Κείμενο απολογισμού και εκτιμήσεων για την απεργία πείνας του αναρχικού Ν. Ρωμανού και το κίνημα αλληλεγγύης που αυτή συσπείρωσε

1540448
από Ελευθεριακή Πρωτοβουλία Θεσσαλονίκης Μάρτιος 5, 2015, 10:58 πμ.,
Ως Ελευθεριακή Πρωτοβουλία Θεσσαλονίκης, έχοντας συμμετάσχει στο κίνημα αλληλεγγύης στον απεργό πείνας Ν. Ρωμανό, θεωρούμε σκόπιμη -και ελπίζουμε γόνιμη- τη δημόσια κατάθεση του δικού μας απολογισμού γι’ αυτό τον αγώνα.
________________________________________

Στις 10/11 ο έγκλειστος στις φυλακές κορυδαλλού αναρχικός Ν. Ρωμανός ξεκίνησε απεργία πείνας, ζητώντας τις εκπαιδευτικές άδειες που δικαιούταν, και το κράτος, για πολιτικούς λόγους, του αρνούνταν. Σε όλη τη χώρα αναδύθηκε ένα πολύμορφο κίνημα αλληλεγγύης, το οποίο σταδιακά κλιμακώθηκε με αποκορύφωμα τις διαδηλώσεις της 6 Δεκέμβρη και τις μέρες που ακολούθησαν αυτής, όπου οι μαζικές πορείες, οι συγκρούσεις με την αστυνομία και οι καταλήψεις δημοσίων κτιρίων (κυρίως δημαρχείων) ήταν στην “ημερήσια διάταξη” σε πολλές πόλεις, σε όλη την Ελλάδα.
Ως Ελευθεριακή Πρωτοβουλία Θεσσαλονίκης, έχοντας συμμετάσχει στο κίνημα αλληλεγγύης στον απεργό πείνας Ν. Ρωμανό και έχοντας στηρίξει στο μέτρο των δυνατοτήτων μας τις καταλήψεις του κινηματογράφου Ολύμπιον και του Εργατικού Κέντρου Θεσσαλονίκης, θεωρούμε σκόπιμη -και ελπίζουμε γόνιμη- τη δημόσια κατάθεση του δικού μας απολογισμού γι’ αυτό τον αγώνα.

ΣΥΓΚΕΚΡΙΜΕΝΑ ΓΙΑ ΤΗ ΘΕΣΣΑΛΟΝΙΚΗ

Στον δρόμο
Την κατάληψη του κινηματογράφου Ολύμπιον και των δράσεων αλληλεγγύης που είχαν οργανωθεί από αυτήν, διαδέχτηκε η κατάληψη του Εργατικού Κέντρου Θεσσαλονίκης. Το κτίριο καταλήφθηκε αμέσως μετά τη λήξη της πορείας της 6/12, από τον κόσμο που συμμετείχε σε αυτήν. Η πορεία, η οποία ξεκίνησε από την Καμάρα και αποτελούνταν από μπλοκ φοιτητικών συλλόγων, μαθητών, πολιτικών οργανώσεων της αριστεράς και αναρχικών συλλογικοτήτων, υπήρξε μαζική (ίσως πάνω από 5.000 άτομα) και με πολύ έντονο παλμό. Στη διάρκειά της έγιναν κάποιες επιθέσεις, κυρίως σε προσόψεις τραπεζών. Στη σύγκρουση που ακολούθησε την επίθεση των δυνάμεων καταστολής, η περιφρούρηση των μπλοκ κράτησε οργανωμένα και δυναμικά –στο βαθμό φυσικά που κάτι τέτοιο ήταν δυνατό. Παρά το κόψιμο της πορείας στη μέση, η περιφρούρηση ανασυγκροτήθηκε και ο κόσμος των μπλοκ, αντιδρώντας ψύχραιμα, συνέχισε να πορεύεται με παλμό μέχρι που τα δύο τμήματα της πορείας ξαναενώθηκαν. Κατά τη διάρκεια της πορείας της 6/12 σημειώθηκε και το περιστατικό του εμπρησμού του Zara για το οποίο έχουμε τοποθετηθεί σε δημόσια ανακοίνωση από κοινού με αναρχικές-αντιεξουσιαστικές συλλογικότητες της πόλης (htt*s://libertasalonica.wordpress.com/2014/12/07/458/). Συγκρούσεις με τις δυνάμεις καταστολής σημειώθηκαν επίσης και το απόγευμα της ίδιας μέρας, μπροστά στο κατειλημμένο Ε.Κ.Θ., οπού είχε καλεστεί προ-συγκέντρωση για πορεία αλληλεγγύης στους συλληφθέντες. Η περιφρούρηση, πάλι οργανωμένα και δυναμικά, απέκρουσε επιτυχώς στην είσοδο του κτιρίου τις δύο διαδοχικές επιθέσεις των ΜΑΤ, διασφαλίζοντας τη διατήρηση της κατάληψης αλλά και προστατεύοντας τον κόσμο που βρισκόταν μέσα σε αυτή. Τελικά, όσοι σύντροφοι και συντρόφισσες συνελήφθησαν εκείνη τη μέρα αφέθηκαν αργότερα ελεύθεροι.

