Κωνσταντίνος Μπαϊρακτάρης: Ουσιαστική βοήθεια στους ψυχικά πάσχοντες*

https://aikaterinitempeli.wordpress.com/2015/04/26/%ce%ba%cf%89%ce%bd%cf%83%cf%84%ce%b1%ce%bd%cf%84%ce%af%ce%bd%ce%bf%cf%82-%ce%bc%cf%80%ce%b1%cf%8a%cf%81%ce%b1%ce%ba%cf%84%ce%ac%cf%81%ce%b7%cf%82-%ce%bf%cf%85%cf%83%ce%b9%ce%b1%cf%83%cf%84%ce%b9/?fbclid=IwAR38AfLGgCwE6swej336uEgJ12Qt1wKfOs0fbUULqHBcQa0wkL2-_AHBR-0

 

.

*Σήμερα επέλεξα να αναδημοσιεύσω εδώ μια συνέντευξη που θεωρώ πως αξίζει να διαβάσετε και τη βρήκα πρόσφατα στο προσωπικό μου αρχείο. Είναι του Κώστα Μπαϊρακτάρη, Αναπληρωτή Καθηγητή στο Τμήμα Ψυχολογίας του ΑΠΘ και δόθηκε στη Μαρία Γιαννακάρα το 2005 (δημοσιεύτηκε στο περιοδικό Popular Medicine στις 27/8-31/8/2005). Σ’ αυτήν αναφέρεται σε όσα διαδραματίστηκαν στην Θεσσαλονίκη και τη Λέρο (φέτος συμπληρώνονται 25 χρόνια απ’ το εγχείρημα της αποασυλοποίησης κι εδώ μπορείτε να δείτε περισσότερα για τη συνάντηση αποτίμησης που θα γίνει το καλοκαίρι) κι αφορούσαν την τότε εξέλιξη της ψυχιατρικής μεταρρύθμισης. Επισημαίνει πως: «Η ακύρωση του παραδοσιακού ψυχιατρικού μοντέλου, η αποσάθρωση του ψυχιατρικού ιδρύματος ως αντί-θεραπευτικού χώρου και η επιστροφή των εγκλείστων στην κοινωνία δεν μπορεί να είναι αποτέλεσμα μιας διοικητικής πράξης. Είναι μια συνεχής διεργασία με πολλαπλές εμπειρίες, με πολλούς εμπλεκόμενους και πάνω απ’ όλα δεν είναι γραμμική«. Διδάσκει φέτος μεταξύ άλλων το μάθημα «Ψυχοκοινωνικά Προβλήματα: Εναλλακτικές προσεγγίσεις και πρακτικές» με ένα μοναδικό τρόπο: δίνοντας το λόγο στους ανθρώπους που υφίστανται τον κοινωνικό αποκλεισμό. Για το μάθημα έχει γραφτεί εδώ ένα ενδιαφέρον άρθρο και στο τέλος της συνέντευξης θα σας παραθέσω το φετινό πρόγραμμα με την εισαγωγή του, για να καταλάβετε περισσότερα. Η φωτογράφιση για το Popular Medicine έγινε απ’ τον Νίκο Γιακουμίδη.

.

.

Κωνσταντίνος Μπαϊρακτάρης: Ουσιαστική βοήθεια στους ψυχικά πάσχοντες

Τα τελευταία χρόνια έχει ξεκινήσει μια προσπάθεια αναγνώρισης των προβλημάτων στην περίθαλψη των ψυχικά πασχόντων στη χώρα μας. Κάποιοι άνθρωποι που ενδιαφέρθηκαν πραγματικά για την μεταρρύθμιση στις ψυχιατρικές δομές πήραν δυναμικά την κατάσταση στα χέρια τους ώστε να δοθεί τέλος στο καθεστώς της ιδρυματοποίησης. Ήταν στις αρχές της δεκαετίας του ’80 όταν ανατέθηκε στον αναπληρωτή καθηγητή στο Τμήμα Ψυχολογίας του ΑΠΘ, Κωνσταντίνο Μπαϊρακτάρη, να ξεκινήσει τις προσπάθειες αποϊδρυματοποίησης στη χώρα μας. Ο ίδιος μιλάει για την προσπάθεια που ξεκίνησε τότε καθώς και για τα προβλήματα και τις αντιδράσεις που συνάντησε.

