρμοσαν με τη μορφή της κολεκτιβοποίησης.
Αλλά όλα αυτά τα στοιχεία έχουν εξαφανιστεί μέσα από μια διαδικασία προσαρμογής στο καθεστώς ακόμα και αυτών των πολιτικών υποκειμένων που ‘‘ευαγγελίζονται’’ κοινωνικές αλλαγές όπως είναι ο χώρος.
Στην πραγματικότητα θεωρούμε ότι βρισκόμαστε σε ένα τέλμα. Αν το αποδεχόμαστε αυτό είναι σαν να χτυπάμε το κεφάλι μας στον τοίχο, Αλλά δεν είναι έτσι. Έχουμε ιστορικές ευκαιρίες τις οποίες αφήνουμε και χάνονται.
Και μέσα σε αυτή την συνθήκη θα πρέπει, το είπα, θα πρέπει να κινούμαστε με βάση αυτό που θέλουμε να είμαστε και όχι με βάση αυτό που είμαστε ήδη. Γιατί αυτό που είμαστε ήδη δεν είναι αρκετό, έχει φτάσει στα όριά του.
ΕΡΩΤΗΣΗ: Ναι ωραία επειδή αναφέρθηκες στο ’36 εμείς πρέπει πρώτα απ’ όλα να μάθουμε αυτά τα πράγματα, έτσι;
ΠΟΛΑ ΡΟΥΠΑ: Δεν σε άκουσα πάλι, δεν σε άκουσα.
ΕΡΩΤΗΣΗ: Εμείς πρέπει να μαθαίνουμε από ιστορικά γεγονότα ούτως ώστε να μαθαίνουμε από τα λάθη μας και στην πορεία να μπορέσουμε να τα διορθώνουμε. Δεν είναι πολύ δύσκολο… σήμερα όμως για να φτάσουμε σε αυτό το επίπεδο πρέπει να πάρουμε όλους τους παράγοντες για να φτάσουμε αυτό που θέλουμε. Δεν φτάνει μόνο ότι θα αντιμετωπίσουμε το κράτος. Πες ότι εμείς έχουμε τα ‘‘φόντα’’ και ρίχνουμε το κράτος, εσωτερικά λέμε, έτσι; Εγώ πιστεύω ότι έχουμε να αντιμετωπίσουμε πολλούς παράγοντες. Έχουμε να αντιμετωπίσουμε φασίστες, έχουμε να αντιμετωπίσουμε άλλους γύρω-γύρω Βαλκάνια, Αλβανία. Δηλαδή θέλω να πω ότι δεν είναι εύκολη υπόθεση. Όπως δεν είναι εύκολη υπόθεση και το τι συμμαχίες θα κάνεις. Δηλαδή θα αναγκαστείς να κάνεις συμμαχίες όπως κάνανε για παράδειγμα στο Κομπάνι οι Κούρδοι με τους Αμερικάνους; Κατάλαβες;
ΠΟΛΑ ΡΟΥΠΑ : Για ξαναπές λίγο τι είπες προς το τέλος γιατί δεν σε άκουσα.
ΕΡΩΤΗΣΗ: Θα αναγκαστούμε να κάνουμε όπως στη Ροζάβα συμμαχίες με τους Αμερικάνους; Οι ιμπεριαλιστές δεν δίνουν έτσι βοήθεια; Θέλω να πω ότι εγώ δεν διαφωνώ σε όλα αυτά που είπες αλλά είναι πολύ δύσκολο κομμάτι και πιστεύω ότι είμαστε πολύ λίγοι αυτοί που όλη αυτή την υπόθεση της αναρχίας και της κοινωνικής επανάστασης, είμαστε πολύ λίγοι αυτοί που το βλέπουμε.
ΠΟΛΑ ΡΟΥΠΑ: Όχι δεν είμαστε λίγοι. Δεν είμαστε καθόλου λίγοι αριθμητικά. Επειδή είπε και πριν η συντρόφισσα ότι μετά το ’08 ο χώρος έχει πλαισιωθεί από πολύ κόσμο, αν το πάρουμε στενά αριθμητικά, όλοι αυτοί οι άνθρωποι δεν είναι καθόλου λίγοι. Είναι αρκετοί για να βάλουμε τους όρους για αυτά τα ζητήματα που συζητάμε. Και όσον αφορά το ερώτημα για το τι είδους προβλήματα θα συναντήσουμε εφόσον το επιχειρήσουμε, ναι, θα υπάρξουν ζητήματα τα οποία βέβαια θα πρέπει να τα αντιμετωπίσουμε. Όμως αυτό δεν σημαίνει ότι θα πρέπει να τα έχουμε επιλύσει από πριν όλα αυτά ή να έχεις σαφή στρατηγική για το τι θα κάνεις αν μας κάνουν πόλεμο οι Τούρκοι. Εννοείται ότι θα πρέπει να πολεμήσουμε.
Άρα;
ΠΟΛΑ ΡΟΥΠΑ: Ε, τι άρα; Δηλαδή όταν κάνεις μια επανάσταση δεν θα πρέπει να περιφρουρήσεις και τον τόπο στον οποίο αυτό πραγματώνεται;
Ακριβώς αυτό λέω και εγώ.
ΠΟΛΑ ΡΟΥΠΑ: Μια εικασία είναι, δεν ξέρεις τι θα κάνουν…Το ίδιο λέω. Το βασικό διακύβευμα και το βασικό πρόβλημα είμαστε εμείς. Επαναλαμβάνω, εφόσον εμείς δεν μπορούμε να βάλουμε σαν προοπτική αυτό, και να το πιστέψουμε, δεν θα τον βρούμε τον τρόπο. Θα σκαλώνουμε σε διάφορα. Και εγώ να σου πω την αλήθεια δεν πιστεύω ότι θα είναι τόσο τραγικά τα πράγματα από πλευράς καταστολής. Αντιθέτως. Αυτό θα εξαρτηθεί από τους συσχετισμούς της κοινωνικής και πολιτικής δύναμης στο εσωτερικό της χώρας.
Και ίσως η Ελλάδα να γίνει μια σπίθα η οποία θα εξαπλωθεί πάρα πολύ γρήγορα, αν μπορούσε να επιχειρηθεί κάτι τέτοιο.
ΔΙΑΛΟΓΟΣ-ΤΟΠΟΘΕΤΗΣΗ ΑΠΟ ΚΑΡΔΙΤΣΑ: Αυτό σου λέω. Και άλλες σπίθες, και η αραβική άνοιξη αυτό πήγαινε να είναι αλλά είδαμε που κατέληξε.
ΠΟΛΑ ΡΟΥΠΑ: Ποιο πράγμα, δεν κατάλαβα.
ΤΟΠΟΘΕΤΗΣΗ-ΔΙΑΛΟΓΟΣ,ΚΑΡΔΙΤΣΑ: Και η αραβική άνοιξη λέω αυτήν την κατεύθυνση υποτίθεται ότι είχε αλλά είδαμε που κατέληξε..
ΠΟΛΑ ΡΟΥΠΑ: Μισό λεπτό. Αυτό το πολιτικό παράδειγμα που έφερες τώρα δεν είναι κάτι που μπορούμε να βρούμε εύκολα κοινά σημεία αναφοράς.
Μιλάμε για το ελληνικό ζήτημα. Συζητάμε για το πώς μπορεί να μορφοποιηθεί με καθαρά πολιτικά χαρακτηριστικά ένα κίνημα ανατροπής και επανάστασης.
ΕΡΩΤΗΣΗ: Ναι, ρε Πόλα δεν διαφωνώ σε αυτό αλλά θα γίνεται επανάσταση στην Ελλάδα και γύρω-γύρω τι θα γίνεται;
ΠΟΛΑ ΡΟΥΠΑ: Άμα φτάσουμε να την κάνουμε την επανάσταση θα το αντιμετωπίσουμε το γύρω- γύρω, να είσαι σίγουρος. Μια χαρά θα το αντιμετωπίσουμε.
Συνήθως ένας λαός που πολεμάει για να περιφρουρήσει τα εγχειρήματά του – εφόσον πιστεύει σε αυτά – είναι πολύ πιο αποτελεσματικός από οποιονδήποτε επαγγελματικό στρατό. Εγώ αυτό το πιστεύω..