Στο κατειλημμένο Ε.Κ.Θ.
Οι πολιτικές διαδικασίες (συντονιστικά κατάληψης) που έλαβαν χώρα στο κατειλημμένο Ε.Κ.Θ χαρακτηρίστηκαν από οργανωτική και ποιοτική αναβάθμιση, εξαιτίας της πολύπλοκης και οριακής συνθήκης, καθώς και της διάστασης που είχε πάρει πλέον το θέμα. Κομβικό ρόλο σε αυτή την αναβάθμιση θεωρούμε πως έπαιξε και η συσπείρωση των περισσοτέρων συλλογικοτήτων του κοινωνικού αναρχικού / αντιεξουσιαστικού κινήματος της πόλης, που οργανωμένα συνέβαλαν προς αυτή την κατεύθυνση. Οι συλλογικότητες, ακριβώς επειδή εκφράζονταν ξεκάθαρα και διακριτά σαν τέτοιες, λειτούργησαν –σίγουρα περισσότερο από κάθε άλλη φορά– αρμονικά και συνθετικά με τους/τις μεμονωμένους/ες συντρόφους/ισσες.
Επίσης, έγινε συνειδητή και επιμελής προσπάθεια (που σε μεγάλο βαθμό απέδωσε), οι αποφάσεις των συνελεύσεων να αποκτούν τη βαρύτητα που όντως τους αρμόζει –ειδικά μάλιστα σε τέτοιες περιπτώσεις– και να γίνονται αντιληπτές από το «σώμα» της συνέλευσης ως κοινό πολιτικό προϊόν, η υπεράσπιση του οποίου είναι ταυτόχρονα διαφύλαξη και περιφρούρηση του νοήματος και του περιεχομένου των πολιτικών (μας) διαδικασιών. Κατατέθηκε δημόσια και με σαφήνεια η άποψη που θέλει την κοινωνική αντι-βία να είναι κάτι συλλογικά αποφασισμένο και οργανωμένο από τον κόσμο που κατεβαίνει συγκροτημένα στον δρόμο, από άποψη πολιτικού σκεπτικού και πρακτικών, και εξαιτίας αυτού είναι όντως διατεθειμένος να αναλάβει το ρίσκο, καθώς και τις ευθύνες, που συνεπάγονται οι επιλογές του.