-Στις αρχές της δεκαετίας του ’80 σας ζητήθηκε να ξεκινήσετε την ψυχιατρική μεταρρύθμιση στη Θεσσαλονίκη. Ποια ήταν η κατάσταση που επικρατούσε στην Ελλάδα την περίοδο εκείνη;

Από τα τέλη της δεκαετίας του 1970 παρατηρούνται οι πρώτες προσπάθειες δημοσιοποίησης των άθλιων συνθηκών στα ελληνικά ψυχιατρεία, με αποκορύφωμα τις αρχές της δεκαετίας του 1980. Το πρώτο αποτέλεσμα αυτών των καταγγελιών ήταν η ευαισθητοποίηση και η πίεση για αλλαγές, με άμεσο αποτέλεσμα την έγκριση από την Ευρωπαϊκή Κοινότητα του πρώτου χρηματοδοτικού κανονισμού 815/84. Με αυτήν την αφορμή προσκλήθηκα απ’ την τότε πρόεδρο του Δ.Σ. Του Ψυχιατρείου Θεσσαλονίκης κ. Α. Μπουσουλέγκα να υποβάλλω τις προτάσεις μου για τη δρομολόγηση διαδικασιών άρσης των ασυλιακών συνθηκών και προετοιμασίας των χρόνια ψυχικά πασχόντων για την κοινωνική και επαγγελματική τους αποκατάσταση.

-Θα ήθελα να μας πείτε για τις αρχές, τους στόχους και τις επιδιώξεις της προσπάθειας που ξεκινήσατε τότε.

Βασική αρχή πάνω στην οποία στηριχτήκαμε, ήταν η διαφορετική μας συνάντηση με τον ψυχικά πάσχοντα, τις ανάγκες και τις δυνατότητες του. Η αποϊδρυματοποίηση ως διεργασία ανέτρεπε όλες τις ασυλιακές-ιδρυματικές λειτουργίες. Δημιουργήσαμε νέες σχέσεις με τους χρόνια ψυχικά πάσχοντες και νέες σχέσεις με τους εργαζόμενους, δηλαδή κοινές εμπειρίες που ακύρωναν στην καθημερινότητα τις αντιλήψεις και τους μηχανισμούς περιθωριοποίησης τους. Συναντήσαμε το πάσχον υποκείμενο σε μια υπαρξιακή βάση και αναζητήσαμε το ρόλο μας μέσα από την προσπάθεια εξάλειψης των ιδρυματικών καταλοίπων, ενδυνάμωσης των δυνατοτήτων τους, αποκατάστασης των δικαιωμάτων που με τον εγκλεισμό τους αφαιρέθηκαν βίαια. Αναζητήσαμε την ελευθερία τους. Στη διεργασία αυτή δεν ήταν μόνο οι έγκλειστοι οι ωφελούμενοι, αλλά και οι ίδιοι οι εργαζόμενοι. Μέσα από τις διαφορετικές σχέσεις που ανέπτυσσαν, είχαν την ευκαιρία και οι ίδιοι να αποτινάξουν τον κατασταλτικό ρόλο που τους ανέθετε το ίδρυμα, να αναπτύξουν τις δυνατότητες τους έξω από την κυρίαρχη δημοσιοϋπαλληλική νοοτροπία, να επαναπροσδιορίσουν τους ρόλους τους και να αναζητήσουν και τη δική τους αποδέσμευση από την ιδρυματική λογική.

-Φαντάζομαι ότι τα προβλήματα που συναντήσατε ήταν πολλά.