Αλλά θα πρέπει να κάνουμε πρώτα την αρχή. Τα προβλήματα θα τα αντιμετωπίσουμε, θα δεις πως θα τα αντιμετωπίσουμε. Αρκεί να έχουμε πίστη στον εαυτό μας. Ο καθένας ατομικά και συλλογικά. Αλλά τώρα να συζητάμε για την περίπτωση που το επιχειρήσουμε, ποιός ‘‘γείτονας’’ θα μας την πέσει πρώτος, δεν νομίζω ότι είναι του παρόντος. Έχουμε πάει πολύ μπροστά.
Με ακούς;
ΠΟΛΑ ΡΟΥΠΑ: Ναι, ναι.
ΤΟΠΟΘΕΤΗΣΗ-ΔΙΑΛΟΓΟΣ, ΚΑΡΔΙΤΣΑ: Σου λέω ρε παιδί μου, δεν διαφωνώ με αυτά που λες, στο λέω απλά, είναι και προβληματικό το ότι πρέπει να το βλέπεις και αυτό.
Δηλαδή να μην μιλάς μόνο και να λες επανάσταση, πρέπει να βάζεις και να βλέπεις όλες τις πτυχές. Αυτό λέω.
ΠΟΛΑ ΡΟΥΠΑ: Η βασικότερη πτυχή είναι όμως ότι πρέπει να το ξεκινήσεις.
ΔΙΑΛΟΓΟΣ-ΚΑΡΔΙΤΣΑ: Κάπως πρέπει να γίνει και αυτό. Πρέπει να βλέπεις κιόλας τους κινδύνους, όλα, πρέπει να υπάρχει μια οργάνωση να το πω έτσι.
ΠΟΛΑ ΡΟΥΠΑ: Κοίτα, άμα κάτσουμε να το αναλύσουμε τι θα μπορούσαμε να ιεραρχήσουμε πρώτα σε σχέση με τέτοιου είδους προβλήματα, θα μπορούσα να σου δώσω λύσεις, αλλά δεν μπορώ να τα πω και όλα από το τηλέφωνο.
Καλά εννοείται.
ΠΟΛΑ ΡΟΥΠΑ: Δηλαδή το ενδεχόμενο. Επειδή έχουμε κάνει κάποιες συζητήσεις κατά καιρούς έξω για μια ενδεχόμενη κατάρρευση κλπ, ναι, υπήρχαν σχέδια. Αλλά το ζητούμενο ήταν, θα έπρεπε να τα τολμήσουμε να εφαρμόσουμε αυτά τα σχέδια. Δηλαδή, δεν είναι τίποτα άλυτο. Και δεν μπορούν να είναι όλα κουβέντες μέσα σε αυτό το πλαίσιο που συζητάμε τώρα.
Δηλαδή, για παράδειγμα, με βάση αυτό που είπες σχετικά με λάθη του παρελθόντος από το ΄36 και ύστερα και διάφορα άλλα, ναι υπάρχουν ζητήματα τα οποία θα μπορούσαν να γίνουν παραδείγματα προς αποφυγή, και να κινηθούμε ώστε να αποφύγουμε αυτά τα λάθη. Θα μπορούσα να μιλήσω σε σχέση με αυτά, αλλά όχι από το τηλέφωνο.
Υπάρχει ένα ζήτημα για το οποίο δεν έχω μιλήσει καθόλου. Επειδή η συζήτηση έχει ως θέμα τη δράση του Επαναστατικού Αγώνα από την κρίση και μετά, υπάρχει ένα ζήτημα το οποίο δεν έθιξα και αφορά την απόπειρα απόδρασης που επιχείρησα.
ΕΡΩΤΗΣΗ: Αυτό θα το έκανα ερώτηση. Πόλα με ακούς; Πριν ο σύντροφος Μαζιώτης τοποθετήθηκε πάνω στη δράση σου όταν απέμεινες μόνη μετά την σύλληψή του και πόσο δυναμική κίνηση είχες με βάση την απόπειρα απόδρασης, με τις απαλλοτριώσεις τραπεζών. Αυτή θα ήταν μια ερώτηση. Θα θέλαμε να μας μιλήσεις γι’ αυτό. Δεν ήταν μορφή ερώτησης δηλαδή.
ΠΟΛΑ ΡΟΥΠΑ: Αυτές οι ενέργειες, δείχνουν και μια μοναξιά για να το πούμε ωμά, το οποίο το έβλεπε ο εχθρός και πιστεύω ότι καθόρισε αρκετά τα πράγματα.
Αλλά η αλήθεια είναι ότι η αποφασιστικότητά μου να κινούμαι, να επιβιώνω, να προχωράω μπροστά δεν έχει να κάνει με κάποια ιδιαίτερη δική μου ιδιοσυγκρασία, έχει να κάνει με το γεγονός ότι η πολιτική στοχοθεσία μου δεν άλλαξε. Δηλαδή, ήμουν πεπεισμένη ότι αυτό που είχαμε ξεκινήσει ως Επαναστατικός Αγώνας θα έπρεπε να συνεχίσει και να προχωρήσει. Δεν έπρεπε να παραδώσω με τίποτα τα όπλα. Τα όπλα με την ευρύτερη έννοια.
Οπότε κάποιες στιγμές χρειάστηκε να κάνω και πράγματα μόνη μου. Το ζήτημα της απόπειρας απόδρασης πιστεύω ότι ήταν ένα σημαντικό πολιτικό γεγονός. Επιχειρησιακά, ναι, ήταν ένα στοίχημα για μένα. Γιατί αφ’ ενός το είχα στο μυαλό μου από τότε που πιάσανε τον σύντροφο Μαζιώτη, ότι θα έπρεπε να επιχειρηθεί η απόδρασή του, αφ’ ετέρου υπήρχαν πάρα πολλές δυσκολίες.
Όσον αφορά το συγκεκριμένο μέσο που χρησιμοποιήθηκε, υπήρχαν και πολλές δυσκολίες γιατί είχαν επιχειρηθεί κατά το παρελθόν τέτοια εγχειρήματα. Τρείς φορές επιχειρήθηκαν αποδράσεις με ελικόπτερο. Τις δύο πέτυχαν, το τρίτο απέτυχε. Συνεπώς υπήρχαν υψηλά μέτρα ασφαλείας. Έπρεπε να λάβω υπ’ όψιν μου και τον παράγοντα ότι θα έπρεπε να το επιχειρήσω μόνη μου. Έπρεπε να λάβω υπ’ όψιν μου και τον παράγοντα ότι θα έπρεπε να οργανώσω μια μαζική απόδραση πολιτικών κρατουμένων. Και μαζική απόδραση με ελικόπτερο δεν έχει ξαναγίνει.
Εφ’ όσον οργάνωσα μια μαζική απόδραση πολιτικών κρατουμένων, συμπεραίνεις πολύ εύκολα ότι το διακύβευμα δεν ήταν μόνο ο σύντροφος Νίκος Μαζιώτης. Δηλαδή δεν ήταν το διακύβευμα σε ένα επίπεδο προσωπικό να βγάλω τον σύντροφό μου ως σύντροφό μου και ως μέλος του Επαναστατικού Αγώνα… Θεωρούσα αυτονόητο ότι εφ’ όσον θα πάω, εφ’ όσον θα επιχειρήσω να πάω ως τις φυλακές, θα έπρεπε να προσαρμόσω το σχέδιο για μια μαζική απόδραση. Γιατί ήταν πολύ διαφορετικό να οργανώσεις ένα σχέδιο απόδρασης του Μαζιώτη και να οργανώσεις ένα μαζικό σχέδιο απόδρασης. Ανέβαινε ο πήχης του ‘‘στοιχήματος’’ επιχειρησιακά, η δυσκολία του.
Παρ’ όλα αυτά δεν μπορούσα να μην το κάνω, μου ήταν αδιανόητο από άποψη αλληλεγγύης.
Υπήρχαν και άλλα ζητήματα για τα οποία πίστευα ότι αυτή η ενέργεια θα ήταν επί του πρακτέου μια υπέρβαση. Είχαν προηγηθεί διάφορα γεγονότα στον χώρο τα οποία είχαν αναδείξει προβλήματα όσον αφορά την αλληλεγγύη, όσον αφορά στον χώρο, όσον αφορά την κοινή αντιμετώπιση της καταστολής. Αυτά τα προβλήματα αναδείχθηκαν μέσα από κινήσεις όπως ήταν η απεργία πείνας των πολιτικών κρατουμένων.