ΓΙΑ ΤΟ ΚΙΝΗΜΑ ΑΛΛΗΛΕΓΓΥΗΣ, ΓΕΝΙΚΟΤΕΡΑ

Πολιτική και κοινωνική διάσταση
Όσο η απεργία πείνας εξελισσόταν και η κατάσταση της υγείας του συντρόφου επιδεινωνόταν, το αναρχικό/αντιεξουσιαστικό κίνημα, με τον πολύμορφο χαρακτήρα που παραδοσιακά διακρίνει τη δράση του, οδηγήθηκε σε ευρεία συσπείρωση και συντονισμό. Ακριβώς αυτή η γενικευμένη συσπείρωση και η εντεινόμενη δυναμική, υπήρξαν οι καθοριστικοί παράγοντες για την διεύρυνση του κινήματος αλληλεγγύης. Καθοριστικό επίσης υπήρξε και το γεγονός ότι ο αγώνας αφορούσε ένα αίτημα (εκπαιδευτικές άδειες) που φάνταζε λογικό και δίκαιο ακόμα και στα μάτια ανθρώπων που ουδεμία σχέση έχουν με το οργανωμένο κίνημα, όπως επίσης το ότι απέναντι υπήρχε ένα αδιάλλακτο κράτος και μια αντι-δημοφιλής, αυταρχική κυβέρνηση που για ξεκάθαρα πολιτικούς λόγους -και σε συνθήκες γενικότερης πολιτικής αστάθειας-, αυθαιρετούσε σε βάρος ενός κρατούμενου. Αποτέλεσμα των παραπάνω ήταν το κίνημα αλληλεγγύης να συσπειρώσει ευρύτερες πολιτικές και κοινωνικές δυνάμεις, οι οποίες μπορούσαν να ταυτιστούν με τον αγώνα και να αντιληφθούν ότι δεν ήταν ένα «προσωποκεντρικό» ζήτημα, ούτε μια «βεντέτα» κράτους – αναρχικών, αλλά ένα ζήτημα με υπαρκτές κοινωνικές διαστάσεις που αφορούσε οποιονδήποτε αντιστρατεύεται τα συμφέροντα κράτους και αφεντικών.
Ένα μάλλον ιδιαίτερο χαρακτηριστικό των μαζικών και συγκρουσιακών γεγονότων αυτών των ημερών υπήρξε το διακριτό ιδεολογικό/πολιτικό πρόσημο, κάτι που σε παλαιότερες περιπτώσεις θα λέγαμε ότι ήταν -περισσότερο ή λιγότερο- ασαφές.
Παρότι οι πορείες, οι καταλήψεις και οι συγκρούσεις δεν έγιναν αποκλειστικά από αναρχικούς / αντιεξουσιαστές, οι τελευταίοι υπήρξαν χωρίς αμφισβήτηση το κύριο και καθοριστικό «σώμα» αυτών. Ακόμα πιο ξεκάθαρο ήταν το γεγονός ότι αυτές συνέβαιναν για τον αγώνα ενός αναρχικού που του αρνούνται τις άδειες, ακριβώς επειδή είναι αναρχικός. Κοντολογίς, μέσω του λόγου που άρθρωναν και των πρακτικών που ακολουθούσαν, τόσο ο ίδιος ο απεργός πείνας όσο και το μεγαλύτερο μέρος των αλληλέγγυων είχαν ένα διακριτό πολιτικό πρόσημο.
Η ευρεία κοινωνική αναγνώριση και αποδοχή των παραπάνω δηλώνει μια σαφή ποιοτική διαφοροποίηση από την κοινωνική νομιμοποίηση που μπορεί να είχαν άλλοι μαζικοί- συγκρουσιακοί αγώνες στο παρελθόν, στους οποίους ο ρόλος των αναρχικών, αν και καθοριστικός, δεν υπήρξε ταυτόχρονα και με τέτοια ένταση τόσο καθολικός και διακριτός.
Γι’ αυτόν το λόγο, άλλωστε, είδαμε ακόμα και την κλασσική μιντιακή προπαγάνδα που συνηθίζει να κατασκευάζει πλασματικούς διαχωρισμούς (για πολιτική πάντα χρήση) μεταξύ των “ειρηνικών διαδηλωτών” και των λίγων “κουκουλοφόρων”, και που θέλει κάθε φορά τους αναρχικούς/ αντιεξουσιαστές να χαλάνε την τάδε ειρηνική πορεία ή να αμαυρώνουν τη μία ή την άλλη “μνήμη”, να μη μπορεί στη συγκεκριμένη περίπτωση να βρει καμία απολύτως εφαρμογή αλλά να αντικαθίσταται από μια απλή, καθαρή και –αμίμητα– γελοία τρομο-υστερία.