Δεν νομίζω πως είναι σωστό να αναφέρεται κανείς σε συγκεκριμένα προβλήματα. Δεδομένου ότι πρόκειται για μια προσπάθεια ακύρωσης της παραδοσιακής προσέγγισης, αμφισβήτησης και αλλαγής ολοκληρωτικών θεσμών, είναι αναμενόμενες οι αντιστάσεις σ’ αυτές τις αλλαγές.

-Ποιες ήταν οι αλλαγές που πραγματοποιήθηκαν στο ΨΝΘ στο πλαίσιο της αποασυλοποίησης;

Με τη δημιουργία της Μονάδας Επανένταξης είχαμε τη δυνατότητα μαζί με τους συνεργάτες μου, να δημιουργήσουμε τις προϋποθέσεις για μια άλλη προσέγγιση των εγκλείστων. Να ανοίξουμε το δρόμο για την επιστροφή τους στην κοινωνία, διασφαλίζοντας τους όρους συνέχειας της υποστήριξης τους, για όσους από αυτούς το χρειάζονταν. Έτσι ξεκινώντας μέσα από το ίδρυμα και στα πρώτα δύο χρόνια δημιουργήσαμε νέες για τα ελληνικά δεδομένα δομές, τόσο για τη στέγαση όσο και για την έμμισθη εργασιακή τους αποκατάσταση. Η επιλογή μας ήταν η δημιουργία διαμερισμάτων, διάχυτων μέσα στην πόλη, με στόχο την επανένταξη στους συνηθισμένους ρυθμούς της ζωής και την αποτροπή της δημιουργίας νέων “γκέτο”. Με ολιγομελείς ομάδες, τις ομάδες Ψυχοκοινωνικής Υποστήριξης, που στελεχώθηκαν από έμπειρους εργαζόμενους της Μονάδας Επανένταξης, διασφαλίσαμε τη συνέχεια της υποστήριξης των πρώην εγκλείστων και τη βοήθεια στην επίλυση των νέων τους προβλημάτων.

-Κάνατε κάποιες συγκεκριμένες ενέργειες για την επαγγελματική τους αποκατάσταση;

Ασχοληθήκαμε με την εργασιακή τους αποκατάσταση, συνεργαζόμενοι με την Τοπική Αυτοδιοίκηση της περιοχής και με διάφορους φορείς. Έχοντας πάντοτε υπόψη ότι η απορρόφηση στην ελεύθερη αγορά εργασίας αναφέρεται σε ένα πολύ μικρό αριθμό πασχόντων, συγκροτήσαμε τις Συνεταιριστικές Θεραπευτικές Μονάδες (ΣΜΕΘ). Οι επιχειρήσεις αυτές διακατέχονταν από αρχές που ελάμβαναν υπόψη τις ιδιαιτερότητες του καθένα, τις δυνατότητες του και τις συνθήκες της τοπικής οικονομίας. Θα πρέπει, όμως, στο σημείο αυτό να τονίσω ότι, δυστυχώς -αναφέρομαι ιδιαίτερα στο ΨΝΘ- αναστέλλονται, ανεξήγητα μέχρι τώρα οι διαδικασίες που αφορούν την μετατροπή των ΣΜΕΘ σε ΚοιΣΠΕ, κατά παράβαση του ισχύοντος νόμου και της ισχύουσας υπουργικής απόφασης. Όλα τα παραπάνω ελπίζω να καθιστούν σαφές ότι έχουμε να κάνουμε με μια πολυσύνθετη διεργασία, η οποία δεν κατακερματίζεται σε επιμέρους κομμάτια, γιατί απλά δεν μπορεί να κατακερματιστούν ο άνθρωπος και οι ανάγκες του.

-Θα ήθελα να μου πείτε λίγα λόγια σχετικά με την προσπάθεια που έγινε στη Λέρο, ένα από τα χειρότερα παραδείγματα βαρβαρότητας της ιδρυματικής Ψυχιατρικής που εξέθεσε τη χώρα μας διεθνώς.

Η πρώτη μου συνάντηση με την κατάσταση στη Λέρο έγινε στα τέλη της δεκαετίας του 1970. Οι συνθήκες που συνάντησα ξεπερνούν τα όρια του ανθρώπινου νου. Η εξαθλίωση και η εγκατάλειψη στοιχειοθετούσαν τον πλήρη κοινωνικό θάνατο των εγκλείστων, αλλά και την βαρβαρότητα της Ιδρυματικής Ψυχιατρικής. Συνάντησα όμως, και ορισμένους αγροτικούς γιατρούς, οι οποίοι αντιστέκονταν και προσπαθούσαν με μεγάλη θέληση και πενιχρά μέσα να κάνουν ό,τι ήταν δυνατόν για να περιορίσουν τις επιπτώσεις αυτής της βαρβαρότητας. Αυτήν την περίοδο συγκροτείται και η “Ομάδα της Λέρου” που ξεκίνησε και τη δημοσιοποίηση, στην Ελλάδα και στο εξωτερικό, της κατάστασης που επικρατούσε. Το πρώτο αλλά καθοριστικό αποτέλεσμα ήταν η απόφαση του τότε υπουργού Υγείας κ. Π. Αυγερινού να απαγορέψει τις διακομιδές εγκλείστων από τα άλλα ψυχιατρεία στη Λέρο. Έτσι σταμάτησαν και τα γνωστά “καράβια της ντροπής” με τους “αζήτητους”.

-Γιατί η διαδικασία της αποασυλοποίησης ξεκίνησε από τη Θεσσαλονίκη και έπειτα επικεντρώθηκε μόνο στη Λέρο; Γιατί δεν υπήρξε μια γενικότερη προσπάθεια για συνολικότερη προσέγγιση του προβλήματος σε όλα τα ιδρύματα της χώρας;

Η ακύρωση του παραδοσιακού ψυχιατρικού μοντέλου, η αποσάθρωση του ψυχιατρικού ιδρύματος ως αντί-θεραπευτικού χώρου και η επιστροφή των εγκλείστων στην κοινωνία δεν μπορεί να είναι αποτέλεσμα μιας διοικητικής πράξης. Είναι μια συνεχής διεργασία με πολλαπλές εμπειρίες, με πολλούς εμπλεκόμενους και πάνω απ’ όλα δεν είναι γραμμική.

.

.

.

Μάθημα: Ψυχοκοινωνικά Προβλήματα: Εναλλακτικές προσεγγίσεις και πρακτικές (Ψ-372)

Βρισκόμαστε σε ένα χώρο, το Πανεπιστήμιο, που γενικά χαρακτηρίζεται από ένα διαρκή Μονόλογο. Όπου ο Άλλος, άμεσα ή έμμεσα, απουσιάζει ως πρωταγωνιστής και γίνεται αντιληπτός ξεκομμένα από το κοινωνικο-πολιτικό και πολιτισμικό πλαίσιο. Βρισκόμαστε σε ένα χώρο όπου επικρατεί ο λεγόμενος επιστημονικός λόγος, δηλαδή ο Λόγος των Ειδικών, ο οποίος και αναπαράγεται μονοδιάστατα. Προκύπτει δε και αναπαράγεται μονοδιάστατα μέσα από μονόπλευρες αναλύσεις, μεθοδολογικές κατασκευές και μυθοπλαστικές προσεγγίσεις, ή αυθαίρετες και υποθετικές πολλές φορές αιτιολογικές συζητήσεις. Προκύπτει επίσης μέσα από την αντικειμενοποίηση της ιστορίας, των κοινωνικών διεργασιών, της ανθρώπινης ύπαρξης και εμπειρίας. Της συρρίκνωσης αυτής της εμπειρίας – όταν δε συνάδει με την εκάστοτε αντίληψη για το «φυσιολογικό», το «υγιές», το «κανονικό» – σε συμπτώματα, την κατηγοριοποίηση και ταξινόμησή της, τις πρακτικές που εφαρμόζονται και που προσβάλουν πολλές φορές την ανθρώπινη αξιοπρέπεια ασκώντας ψυχολογική ή και φυσική ακόμα βία. Η διαρκής αναπαραγωγή αυτού του επιστημονικού Μονόλογου, η κυριαρχία του και η συστηματική διάχυσή του στο κοινωνικό σώμα είναι στην ουσία μια πολιτική πρακτική που υπηρετεί μια συγκεκριμένη ιδεολογία. Μια ιδεολογία που εμποδίζει στην ουσία την ακύρωση των μηχανισμών και των διεργασιών αποκλεισμού ή περιθωριοποίησης μίας σειράς ατόμων ή ομάδων αφού και η ίδια εμφανίζεται, εγκαθιδρύεται και αναπαράγεται μέσω της ενίσχυσης αυτών ακριβώς των διεργασιών και μηχανισμών χειραγώγησης, μηχανισμών και διεργασιών που συντελούν στη σημερινή πολιτική, οικονομική, κοινωνική, πολιτισμική κρίση και στην κρίση των επιστημών ως μέρος αυτών των διεργασιών.

