1547488
από Αα 23/07/2015 1:24 μμ.,
Μετά την υπογραφή συμφωνίας (δηλ. της έλευσης 3ου μνημονίου)μεταξύ της συγκυβέρνησης και των δανειστών, δημιουργούνται οι προϋποθέσεις για να μιλήσουμε σε μια πιο στερεή βάση για συμπεράσματα και προοπτικές που μας προσφέρει η περίοδος που προηγήθηκε και αυτή που ακολουθεί .
Η προκήρυξη του δημοψηφίσματος ήταν μια αιφνιδιαστική κίνηση της συγκυβέρνησης με διπλή στόχευση :
-Κατά πρώτον να καταλαγιάσει της αντιπολιτευτικές φωνές στο εσωτερικό του ΣΥΡΙΖΑ οι οποίες φούντωναν όσο πιο κοντά ερχόταν η επιφαινόμενη συμφωνία.
-Κατά δεύτερον το δημοψήφισμα μετέθετε το κοινωνικό κόστος της διαπραγμάτευσης στην ανανεωμένη “λαϊκή εντολή”. Το ΌΧΙ, όπως ψευδώς υποστήριζε η συγκυβέρνηση ,θα ενίσχυε τη διαπραγματευτική της ισχύ έναντι της σκληρής ευρωπαϊκής πτέρυγας προκειμένου να επιβάλει τις θέσεις της (αν υποθέσουμε πως η συγκυβέρνηση είχε όντως θέσεις και πίστευε σ’αυτές ).Το ΝΑΙ ,από την άλλη ,είτε θα αποτελούσε δίοδο διαφυγής, είτε-το πιθανότερο-άλλοθι για την υπογραφή συμφωνίας .Το δημοψήφισμα ήταν μια κίνηση με πολύ μεγάλο ρίσκο σε όλα τα επίπεδα, επικοινωνιακό, πολιτικό, κοινωνικό, οικονομικό.
Η αδυναμία πρόβλεψης του, από όλες τις εγχώριες και ευρωπαϊκές πολιτικές δυνάμεις και η πολύ μικρή περίοδος μέχρι τη διεξαγωγή του πόλωσαν πολύ απότομα το κλίμα και δημιούργησαν δύο λίγο-πολύ διακριτές τάσεις στο κοινωνικό σώμα .
Το ΝΑΙ ήταν ξεκάθαρο ποιους συσπείρωνε .Το συντριπτικά μεγαλύτερο μέρος των ελλήνων καπιταλιστών και ένα μέρος της μικρομεσοαστικής τάξης.Υπέρ του ΝΑΙ εκφράστηκαν τόσο ο ΣΕΒ όσο και η ΓΣΕΕ σε μια αγαστή σύμπλευση και φυσικά τα μέσα ενημέρωσης των μεγαλοεργολάβων-εφοπλιστών προπαγάνδιζαν συνεχώς τη σταθερότητα του ΝΑΙ έναντι της αβεβαιότητας του ΌΧΙ.
Όσοι ψήφισαν ΌΧΙ αποτελούσαν ένα ετερόκλητο συνονθύλευμα όπου συναντιόνταν όλες οι πολιτικές τάσεις, από συντηρητικούς, ακροδεξιούς και light φιλελεύθερους μέχρι αριστερούς και μέρος του αναρχικού χώρου. Κοινό στοιχείο του συνόλου που συσπειρώθηκε στο ΟΧΙ ήταν η εναντίωση στη μέχρι τώρα ακολουθούμενη πολιτική των μνημονίων.
Η αποχή,αν και δεν εκφράστηκε τόσο ανοιχτά στο ευρύτερο κοινωνικό πεδίο καθώς το δημόσιο διάλογο μονοπώλησε το δίλημμα ΝΑΙ ή ΌΧΙ, συσπείρωσε ανθρώπους οι οποίοι είτε από αδιαφορία είτε συνειδητά (κυρίως αριστεροί και αναρχικοί),στην κατεύθυνση ξεπεράσματος του διλλήματος δε συμμετείχαν στο δημοψήφισμα .