Το ζήτημα των παράλληλων απεργιών πείνας
Ο Η. Κωστάρης, κρατούμενος για την υπόθεση της επαναστατικής οργάνωσης 17Ν, ξεκίνησε απεργία πείνας με ακριβώς το ίδιο αίτημα πολύ νωρίτερα, στις 28/10, την οποία και σταμάτησε 30 μέρες μετά, χωρίς ποτέ να βρει την υποστήριξη που του άξιζε. Εκατοντάδες Σύριοι –μεταξύ τους και πολλά παιδιά– που βρίσκονταν στην πλατεία Συντάγματος στην Αθήνα από τις 19 Νοεμβρίου, ξεκίνησαν απεργία πείνας στις 24/11, ζητώντας να αναγνωριστούν ως πρόσφυγες εξαιτίας της εμφύλιας σύρραξης που τους ανάγκασε να εγκαταλείψουν την πατρίδα τους. Τα ξημερώματα της 15/12, τα ΜΑΤ έδιωξαν τελικά με βίαιο τρόπο τους πρόσφυγες από την πλατεία και προσήγαγαν 51 εξ αυτών. Παρότι έγιναν αρκετές δράσεις αλληλεγγύης γι αυτή την απεργία πείνας, καμιά από αυτές δεν μπορεί να συγκριθεί με εκείνες που έγιναν για τον Ν. Ρωμανό.
Τι ήταν, επομένως, αυτό που κατέστησε τον αγώνα του Ν. Ρωμανού ζήτημα κεντρικής πολιτικής σκηνής, παρότι οι αγώνες του Η. Κωστάρη ή των Συρίων προσφύγων δεν ήταν σε καμιά περίπτωση λιγότερο προσιτοί κοινωνικά από την απεργία πείνας του Ρωμανού; Δεν υπάρχει τίποτα που να συνηγορεί στο ότι εκείνο το κομμάτι της ελληνικής κοινωνίας που ήταν, περισσότερο ή λιγότερο, θετικά διακείμενο προς τα αιτήματα του Ν. Ρωμανού ιεραρχεί τον αγώνα ενός ένοπλου απαλλοτριωτή τραπεζών υψηλότερα από αυτόν ενός μέλους μιας ένοπλης επαναστατικής οργάνωσης, ή κάποιων εκατοντάδων προσφύγων. Φυσικά, τόσο το νεαρό της ηλικίας του Ρωμανού όσο και η σχέση του με τον Α. Γρηγορόπουλο και ο συσχετισμός με την 6 Δεκέμβρη υπήρξαν κομβικά σε επικοινωνιακό επίπεδο. Αλλά είναι σίγουρο πως αυτά δε μπορούν υποτεθούν ως τα αποκλειστικά αίτια της προσοχής που έλαβε τελικά ο αγώνας αυτός. Δεν ήταν το αίτημα ή η φυσιογνωμία του υποκειμένου, λοιπόν, που έπαιξε τον καθοριστικό ρόλο στο να είναι ο αγώνας του Ρωμανού και όχι του Κωστάρη ή των Σύριων προσφύγων αυτός που έγινε ζήτημα κεντρικής πολιτικής σκηνής, αλλά το γεγονός της μαζικής και δυναμικής δράσης και οργάνωσης του αναρχικού/αντιεξουσιαστικού χώρου, σε όλη τη χώρα. Παρότι γινόταν πολύ συχνά λόγος και για τα άλλα δύο ζητήματα από τους αλληλέγγυους, η βαρύτητα που δόθηκε δεν ήταν σε καμία περίπτωση ανάλογη. Κάτι που μάλλον οδηγεί στο –δυσάρεστο στην προκειμένη– συμπέρασμα πως ήταν ακριβώς το γεγονός ότι αναρχικός/αντιεξουσιαστικός χώρος έδωσε σαφή προτεραιότητα σ’ αυτόν τον αγώνα, ξεχωρίζοντάς τον και αναδεικνύοντάς τον τελικά ως κεντρικό κοινωνικό ζήτημα.
Θεωρούμε πως αυτό είναι ένα πολύ κρίσιμο σημείο από το οποίο πρέπει να εξαχθούν τα κατάλληλα συμπεράσματα, καθώς ναι μεν το ζήτημα της απεργίας πείνας του Ρωμανού άνοιξε με έναν μαζικό, πολύμορφο, οργανωμένο, και εν τέλει επιτυχημένο κινηματικά τρόπο, αλλά την ίδια στιγμή υπήρξε αδυναμία ή ακόμα και απροθυμία (παρά τις -λίγες ομολογουμένως- προσπάθειες που έγιναν από ομάδες και συλλογικότητες) να συνδεθεί αυτή η κίνηση με ζητήματα που έτρεχαν παράλληλα (π.χ., απεργία πείνας Κωστάρη, απεργία πείνας Σύριων, προϋπολογισμός), δημιουργώντας έτσι ένα απειλητικό για την εξουσία κοινωνικοπολιτικό μέτωπο.