Πιστεύω ότι ακριβώς το ζήτημα της αλληλεγγύης έχει γίνει μια υπόθεση ‘‘υμετέρων’’. Θα έπρεπε να γίνει μια υπέρβαση.
Ότι στην πραγματικότητα κινήθηκα – και αυτό σας το λέω ειλικρινά – με βάση το κριτήριο ότι όλοι είμαστε ‘‘από την ίδια πλευρά του στρατοπέδου’’ και ότι θα ήταν καταλυτική η ενέργεια αυτή ως χτύπημα για το ίδιο το κράτος, ως χτύπημα-απάντηση σε κατασταλτικά χτυπήματα πέραν αυτών που έγιναν εναντίον του Επαναστατικού Αγώνα.
Κάποιοι φορείς της κρατικής εξουσίας έλεγαν ότι ήθελα να ανατρέψω τις συνθήκες του ένοπλου στην Ελλάδα. Ναι, είναι μια αλήθεια αυτή, παρ’ όλο που δεν κινήθηκα με βάση το συμφέρον της ομάδας μου. Όμως αυτό θα είχε ως αποτέλεσμα εφ’ όσον ολοκληρωνόταν.
Και πίστευα επίσης, ότι θα λειτουργούσε ως παράδειγμα και για τους φορείς που θα ευνοούνταν από αυτή την πράξη – και ευρύτερα στο χώρο – ότι βάζοντας σε κίνδυνο την ίδια σου τη ζωή για αξίες όπως η αλληλεγγύη, θα μπορούσες να επηρεάσεις και να επιδράσεις στη διαμόρφωση συνειδήσεων και μέσα στο χώρο. Και κυρίως όσον αφορά στις πολιτικές διαφορές που μπορεί να έχεις.
Το σχέδιο ήταν αρκετά πολύπλοκο. Δεν ξέρω αν θέλετε να σας μιλήσω γι’ αυτό. Έπρεπε να προσαρμοστώ σε πολλά νέα δεδομένα, σε πολλά πρωτόγνωρα δεδομένα τα οποία θα έπρεπε να επιλύω. Προϋπέθετε ένα καλό σχέδιο για την αποφυγή διαφόρων προβλημάτων, κυρίως για το πως θα μπω οπλισμένη στο ελικόπτερο.
Οπότε κάθισα και οργάνωσα ένα σχέδιο το οποίο περιελάμβανε διάφορους ‘‘παράγοντες’’, μέσω των οποίων κατάφερα να δομήσω μια σχέση εμπιστοσύνης με αεροπορικές εταιρίες με τις οποίες δεν είχα άμεση πρόσβαση εγώ και με κάλυπταν όσον αφορά το ζήτημα να με βρουν πριν καν επιχειρήσω. Γιατί είχα και αυτό το θέμα. Οπότε ως προς αυτό, ήταν ένα πολύ καλό σχέδιο.
Τα πρόβλημα που δημιουργήθηκε στην πορεία αφορούσε παράγοντες τους οποίους δεν μπορούσα να προβλέψω. Ο βασικός ήταν το γεγονός ότι είχα πέσει σε μια πτήση η οποία από μόνη της ήταν φορέας παραβατικότητας. Γι’ αυτό δεν έχω ξαναμιλήσει, μιλάω πρώτη φορά. Δηλαδή το γιατί αντέδρασε ο συγκεκριμένος πιλότος με τον τρόπο που αντέδρασε και παραλίγο να σκοτωθούμε, δεν αφορούσε ούτε ηρωισμούς, ούτε ψυχραιμίες, ούτε τέτοια πράγματα. Ήταν πανικόβλητος και στην πραγματικότητα εκ των υστέρων κατάλαβα, και με βάση το παρελθόν του και με βάση την ίδια την κίνηση του συγκεκριμένου πιλότου, πώς κινήθηκε, πόσο άργησε να ειδοποιήσει κλπ, ότι ίσως χρησιμοποιούνταν η πτήση μου για άλλου τύπου παραβατικότητες, VIP.
Οπότε ήρθαμε στην πραγματικότητα αντιμέτωποι δυο τύποι που ο καθένας από την δικιά του σκοπιά, δεν ήθελε με τίποτα εμπλοκή με τις αρχές.
Είχαμε τη συμπλοκή στον αέρα και πέφταμε. Κατά τύχη σωθήκαμε, κατά τύχη δεν σκοτωθήκαμε και τη βασική ευθύνη την είχε αυτός γιατί αν ακολουθούσε τις εντολές δεν θα είχε συμβεί αυτό το πράγμα. Κατά τύχη προσγειωθήκαμε τελευταία στιγμή όρθιοι και όχι με την μύτη, δεν σκάσαμε πάνω σε δέντρα και είμαι τώρα ζωντανή.
Είναι γνωστό ότι μέσα στο πιλοτήριο έγινε πάλη με τον τύπο, είναι γνωστό ότι του έστειλα το μήνυμα ότι θα ‘‘τσακιστούμε παρέα’’ αλλά και αυτός το ίδιο έκανε από την δικιά του μεριά.
Τελικά δεν τσακιστήκαμε και είχα την αίσθηση ότι θα μπορούσα να το επαναλάβω, κάτι το οποίο επίσης το λέω για πρώτη φορά. Είχα καταλάβει ότι ο τύπος δεν ήθελε να ειδοποιήσει, γιατί είχε τους λόγους του.
Αλλά τελικά ειδοποίησε. Οπότε όλο αυτό το σχέδιο έφτασε μέχρι εκεί που έφτασε. Αλλά, αν μη τι άλλο, θα μπορούσε να αφήσει μια πολιτική παρακαταθήκη. Πιστεύω ότι την αφήνει. Το θέμα είναι ποιος την καταλαβαίνει.
Είναι ένα ζήτημα να έρχεσαι πρόσωπο με πρόσωπο με τον θάνατο, και να θεωρείς δεδομένο ότι αυτά είναι τα τελευταία σου δευτερόλεπτα. Σε αυτή την συνθήκη σκέφτηκα αυτό: Δεν πειράζει, δεν βαριέσαι. Σκοτώθηκα γιατί πήγα να βγάλω συντρόφους από τη φυλακή.
Μέσα σε τέτοιες κρίσιμες στιγμές ο καθένας ‘‘βλέπει’’ τον σκληρό του πυρήνα. Ο σκληρός πυρήνας ο δικός μου ήταν αυτός τελικά. Ο οποίος υπερέβαινε και το ζήτημα της σύγκρουσης με το ίδιο το κράτος. Για την συγκεκριμένη ενέργεια μιλώ, έτσι;
Με τη μόνη διαφορά ότι αυτό που έζησα στην πορεία, και αυτό που φάνηκε βασικά μέσα από κείμενα που βγήκανε και κυρίως από τους ανθρώπους τους οποίους πήγα να απελευθερώσω, ήταν ότι στην ουσία δεν είχαν λάβει κανένα τέτοιο μήνυμα. Αντιθέτως, ένιωθα ότι αυτό που έβγαζαν προς τα έξω ήταν ότι με έχουν ως αναλώσιμη.
Αυτό δεν μπορώ να πω ότι ήταν θλιβερό για μένα. Εγώ δεν πρόκειται να αλλάξω ούτε όσον αφορά τις επιλογές μου ούτε να μετανιώσω για τίποτα. Αλλά είναι θλιβερό όσον αφορά το γεγονός ότι ακόμα και όταν ο άλλος ρισκάρει τη ζωή του για μια αξία, για τις αξίες στον αγώνα να μην έχει την δυνατότητα αυτό να αλλάξει έστω και στο ελάχιστο κάποιες συνειδήσεις. Δεν ξέρω αν γίνεται κατανοητό.
Ναι, παρακολουθούμε.
ΠΟΛΑ ΡΟΥΠΑ: Θα μπορούσα να μιλήσω πιο συγκεκριμένα γιατί μιλάω με βάση γεγονότα. Αλλά αυτό από την άλλη εμένα δεν μου άλλαξε καθόλου την κατεύθυνσή μου.
Σκεφτόμουν ότι αυτό που έχω να κάνω είναι να προσπαθήσω να οργανωθώ σε ένα επίπεδο συνέχισης της δράσης του Επαναστατικού Αγώνα και παράλληλα ξαναοργανώνοντας σε ένα δεύτερο επίπεδο μια άλλη απόπειρα γιατί δεν θα εγκατέλειπα ποτέ την προσπάθεια να βγει ο σύντροφος ο Μαζιώτης από τη φυλακή όσο εγώ ήμουν ελεύθερη.
Αλλά όσον αφορά το ζήτημα της αλληλεγγύης είναι ένα μεγάλο κεφάλαιο. Επειδή είμαι πολιτικό όν, τα σκέφτομαι όλα πολιτικά. Πιστεύω ότι και το ζήτημα της αλληλεγγύης δεν έχει να κάνει όχι με κάποια ανθρωπιστικά αισθήματα, ούτε ότι κάποιος είναι καλύτερος και κάποιος όχι, ότι είναι καλός άνθρωπος ο ένας, δεν είναι καλός άνθρωπος ο άλλος. Είναι πολιτικό ζήτημα. Δηλαδή ορίζεται η αλληλεγγύη με βάση πως τοποθετείς τον εαυτό σου μέσα στο πεδίο της κοινωνικής σύγκρουσης. Αυτό είναι που ορίζει τη θέση σου απέναντι στην αλληλεγγύη.
Αν η αλληλεγγύη σήμερα για παράδειγμα απέναντι στους ανθρώπους που τους χτυπάει το κράτος είναι ζήτημα συμφερόντων, είναι ζήτημα εκπλήρωσης ατομικών στόχων και φιλοδοξιών, ε, δεν είναι αλληλεγγύη, είναι άλλο πράγμα. Αλλά η αλληλεγγύη καθορίζεται από τους στόχους που βάζει ο καθένας.
Επιμένω ότι σε κάθε στιγμή του αγώνα, σε κάθε κίνηση που κάνεις, σε καθετί που πιστεύεις, σε κάθε βήμα που κάνεις, αυτό που σε καθορίζει και αυτό που είσαι, είναι ο τελικός στόχος. Για μένα είναι η επανάσταση και η επανάσταση η ίδια εφόσον την επιχειρήσουμε είναι ο θρίαμβος της αλληλεγγύης. Τίποτα λιγότερο. Είναι ο θρίαμβος της κοινωνικής αλληλεγγύης. Εγώ σε αυτό πιστεύω.
Πιστεύω ότι το κράτος εμποδίζει την ύπαρξη της αλληλεγγύης. Δεν είναι η απουσία της αλληλεγγύης ή οι οι κοινωνικές σχέσεις αυτές που αποτελούν προϋπόθεση για να υπάρχει το κράτος. Πιστεύω ότι το κράτος διαλύει την αλληλεγγύη. Άμα πάψει να υπάρχει ένας συγκεντρωτικός μηχανισμός εξουσίας, άμα πάψει να υπάρχει ο συγκεντρωτικός μηχανισμός της οικονομικής και πολιτικής εξουσίας και ανοίξει ο δρόμος για να δημιουργηθεί μια επαναστατική κοινωνία, ναι, η κοινωνική αλληλεγγύη μπορεί να θριαμβεύσει. Αυτό είναι το διακύβευμα μιας επανάστασης.
Εγώ το έχω μέσα μου γιατί ακριβώς πιστεύω σε αυτήν την επανάσταση, καταλάβατε; Αυτή είναι η διαφορά μου. Αλλά από την άλλη, δεν μπορώ να δεχτώ πλέον να θέσω τον εαυτό μου στην υπηρεσία της ‘‘αλληλεγγύης’’ έτσι όπως την έζησα, επειδή δεν είμαι και θύμα των επιλογών μου, ούτε είμαι ‘‘χριστιανή’’. Δεν υπάρχει περίπτωση να επαναλαμβάνω τα ίδια λάθη.
ΕΡΩΤΗΣΗ: Ωραία, θες να περάσουμε σε επόμενη ερώτηση ή θες να τοποθετηθείς σε κάποιο άλλο θέμα;
ΠΟΛΑ ΡΟΥΠΑ: Πείτε μου.
Έχεις χρόνο; Δηλαδή να μην σε..
ΠΟΛΑ ΡΟΥΠΑ: Ναι, δεν πειράζει, μας έχουν αφήσει έτσι.
ΕΡΩΤΗΣΗ: Λοιπόν, μια ερώτηση είναι με βάση τις συνθήκες του 2010-2012 και της τότε όξυνσης της οικονομικής κρίσης, πως θα μπορούσε η δράση του Επαναστατικού Αγώνα να συμβάλλει στην ανάπτυξη του επαναστατικού κινήματος;
ΠΟΛΑ ΡΟΥΠΑ: Πριν τις συλλήψεις (του 2010) ήταν ένα άλλο ‘‘κεφάλαιο’’. Το ‘‘κεφάλαιο’’ πριν τις τότε συλλήψεις αφορούσε την ίδια την δράση του Επαναστατικού Αγώνα και τα ζητήματα των προταγμάτων έμπαιναν μέσα από τον λόγο. Η δράση του Επαναστατικού Αγώνα ήταν για να ανοίγει δρόμο. Να ανοίγει δρόμο επιχειρώντας την αποσταθεροποίηση του καθεστώτος.
Το στοίχημα εκείνη την περίοδο ήταν αυτό: Το σύστημα ήταν πολύ ευάλωτο, ήταν πολύ εύθραυστο. Υπήρχε ανασφάλεια. Ανασφάλεια έχουν ακόμα και τώρα. Ανασφάλεια υπάρχει ακόμα και για τις Η.Π.Α, αν μπορούν να σταθούν ή αν καταρρεύσουν. Η ανα-σφάλεια είναι διάχυτη. Και όταν η ανασφάλεια είναι διάχυτη ένας φαινομενικά μικρός κίνδυνος και μια φαινομενικά μικρή απειλή μπορεί να συμβάλει ακόμα και σε καταρρεύσεις καθεστώτων χωρίς ιδιαίτερα μεγάλη προσπάθεια. Η ευκαιρία υπήρχε. Πιστεύω ότι μια κλιμάκωση της δράσης του Επαναστατικού Αγώνα ναι, θα μπορούσε να ανοίξει ένα δρόμο αποσταθεροποιώντας το καθεστώς. Και εφόσον την αποσταθεροποίηση την καταφέρνεις απελευθερώνονται κοινωνικές δυναμικές. Από ’κει και πέρα υπάρχει και ένα στοίχημα για τον ίδιο τον χώρο. Εμείς δεν ήμασταν υποχρεωμένοι να κάνουμε πίσω επειδή ο χώρος δεν μπορούσε να ανταπεξέλθει.
Μια ένοπλη οργάνωση επανάσταση δεν μπορεί να κάνει. Ούτε την ανατροπή μπορεί να φέρει. Αλλά μπορεί να δημιουργήσει τέτοιες συνθήκες επιφέροντας ρωγμές στο σύστημα οι οποίες να λειτουργήσουν ευεργετικά προς μια τέτοια ανατρεπτική κατεύθυνση. Αρκεί όμως μέσα σε αυτές τις συνθήκες να υπάρχουν κάποιοι που θα μπορούν να αδράξουν την ευκαιρία και να το πάνε παραπέρα.
Να πλαισιωθεί αυτή η ευκαιρία, να ενισχυθεί και να οξυνθεί η πολιτική και ταξική σύγκρουση σε τέτοιο βαθμό που να μην αφήσει τίποτα όρθιο. Εννοώ από την κεντρική εξουσία. Δεν εννοώ κανένα χάος. Δεν εννοώ έναν πόλεμο όλων εναντίον όλων. Γιατί υπάρχει μια παρανόηση σε σχέση με την επανάσταση από την κυρίαρχη ιδεολογία ότι η επανάσταση είναι ένας πόλεμος όλων εναντίον όλων.
Αναπόφευκτα ναι, θα έχουμε μια σύγκρουση με εμφύλια χαρακτηριστικά αλλά μέσα στις συγκεκριμένες συνθήκες που ζούμε, με τόσο κόσμο να έχει περιθωριοποιηθεί και να πεθαίνει, πιστεύω ότι τα πράγματα δεν θα είναι πολύ δύσκολα. Δεν πιστεύω δηλαδή ότι θα ήμασταν χωρισμένοι σαν χώρα, στα δυο. Αντιθέτως.
Όσον αφορά το ζήτημα για το κίνημα που έβαλες πριν, μετά το ’10 που ήμασταν για ένα διάστημα στη ‘‘νομιμότητα’’, κάναμε εκδηλώσεις πάνω σε αυτό το θέμα και συνελεύσεις.
Μια συνέλευση αφορούσε το ζήτημα μιας πιθανής τυπικής πλέον κατάρρευσης της ελληνικής οικονομίας, ενός επαπειλούμενου κοινωνικού χάους που θα προκαλούσε αυτό και τι κάνουμε σε αυτή την περίπτωση.
Την κουβέντα αυτή δεν μπορώ να την μεταφέρω από το τηλέφωνο, τι ακριβώς λεγόταν και πως ακριβώς θεωρούσαμε πως έπρεπε να οργανωθούμε πάνω σε μια τέτοια εξέλιξη αλλά δεν προχώρησε γιατί μπήκαν διάφορα ζητήματα τα οποία άπτονταν των διλημμάτων και των ανασφαλειών του χώρου όπου δεν υπήρχε η ετοιμότητα, όπως το ότι δεν ήμασταν έτοιμοι, ότι η κοινωνία δεν είναι έτοιμη, διάφορα τέτοια ζητήματα. Βέβαια η τυπική κατάρρευση δεν έχει έρθει. Υπάρχουν λόγοι που δεν έχει έρθει, αλλά κάποια στιγμή αυτό το ζήτημα, θα ξαναμπεί.
Η πραγματικότητα και τα γεγονότα θα είναι πολύ σκληρά. Άμα δεν μπορείς να ανταπεξέλθεις, η ιστορία σε σκεπάζει, σε εξαφανίζει, σε βγάζει από το ιστορικό ‘‘κάδρο’’ τελείως. Νομίζω ότι πρέπει να ανταποκριθούμε σε αυτό το ρόλο.
Όσο ήμασταν στη νομιμότητα επιχειρήσαμε κάποιες κινήσεις για να προωθήσουμε αυτό που πιστεύουμε πως πρέπει να κάνουμε ως κίνημα. Κάναμε μια εκδήλωση στην Πάντειο, έχουμε γράψει γι’ αυτά, αλλά η ζωή μας στην νομιμότητα ήταν αντικειμενικά πολύ μικρή και θα έπρεπε κάποια στιγμή να εγκαταλείψουμε και να συνεχίσουμε τη δράση του Επαναστατικού Αγώνα. Γιατί το να καταλήξουμε στη φυλακή, δεν θεωρούσαμε ότι είναι το πλέον δόκιμο πεδίο για να αγωνίζεσαι. Δεν θέλαμε να πάμε οικιοθελώς στη φυλακή. Ή θα μας πιάνανε ή θα μας σκοτώνανε, ένα από τα δύο. Οπότε επιλέξαμε τη φυγή προς την ‘‘παρανομία’’, για τη συνέχιση της δράσης του Επαναστατικού Αγώνα.
Αλλά ο συγκεκριμένος προσανατολισμός που είχαμε, δεν χάθηκε ποτέ. Ούτε μέσα στη φυλακή χάθηκε ούτε όταν ήμασταν στη ‘‘νομιμότητα’’ και κάναμε τις κινήσεις και τις εκδηλώσεις που κάναμε χάθηκε. Όλη η δράση μας ακριβώς αυτό προσπαθούσε να υπηρετήσει. Φυσικά όταν συνεχίσαμε, αυτό ακριβώς προσπαθήσαμε να κάνουμε. Δηλαδή δεν το εγκαταλείπαμε.
Ωραία, είμαστε καλυμμένοι με την απάντηση.
ΠΟΛΑ ΡΟΥΠΑ: Αν νομίζεις ότι κάτι πρέπει να πω αλλιώς ή θες να το διατυπώσεις διαφορετικά….
ΕΡΩΤΗΣΗ: Όχι, εγώ προσωπικά είμαι καλυμμένη, από τους υπόλοιπους συντρόφους δεν τίθεται κάτι προς επεξήγηση.
Μια άλλη ερώτηση είναι, ουσιαστικά έχει απαντηθεί λίγο-πολύ, καλά…
ΠΟΛΑ ΡΟΥΠΑ: Δεν σε άκουσα.
ΕΡΩΤΗΣΗ: Είναι μια ερώτηση, γενικότερα οι ερωτήσεις που υπάρχουν έχουν λίγο –πολύ απαντηθεί από τις τοποθετήσεις σου, απλά τις επαναδιατυπώνω με την προοπτική ότι θα ήθελες να προσθέσεις το οτιδήποτε.
Τι πιστεύεις για τον αναρχικό χώρο στην Ελλάδα, πώς μπορεί να δομηθεί πρακτικά το αναρχικό κίνημα και πώς μπορεί να συνδιαμορφώσει με τον ένοπλο αγώνα;
ΠΟΛΑ ΡΟΥΠΑ: Ναι, νομίζω ότι έχω απαντήσει κάπως μέσα από άλλη διαδρομή.
Είπα και πριν, δεν πιστεύω ότι το πρόβλημά μας θα λυθεί δικτυώνοντας τις δομές που ήδη υπάρχουν. Ένοπλο κίνημα δεν υπάρχει, κίνημα επαναστατικό δεν υπάρχει. Αυτό που υπάρχει είναι οργανώσεις και δομές που χρησιμοποιούν άλλα μέσα.
Στην πραγματικότητα η επικοινωνία είτε μεταξύ του ένοπλου και άλλων μορφών δράσης, είτε μέσα στις δράσεις με τα ίδια μέσα, δεν γίνεται με βάση τα εργαλεία, το είπα και πριν.
Γίνεται με βάση την κοινή στρατηγική.
Αν η κοινή στρατηγική βρεθεί, αν ξεκαθαρίσουμε τι ακριβώς είναι αυτό που θέλουμε να κάνουμε, μπορεί να βρεθεί ένα κοινό έδαφος για την δημιουργία επαναστατικού κινήματος. Για να μιλάμε όμως για επαναστατικό κίνημα, οφείλουμε να ξεκαθαρίσουμε αρχικά αν θέλουμε να ρίξουμε ένα καθεστώς και αν είμαστε σε θέση, αν θέλουμε να διαχειριστούμε τις συνθήκες κοινωνικής αναστάτωσης που θα προκληθούν, μέσα στις οποίες οφείλουμε να βάλουμε τους όρους για την δημιουργία μιας επαναστατικής κοινωνίας. Γιατί οφείλουμε να είμαστε φορείς όχι μόνο της ανατροπής, αλλά και της κοινωνικής ανασυγκρότησης σε επαναστατικές βάσεις.
Μέσα στο χάος που θα δημιουργηθεί, θα πρέπει εμείς να γνωρίζουμε πώς θα μπει μια ‘‘τάξη’’. Δηλαδή μια συνθήκη κοινωνικής οργάνωσης με βάση οριζόντιες μορφές στην οικονομική και πολιτική ζωή και στις κοινωνικές σχέσεις. Οφείλουμε να είμαστε οι φορείς μιας επερχόμενης ‘‘τάξης’’ της επαναοργάνωσης της κοινωνίας σε επαναστατικές βάσεις, με οριζόντιες δομές παραγωγής, πολιτικής δράσης και λήψης αποφάσεων.
Να δημιουργηθούν οριζόντιες κοινωνικές δομές: συνελεύσεις παντού και εργατικά συμβούλια που θα συνδέονται με ομοσπονδιακό τρόπο. Να απαλλοτριωθούν τα μέσα παραγωγής και η μεγάλη ακίνητη περιουσία. Να απαλλοτριωθεί η γη που κατέχουν οι πλούσιοι, οι μεγάλες επιχειρήσεις, το κράτος, η εκκλησία. Να επαναφέρουμε τον θεσμό των κοινοτικών γαιών και την συλλογική καλλιέργειά τους. Πρόκειται για ένα θεσμό που υπήρχε πολλά χρόνια, πολύ περισσότερα από όσο υπάρχει ο καπιταλισμός και το σύγχρονο κράτος.
Θα πρέπει να ανατραπούν και οι τρόποι οικονομικής οργάνωσης αλλά και το ίδιο το παραγωγικό μοντέλο. Δεν πιστεύω ότι μπορεί να υπάρξει επανάσταση με ένα συγκεντρωτικό οικονομικό μοντέλο. Με ένα κέντρο το οποίο θα οργανώσει σε κεντρική εθνική βάση την οικονομία. Αυτό θα συνιστούσε τον θάνατο της επανάστασης. Αντιθέτως, η οικονομική οργάνωση θα πρέπει να γίνει από την περιφέρεια προς το κέντρο. Ένας συντονισμός των δραστηριοτήτων που ο πυρήνας της κοινωνικής και πολιτικής δόμησης της κοινωνίας θα πρέπει να είναι οι κομμούνες, τα συμβούλια, οι συνελεύσεις, σε γειτονιές, σε χωριά . Με βάση τις αποφάσεις που θα λαμβάνονται εκεί θα δημιουργηθεί το γνωστό ομοσπονδιακό σύστημα, το οποίο θα καταλήγει σε μια κεντρική εθνική συνομοσπονδία και η οποία θα εκτελεί τις αποφάσεις της περιφέρειας.
Δεν πιστεύω ότι οι κατευθύνσεις θα πρέπει να ξεκινάνε από το κέντρο προς την περιφέρεια. Τέτοια λάθη έγιναν και στην Ισπανία. Στην πραγματικότητα αυτό είναι το μοντέλο της κεντρικής οργάνωσης της παραγωγής που θα σημάνει και τον θάνατο της ίδιας της επανάστασης.
Ας πούμε οι κομμουνιστές δεν πιστεύουν ότι αυτό μπορεί να γίνει, δηλαδή να έχεις μια οριζόντια μορφή κοινωνικής οργάνωσης. Πιστεύω ότι δεν μπορεί να ζήσει κανένα επαναστατικό εγχείρημα το οποίο θα βασίζεται σε ένα κεντρικό και συγκεντρωτικό έλεγχο της παραγωγής σε μια χώρα.
ΕΡΩΤΗΣΗ: Ήθελα να ρωτήσω την Κωνσταντίνα, έχοντας κοντινές ηλικίες, αναρωτιόμουν πως έφτασες τόσο νωρίς να πάρεις τόσο σημαντικές αποφάσεις για τη ζωή σου και την δράση σου προφανώς;
ΚΩΝ/ΝΑ ΑΘΑΝΑΣΟΠΟΥΛΟΥ: Αυτό που με ώθησε να πάρω αυτή την καθοριστική απόφαση όπως είπες είναι η ίδια μου η συνείδηση, η θέλησή μου να σταθώ όρθια απέναντι στη βία των μνημονίων, της στοχοποίησης και της ταξικής καταπίεσης που δεχόμαστε. Οι εξεγερτικές πρακτικές στην Ελλάδα έχουν δοκιμαστεί και δυστυχώς έχουν αποτύχει, όσες συγκρουσιακές πορείες κι αν έγιναν δεν κατάφεραν να σταματήσουν καμία κυβέρνηση να αποδεχτούν τα μνημόνια παρά τη λαϊκή θέληση που έκαιγε τράπεζες στο κέντρο της Αθήνας, είδαμε κόσμο να διανυκτερεύει στο Σύνταγμα αλλά τα μνημόνια υπογράφηκαν.
Παρά τα νυχτερινά συμβολικά χτυπήματα που γίνονταν εκείνο τον καιρό, δεν σταμάτησαν ούτε διατάραξαν τη σταθερότητα των αποφάσεων, που μας έριχναν σταθερά σε όλο και πιο βαθιά στην οικονομική λιτότητα.
Το ‘‘φτάνει πια’’ έπρεπε να τεθεί με όρους επαναστατικούς, ήταν η στιγμή που έπρεπε να κάνουμε μια ποιοτική στροφή με άξονα την επαναστατική προοπτική, το τελειωτικό φρένο θα μπει μόνο απ’ την επανάσταση. Όλα αυτά η καθημερινότητα που βίωνα, από τα πολιτικά αδιέξοδα και οι πολιτικές συγκυρίες καθόρισαν τα βήματά μου, έδωσαν τροφή στη συνείδησή μου, αποτέλεσαν την καθοριστική αιτία για μένα να συμμετάσχω στον Επαναστατικό Αγώνα.
Όσο για το νεαρό της ηλικίας μου, δεν το καταλαβαίνω, δηλαδή τι να περίμενα να περάσει 1 δεκαετία για να διαλέξω να αγωνιστώ ένοπλα; Στην πολιτική συγκυρία που ζούμε δεν χωράνε πιστεύω χρονικές αναβολές λόγω ηλικίας γιατί έτσι κι αλλιώς όλες οι ηλικιακές ομάδες πλήττονται από την μάστιγα του καπιταλιστικού συστήματος και πόσο μάλλον οι δικές μας.
Το μεγαλύτερο ποσοστό ανεργίας πλήττει τις νεαρές ηλικίες, εμείς είμαστε άλλωστε που αναγκαζόμαστε όταν σπουδάζουμε και παράλληλα να δουλεύουμε ως ανειδίκευτοι και ανασφάλιστοι εργάτες για να τα βγάλουμε πέρα, με τους περισσότερους από μας να δουλεύουμε κλείνοντας 12ωρα πίσω από πάγκους για να εξασφαλίσουμε τα πλέον απαραίτητα, άρα στις δικές μας τις πλάτες υπογράφηκε η συμφωνία με τους ευρωπαίους εταίρους, ο δικός μας χρόνος συνθλίβεται από τις παραγωγικές δυνάμεις και το δικό μου έτσι κι αλλιώς μέλλον υποθηκεύεται από όλα αυτά. Αυτά.
Ωραία, καλύφθηκα απόλυτα από την απάντησή σου.
ΠΟΛΑ ΡΟΥΠΑ: Αν έχετε κάποια άλλη ερώτηση να την κάνουμε γιατί πρέπει να κλείσουμε.
ΔΥΟ ΤΕΛΕΥΤΑΙΕΣ ΕΡΩΤΗΣΕΙΣ. Η μία έχει να κάνει με το παιδί, αν θα ήθελες να μας πεις σε τι κατάσταση βρίσκεται αυτή τη στιγμή;
ΠΟΛΑ ΡΟΥΠΑ: Η ιστορία με το παιδί δεν έχει λήξει. Απλώς έχει αλλάξει επίπεδο. Έχει εξομαλυνθεί, αλλά στην πραγματικότητα έχουμε ένα δικαστήριο το οποίο φαινομενικά είναι ένα τυπικό αστικό δικαστήριο που αφορά την επιμέλεια. Στην ουσία όμως είναι μια συνέχεια, στην αλυσίδα των ζητημάτων έτσι όπως ξεκίνησα στις 5 του Γενάρη.
Δηλαδή το παιδί το αντιμετώπισαν ως ποινικό παραβάτη. Το αντιμετώπισαν ως μελλοντικό ‘‘τρομοκράτη’’. Ένα υγιές παιδί το έκλεισαν σε ένα ψυχιατρείο. Ήταν εγκληματικό αυτό που κάνανε. Το κράτησαν στην ασφάλεια, το πέρασαν από σήμανση γιατί είδα τα μελάνια στα χέρια του όταν ήρθε στο νοσοκομείο, το ανακρίνανε βέβαια με παιδοψυχολόγους, με ειδικό τρόπο, και το κλείσανε με εισαγγελική εντολή στο ψυχιατρείο, το οποίο απαγορεύεται ακόμα και για εφήβους. Και μάλιστα όταν δεν υπάρχει διάγνωση. Εδώ δεν υπήρχε καμία διάγνωση. Φυσικά το παιδί ήταν υγιέστατο και λογικότατο. Ζούσαμε στην παρανομία και παρ’ όλα αυτά πρέπει να πω , νομίζω είναι σημαντικό, ζούσαμε μια πολύ-πολύ φυσιολογική ζωή.
Αυτό ήταν ένα άλλο ταμπού που έσπασε. Γιατί αυτό που η εξουσία θα ήθελε να περάσει στην κοινωνία είναι πως μια γυναίκα με ένα παιδί στην ‘‘παρανομία’’ και με την συγκεκριμένη δράση, δεν μπορεί να ζει φυσιολογικά. Θα έπρεπε να κυριαρχεί η αντίληψη ότι η ζωή στην ‘‘παρανομία’’ είναι μια συνθήκη που κάποιος είναι ημίτρελος, που φοβάται τα πάντα, που δεν έχει επικοινωνία με κανέναν, που κρύβεται απ’ όλους. Αυτή η συνθήκη δεν έχει καμία σχέση με την δική μου πραγματικότητα, με την ζωή μου στην ‘‘παρανομία’’. Με το παιδί ζούσαμε φυσιολογικότατα, ήμασταν κοινωνικοί, είχαμε σχέσεις με ανθρώπους οι οποίοι δεν ήξεραν ποιοι είμαστε. Είχε τους φίλους του, είχε τις παρέες του, πήγαινε στο σχολείο και η αλήθεια είναι ότι δεν ήταν αυτοί οι λόγοι για τους οποίους βρέθηκα στη φυλακή..
Δηλαδή, ζούσα μια φυσιολογικότατη ζωή και ανέτρεψα και την κατεστημένη και στον ίδιο τον χώρο άποψη για το τι είναι η ‘‘παρανομία’’. Δεν κρυβόμουνα. Πρόσεχα βέβαια, τις κινήσεις μου. Σκεφτόμουν πολύ εγκεφαλικά, γιατί είχα αποβάλλει το άγχος και τον φόβο της σύλληψης. Μελετούσα τις κινήσεις μου. Δεν υπήρχε καμία ανασφάλεια ότι θα με βρούνε από τις δικές μου κινήσεις και τον τρόπο ζωής μου γιατί μεθόδευα το τι θα κάνω. Αλλά παρ’ όλα αυτά, είχαμε μια φυσιολογικότατη κοινωνική, κοινωνικότατη ζωή.
Το πιάσανε λοιπόν το παιδί και το πετάξανε σε ένα ψυχιατρείο, παρ’ όλο που είδαν και ειδικοί ότι πρόκειται για ένα πολύ συγκροτημένο ώριμο και μάλιστα πιο ώριμο και από την ηλικία του παιδί, παρ’ όλα αυτά το κλείσανε μέσα σε ένα ψυχιατρείο. Ο μόνος λόγος για να το κάνεις αυτό σε ένα υγιές παιδί, είναι για να το τρελάνεις. Δεν υπάρχει άλλος λόγος.
Βλέπαμε ότι αυτή η ιστορία δεν θα κρατούσε για λίγο χρονικό διάστημα. Εξάλλου και η εισαγγελία έλεγε ότι θα είναι χρονοβόρα η διαδικασία, που σημαίνει ότι δεν είχαν σκοπό να αφήσουν το παιδί. Αυτά που έλεγαν μετά, ότι ήθελαν να κάνουν κάποιες εξετάσεις και να το αφήσουν, προέκυψαν στην πορεία κατόπιν της πίεσης από την απεργία πείνας και δίψας.
Μέσα σε τρεις μέρες εγώ είχα καταπέσει. Πήγα στο νοσοκομείο και έπεσε ένας πανικός στους γιατρούς γιατί είχε πέσει σε επικίνδυνα επίπεδα το ζάκχαρο. Το παιδί δεν θα έβγαινε ούτε την Κυριακή 8/1. Μιλούσα με τον δικηγόρο που περίμενε μαζί με τους συγγενείς μας να πάρουν το παιδί και μου έλεγε ότι δεν το δίνουν. Θεωρούσα δεδομένο ότι θα το άφηναν. Δεν μπορεί, πόσο να το κρατήσουν με την απεργία πείνας και δίψας και των τριών μας; Η απεργία πείνας και δίψας δεν είναι σαν την απεργία πείνας.
Φθείρεσαι μέσα σε πολύ λίγο χρονικό διάστημα, νοιώθεις να φλέγεσαι. Είχα αρχίσει να ανεβάζω πυρετό και το ένοιωθα ότι δεν θα άντεχα πολύ ακόμα.
Δήλωσα μέσω τηλεφώνου –σε αυτούς που άκουγαν τη συνομιλία και σε όσους βρίσκονταν κοντά μου εκείνη την ώρα– ότι εγώ αύριο, το πολύ μεθαύριο πεθαίνω και δεν με νοιάζει διόλου.
Όμως το παιδί δεν πρέπει να κρατηθεί ούτε μέρα παραπάνω στο ψυχιατρείο.
Μετά από 1 ώρα το άφησαν. Βέβαια έπεσε μια κοινωνική και πολιτική κατακραυγή και από καθεστωτικά μέσα και δυνάμεις. Φυσικά έκαναν την αντιπολίτευσή τους στον ΣΥΡΙΖΑ, και δεν μπορώ να π ότι ήταν ειλικρινής η κριτική που έκαναν. Αλλά κατάλαβα ότι όλη αυτή η διαμαρτυρία από τα κόμματα στην πορεία μαζεύτηκε γιατί θυμάμαι και μια δήλωση που έγινε από τον υπουργό Δημόσιας Τάξης, τον Τόσκα στη βουλή που έλεγε ότι είμαι επικίνδυνη -, είχα γράψει σε σχέση με αυτό σε ένα κείμενο. Εκείνη την στιγμή μιλούσε στο σύστημα. Και έλεγε ότι ο βαθμός επικινδυνότητας είναι αυτός που καθορίζει την νομιμότητα του κατασταλτικού χτυπήματος που έκαναν και που στην ουσία έβαλαν στο επίκεντρο αυτού του πολέμου το παιδί.
Στην πραγματικότητα το παιδί το είχαν απαγάγει γιατί κανένας δεν ήξερε για πολλές ώρες που βρίσκεται. Εγώ πιστεύοντας αφελώς ότι το παιδί θα μου το φέρουν, άρχισα τις διαμαρτυρίες. Οι διαμαρτυρίες άρχισαν να γίνονται σύγκρουση μέσα στην ‘‘αντιτρομοκρατική’’. Έφτασα σε μια κατάσταση να εκφράζομαι βίαια μέσα στην ‘‘αντιτρομοκρατική’’. Πέταγα έπιπλα, χτύπαγα αστυνομικούς, γινόταν χαμός, έβριζα. Δεν μπορούσα να μη εκφράζω μέσα σε όλα αυτά το γεγονός ότι ένιωθα αδικία μόνο και μόνο που με είχαν συλλάβει. Γιατί είχα μια πολιτική αποστολή. Και η πολιτική αποστολή που είχα συνδεόταν με το κοινωνικό διακύβευμα. Συνδεόταν με τα μνημόνια, με την προοπτική της κοινωνικής απελευθέρωσης. Μέσα στα όλα βρισίδια τους μιλούσα και τους προκαλούσα σε σχέση και με αυτά τα ζητήματα. Για παράδειγμα, όταν κάποια στιγμή ήρθε ο επικεφαλής της ‘‘αντιτρομοκρατικής’’ του είπα ότι έκαναν βλακεία που με πιάσανε γιατί θα τους ‘‘έριχνα’’. ‘‘Το ξέρω’’ μου απάντησε.
Όσο αφορά το παιδί με είχαν εξοργίσει πάρα πολύ και το έδειχνα παντιοτρόπως. Και μάλιστα ήταν ιδιαιτέρως ψύχραιμοι γιατί ήξεραν πως αν αντιδρούσαν, θα οξυνόταν περισσότερο η κατάσταση και δεν ήθελαν. Δεν πιστεύω ότι η στάση τους ήταν αποτέλεσμα κάποιας ενοχής τους για το παιδί. Αντιθέτως. Το διακύβευμα ήταν να χτυπηθεί, να πληγεί πολιτικά ο Επαναστατικός Αγώνας μέσω ενός χτυπήματος σε εμένα.
Αυτό το χτύπημα αφορούσε στην εξής σκέψη: ‘‘αφού δεν μπορούμε αυτή να την αντιμετωπίσουμε, θα τσακίσουμε το παιδί της, θα το βγάλουμε τρελό από το ψυχιατρείο’’. Είπα και πριν ότι η Εισαγγελία Αθηνών είχε διαμηνύσει ότι δεν θα τελειώσουν γρήγορα, δεν θα ήταν υπόθεση λίγων ημερών. Ήταν δεδομένο ότι ξεκινούσαν ένα πείραμα. Το πείραμα ήταν η αποδόμηση της προσωπικότητας του παιδιού ώστε μετά να το βγάζουν σε δημόσια θέα, να το ‘‘κουνάνε στον αέρα’’ και να λένε ‘‘να τι έκανε η Ρούπα στο παιδί της’’.
Προκειμένου να χτυπήσουν εμένα, δεν είχαν κανένα ηθικό ενδοιασμό να τσακίσουν ένα παιδί. ‘‘Τάδε έφη ΣΥΡΙΖΑ’’, μιας και μιλάγαμε και για την καταστολή.
Δηλαδή από άποψη ήθους και μόνο, το να βάζεις στο στόχαστρο, στο κέντρο του πολέμου ένα παιδί, είναι ανήθικο.
Μετά την απεργία πείνας το άφησαν ως γνωστό και μπήκαμε σε μια διαδικασία τώρα να περνάμε τα δικαστήρια. Στα δικαστήρια στην ουσία δικυβεύεται με ποιους όρους θα πάρουν το παιδί οι συγγενείς. Αφού το πήραμε από τα χέρια τους, αρχικά δόθηκε η προσωρινή επιμέλεια μόνο στην μάνα μου γιατί η αδελφή μου αντιδρούσε. Μιλούσε δημόσια, κατήγγειλε τον υπουργό κλπ. Και αποφάσισαν να μην δώσουν στην αδελφή μου την επιμέλεια αρχικά και να την δώσουν μόνο στη μητέρα μου. Για λόγους εκδίκησης προς την αδελφή μου, προφανώς. Και τώρα, προσπαθούμε να καταφέρουμε τη μεταγωγή μας την Καλαμάτα για να παραστούμε στο δικαστήριο. Γιατί στην πραγματικότητα αυτό το δικαστήριο είναι η συνέχεια της όλης πολεμικής που έζησε το παιδί.
Γιατί είναι η συνέχεια αυτής της πολεμικής; Γιατί οι προτάσεις και το σκεπτικό τους είναι η προσβολή των πολιτικών των δικών μου και του πατέρα του με βάση συγκεκριμένα άρθρα του αστικού κώδικα, μέσα από την οποία στην πραγματικότητα λένε ότι είμαστε ανίκανοι ως γονείς γιατί είμαστε πολιτικά αυτό που είμαστε και ότι πρέπει να δώσουν την επιμέλεια με όρους. Είναι σαν να βάζουν περιοριστικούς όρους στο παιδί.
Οι περιοριστικοί όροι ποιοί είναι; Η κοινωνική υπηρεσία, να το παρακολουθεί κάθε μήνα και να συντάσσουν εκθέσεις, και να το παρακολουθούν παιδοψυχίατροι. Γιατί; Βγήκε μια διάγνωση από το Παίδων που έλεγε ότι το παιδί δεν ήταν και στα καλά του.
Στην ουσία ο πόλεμος αυτός συνεχίζεται. Απλώς έχει αλλάξει πεδίο, αλλάζει συνέχεια πεδίο.
Για τα όσα έκαναν στο παιδί έχουμε κάνει μηνύσεις. Ξέρω πως θα έλεγαν ότι η Ρούπα χρησιμοποιεί τους νόμους τους τώρα, επικαλείται τους νόμους τώρα. Ε, δεν θα τους αφήσω έτσι. Δηλαδή, τους είπαμε πως τους νόμους τους, τους σκίσανε αυτοί και μας τους πετάξανε στα πόδια, θα τους πάρουμε και θα τους κάνουμε όπλα εναντίον τους. Αυτό τους πονάει.
Και από την άλλη δεν θέλω να μείνει αυτή η ιστορία αναπάντητη με κανένα τρόπο.
Επίσης είναι ο μόνος τρόπος να δημιουργηθεί μια ασπίδα προστασίας γύρω από το ίδιο το παιδί.. Γιατί το παιδί είναι ακόμα υπό καθεστώς ομηρίας. Είναι υπό καθεστώς ομηρίας γιατί είναι το παιδί μου και το παιδί του Νίκου Μαζιώτη, όχι για κανέναν άλλο λόγο.
Έχουν γίνει και άλλα χτυπήματα σε γονείς οι οποίοι με τον άλφα ή με τον βήτα τρόπο έχουν εμπλακεί σε ένοπλες δραστηριότητες, αλλά κανενός το παιδί δεν είχε τέτοια αντιμετώπιση. Σε καμία περίπτωση δεν αφαιρέθηκε η επιμέλεια από την μάνα του ή του πατέρα του, κανενός το παιδί δεν μπήκε σε καθεστώς ομηρίας, και φυσικά κανενός το παιδί δεν μπήκε σε ψυχιατρείο. Αυτό ήταν τρομερά ακραίο και μάλιστα ο χώρος το έχει περάσει τελείως στο ντούκου.
Το παιδί βγήκε ήρωας από αυτή την ιστορία. Πρέπει να πω και αυτό. Είναι τιμή μου που έχω ένα τέτοιο παιδί. Παρά τις συνθήκες που ζήσαμε μαζί, παρ’ όλο που ήμασταν στην παρανομία, το ατσάλωσαν. Γιατί μεταξύ όλων των άλλων ακολουθούσα και ένα διαπαιδαγωγικό μοντέλο το οποίο βασιζόταν στην αναρχική κοσμοθεωρία.
Πιστεύω ότι το ζήτημα της διαπαιδαγώγησης που ακολούθησα – επειδή ακριβώς ακολουθούσα αρκετά διαφορετικό τρόπο διαπαιδαγώγησης από το κυρίαρχο – (είναι μια άλλη κουβέντα αυτή, θα μπορούσα να μιλάω πολύ ώρα γι αυτό το θέμα, για το πώς μεγαλώνουμε τα παιδιά μας) -,του είχε δώσει μια φοβερή αυτοπεποίθηση και επίσης το έκανε να εξεγερθεί στην ουσία απέναντι σε όλα αυτά. Δηλαδή το ίδιο το παιδί εξεγέρθηκε μέσα στο ψυχιατρείο. Διεκδικούσε να φύγει, και το αποτέλεσμα ήταν να του φωνάζουν και να το χτυπάνε.
Ήταν ένας μικρός ήρωας για μένα
ΑΠΟ ΚΑΡΔΙΤΣΑ: Είναι και για μας. Τον καμαρώνουμε που άντεξε όλο αυτό….
ΠΟΛΑ ΡΟΥΠΑ: Ναι, νομίζω και μεγάλος άνθρωπος θα κλονιζόταν.
ΑΠΟ ΚΑΡΔΙΤΣΑ: Αυτό, αυτό ακριβώς.
ΠΟΛΑ ΡΟΥΠΑ : Όχι, όχι ότι το πέρασε τελείως ανώδυνο όλο αυτό.
Ήταν πρωτοφανής ιστορία. Να σε αρπάζουν 6 χρονών παιδί από τη μάνα σου και να περνάς όλα αυτά, δεν είναι κάτι το οποίο είναι εύκολο να ανταπεξέλθεις. Μέχρι να ισορροπήσει χρειάστηκε ένα διάστημα. Πέρασε και σε ένα καινούργιο περιβάλλον. Από την άλλη κουβαλούσε όλη αυτή την ένταση εκείνης της σύγκρουσης την οποία βίωσε ο ίδιος. Το είχε δηλώσει και σε μένα, ότι ήταν άδικο αυτό που του κάνατε.
Τους το έλεγα και στην ασφάλεια: το βάλατε το παιδί στο επίκεντρο αυτού του πολέμου και έχετε βάλει το πρώτο λιθαράκι με την κρατική βία που έζησε σε όλο της το μεγαλείο 6 χρονών παιδί.
ΕΡΩΤΗΣΗ: Πόλα να σε ρωτήσω κάτι τελευταίο μικρό.
Εσείς στη φυλακή δέχεστε επισκεπτήρια, επιτρέπονται; Μόνο από συγγενικά πρόσωπα ή…..
ΠΟΛΑ ΡΟΥΠΑ: Εγώ δεν έχω επισκεπτήρια. Το παιδί έρχεται μόνο και η αδελφή μου που το φέρνει. Τώρα επισκεπτήρια με φίλους ή συντρόφους;
ΕΡΩΤΗΣΗ: Ναι, ακούς;
ΠΟΛΑ ΡΟΥΠΑ: Είναι λίγο δύσκολο. Θα πρέπει να κάνω μια αίτηση και δεν ξέρω.
ΕΡΩΤΗΣΗ: Και αν και όποτε περάσει. Ναι, κατάλαβα.
Εμείς δεν έχουμε να προσθέσουμε κάτι άλλο, αν εσύ έχεις να προσθέσεις; Ξέρω σε πιέζει και ο χρόνος απ’ ότι κατάλαβα, αν δεν έχεις κάτι άλλο νομίζω είμαστε έτοιμοι να σε αφήσουμε.
ΠΟΛΑ ΡΟΥΠΑ: Εντάξει σύντροφοι.
Πόλα σε ευχαριστούμε πάρα πολύ, καλή δύναμη, γεια σας.
ΠΟΛΑ ΡΟΥΠΑ: Ευχαριστώ να είστε καλά, και σε εσάς καλή δύναμη.
Και ό, τι χρειαστείτε εδώ είμαστε.
ΠΟΛΑ ΡΟΥΠΑ: Εντάξει, καληνύχτα.