Το ερώτημα που τέθηκε με τη μορφή της συμφωνίας/διαφωνίας σε μια οικονομική πρόταση, είχε ήδη ξεπεραστεί την απομένη μέρα.
Το ουσιαστικό διακύβευμα ήταν πλέον αν θα υπήρχε συναίνεση και υποταγή στη λεηλασία και την καταστροφή των ζωών μας ή αν θα αναδύονταν νέα δεδομένα που θα έθεταν κάποιες επιπλέον δυνατότητες για εμάς στο τραπέζι.
Για τους διαχειριστές του κράτους η νίκη του ΝΑΙ στο δημοψήφισμα πιθανόν να τους εξέθετε λιγότερο απ ότι το κενό ΌΧΙ που υποστήριζαν ,όμως το ΌΧΙ που τελικά επικράτησε νοηματοδοτήθηκε τελείως διαφορετικά από ένα μεγάλο μέρος όσων το επέλεξαν. Γι αυτό τον κόσμο δεν είχε την έννοια του διαπραγματευτικού χαρτιού για καλύτερη μνημονιακή συμφωνία όπως η συγκυβέρνηση υποστήριζε καλλιεργώντας ψευδαισθήσεις που κατέρρευσαν σε τρεις μέρες.
Σε πείσμα της προπαγάνδας και της τρομοκρατίας ο κόσμος δεν επέλεξε το ΌΧΙ γιατί δεν πείστηκε από τα ιδιωτικά κανάλια ή γιατί πείστηκε από το ΣΥΡΙΖΑ,αλλά πολύ απλά γιατί η ομαλότητα των μνημονίων που επικαλούνταν και οι δύο δεν ενδιαφέρει πλέον την πλειοψηφία. Με λίγα λόγια υπάρχει μια σημαντική δυναμική ενός μέρους της κοινωνίας που απλά δεν έχει τίποτα να χάσει ακόμα κι αν τα σενάρια τρόμου των media γίνονταν πραγματικότητα .
Το ρίσκο αυτό μεγάλο μέρος των “οπαδών του ΌΧΙ ” το πήραν προκειμένου να μπει ένα τέρμα στη λιτότητα, ασχέτως αν το έκανε συνειδητά γνωρίζοντας ενδεχόμενες επιπτώσεις η ασυνείδητα με μοναδικό γνώμονα την αξιοπρέπεια.
Από την επόμενη του δημοψηφίσματος η σοσιαλδημοκρατική αριστερά φέρθηκε με την δέουσα υπευθυνότητα απέναντι στις αγορές.Ως πιστός υπηρέτης των τραπεζιτών, των βιομηχάνων, των εφοπλιστών, των μεγαλεμπόρων και των λοιπών ντόπιων και ξένων παρασίτων φόρεσε το νεοφιλελεύθερο σακάκι που παρήγγειλε στις 20 Φλεβάρη. Μέσα σε δύο 24ώρα βρέθηκε αγκαλιά με τις υπόλοιπες μνημονιακές πολιτικές δυνάμεις και τον ξευτιλισμένο “κόσμο του ΝΑΙ” γλείφοντας εκεί που έφτυνε.
Η διαχείριση του όχι στο δημοψήφισμα από το ΣΥΡΙΖΑ έδειξε ξεκάθαρα τον χαρακτήρα της κοινοβουλευτικής δημοκρατίας. Ένα ισχυρό όχι στα μνημόνια και στη λιτότητα σε λίγες μόνο ώρες μετατράπηκε σε ναι σε ένα τρίτο σκληρότερο μνημόνιο. Με την έκβαση του δημοψηφίσματος έγινε ξεκάθαρος και ο διακοσμητικός ρόλος της κοινωνίας σε ένα σύστημα αδηφάγο που δεν σταματά να ευτελίζει την ανθρώπινη ύπαρξη προς όφελος των λίγων που κατέχουν την εξουσία.
Επίσης έγινε φανερό πως για ένα αρκετά μεγάλο μέρος του κοινωνικού σώματος τα κόμματα εξουσίας του παρελθόντος και τα καθεστωτικά media είναι απαξιωμένα. Παράλληλα το ίδιο κομμάτι έδειξε αξιοθαύμαστη ανθεκτικότητα στον πόλεμο τρομοκράτησης των αφεντικών στους χώρους δουλειάς, στον εκβιασμό των κλειστών τραπεζών και στο όργιο επικοινωνιακής επιβολής του ΝΑΙ.
Με βάση τις παραπάνω διαπιστώσεις συνάγονται δύο συμπεράσματα.
Πρώτον, τα α φτωχοποιημένα κυρίως τμήματα του πληθυσμού λόγω της εκτεταμένης αφαίμαξης των τελευταίων ετών έχουν αναπτύξει παραπάνω αντοχές στην συστημική προπαγάνδα σε σχέση με το παρελθόν.
Δεύτερον, όπως διαφαίνεται η ΜΟΝΑΔΙΚΗ λύση για την κρατική διαχείριση στη δεδομένη περίοδο είναι ο ΣΥΡΙΖΑ. Ένας ΣΥΡΙΖΑ ο όποιος θα αρχίσει να φθείρεται πολύ σύντομα λόγω της εφαρμογής του μνημονίου.
Είναι δεδομένο πως η φτωχοποίηση του πληθυσμού θα συνεχιστεί, η καταστολή ριζοσπαστικών αγώνων θα ενταθεί και σύμφωνα με τα πρότυπα άλλων ευρωπαϊκών χωρών που βρίσκονται σε “πρόγραμμα” θα ξεκινήσουν δεκάδες κατασχέσεις κατοικιών.
Είναι πασιφανές πως ο καπιταλισμός μετά από σχεδόν τρεις δεκαετίες (μιλώντας για την Ελλάδα) κεϊνσιανής διαχείρισης έχει επιστρέψει στις πρώιμες ρίζες του. Σκληρή εκμετάλλευση, συνεχόμενη συρρίκνωση “κοινωνικού κράτους”, σιδερένια καταστολή. Αυτό που διακυβεύεται στην Ελλάδα, στην Ευρώπη και παγκόσμια, είναι το νεοφιλελεύθερο μοντέλο διαχείρισης, δηλαδή ο σκληρός καπιταλισμός των ακραίων ανισοτήτων, της λεηλασίας του περιβάλλοντος και της απόλυτης κρατικής κυριαρχίας.
O νεοφιλελευθερισμός είναι πλέον η μόνη δυνατότητα που έχει το κεφάλαιο προκειμένου να συνεχίσει και να εντείνει την κερδοφορία του. Συνταγές καπιταλιστικής διαχείρισης οι οποίες διαμοίραζαν ένα μέρος των καπιταλιστικών κερδών στο κοινωνικό σώμα μέσω του “κράτους πρόνοιας” δεν είναι σήμερα ανεκτές.
Ο ενδοκαπιταλιστικός ανταγωνισμός είναι πλέον τόσο αδυσώπητος που δεν έχει καμία δυνατότητα να προσφέρει έστω τα στοιχειώδη αυξάνοντας σε ακραίο βαθμό, για τόπο που δεν επικρατεί στρατιωτική σύγκρουση, τον αριθμό των ανθρώπων που αποκλείονται απ την απόκτηση των αναγκαίων για την επιβίωση. Είναι πολύ κρίσιμο να αντιληφθούμε πως οι εφεδρείες του καπιταλισμού έχουν μειωθεί και πως η σκλήρυνση του είναι μονόδρομος για την επιβίωση του σε παγκόσμιο επίπεδο.
**************************************
Σήμερα είναι πιο ασφαλές από ποτέ το συμπέρασμα πως η συνθήκες βίας και εξαθλίωσης θα εντείνονται ολοένα και περισσότερο μέχρι εμείς οι ίδιοι να βάλουμε την ταφόπλακα στο σύστημα που τις γεννά. Είναι πολύ δύσκολο ως και αδύνατο να αντιληφθούμε επακριβώς τα αντικρουόμενα συμφέροντα των διαφόρων μπλοκ εξουσίας και τους πραγματικούς συσχετισμούς τους. Συνήθως αντιλαμβανόμαστε μόνο τα αποτελέσματα αυτού του εσωτερικού ανταγωνισμού (π.χ. η στήριξη της ύστατης λύσης του grexit από ορισμένους καπιταλιστικούς κύκλους).
Αντίστροφα όμως, είναι απόλυτα εφικτό να νιώσουμε την πραγματικότητα στην βάση της κοινωνικής πυραμίδας, της δυνατότητες που η συστημική κρίση και τα αδιέξοδα εναλλακτικής διαχείρισης προσφέρουν στον επαναστατικό δρόμο.
Το σύστημα παραπαίει κι αν βρει ξανά την ισορροπία του θα το κάνει εις βάρος μας. Το βαθμό που αυτό θα γίνει λιγότερο ή περισσότερο επώδυνα δεν μπορούμε να το ξέρουμε. Ωστόσο οφείλουμε ως επαναστατικό κίνημα να προετοιμαστούμε για καταστάσεις που θα ξεφεύγουν από τα τετριμμένα και για κοινωνικά σοκ πολύ ισχυρότερα από της τελευταίας μνημονιακής πενταετίας.
Άλλωστε οι πολιτικές εξελίξεις είναι τόσο γρήγορες και οι γενικευμένες αναταραχές δεν φαντάζουν καθόλου μακρινό σενάριο, ειδικά στην γεωγραφική περιοχή που ζούμε.
Πρέπει να επεξεργαστούμε την θέση μας πάνω σε ζητήματα στα οποία πολύ πιθανό να κληθούμε να απαντήσουμε ως συγκροτημένη πολιτική δύναμη.
Η αδυναμία διαχείρισης της ελληνικής υπόθεσης καταδεικνύει το γεγονός πως η σημερινή φάση του καπιταλισμού δεν επιδέχεται αμφισβήτησης από συστημικές εναλλακτικές διαχειρίσεις. Το σύστημα δεν μπορεί να θέσει τέλος στην πτώση του βιοτικού επιπέδου των ανθρώπων ακόμα και στις δυτικές κοινωνίες και έχει ως μονόδρομο επιλογές που πιθανόν να το οδηγήσουν σε πολύ σοβαρά προβλήματα σε βάθος χρόνου, π.χ. στη διάλυση της Ε.Ε. και σε γενικότερη πολιτική και γεωπολιτική αστάθεια.
Η ευκαιρία να δοθεί μια ουσιαστική πρόταση για οργάνωση από τα κάτω θα γίνεται όλο και πιο επίκαιρη σε μια περίοδο εφαρμογής ενός “αριστερού” μνημονίου που θα οδηγήσει στην εξαθλίωση ένα πολύ μεγάλο κομμάτι του κοινωνικού σώματος.
Δομές αυτοοργάνωσης και αλληλεγγύης έδιναν και θα συνεχίσουν να δίνουν την απάντηση στον επελαύνοντα καπιταλισμό. Δομές που θα πρέπει να διαχύσουμε και να επεκτείνουμε σε διαφορετικές πτυχές της καθημερινότητας έτσι ώστε να αποτελέσουν την πρακτική λύση για την ερημοποίηση και την φτωχοποίηση που επιβάλει ο καπιταλισμός.
Η παράκαμψη του συστήματος είναι ο δρόμος της οριστικής απονοηματοδότησης του . Εκεί όπου ο καπιταλισμός δεν μπορεί να απλώσει τα βρώμικα χέρια του είναι στους αδιαμεσολάβητους αγώνες και διεκδικήσεις σε όλα τα επίπεδα. Η δημιουργία πρωτοβάθμιων αγροτικών συνεταιρισμών, για παράδειγμα, έτσι ώστε να μην υπάρχει παρέμβαση μεσαζόντων (χονδρεμπόρων) ανάμεσα στον παραγωγό και τον καταναλωτή είναι ένα πρακτικό ξεπέρασμα μιας συνθήκης που επιβάλλεται από τα πάνω με απευθείας οργάνωση στην βάση της παραγωγής και επίσης ένα χειροπιαστό δείγμα κοινωνικής αλληλεγγύης.
Τέτοιες πρέπει να είναι οι απαντήσεις μας σε επίπεδο καθημερινότητας με στόχο να χτίσουμε σχέσεις και δομές αλληλεγγύης που θα οδηγήσουν σε κάποιο βαθμό αυτονομίας, δηλαδή απεξάρτηση από τον καπιταλιστικό τρόπο παραγωγής και κατανάλωσης.
Η κοινωνική επανάσταση περνάει μέσα από δομές παραγωγής που δεν ορίζονται από το κέρδος, από διαδικασίες οριζόντιας λήψης αποφάσεων, από ένοπλες ομάδες που θα φροντίζουν για την άμυνα των υποδομών μας και την επίθεση σε πρόσωπα και δομές του καθεστώτος.
Αυτός είναι ο στόχος μας και στις δεδομένες συνθήκες τα προτάγματά μας πρέπει να είναι είναι σαφή για να μη χαθούν στον πύργο της Βαβέλ με τις ιδεολογίες που απαξιώνονται όλο και περισσότερο.
Δεν έχουμε τίποτα κοινό με τους μέχρι τώρα διαχειριστές της εξουσίας, ούτε επιδιώκουμε να πάρουμε την θέση τους. Είμαστε αναρχικοί-κομμουνιστές και οι πρακτικές λύσεις είναι αυτές που θα προωθήσουν τα προτάγματά μας.
Πρακτικές λύσεις στο τώρα, απαντήσεις στις επερχόμενες κατασχέσεις σπιτιών, οργάνωση και αντεπίθεση απέναντι στην εργοδοτική μαφία, αυτοδιαχείριση εργοστασίων και αυτοδιάθεση των προϊόντων, είναι κάποιες σκέψεις που μόνο στην πράξη θα μπορέσουμε να δούμε πως ακριβώς θα λειτουργήσουν.
Καλώς ή κακώς, το σύνολο της κοινωνίας αν σταθεί στο πλευρό μας δεν θα παλέψει ακολουθώντας τα οράματα της αναρχίας, του κομμουνισμού ή οποίο άλλο, αλλά θα ακολουθήσει το πρόταγμα μας αν και εφόσον φέρουμε ρεαλιστικές απαντήσεις στα καθημερινά προβλήματα που βιώνει.
Όσοι μιλάμε για επανάσταση οφείλουμε να ταιριάξουμε τις ιδιαιτερότητες του χρόνου και του τόπου που ζούμε, με τα υλικά δεδομένα του έργου που παίζεται από την μακρινή Τσιάπας μέχρι τις γειτονικές, Συρία, Αίγυπτο, Ουκρανία, Ροτζάβα…
Θα χρειαστεί να απαντήσουμε σε ερωτήματα που προκύπτουν απ’την ανάλυση της ελληνικής πραγματικότητας με τα διδάγματα των εμφυλίων συγκρούσεων που βρίσκονται σε εξέλιξη. Θα χρειαστεί να αντιμετωπίσουμε διλήμματα που θα προκύπτουν και με καθημερινή δουλειά στους δρόμους και παντού να θέσουμε τις βάσεις για τις οποίες υλικές εφαρμογές κριθούν απαραίτητες.
Το ξέσπασμα μιας γενικευμένης ένοπλης αντιπαράθεσης πολύ πιθανόν να μην ξεκινήσει από πλευράς μας, από πλευράς του επαναστατικού κινήματος και άρα δεν θα μας περιμένει να προετοιμαστούμε με την ησυχία μας. Επίσης δεν θα πρέπει να μας διαφεύγει η πιθανότητα η κοινωνική αναταραχή να ξεκινήσει από τα κάτω και να γενικευτεί ενώ εμείς παρακολουθούμε αδύναμοι και ανήμποροι να ριζοσπαστικοποιήσουμε τις δυναμικές που θα εκφράζονται ως άρνηση των υφιστάμενων δόμων.
Η θεωρητική-ψυχολογική προετοιμασία ποτέ δεν ήταν ικανός αντίπαλος απέναντι στην πείνα και τις σφαίρες. Οφείλουμε να προετοιμαστούμε στην κατεύθυνση μιας επαναστατικής ανατροπής με συνέπεια και δουλειά στη βάση, χωρίς μεγαλοστομίες και ιντερνετικά τηλεπαράθυρα.
Χωρίς ενότητα στο εσωτερικό του χώρου μας δεν μπορούμε να προτάσσουμε την αλληλεγγύη και την συντροφικότητα μέσω της συλλογικοποίησης. Δεν έχουμε πρόταση αν δεν βρίσκει εφαρμογή στο σήμερα στις μεταξύ μας σχέσεις. Η διαρκής ρήξη και σύγκρουση στο εσωτερικό του χώρου έχει σαν αποτέλεσμα τον κατακερματισμό του. Η ενότητα φυσικά δεν προϋποθέτει ταύτιση σε επίπεδο ανάλυσης όμως απαιτείται ταύτιση σε επίπεδο διακηρυγμένης στοχοθεσίας.
Δεν επιθυμούμε μια “κομματική” οργάνωση με πειθαρχία στη γραμμή, όμως η απάντηση σε ένα τέτοιο μοντέλο οργάνωσης δεν μπορεί να είναι η διαρκής σύγκρουση και η αναγωγή των διαφορετικών αναλύσεων στο μείζον ζήτημα που εμποδίζει τη σύνθεση στο εσωτερικό μας. Στην τελική αυτή η κατάσταση δεν είναι τίποτα περισσότερο από την νίκη του καπιταλισμού σε επίπεδο καθημερινότητας και αυτό δείχνουμε να το ξεχνάμε. Έχουμε απέναντι μας, ένα σύστημα που καθημερινά αλλοτριώνει τις σχέσεις μεταξύ των ανθρώπων και επιβάλλει την απομόνωση αποδυναμώνοντας τις απόπειρες κοινωνικών εκρήξεων.
Αν αυτό δεν μπορέσουμε να το ξεπεράσουμε μέσα στον αγώνα δεν θα μπορέσουμε ποτέ να υλοποιήσουμε τις προτάσεις μας.
Αν βρεθούμε απροετοίμαστοι σε μια κατάσταση που όλοι ευχόμαστε να βρεθούμε, η πιο πιθανή οδός θα είναι αυτή της ιστορικής απουσίας, με αιτία την πολιτική αδυναμία και πιθανή αφορμή τα “καθαρά χέρια μας”. Η απουσία από γεγονότα που μπορούν να μετατραπούν σε κοινωνική επανάσταση είναι η απόλυτη αποτυχία για έναν ανατρεπτικό χώρο.
Σταμπούλος Αντώνης, Θεοφίλου Τάσος, Χαρίσης Φοίβος, Μπουρζούκος Αντρέας-Δημήτρης, Καραγιαννίδης Γιώργος.