Πολιτική και οργανωτική αναβάθμιση
Θεωρούμε αυτονόητο και δεδομένο ότι η συνολικότερη κοινωνική συσπείρωση και νομιμοποίηση γύρω από τα ζητήματα και τους αγώνες που αναδεικνύουμε και στηρίζουμε μας επηρεάζει καθοριστικά. Η διεύρυνση του πεδίου κοινωνικής παρέμβασης αποτελεί πάγιο στόχο και μέτρο επιτυχίας της συνολικότερης δράσης μας. Πράγμα που είναι λογικό όταν αυτό που αντιλαμβανόμαστε ως ορίζοντα της δράσης μας είναι η κοινωνική επανάσταση.
Αν όμως οδηγηθούμε να καθορίζουμε και να επιλέγουμε (στο εσωτερικό μας) τους αγώνες που θα κινήσουμε ή θα συμμετέχουμε με βάση την ιδεολογική τους καθαρότητα ή την ιδεολογική μας εγγύτητα με τα υποκείμενα τους, τότε είναι βέβαιο ότι θα καταλήξουμε απομονωμένοι και αποκομμένοι από τη συνολικότερη κίνηση της κοινωνικής και ταξικής πάλης, καθιστάμενοι στην ουσία ακίνδυνοι για το κράτος και το κεφάλαιο. Ο τρόπος που η απεργία πείνας του Ν. Ρωμανού αναδείχτηκε σε κομβικής σημασίας κοινωνικό ζήτημα, εξαιτίας της οργανωμένης και δυναμικής δράσης μας, πρέπει να μας ενθαρρύνει και να αποτελέσει για εμάς ένα παράδειγμα επιτυχημένης τακτικής προς μίμηση. Σε κάθε περίπτωση, οφείλουμε να αντιληφθούμε την πολιτική και οργανωτική μας συγκρότηση και αναβάθμιση (μέσω τέτοιων ή παρόμοιων διαδικασιών) ως απαραίτητη προϋπόθεση για την ουσιαστικότερη και αποτελεσματικότερη συμμετοχή μας -σαν οργανωμένο πολιτικό κίνημα- στους ευρύτερους κοινωνικούς/ταξικούς αγώνες, πάντα με προοπτική την όξυνσή τους.