Τα τελευταία χρόνια βιώνουμε τις απάνθρωπες επιπτώσεις της καπιταλιστικής κρίσης με την μορφή της φτωχοποίησης ευρύτερων στρωμάτων του πληθυσμού. Ιδιαίτερα χαρακτηριστικά εκλαμβάνει αυτή η κρίση σε μια χώρα όπως η Ελλάδα όπου ο καπιταλισμός αναδεικνύει την πιο χυδαία και διεφθαρμένη μορφή του. Η δημοσιονομική λογική του νεοφιλελεύθερου μοντέλου και οι εγκληματικές επιπτώσεις στον τομέα της δημόσιας υγείας διαχέονται και στον τομέα της ψυχικής υγείας ακυρώνοντας , με την συνέργεια ενός νέο-συντηριτικού και δήθεν εκσυγχρονιστικού κοινωνικο-ψυχιατρικού και ψυχολογικού μοντέλου , την έννοια και τις πρακτικές της αποϊδρυματοποίησης. Η χωροταξική μετεγκατάσταση των ατόμων με ψυχιατρική εμπειρία , με την διαμεσολάβηση των κρατικοδίαιτων και δήθεν μη-κυβερνητικών και μη-κερδοσκοπικών οργανώσεων και εταιριών, αναπαράγει την αφαίρεση των δικαιωμάτων που υφίστανται τα άτομα με ψυχιατρική εμπειρία .

Μέσα από αυτό το πρίσμα λοιπόν εξετάζουμε και το μάθημα Κοινωνικός Αποκλεισμός. Πρακτικά αυτό σημαίνει ότι στο μάθημα αυτό επιχειρείται η αποκατάσταση ανθρωπίνων δικαιωμάτων τα οποία αφαιρούνται, βίαια πολλές φορές, από συνανθρώπους που βρίσκονται σε δυσκολίες, περνάνε κρίσιμες στιγμές, ή βιώνουν τον πόνο. Η προσέγγιση των ψυχοκοινωνικών προβλημάτων δεν αποτελεί δηλαδή μόνο μία άλλη επιστημονική απόπειρα ούτε μία πράξη γενναιοδωρίας, αλλά μία συνειδητή επιστημονική/πολιτική επιλογή, που αποσκοπεί στην αναζήτηση κοινών οραμάτων και κατ’ επέκταση και κοινών τόπων, στόχων και δράσεων. Αντανακλά με λίγα λόγια την ανάγκη να δημιουργήσουμε μια κατάσταση διαλόγου και κοινών δράσεων γιατί δεν πιστεύουμε ότι μπορούμε να υπάρχουμε μέσα από την αυθαίρετα και συχνά βίαια προκαλούμενη σιωπή των άλλων. Έτσι λοιπόν ο δρόμος για την αναζήτηση των κοινών τόπων είναι ταυτόχρονα και δρόμος αναζήτησης της δικής μας ελευθερίας. Αναζήτησης μιας νέας γνώσης, νέων επιστημονικών παραδειγμάτων, νέων θεωριών και πρακτικών που θα προκύπτουν από αυτή τη συνάντηση, την εμπειρία και τις ρήξεις με το αναχρονιστικό και το συντηρητικό.

Αυτό είναι και το κύριο νόημα αυτού του μαθήματος, το οποίο φανταζόμαστε σαν μία ελάχιστη συμβολή στην ανάπτυξη νέων σχέσεων και εμπειριών που η πεμπτουσία τους θα είναι ο διάλογος και όχι ο μονόλογος ,τόσο στη συμβατική του όσο και στη λεγόμενη εναλλακτική του μορφή. Το ζητούμενο λοιπόν δεν είναι η αναπαραγωγή της λεγόμενης ουδέτερης επιστήμης και του πλέγματος των εξουσιών από το οποίο αυτή προκύπτει και ταυτόχρονα υπηρετεί, αλλά της επιστήμης εκείνης που διακατέχεται από αξίες που σέβονται την ανθρώπινη αξιοπρέπεια. Μιας επιστήμης που υπηρετεί τον άνθρωπο, καλλιεργεί την κοινωνική ευθύνη, αναζητεί μια ανθρώπινη και δίκαιη κοινωνία και υπηρετείται από ανθρώπους που δεν εμπορεύονται την ανθρώπινη ανάγκη και τον ανθρώπινο πόνο.

Με αυτό το πνεύμα η προσπάθεια αυτή χαρακτηρίζεται από στοιχεία που τη διαφοροποιούν ριζικά από τις μέχρι τώρα εμπειρίες. Αποτελεί νέο προηγούμενο, αλλάζει τους μέχρι τώρα όρους και προδιαγράφει τα επόμενα βήματα, καθώς η συνάντηση και ο διάλογος με εκπροσώπους διαφόρων συλλογικοτήτων, δράσεων, κινημάτων και φορέων αποσκοπεί όχι μόνον στην διεύρυνση της προσέγγισης της ανθρώπινης ύπαρξης αλλά και στην αναζήτηση κοινών τόπων αντίστασης και αλληλεγγύης. Ο Λόγος αυτών των συλλογικοτήτων που συμμετέχουν αναδεικνύεται ως φωνή και λόγος δικαιωμάτων που μας αφορούν όλους γιατί είναι δικαιώματα που αναδεικνύουν την ανθρώπινη αξιοπρέπεια και την αναζήτηση και διεκδίκηση συνθηκών που θα αποτρέπουν την αποξένωση, την εξαθλίωση και την ανισότητα, θα δημιουργούν δηλαδή υγιείς συνθήκες ζωής.

Ακυρώνει τον πολυκερματισμό και τη διάσπαση και αποπειράται να δημιουργήσει έναν κοινό κοινωνικό, πολιτικό και επιστημονικό τόπο. Γιατί η αποκλειστικά συμπτωματοκεντρική προσέγγιση μεταφέρθηκε εντέχνως από το ατομικό επίπεδο στο συλλογικό (βλέπε πληθώρα συμπτωματολογικά προσδιορισμένων ομάδων αυτοβοήθειας), χωρίς να ακυρώνονται οι μηχανισμοί διαχείρισης, αλλά και η αναπαραγωγή της εξάρτησης από τους ειδικούς είτε συμβατικά είτε δήθεν εναλλακτικά.
Πέρα από τη δυνατότητα μιας νέας συνάντησης, της ανάπτυξης του διαλόγου, της αλληλοδιδασκαλίας και της αναζήτησης κοινών τόπων, οι φοιτητές/τριες θα έχουν τη δυνατότητα να συμμετέχουν σε δράσεις οι οποίες προτείνονται είτε από τους/τις ίδιους/ες είτε από τους διάφορους φορείς που εμπλέκονται στο μάθημα. Έτσι η εκπαιδευτική διαδικασία μετατρέπεται σε μια συμμετοχική διαδικασία και η αναζήτηση της γνώσης συνδέεται άμεσα με την νέα εμπειρία και το Πανεπιστήμιο με την Κοινωνία.

 

 

Αφήστε μια απάντηση

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *