https://athens.indymedia.org/post/1618429/
08/05/2022 11:22 μμ.
Η πολιτική μάχη του δικαστηρίου, ούτε ξεκινάει ούτε περιορίζεται από τον στενό χώρο της αιχμαλωσίας. Το κέντρο του κύκλου είναι η επαναστατική πάλη. Ανακοίνωση-τοποθέτηση για το εφετείο της υπόθεσης της κατασταλτικής επιχείρησης του Νοέμβρη ’19. Η δίκη σε δεύτερο βαθμό θα ξεκινήσει την Τετάρτη 18 Μάη ’22 στο Εφετείο (οδ. Λουκάρεως).
Για την αντίσταση στη δίκη της κατασταλτικής επιχείρησης του Νοέμβρη ‘19.
(σε πλάγια, αποσπάσματα από αυτές τις δημόσιες τοποθετήσεις:
Απολογιστική-προτασιακή τοποθέτηση του συντρόφου Δημήτρη Χατζηβασιλειάδη προς τους συντρόφους- https://athens.indymedia.org/post/1606060/ &
Οργάνωση Επαναστατικής Αυτοάμυνας: ένας αγώνας που δεν παραδόθηκε- https://athens.indymedia.org/post/1611720/ )
Ιστορικό:
Η Οργάνωση Επαναστατικής Αυτοάμυνας έκανε το καθήκον της, όπως μπόρεσε, για όσο υπήρχε ένα συλλογικό σώμα που αναγνώριζε αυτό το καθήκον. Ο καλύτερος πάντα θα λείπει. Η ευθύνη του αντάρτικου ανήκει στην πραγματικότητα κι η ευθύνη της πραγματικότητας ανήκει στο αντάρτικο. Χαίρομαι που ήμουν, είμαι και θα είμαι ενεργό υποκείμενο αυτής της ευθύνης κι όχι θεατής ή παρατρεχάμενος.
Η Οργάνωση Επαναστατικής Αυτοάμυνας (ΟΕΑ) ήταν μία αναρχική αντάρτικη οργάνωση, που δημιουργήθηκε το 2014 και διαλύθηκε το 2017. Η πρώτη δράση της Οργάνωσης Επαναστατικής Αυτοάμυνας ήταν άμεση προειδοποιητική απάντηση στον υπό ψήφιση νόμο για τις φυλακές τύπου Γ. Οι στόχοι που έθεσε ενιαία η Οργάνωση, απέναντι στον εχθρό και για το κίνημα, εξέφραζαν τη μετωπική αντίληψη ενάντια στην αντιπρολεταριακή και πολιτική καταστολή.
Η Οργάνωση Επαναστατικής Αυτοάμυνας ξεκίνησε με ελάχιστες δυνάμεις. Η ταξική και πολιτική ανάγκη όρισε το καθήκον κι όχι κάποια εξασφάλιση, ένα παράπλευρο πείραμα. Στη δίχρονη ανάπαυλα μεταξύ της πρώτης παρέμβασης, στο ΠΑΣΟΚ και των δυο παρεμβάσεων στις πρεσβείες, η Οργάνωση εργάστηκε για την αυτοσυγκρότησή της, με τα μέλη της να συμμετέχουν σε διάφορα πεδία της επαναστατικής πάλης και της κινηματικής ζύμωσης, παρότι μπορεί να μην εκφραζόταν δημόσια. Αν η Οργάνωση περιοριζόταν στο δικό της χαράκωμα, θα χανόταν η σύνδεση αντάρτικου και κινήματος κι έτσι, θα αποτύγχανε να αναπτύξει οποιαδήποτε δυνατότητα.
Έχοντας συγκροτήσει μια συνολική θεώρηση της τρέχουσας ταξικής-κοινωνικής σύγκρουσης, η Οργάνωση Επαναστατικής Αυτοάμυνας προσδιόρισε και πρόταξε τους πολιτικούς σκοπούς της και τη στρατηγική της. Η ιστορική ταξική σκοπιά της, αναγνώρισε την αναγκαιότητα θεμελίωσης της επαναστατικής οργάνωσης, της επαναστατικής στρατηγικής και των επαναστατικών προγραμματικών προτάσεων, σε διεθνιστικές βάσεις. Αυτή η στρατηγική γραμμή έγινε πράξη με τις επιθέσεις στις πρεσβείες του Μεξικό και της Γαλλίας, αλλά και με την άμεση σύνδεση των επιθέσεων ενάντια στο πολιτικό καθεστώς και τη στρατοκρατία του, με τον ταξικό πόλεμο ενάντια στους μετανάστες. Σ’ ετούτο το απόσπασμα του πρώτου αναλυτικού κειμένου, συμπυκνώνεται ο πολιτικός σκοπός και η στρατηγική της Οργάνωσης:
«Η Οργάνωση Επαναστατικής Αυτοάμυνας είναι αποτέλεσμα των σημερινών απαιτήσεων στην ταξική σύγκρουση. Η οργάνωσή μας αγωνίζεται για να συγκροτηθεί ένα μαζικό διεθνιστικό επαναστατικό κίνημα, δυναμώνοντας τη μαχητική αντίσταση σε όλο το φάσμα του ταξικού ανταγωνισμού. Η οργάνωσή μας είναι μια αυτόνομη πρωτοβουλία που στοχεύει στην ενότητα των αντικρατικών επαναστατικών δυνάμεων. Αυτό μπορεί να γίνει μόνο με το κατέβασμα της ένοπλης πάλης μέσα στα κοινωνικά μέτωπα…
Η Οργάνωση Επαναστατικής Αυτοάμυνας βάζει όλες τις δυνάμεις της και καλεί στη συγκρότηση της πλατιάς ένοπλης κοινωνικής αντίστασης. Για να τσακίσουμε την τρομοκρατία και τη κυριαρχία των εκμεταλλευτών».
Η Οργάνωση Επαναστατικής Αυτοάμυνας αναγνώρισε το διαλεκτικό ταξικό υπόβαθρο της κρατικής βίας και συνεπαγόμενα, το διαλεκτικό ταξικό υπόβαθρο της εκάστοτε πολιτικής συγκεκριμενοποίησης των μορφών που λαμβάνει η αστική τρομοκρατία. Από τη σκοπιά της ταξικής ανάλυσης της πολιτικής βίας, η αντάρτικη πρακτική καθορίστηκε από τον ταξικό πολιτικό σκοπό της Οργάνωσης Επαναστατικής Αυτοάμυνας: την ανταπόκριση στην κοινωνική ανάγκη άμεσων απαντήσεων στη βία των εκμεταλλευτών και των οργάνων τους, στην τρομοκρατία κράτους και αφεντικών, με όποιες δυνάμεις έχουν οργανωθεί και το κατέβασμα της ένοπλης πάλης μέσα στα κοινωνικά μέτωπα, για τη συγκρότηση της πλατιάς ένοπλης κοινωνικής αντίστασης. Για την ανάπτυξη αποτελεσματικών αντιστάσεων στη βία της εξουσίας, ήταν και είναι απαραίτητη η προβολή ισχύος πάνω στα εδάφη της ταξικής-κοινωνικής διαπάλης κι ενάντια στους συγκεκριμένους εχθρούς που διευθύνουν κι εφαρμόζουν την εκάστοτε αντικοινωνική επίθεση. Έτσι, η πιο ανεπτυγμένη βαθμίδα που έφτασε η δράση της οργάνωσης, ήταν οι ένοπλες επιθέσεις στις μονάδες καταστολής του κοινωνικού κινήματος, σε σημείο που μια σταθμευμένη μονάδα βρίσκεται στη μεγαλύτερη ετοιμότητα και προστατεύεται από βαριά εξοπλισμένα τζιπ και ασφαλίτες… εκεί που εκφράζεται μαζικά και συχνότερα η πλατιά αντίσταση στην αστυνομική τρομοκρατία.
Η ΟΕΑ έπαψε να υφίσταται ως πολιτικό σώμα, οργανωτική διεργασία και πρακτική δραστηριότητα σε μια περίοδο όπου η δράση της θα έπρεπε να συνεχιστεί και να ενταθεί σύμφωνα με το πολιτικό σκεπτικό της, τους πολύ συγκεκριμένους στόχους που είχε θέσει αναλυτικά στο τελευταίο κείμενό της και την εξέλιξη της κρατικής-καπιταλιστικής επίθεσης. Εγώ αποκλειστικά κράτησα την πρακτική πολιτική ευθύνη για την αναδιοργάνωση και τη συνέχιση του αντάρτικου αγώνα με βάση τη στρατηγική και την εμπειρία της Οργάνωσης Επαναστατικής Αυτοάμυνας. Με αποκλειστικά δική μου ευθύνη κράτησα ένα σύνολο υλικών πρόσφορων για τη μαχητική αντίσταση του κοινωνικού κινήματος και μεταξύ αυτών, υλικά της ΟΕΑ. Η παραμονή μιας σημαίας στην πρώτη γραμμή, παρότι η μονάδα της είχε πάψει πυρ, ήταν ο τρόπος να προστατευτεί η ιστορία της. Ήταν επιπλέον, ο τρόπος να δηλωθεί η πραγματική δύναμη -αδυναμία- αυτού του οχυρού, ώστε να ξέρει το κίνημα (και να μην ξεχάσουν εκείνοι που ήξεραν). Ήταν επίσης ο τρόπος να παραμείνουν τα προτάγματα της συγκεκριμένης Οργάνωσης ενεργά ακόμα και μετά από ενδεχόμενη απώλεια κάθε δυνατότητας δράσης αυτουνού που ανέλαβε την ευθύνη της συνέχειας. Από τη σκοπιά του οριζόντιου αγώνα, αυτοστιγμεί μόλις ένα υποκείμενο αντίστασης επισημαίνει μια αδυναμία, έχει υποχρέωση να αναλαμβάνει πρωτοβουλία. Με τα λόγια της Οργάνωσης: «Οι επαναστάτες δεν κοιτάνε την ιστορία να περνάει. Την αλλάζουν».
Στις 21 Οκτώβρη 2019, κατά τη διάρκεια απαλλοτρίωσης σε κατάστημα κρατικού καζίνο (franchise OPAP-PLAY) τραυματίστηκα λόγω απρόσεκτου χειρισμού ενός όπλου. Η απαλλοτρίωση στο κρατικό παράρτημα καζίνο δεν ήταν μέρος της δράσης μιας αντάρτικης οργάνωσης. Σε ότι αφορά εμένα προσωπικά κι όχι τον άνθρωπο που ήταν μαζί μου στην απαλλοτρίωση, η πράξη είχε το πολιτικό, φυσικό και ηθικό νόημα της αναγκαίας πρωτοβουλίας για την κάλυψη καθολικά κοινών αθρώπινων αναγκών από κοινά μέσα, σε ισότιμη βάση, το οποίο συμπεριλαμβάνει το νόημα της στήριξης της δυνατότητας μου να κάνω ένα πολιτικό έργο, με δεδομένη την αδυνατότητα κάλυψης του φόρτου ευθυνών που είχα αναλάβει, μέσω της προσωπικής εργασίας μου. Αδιαμφισβήτητα οι αναρχικοί θέλουμε την κοινωνικοποίηση όλων των υλικών πόρων, άρα επιδιώκουμε την απαλλοτρίωση όλου του ιδιωτικού και κρατικού κεφάλαιου, μέχρι την κατάργησή του. Ούτε οι επιβιωτικές, ούτε οι πολιτικές ανάγκες των ταξικά αποκλεισμένων μπορούν να περιμένουν μια καθολική συμφωνία στην ισότητα. Αυτή κερδίζεται με μάχες. Κάθε πρωτοβουλία ικανοποίησης λαϊκών αναγκών που δεν στρέφεται ενάντια στους ταξικά κατώτερους, είναι κοινωνικά δίκαιη. Θα ‘πρεπε να είναι αυτονόητο, όπως βάζεις ένα ποτήρι νερό όταν διψάσεις.
Παρά τη σοβαρότητα του τραύματος, το αντιμετώπισα χωρίς νοσοκομειακή περίθαλψη. Οι Πρώτες Βοήθειες που μου παρασχέθηκαν με τη συνδρομή διάφορων ανθρώπων που δεν γνώριζαν τις συνθήκες του τραματισμού μου, ήταν σωτήριες. Δίχως αυτές, ίσως να οδηγούμουν σε ακροτηριασμό ή και θανατηφόρα μόλυνση.
Είκοσι μέρες μετά, η «αντι»-τρομοκρατική απήγαγε τον σύντροφο Βαγγέλη Σταθόπουλο και δυο ανθρώπους που είχαν κρίσιμη συμβολή στην επιβίωσή μου. Ύστερα, απήγαγε τον φίλο μου Διονύση Μπάκα, τη συντρόφισσά μου κι ένα πλήθος άλλων συντρόφων, εισβάλοντας σε πολλά σπίτια. Στο σπίτι του φίλου μου όπου είχα βρει μια πρώτη στάση περίθαλψης κι ακολούθως είχα εναποθέσει προσωρινά ορισμένες αποσκευές με διάφορα εργαλεία και οπλισμό, η αστυνομία ανακάλυψε και το τουφέκι σφραγίδα της αντάρτικης Οργάνωσης Επαναστατικής Αυτοάμυνας. Ο Βαγγέλης Σταθόπουλος κι ο Διονύσης Μπάκας προφυλακίστηκαν.
Στα πρόσωπα των δυο προφυλακισμένων διώχθηκε η κοινωνική αλληλεγγύη, ως μέρος της στρατηγικής απομόνωσης κι εξόντωσης της αντάρτικης πάλης. Ανεξάρτητα από τα γεγονότα, το κράτος επιδίωξε να χτυπήσει τους δυο προφυλακισμένους σα να χτυπούσε στην καρδιά του αντάρτικου. Πρόκειται για μια επίσημη αναγνώριση του δεδομένου ότι το κράτος τρέμει και προσπαθεί να τρομοκρατήσει έναν εχθρό που βρίσκεται παντού: τον αντιστεκόμενο λαό.
Η μέχρι τώρα στάση μου:
Το Νοέμβρη 2019, έχοντας το καθήκον να αποσαφηνίσω τα γεγονότα και τις σχέσεις των διωκόμενων, δήλωσα ότι από τη θέση αυτουνού που πήρε υπ’ ευθύνη του τη φύλαξη ενός όπλου-σημαία μιας αντιστασιακής οργάνωσης, ενημερώνω το κίνημα ότι η Οργάνωση Επαναστατικής Αυτοάμυνας είχε πάψει να υφίσταται ως πολιτικό σώμα, οργανωτική διεργασία και πρακτική δραστηριότητα ήδη από το 2017.
Προφανώς, έγιναν λάθη που αποτέλεσαν δώρο για τα κοράκια της καταστολής. Ανεξάρτητα από τις λεπτομέρειες, έχω προσωπικά την πολιτική ευθύνη όλων των λαθών που έγιναν από το συμβάν του τραυματισμού μου κι έπειτα, διότι μόνο εγώ ήξερα εξολοκλήρου όλους τους κινδύνους.
Εξαρχής δηλώθηκε με σαφήνεια, από εμένα που ανέλαβα κατ’αποκλειστικότητα το σύνολο των πολιτικών ευθυνών και την ίδια στιγμή, ότι οι δυο προφυλακισμένοι δεν έχουν καμία σχέση ούτε με την απαλλοτρίωση, ούτε με τον οπλισμό που πήρα μαζί μου στο σπίτι που βρήκα περίθαλψη, ούτε με την Οργάνωση Επαναστατικής Αυτοάμυνας. Αργότερα, στην εκτενέστερη πολιτική τοποθέτησή μου, εξήγησα γιατί θα ήταν εξωπραγματικό οι δυο συγκεκριμένοι άνθρωποι να είχαν σχέση με αντάρτικη οργάνωση. Στην πρώτη δήλωσή μου υπερτονίστηκε η απουσία της αντάρτικης οργάνωσης και μπήκε σε δεύτερη μοίρα η δική μου σχέση μαζί της, ακριβώς διότι η προτεραιότητα εκείνη τη στιγμή ήταν η διαύγαση της πραγματικής κατάστασης κι η υπεράσπιση των ανθρώπων που προφυλακίστηκαν λόγω μιας πολιτικής δίωξης εναντίον της κοινωνικής αλληλεγγύης. Αν έβγαζα μπροστά εκείνη τη στιγμή την Οργάνωση Επαναστατικής Αυτοάμυνας, τονίζοντας την παρακαταθήκη της και την ευθύνη μου, ενδεχομένως να προκαλούσα σύγχυση ως προς τη σχέση των προφυλακισμένων, στρέφοντας τελικά την ιστορία και το πολιτικό πρόταγμα, ενάντια στα άμεσες ανάγκες της αλληλεγγύης. Όπως αποδείχτηκε, δεν εγκατέλειψα ούτε την αντάρτικη οργάνωση, ούτε τα ειδικά καθήκοντά μου. Ωστόσο, δεν θα θυσίαζα τους ανθρώπους που βρέθηκαν στη φυλακή για τη φροντίδα που μου προσέφεραν, προκειμένου να μην επικριθώ για αμφιλεγόμενη ανάληψη ευθύνης.
Οι αναφορές στο ιστορικό ενός αγώνα και σε συλλογικές και προσωπικές ευθύνες, μπορεί να έχουν ανταγωνιστικά μεταξύ τους νοήματα. Η χρήση του παρελθόντος κρίνεται από την τοποθέτηση στο παρόν σε σχέση με το μέλλον. Επί του συγκεκριμένου λοιπόν, στην ιδιαίτερη περίσταση της κατασταλτικής επιχείρησης που ξεκίνησε με τον τραυματισμό μου, δεν αποδεκατίστηκε κάποια αντάρτικη οργάνωση. Η Οργάνωση Επαναστατικής Αυτοάμυνας είχε ήδη αυτοδιαλυθεί κι επιπλέον, δεν αιχμαλωτίστηκε κανένα πρώην μέλος της. Εκ’των πραγμάτων δεν τίθεται ζήτημα υπεράσπισης της Οργάνωσης ή γενικότερα της επαναστατικής πάλης από κάποιους συλληφθέντες αγωνιστές, ούτε ζήτημα πολιτικής αντεπίθεσης της Οργάνωσης ενάντια στην καταστολή που δέχτηκε. Η συνθήκη είναι διαφορετική σε σύγκριση με άλλες επιχειρήσεις αντιαντάρτικης καταστολής των προηγούμενων δυο δεκαετιών. Διαφορετικές συνθήκες, διαφορετικές προτεραιότητες. Ανέλαβα επακριβώς την ευθύνη γι’ αυτό που βρέθηκε στο στόχαστρο της καταστολής: την προσπάθεια ανασυγκρότησης του μονοπατιού που είχε χαράξει η Οργάνωση Επαναστατικής Αυτοάμυνας (και μ’ αυτή την προσπάθεια δεν έχουν καμία σχέση οι δυο προφυλακισμένοι) και την κινητοποίηση ορισμένων ανθρώπων για την παροχή ιατρικής βοήθειας και χώρου περίθαλψης μετά τον τραυματισμό μου σε απαλλοτρίωση. Μόνο εκ’του πονηρού δύναται να αξιολογηθεί με κάποιο μέτρο υπευθυνότητας η συγκεκριμένη πολιτική ευθύνη και να χαρακτηριστεί μειωμένη. Το παρελθόν μπορεί ν’ αφήνει βαρυές ποινικές συνέπειες, εν’ αντιθέσει προς τις δηλώσεις προθέσεων, ωστόσο, το δυσκολότερο κι επικινδυνότερο καθήκον είναι η συνέχιση της πάλης.
Οι ευθύνες που ανέλαβα και κράτησα όρθιες από το 2017 και μέχρι σήμερα, υπερβαίνουν τις ευθύνες του μέλους μίας επαναστατικής οργάνωσης. Να κρατήσεις μόνος του τη δυνατότητα ζωντανή και να μην εγκαταλείψεις ποτέ την προσπάθεια.
Με το εκτενές κείμενο που κοινοποιήθηκε σε αλληλέγγυα συλλογικά σώματα τον Γενάρη 2020, εξατμίστηκαν εκείνες οι παρερμηνείες της πρώτης τοποθέτησής μου που είδαν αποστασιοποίηση αντί να αναγνωρίζουν αδιάσπαστη ευθύνη (ερμηνείες που αντίκεινται και στη λογική συνοχή της τοποθέτησής μου). Αδιάσπαστη στον συλλογικό χώρο και στον εξελικτικό χρόνο.
Η δημόσια δήλωση προσωπικής συμμετοχής στην ένοπλη επαναστατική πάλη σε τρέχοντα χρόνο, έγινε σε μία ιδιαίτερη συνθήκη: Όχι κατόπιν της αιχμαλωσίας, όπως έχει συμβεί σε κάθε άλλη περίπτωση στο σύγχρονο ελλαδικό κίνημα, αλλά βρισκόμενος ελεύθερος και μάλιστα, καταδιωκόμενος σε μία αντιαντάρτικη έρημο.
Η εστίαση στο παρελθόν, υποτιμάει τη σημασία της συνέχειας και της προσπάθειας για συνέχεια μέσα σε συνθήκες διάλυσης, το δυσκολότερο έργο. Έχει σημασία αν εγώ ήμουν στην Οργάνωση Επαναστατικής Αυτοάμυνας; Σημασία έχει ποιοί αναλαμβάνουν σήμερα δράση «για το κατέβασμα της ένοπλης πάλης μέσα στα κοινωνικά μέτωπα», ποιοί «θα οργανώσουμε ένα καραούλι σε κάθε γειτονιά». Αυτό το κάλεσμα, η δήλωση ετοιμότητας να ξανασηκώσω την ίδια ή νέες σημαίες, έγιναν εμπρόσωπα σε κατάσταση εκνομίας. Και δεν έπαψα να τα επαναλαμβάνω μέχρι σήμερα που θα παρουσιαστώ σε ένα δικαστήριο, όντας αιχμάλωτος. «Αναγνώσεις» που διαστρεβλώνουν τη συνέχεια της αγωνιστικής στράτευσής μου και υποβιβάζουν τον αγώνα που έδωσα από τη στιγμή του τραυματισμού μου και της φυγής μου και ειδικά την υπέρχειλη δημόσια ανάληψη ευθυνών, έχουν ανταγωνιστικό χαρακτήρα, άθελά τους ή ηθελημένα. Σε σχέση με τη δίκη, οι διαστρεβλώσεις της τοποθέτησής μου και παρεπόμενα, η αυθαίρετη αλλοίωση των επίμαχων σημείων της δίκης, είναι απαράδεκτες και άμεσα ή έμμεσα αβανταδόρικες για την καταστολή. Η δίκη θα αφήσει τον υπονομευτικό ντεμέκ φραξιονισμό με έναν μοναδικό τρόπο αυτοσυντήρησής του: την αναδρομή στις ψόφιες προφάσεις της κακοπιστίας του. ´Ενα τέχνασμα η ίδια η κακοπιστία, υπεκφυγής από τις κοινές ευθύνες.
Όπως σημείωσα με τον πρώτο απολογισμό μου, τίποτα από ότι έχω πει δεν αποτελεί χειρισμό απέναντι στην καταστολή. Έχουμε καθήκον να προστατεύουμε τους ανθρώπος και τις δομές απέναντι στην καταστολή, αλλά όχι με πολιτικά ψέματα. Δεν είναι ζήτημα σχέσης μέσων και σκοπών, είναι ζήτημα αντιτιθέμενων σκοπών. Δεν γίνεται να είναι προϋπόθεση της υπεράσπισης του κοινωνικού-πολιτικού σκοπού το να την βγάλουν καθαρή τα πρόσωπα. Όποιος το πιστεύει αυτό δεν πιστεύει στην επανάσταση, δεν πιστεύει στην εξελικτική δυναμική των κοινωνιών, δεν πιστεύει στη δυνατότητα των ανθρώπων να ζήσουν ελεύθεροι. Έτσι, κάνει απλά χομπισμό, την ίδια στιγμή που διαιωνίζει το κυρίαρχο ψέμα του αστικού κόσμου, την ασφάλεια και ιδεατά, την αθανασία του ατόμου. Ο πολιτικός σκοπός, όταν τον υπερασπιζόμαστε με έμπρακτη ειλικρίνεια και συνέπεια, υπηρετεί την κοινωνική ανάγκη να προστατεύονται οι άνθρωποι απέναντι στην καταστολή. Την υπηρετεί αυτούσιος.
Στην επικείμενη δίκη που θα είμαι παρών, θα λάμψουν τα πολιτικά επίδικα σε όλο το βάθος τους. Η ακατάπαυστη αντάρτικη πάλη θα έχει τον πρώτο και τον τελευταίο λόγο. Το επαναστατικό πνεύμα ενότητας θα αποδειχτεί όπως πάντα ακατανίκητο και το μόνο ικανό να υπερασπιστεί τον κοινωνικό κόσμο του.
Οι δίκες:
Η επικείμενη δικαστική μάχη, όπως εκείνη του Μάρτη 2021, αφορά κυρίως στις πράξεις κοινωνικής αλληλεγγύης που προσφέρθηκαν σ’ έναν ένοπλο αγωνιστή. Αυτές κι η στάση των προφυλακισμένων σε σχέση μ’ αυτές είναι το κύριο πολιτικό επίδικο και το ποινικά κρίσιμο. Η ανιδιοτελής αλληλεγγύη αποτελεί τον εχθρό του κράτους. Γι’ αυτήν ο σύντροφος Βαγγέλης Σταθόπουλος δίνει έναν αγώνα ζωής και θανάτου.
Κύριο μέλημα του κράτους στις αντιαντάρτικες επιχειρήσεις του δεν είναι, αν και στοιχειώδες, η όσο πιο μακρά αιχμαλωσία των αγωνιστών, αλλά η απομόνωσή τους, η διάλυση των αγωνιστικών γραμμών κι η πρόκληση ρήγματος στην εξέλιξη της πάλης.
Η αλυσίδα της κοινωνικής αλληλεγγύης που είχε προσφερθεί προς εμένα, έσπασε σε πολλά κομμάτια κάτω από το βάρος της καθεστωτικής τρομοκρατίας. Όμως, ούτε οι διώξεις, ούτε τα παράγωγα των ποινικών εκβιασμών, ούτε οι κριτικές εξιδανικεύσεις μπορούν να διαγράψουν την κοινωνική αλληλεγγύη όπως εκφράστηκε από διάφορους και άγνωστους μεταξύ τους ανθρώπους, κατηγορούμενους και μη. Καθένας τους ξεπέρασε προσωπικά όρια απέναντι στο φάντασμα της καθεστωτικής τρομοκρατίας που μας θέλει κανίβαλους. Κάποιοι λύγισαν. Δεν θα αφήσουμε τις κοινωνικές αδυναμίες στα χέρια του κράτους, να τις μπήξουν βαθύτερα μέσα στο κοινωνικό σώμα και να τις στρέψουν ενάντια στην επαναστατική πάλη για να την απαξιώσουν. Όπως το ζήσαμε πριν είκοσι χρόνια, είναι τα βαμπίρ της καθεστωτικής προπαγάνδας τα μόνα υποκείμενα που έχουν συμφέρον να προβάλουν την όποια αδυναμία εκδηλωθεί μέσα σε συνθήκες ανακριτικής τρομοκρατίας, μέχρι και βασανιστηρίων, για να λοιδορήσουν τον πολιτικό εχθρό του καθεστώτος.
Ανέλαβα την πολιτική ευθύνη για όλα τα συμβάντα, όχι μόνο για τις δικές μου πράξεις, αλλά και για τους τρόπους που στάθηκαν μπροστά στους τρομοκράτες του καθεστώτος οι άνθρωποι που συνέβαλαν στην περίθαλψή μου και για τα κατασταλτικά παράγωγα του συνόλου των πράξεων. Το υπόστρωμα της πολιτικής ευθύνης δεν είναι η αληθώς δική μου πληρέστερη επίγνωση των δεδομένων -που με νομικούς όρους υποχρεώνει να αποδοθούν σε μένα αποκλειστικώς και οι αντικειμενικές και οι υποκειμενικές υποστάσεις των διωκόμενων πράξεων-, είναι κάτι ποιοτικά διακριτό και πιο συνολικό: η νοηματοδότηση όλων των ενδεχομένων και των εξελίξεων, από μια πολιτική σκοπιά. Σ’ αυτή τη θέση ήμουν μόνος ήδη πριν τον τραυματισμό μου και κατόπιν. Δεν γίνεται να βγω απ’ αυτή την ενεργό θέση. Αντιδιαμετρικά, ο κριτικός διάλογος εκβάλει από και προς την κοινότητα των πολιτικών αναγκαιοτήτων τις οποίες υπηρετώ.
Η πληρότητα ευθύνης που συνέχει την επαναστατική σκέψη, όμως, δεν αποδεσμεύει το σύνολο του κινήματος από τη συλλογική ευθύνη για το σύνολο της ταξικής πάλης. Πως υπερασπιζόμαστε την βαλλόμενη κοινωνική αλληλεγγύη; Με δυο τρόπους: αναδεικνύοντάς την και συνεχίζοντάς την. Ανάδειξη σημαίνει να προτάσσουμε την κοινωνική αλληλεγγύη όπως εκδηλώθηκε και να υπερασπιζόμαστε σθεναρά τα σημεία που βάλονται. Συνέχιση σημαίνει, η ίδια η έκφραση αλληλεγγύης προς τους διωκόμενους να χαρακτηρίζεται από την ποιότητα και την πληρότητα της αλληλεγγύης που στοχοποιείται. Αποτελεί πολιτικό καθήκον του κινήματος να παλέψει για την απελευθέρωση του σύντροφου Βαγγέλη Σταθόπουλο, διεκδικώντας βέβαια την απελευθέρωση όλων των πολιτικών ομήρων, ανεξαρτήτως της στάσης τους. Το διακύβευμα που έπεται είναι το διαρκώς αναγκαίο: Το προχώρημα της επαναστατικής πάλης, η ενότητα αντάρτικης αντίστασης και λαϊκής εξέγερσης. Ετούτη η αλληλεγγύη δεν θα κριθεί στη δίκη, κρίνεται κάθε μέρα. Όμως, η δίκη αποτελεί στιγμή αποκάλυψης της πραγματικής κατάστασης του πολιτικού κινήματος σε σχέση ή απέναντι στην επαναστατική πάλη και στην αγωνιστική αλληλεγγύη. Η ανάγκη είναι παρούσα, ήταν ανέκαθεν παρούσα, εφόσον τα πρόσωπα που ενσαρκώνουν την επαναστατική πάλη ανανεώνονται κι οι συλλογικές απαντήσεις δεν θα ξεγλιστρήσουν ποτέ από τα χέρια όλων όσων τάσσονται στην πλευρά της κοινωνικής απελευθέρωσης.
Με πραγματολογική βάση τα δυο παραπάνω διακυβεύματα, τίθεται και το πολιτικό διακύβευμα της δίκης: Τι παρακαταθήκη θα αφήσει για την επαναστατική πάλη; Τα επαναστατικά προτάγματα βγαίνουν πιο ανθεκτικά ή αποδυναμωμένα; Το κίνημα βγαίνει πιο ενωμένο απέναντι στην καθεστωτική τρομοκρατία ή πιο διχασμένο; Ετούτες τις απαντήσεις δεν θα μας τις δώσουν οι δικαστές -οι αγωνιστικές πράξεις μας τις ορίζουν.
Για να αντιμετωπίσουμε το εξελισσόμενο κατασταλτικό εγχείρημα απαιτείται να κατανοήσουμε τι έπραξε το κράτος και για ποιους σκοπούς, στην πρώτη δίκη.
-Το κράτος τιμώρησε σκληρά την κοινωνική αλληλεγγύη. Ήταν κύριος σκοπός του το χτύπημα της ίδιας της κοινωνικής αλληλεγγύης, στα επαναστατικά χαρακτηριστικά της, για την εμπέδωση της απομόνωσης του αντάρτικου. Η προσωρινή αποφυλάκιση του ανθρώπου που είχε υπογράψει την ασφαλίτικη αφήγηση, αποτελεί έναν εκβιασμό απόσπασης συνεργασίας για την βαθύτερη θραύση της κοινωνικής αλληλεγγύης και αδιαμφισβήτητα είναι μία παραμένουσα κατάσταση ομηρίας. Βεβαίως, η συνεχιζόμενη αιχμαλωσία του συντρόφου Βαγγέλη Σταθόπουλου με επικρεμάμμενη μακρόπνοη διάρκεια, αποτελεί επίσης, όπως είναι πάγια δικαστική τακτική, έναν εκβιασμό συνεργασίας στην αντεπαναστατική επιχείρηση, με τη μορφή της αποδοχής και της «ομολογίας» του διωκτικού αφηγήματος.
-Το κράτος χρειαζόταν σύμφωνα με τον 187Α, να παρουσιάσει μία ομάδα τριών προσώπων, ώστε να χτυπήσει την κοινωνική αλληλεγγύη στη μεθόριο της αντάρτικης πάλης, με την ίδια σκληρότητα όπως αυτή που στρέφει ενάντια στα δηλωμένα υποκείμενα του αντάρτικου και συγχρόνως να παρουσιάσει την επιχείρησή του ως χτύπημα στο αντάρτικο και ειδικά στην ΟΕΑ. Οπότε, το κράτος παρουσίασε την ΟΕΑ σαν ενεργή, με τους δύο συγκατηγορούμενούς μου (που μετείχαν εκτάκτως στην περίθαλψή μου), σαν μέλη της, προκειμένου να μεταχειριστεί το άθλιο και άθλια κατασκευασμένο σκιάχτρο, για τους παραπάνω σκοπούς.
-Για τους ίδιους σκοπούς και πάνω σε αυτή τη βάση, το κράτος συκοφάντησε την ΟΕΑ, παρουσιάζοντας σαν δικά της, συνθήκες, προσωπικές αδυναμίες, αποτελέσματα και πολιτικές τοποθετήσεις που δεν της αντιστοιχούν. Ενώ όλα αυτά ήταν συνέπειες της απουσίας της. Το κράτος επιχείρησε να αντιστρέψει την αναγκαιότητα της αντάρτικης οργάνωσης, μεταμορφώνοντάς την σε αδιέξοδη και άδοξη συνθήκη.
-Η καταδίκη των δύο συγκατηγορούμενων μου ως μελών της ΟΕΑ, αξιοποιήθηκε και για τη νομική θωράκιση της δικής μου καταδίκης για τη δηλωμένη σχέση μου με την ΟΕΑ. Ετούτη η επίγνωση δεν σημαίνει ότι μία εξαρχής δική μου δήλωση συμμετοχής στην ΟΕΑ, για το διάστημα που είχε συλλογική υπόσταση και ήταν ενεργή, θα ήταν εγγύηση απεμπλοκής των δύο συγκατηγορούμενων. Το κράτος δεν κάνει δώρα. Μάλλον μία τέτοια δήλωση θα αξιοποιούταν σαν επιπλέον τεκμήριο συμμετοχής και των δύο.
-Το κράτος έπραξε με δεδομένη την απουσία μου από το δικαστήριο, δηλαδή την απουσία του αντάρτικου λόγου και ειδικότερα της μαρτυρίας της ΟΕΑ.
Όπως στάθηκα από τον Οκτώβρη 2019 τα ηθικο-κοινωνικά και πολιτικά κριτήρια αποκλειστικά, καθορίζουν τον τρόπο της παρουσίας μου και την ιδιαίτερη έκφραση πολιτικών θέσεων, αναφορών σε γεγονότα και προταγμάτων, στην επερχόμενη δίκη. Οι νομικές κινήσεις υπάγονται στο πολιτικό πρόγραμα κι ο νομικός λόγος υπηρετεί τον πολιτικό, στον βαθμό που θα τοποθετηθώ στο νομικό πεδίο.
Με βάση τα ηθικο-κοινωνικά και πολιτικά κίνητρά μου, τα συγκεκριμένα πολιτικά επίδικα και η σχέση τους, είναι τα εξής:
-Η ηθική νίκη και η πολιτική προαγωγή της αντάρτικης πάλης, της συνεπούς στράτευσης σε αυτήν, της σθεναρής αντίστασης κι ειδικά της κινηματικής εμπειρίας της ΟΕΑ και των προταγμάτων της.
-Ο περιορισμός του τρομοκρατικού πλήγματος εναντίον των δύο συγκατηγορουμένων μου, με εστίαση στην απελευθέρωση του συντρόφου Β. Σταθόπουλου.
-Η αποτελεσματική συνέχιση της αντίστασης στην πολιτική και φυσική επίθεση που εξαπολύθηκε εναντίον μου, πρώτα ως διωκόμενου και ύστερα ως αιχμάλωτου αγωνιστή.
Πρακτικά, άρα και ποινικά, το δεύτερο επίδικο είναι το κρισιμότερο στη δικαστική μάχη. Έχω ανυπολόγιστο χρέος προς τους δύο ανθρώπους που βρίσκονται υπό διωγμό επειδή με περιέθαλψαν. Δεν γίνεται να τους υπερασπιστώ εγκαταλείποντας τον αγώνα μέσα από τον οποίο βρέθηκα αντιμέτωπος με ετούτη την αντεπαναστατική επιχείρηση και για την ήττα του οποίου χτυπιέται η κοινωνική αλληλεγγύη. Αναδεικνύοντας την κοινωνική αλήθεια και το δίκιο της επαναστατικής πάλης, θα αναχαιτίσουμε ετούτη την επίθεση αποδόμησης.
Η αποτελεσματικότητα εκείνου του μέρους της αντίστασης στην ποινική επίθεση, που θα αναπτυχθεί μέσα στο δικαστήριο, θα εξαρτηθεί από την ικανότητά μας να οδηγήσουμε τα νομικά ζητήματα στο πολιτικό βάθος τους. Βρισκόμαστε στο μέσο μίας φάσης ιστορικά αναπότρεπτης αποσύνθεσης του Νόμου ως ενιαίας κανονιστικής σταθεράς. Ειδικότερα η έννοια δικαίωμα έχει πλέον αφομοιωθεί εντελώς στην καπιταλιστική ιδεολογία και ταυτιστεί αποκλειστικά με τις επιβουλές της ταξικής εξουσίας. Καθίσταται άτοπο και αυτοκαταστροφικό, εδώ, σήμερα να επικαλούμαστε τον Νόμο, σαν να έχει μία συνοχή που διαθέτει χώρο για τις κοινωνικές ανάγκες. Όμως, η διαπίστωση μίας τετελεσμένης μεταμόρφωσης του εχθρού, δεν μας προσανατολίζει σε μία αναγωγή στο εκτός χρόνου γενικό (πχ όταν γίνει η επανάσταση θα λογαριαστούμε), ούτε στην εκτός δικαστηρίου, φυλακής κλπ, ένοπλη αντιπαράθεση. Ο αιχμάλωτος αναπόδραστα τοποθετείται σε σχέση με το συγκεκριμένο τόπο, τη δικαστική διαδικασία. Ειδικά ως προς την αποσύνθεση του Νόμου ως κατά σύμβαση κοινού τόπου, αν αναγνωρίζουμε ότι ο Νόμος είναι εργαλείο και όπλο της αστικής τάξης, η αποσύνθεση των κοινωνικών ερεισμάτων του αποτελεί σημείο της συστημικής κρίσης. Ένας αποσαρθρωμένος εχθρός γίνεται άγριος και ωστόσο επιδεικνύει την αδυναμία του.
Δίχως αμφιβολία, η άρνηση παρουσίας στο δικαστήριο αποτελεί μαχητική στάση. Αν ο διωκόμενος είναι αιχμάλωτος, μόνο σε εξαιρετικές περιπτώσεις το κόστος δεν είναι βαρύ. Η ουσιαστική εφαρμογή αυτής της απόφασης συνεπάγεται την άρνηση εκπροσώπησης από δικηγόρο διότι ο συνήγορος είναι φωνή του κατηγορούμενου. Αποτελεί πλανερό συμβιβασμό η πεποίθηση ότι ο αγωνιστής μπορεί να κρατήσει πολιτικά καθαρό το πρόσωπό του από τη νομική διαδικασία και ταυτόχρονα να την αξιοποιήσει με ανάθεση. Άλλη μία έκφραση των απατηλών αστικών διαχωρισμών. Άρνηση συμμετοχής σημαίνει καμία νομική πράξη ούτε κατάθεση έφεσης κλπ. Έχουν υπάρξει πολιτικές συνθήκες καταστολής, όπου η άρνηση κάθε προσφυγής στα νομικά μέσα δεν έχει μόνο ιδεαλιστική υφή, αλλά και πρακτική επί των συγκεκριμένων συνθηκών (πχ όταν είναι στην πράξη απενεργοποιημένα τα νομικά μέσα καθολικά για ένα κίνημα).
Η επικείμενη δίκη είναι επακόλουθο μίας δικής μας έφεσης. Θέλουμε να απελευθερωθεί ο σύντροφος Βαγγέλης, θέλουμε να σπάσουν οι ομηρίες. Επιπλέον, αντιλαμβάνομαι την κατάσταση του νομικού δικαίου της αστικής τάξης σε τούτη τη συγκυρία, ως ένα αδύναμο μα σημαντικό σημείο της, που είναι πρόσφορο να το χτυπάμε αποφασιστικά. Ακόμα κι αν θεωρήσουμε ως δεδομένο ότι δεν θα μου αφαιρεθεί ούτε μία μέρα φυλακή, εγώ πρέπει να είμαι εκεί για να αποδομήσω πολιτικά το ιδεολογικό-νομικό υπόστρωμα και περίβλημα της συγκεκριμένης αντεπαναστατικής επιχείρησης. Προκειμένου να αποδομηθεί το διωκτικό οικοδόμημα, είναι απαραίτητο να διεισδύσουμε στα νομικά σημεία. Μόνο η επαναστατική πολιτική διαλεκτική μπορεί να διεισδύσει στη ρίζα του οικοδομήματος, μόνο αυτή μπορεί να περικυκλώσει και να μην αφήσει διαφυγή στις προφάσεις και τους ελιγμούς του δικαστικού ιερατείου. Οπότε, ο πολιτικός λόγος δεν θα περιοριστεί στην υπεράσπιση της αγωνιστικής συμβολής, της κοινωνικής αλληλεγγύης, των προταγμάτων κλπ, αναθέτοντας σε έναν τεχνικό νομικό λόγο να πραγματευτεί τις λεπτομέρειες. Μπαίνουμε στο πεδίο του εχθρού, ώστε να μην αφήσουμε ούτε λεπτομέρεια έξω από το κόσκινο της ταξικής πολεμικής. Τα πολιτικά επίδικα θα οδηγηθούν μέχρι την έσχατη συγκεκριμενοποίησή τους στη νομική-ιδεολογική διαπάλη κι εκεί, ο αντάρτικός λόγος θα καθαρίσει το δικαιϊκό τοπίο σημείο προς σημείο. Όπως έχω σημειώσει ότι μόνο η επαναστατική δράση μπορεί πράγματι να απολογίσει την ιστορία αποτελεσματικά, διότι είναι η μόνη στάση που δεν φοβάται να αντικρύσει τον εαυτό της, από μία ομόκεντρη γωνία, μόνο στο δίκαιο της επαναστατικής κοινωνικής πάλης μπορεί πράγματι να αναγνωριστεί μία κοινή αλήθεια.
Αυτά λοιπόν αναφορικά στη δική μου αντίσταση μέσα στο δικαστήριο, που αποτελεί παράρτημα της φυλακής. Η πολιτική μάχη του δικαστηρίου, ούτε ξεκινάει ούτε περιορίζεται από τον στενό χώρο της αιχμαλωσίας. Το κέντρο του κύκλου είναι η επαναστατική πάλη.
Δημήτρης Χατζηβασιλειάδης
7 Μαϊου 2022
[Η δίκη σε δεύτερο βαθμό θα ξεκινήσει την Τετάρτη 18 Μαϊου ‘22 στο Εφετείο (οδ. Λουκάρεως)]