Η κοινοβουλευτική διαχείριση από κυβέρνηση και αντιπολίτευση
Η απεργία πείνας του Ν. Ρωμανού κατέληξε να αποτελεί κεντρικό κοινοβουλευτικό ζήτημα που πυροδότησε την κοινοβουλευτική κόντρα μεταξύ κυβέρνησης κι αντιπολίτευσης. Τα ακροδεξιά κομμάτια συσπειρώθηκαν γύρω από τη γραμμή Σαμαρά-Αθανασίου, ενώ ο ΣΥΡΙΖΑ ανέλαβε την κοινοβουλευτική διαμεσολάβηση του αγώνα του Ρωμανού. Δεν έχει καμία χρησιμότητα ούτε να αρνηθούμε αυτό το γεγονός, ούτε να χύνουμε δάκρυα ή να κάνουμε αφορισμούς με βάση αυτό. Αντίθετα, το ζήτημα της διαμεσολάβησης των κινημάτων από τον ΣΥΡΙΖΑ (που δεν εξαντλείται στον Ρωμανό αλλά απλώνεται σε όλα τα πεδία της κοινωνικής/ταξικής πάλης, με αιχμή τους εργατικούς αγώνες) είναι μια πραγματικότητα που πρέπει να αναλυθεί ενδελεχώς για να μπορέσουμε να βρούμε τα πολιτικά όπλα κι εργαλεία που θα την καταπολεμήσουμε.
Ο ΣΥΡΙΖΑ δεν κάνει τίποτε άλλο παρά αυτό που πρέπει να κάνει ένα σύγχρονο σοσιαλδημοκρατικό κόμμα. Διαχειρίζεται υπαρκτά κινήματα και τα διαμεσολαβεί περιορίζοντας τα περιεχόμενά τους σε ένα πλαίσιο ταξικής συνεργασίας, με κύριο όπλο την κοινοβουλευτική ισχύ που διαθέτει και τη δυνατότητα παρέμβασης που αυτή του δίνει μέσα στο αστικό πολιτικό παιχνίδι. Και σε αυτό το παιχνίδι δεν έχει ιδιαίτερη σημασία το αν ο ΣΥΡΙΖΑ δημιουργεί ή συμμετέχει στα κινήματα. Στην προκειμένη περίπτωση, πέρα φυσικά από την ανυποχώρητη κι έντιμη στάση του ίδιου του Ρωμανού, η απεργία πείνας έγινε ζήτημα κεντρικής πολιτικής σκηνής λόγω της δράσης του μαζικού και δυναμικού κινήματος αλληλεγγύης στο οποίο οι δυνάμεις του ΣΥΡΙΖΑ είχαν ελάχιστη συμβολή.
Η ρίζα του προβλήματος θεωρούμε πως βρίσκεται στη διαλεκτική ανάμεσα στους αγώνες με επιμέρους χαρακτηριστικά και στην κεντρική σημασία που αυτοί αποκτούν. Σε αυτές τις περιπτώσεις δημιουργείται ένα πολιτικό κενό, αυτό της ανάγκης για συνολικότερο πολιτικό σχέδιο. Όσο εμείς (και το εμείς δεν εξαντλείται στον πολιτικό χώρο των αναρχικών αλλά αναφέρεται σε ένα ευρύτερο κοινωνικό-ταξικό κίνημα με επαναστατικά χαρακτηριστικά) δεν είμαστε ικανοί να το βάλουμε σε κίνηση, τόσο θα καλύπτουν το κενό οι πολιτικές δυνάμεις που έχουν ένα τέτοιο σχέδιο, κι αυτές δεν είναι άλλες παρά εκείνες που έχουν ως βασική στρατηγική τη διαχείριση του κράτους και του καπιταλισμού. Αυτός είναι ένας από τους λόγους που αποδίδουμε κομβική σημασία στη συγκρότηση μιας πανελλαδικής αναρχικής οργάνωσης, όχι με τον ρόλο ενός άλλου φορέα διαμεσολάβησης αλλά ως ένα σημαντικό πολιτικό εργαλείο του αναρχικού κινήματος για την όξυνση των κοινωνικών αγώνων και τη συνολικοποίηση των περιεχομένων τους σε μια επαναστατική κατεύθυνση. Όταν το καταφέρουμε αυτό θα έχουμε πλέον βάλει κάποιες βάσεις έτσι ώστε να μπορούμε επιτέλους να κεφαλαιοποιούμε πολιτικά τους αγώνες μας που τελικά καπηλεύονται άλλοι. Η άνοδος του ΣΥΡΙΖΑ στην κυβέρνηση θα οξύνει την αντίφαση μεταξύ της σοσιαλδημοκρατικής στρατηγικής της ενσωμάτωσης και της αναπόφευκτης σύγκρουσης των κινημάτων με τις κυβερνητικές πολιτικές. Εμείς θα πρέπει να ωθήσουμε τα κινήματα στην κατεύθυνση της ρήξης με τις σοσιαλδημοκρατικές αυταπάτες, κάνοντάς τα επικίνδυνα για το κράτος και το κεφάλαιο. Δεν ξέρουμε αν η κυβέρνηση ΣΥΡΙΖΑ έχει την πρόθεση να καταργήσει τις φυλακές τύπου Γ, τους κουκουλονόμους και τους τρομονόμους (πιθανότατα όχι). Αυτό που αντιλαμβανόμαστε όμως πολύ καλά είναι ότι τώρα είναι ώρα να αναπτύξουμε μια επιθετική τακτική σε αυτά τα ζητήματα.

Εκτιμώντας την τελική έκβαση του αγώνα
Η απεργία πείνας του Ν. Ρωμανού κατέδειξε για ακόμη μια φορά ότι στις παρούσες συνθήκες γενικής υποχώρησης του κινήματος και στους πολύ αρνητικούς συσχετισμούς δύναμης για τους από-τα-κάτω, η πάλη ακόμη και για τα αυτονόητα είναι πολύ σημαντική και μπορεί να ανοίξει περάσματα. Οι μοριακοί εργατικοί αγώνες, η πάλη για τα δικαιώματα των μεταναστών και προσφύγων, οι τοπικοί οικολογικοί αγώνες ή οι αγώνες των φυλακισμένων είναι η βάση στην οποία θα στηριχτούμε για να οικοδομήσουμε ένα κοινωνικό επαναστατικό κίνημα.
Προσπαθώντας να αξιολογήσουμε την τελική έκβαση του αγώνα, διακρίνουμε δύο επίπεδα στα οποία μπορεί να διεξαχθεί η συζήτηση. Το πρώτο είναι το καθαρά πολιτικό σκέλος. Το δεύτερο είναι το “βραχιολάκι” και η μετέπειτα πορεία του αγώνα των φυλακισμένων.
Όσον αφορά το πρώτο σκέλος, θεωρούμε πως είναι σαφές ότι σε αγώνες που αποκτούν κεντρικά πολιτικά χαρακτηριστικά σύγκρουσης με την κυβέρνηση και το κράτος, δεν υπάρχουν καθαρές νίκες ή ήττες. Το δεδομένο είναι ότι σε μια συγκυρία όπου η σκλήρυνση του κράτους (αποτέλεσμα της βαθιάς οικονομικής και συστημικής κρίσης) εκφράστηκε μέχρι την τελευταία στιγμή με την αδιάλλακτη στάση της κυβέρνησης, τελικά αυτή αναγκάστηκε να υποχωρήσει και να δώσει λύση. Η δική μας απώλεια, η οποία είναι το “βραχιολάκι” (σε σχέση με την ολική νίκη που θα ήταν η πλήρης ικανοποίηση των αιτημάτων) πρέπει να ιδωθεί σε σχέση με την απώλεια της κυβέρνησης, που ήταν το πλήγμα που υπέστη η εικόνα της λόγω της οπισθοχώρησής της μπροστά στο αίτημα των αναρχικών. Αυτό το γεγονός, σε συνδυασμό με την ευρύτητα των παρεμβάσεων και του συντονισμού που επιτεύχθηκε από το κίνημα αλληλεγγύης, μας ωθεί στο να χαρακτηρίσουμε τον αγώνα ως νικηφόρο. Από την άλλη, το “βραχιολάκι” είναι ένα πολύ σημαντικό ζήτημα. Το γεγονός ότι το “βραχιολάκι” -ένας τύπος περιοριστικών όρων- εφαρμόζεται πρώτη φορά σε αναρχικό κρατούμενο και με αφορμή έναν μεγάλο αγώνα που αυτός έδωσε, είναι σίγουρα άσχημο σημειολογικά. Πρέπει, όμως, να αποφύγουμε την φετιχοποίηση των εννοιών και τις απόλυτες κρίσεις. Το “βραχιολάκι” μπορεί να σημαίνει περισσότερη ή λιγότερη φυλακή, αυτό, όμως, είναι ζήτημα των συσχετισμών που θα κατακτηθούν το επόμενο διάστημα.

Τίποτα δεν τελείωσε, όλα συνεχίζονται
Το κίνημα αδιαμφισβήτητα βγήκε κερδισμένο, δημιουργώντας ευρύτερες κοινωνικές συμμαχίες και νομιμοποιώντας τον λόγο του και τις πρακτικές του, αυξάνοντας έτσι και την αυτοπεποίθησή του σχετικά με τις δυνατότητές του. Το ζήτημα αναδείχτηκε ως κεντρικό πολιτικό και το κίνημα αλληλεγγύης στους πολιτικούς κρατούμενους συνολικά βγήκε ενισχυμένο. Το ζητούμενο τώρα, με τις νέες συνθήκες, είναι η ενίσχυση του αγώνα για τους φυλακισμένους γενικά, και της από 2 Μάρτη απεργίας πείνας των πολιτικών κρατουμένων, ειδικά. Η, από 2 Μάρτη, απεργία πείνας των Αντώνη Σταμπούλου, Τάσου Θεοφίλου, Φοίβου Χαρίση, Αργύρη Ντάλιου, Γιώργου Καραγιαννίδη, Δημήτρη Κουφοντίνα, Κώστα Γουρνά και Νίκου Μαζιώτη, στην οποία αναμένεται να συμμετάσχουν και άλλα μέλη του Δικτύου, με αιτήματα την κατάργηση του άρθρου 187 και 187Α, του «κουκουλονόμου», του νομικού πλαισίου που ορίζει τη λειτουργία των φυλακών τύπου Γ, και την απελευθέρωση του καταδικασμένου για την 17Ν Σάββα Ξηρού (για λόγους υγείας), πρέπει να πλαισιωθεί από ένα όσο το δυνατόν ευρύτερο και δυναμικότερο κίνημα αλληλεγγύης, το οποίο να αναδείξει τα αιτήματα των απεργών πείνας –που δεν είναι άλλα από τα επί σειρά ετών αιτήματα του κινήματος– και να τα απαιτήσει στο δρόμο. Γι αυτόν το λόγο, τώρα είναι απαραίτητος όσο ποτέ ο κατά το μέγιστο δυνατό ευρύτερος συντονισμός που θα χαρακτηρίζεται, αφενός, από ένα πνεύμα αποδοχής των ιδιαιτεροτήτων του κάθε κομματιού του κινήματος αλλά παράλληλα θα στηρίζεται σε σαφείς πολιτικές συμφωνίες και σε μια ευρέως συμφωνημένη στρατηγική.

Ελευθεριακή Πρωτοβουλία Θεσσαλονίκης
05.03.2015

www.libertasalonica.wordpress.com
lib_thess@hotmail.com

Αφήστε μια απάντηση

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *