Σιωπή για τη Γάζα (μετάφραση και ανάλυση ποιήματος του Μαχμούντ Νταρουίς)

https://athens.indymedia.org/post/1628121/

 

από Συνέλευση Αλληλεγγύης στην Παλαιστινιακή Αντίσταση

11/12/2023 3:25 μμ.

 

Η «Σιωπή για τη Γάζα» γράφτηκε από τον Νταρουίς προς το τέλος της ζωής του και αναφέρεται στους αδάμαστους Παλαιστίνιους της Γάζας, που σήκωσαν το ανάστημά τους μες στη Δεύτερη Ιντιφάντα, κόντρα στις ταλαντεύσεις, τις παλινωδίες και μετά το θάνατο του Αραφάτ στην ανοιχτή υπονόμευση της Παλαιστινιακής Αρχής, μετατρέποντας την πόλη τους σε απόρθητο φρούριο της παλαιστινιακής επανάστασης. Ο Νταρουίς ανήκε σε μια γενιά διανοουμένων που εξύμνησαν την παλαιστινιακή επανάσταση που ξεκίνησε μετά το 1967, μετά τον πόλεμο των έξη ημερών, όταν τα αραβικά καθεστώτα συνετρίβησαν από το Ισραήλ και πλέον ο παλαιστινιακός αγώνας για απελευθέρωση αποκτούσε το δικό του επιτελείο, με βάση εφόρμησης τους προσφυγικούς παλαιστινιακούς καταυλισμούς στην Ιορδανία και στο Λίβανο. Οι μαχητές ήταν γόνοι πάμφτωχων οικογενειών. Αρκετοί από τους ηγέτες τους, είχαν παρατήσει καριέρες και περιουσίες και είχαν αφοσιωθεί με πείσμα και αυτοθυσία στην επανάσταση. Όλα αυτά πλέον ήταν ίχνη του παρελθόντος, να τα θυμίζουνε σχολικές παράτες και εμβατήρια. Στο απόγειο της Δεύτερης Ιντιφάντα, ο Νταρουίς αναζητούσε την ελπίδα. Στο τέλος της ζωής του η ελπίδα είχε ήδη αναδειχθεί.

Ο Μαχμούντ Νταρουίς είναι ένας από τους σημαντικότερους εθνικούς ποιητές της Παλαιστίνης και στέκει ανάμεσα στους κορυφαίους ποιητές του σύγχρονου αραβικού κόσμου με σημαντική επιρροή. Πέθανε τον Αύγουστο του 2008. Γεννήθηκε τον Μάρτιο του 1941 στο χωριό Αλ-Μπίργουε στη βόρεια Παλαιστίνη. Κατά τη διάρκεια της Νάκμπα ακολούθησε τον δρόμο της εσωτερικής προσφυγιάς στα κατεχόμενα του 48. Το χωριό του, όπως, εκατοντάδες παλαιστινιακά χωριά γύρω από τη Χάιφα, ξεριζώθηκαν από την χάρτη και στη θέση του ξεπρόβαλαν σιωνιστικοί οικισμοί. Οι σιωνιστές ήθελαν πάση θυσία να εξαφανίσουν το αραβικό παρελθόν της γης που έκλεψαν με μεθόδους εθνοκάθαρσης. Ο Νταρουίς ριζοσπαστικοποιήθηκε και εντάχθηκε στο ισραηλινό κομμουνιστικό κόμμα. Ως Άραβας ήταν πάντα πολίτης δεύτερης κατηγορίας στο Ισραήλ, αλλά η ποίησή του άρχισε να γίνεται απειλητική για την κατοχή. Οι ισραηλινές αρχές τον έθεσαν σε κατ’ οίκον περιορισμό[1] και του λογόκριναν τους στίχους και τις στροφές που αναφέρονταν στη σχέση των Παλαιστίνιων με τη γη τους. Αυτά τα πρώτα ποιήματα άρχισαν να δημοσιεύονται σε εφημερίδες στον αραβικό κόσμο και να προκαλούν έντονα την αίσθηση μιας εθνικής παλιγγενεσίας στα κατεχόμενα του 48.

[1] «Η Ποιητική της Παλαιστινιακής Αντίστασης», As’ad AbuKhalil, The Electronic Intifada, 18 Αυγούστου 2008. Πηγή: https://electronicintifada.net/content/poetics-palestinian-resistance/7675

Από εκείνη την εποχή ξεχωρίζει το «Γράψε, είμαι Αραβας». Παραθέτουμε την τελευταία στροφή:

«Λήστεψες τ’ αμπέλια των προγόνων μου

και τα χωράφια που τα δούλευα με όλα τα παιδιά μου.

Δεν άφησες στους απογόνους μου

παρά αυτές τις πέτρες.

Μήπως θα τις πάρει η Κυβέρνησή σας

όπως λένε;

Λοιπόν,

Γράψε στην αρχή της πρώτης σελίδας:

εγώ δεν μισώ τους ανθρώπους

κανέναν δεν κλέβω

μα αν πεινάσω

τρώω τη σάρκα του σφετεριστή μου.

Φυλάξου.

Από την πείνα μου φυλάξου

κι απ’ την οργή μου.»

Μπορεί να φανταστεί κανείς την εθνεγερτική επίδραση που άσκησε στους παλαιστίνιους των κατεχόμενων του 48, τους λεγόμενους «άραβες ισραηλινούς», ανθρώπους δεύτερης κατηγορίας και χωρίς δικαίωμα εθνικού αυτοπροσδιορισμού, όταν ο εικοσιτετράχρονος Νταρουίς το απήγγειλε πρώτη φορά δημόσια.

Όταν τα εμπόδια πολλαπλασιάστηκαν, ο Νταρουίς αποφάσισε να εγκαταλείψει τα κατεχόμενα του 48 (Ισραήλ) προκειμένου να σπουδάσει στην ΕΣΣΔ το 1970. Μετά από ένα χρόνο επέστρεψε στον αραβικό κόσμο, με την ποίησή του να εκφράζει πια σταθερά με τον πιο δυναμικό τρόπο τον πόθο των παλαιστίνιων για απελευθέρωση. Εγκαταστάθηκε αρχικά στο Κάιρο, το 1971, και αργότερα στον Λίβανο, όπου έζησε αρκετά από τα σημαντικότερα γεγονότα του αγώνα και έγραψε ποιήματα που ταυτίστηκαν με αυτά. Συνδέθηκε με την PLO και πολύ γρήγορα προσωπικά με τον Αραφάτ. Εικάζεται ότι ο λόγος του Αραφάτ το 1974 στον ΟΗΕ, με τη φράση που έμεινε στην ιστορία στην κατακλείδα[1]: «Κρατώ στο ένα χέρι κλάδο ελιάς και στο άλλο το όπλο του απελευθερωτικού αγώνα. Μην αφήσετε να πέσει από το χέρι μου το κλαδί ελιάς.», γράφτηκε από τον ίδιο τον Νταρουίς. Ο Αραφάτ ήξερε να κολακεύει ανθρώπους με ποιότητα και να τους εντάσσει στον κύκλο του για να τους αξιοποιεί προς όφελός του, καλλιεργώντας μαζί τους μια σχέση που έκρυβε κυρίως πατρονάρισμα παρά αμοιβαία εκτίμηση, εμπιστοσύνη και ειλικρινή φιλία.

Μετά από μια σειρά από πολιτικές επιτυχίες (το παλαιστινιακό κίνημα απέκτησε τόσο αραβική όσο και διεθνή αναγνώριση) αλλά και επώδυνες στρατιωτικές ήττες του παλαιστινιακού εθνικοαπελευθερωτικού αγώνα που διεξαγόταν κυρίως από την παλαιστινιακή προσφυγιά, αρχικά στην Ιορδανία τέλη της δεκαετίας του 60 μετά τις σφαγές του Ιορδανού μονάρχη και αργότερα στο Λίβανο, με κύρια την απομάκρυνση των παλαιστίνιων μαχητών από τη Βηρυτό το 1982 στη Τύνιδα (και σε άλλες αραβικές χώρες), καθώς και τη σταθερή υπονόμευση των αραβικών καθεστώτων (βλέπε εισβολή της Συρίας στο Λίβανο και στήριξη των φαλαγγιτών το 1976, πυροδότηση εμφυλίου μέσα στη Φατάχ και τον «πόλεμο των καταυλισμών», ανάμεσα στη φιλοσυριακή Αμάλ και τους παλαιστίνιους πρόσφυγες φαταχίτες), η Πρώτη Ιντιφάντα που ξεκίνησε μέσα στην ίδια τη Γάζα το 1987 και εξαπλώθηκε στο έδαφος της ιστορικής Παλαιστίνης ήταν «μάννα εξ ουρανού» για τον Αραφάτ και τη δεξιά πτέρυγα της PLO που ως τότε αναζητούσε διέξοδο σε διαπραγματεύσεις με τους αμερικανούς με τη μεσολάβηση των αντιδραστικών αραβικών καθεστώτων της Ιορδανίας και της Αιγύπτου στο φόντο της αμερικανικής πρότασης για ειρηνευτικές συνομιλίες της κυβέρνησης Ρήγκαν το 1982.

Το 1988 ο Νταρουίς έγραψε τη «Διακήρυξη της Παλαιστινιακής Ανεξαρτησίας», ένα πολιτικό κείμενο που διατράνωνε τους πόθους του παλαιστινιακού λαού για ανεξαρτησία και υπερψηφίστηκε από το Παλαιστινιακό Εθνικό Συμβούλιο της PLO. Το κείμενο αυτό αξιοποιήθηκε από τον Αραφάτ σε σόου που έστησε στην Αλγερία, αναγγέλλοντας πομπώδικα την ίδρυση ενός ανύπαρκτου κράτους με πρόεδρο τον ίδιο. Η Ιντιφάντα, όμως, δεν είχε κατασιγάσει, μόλις είχε αρχίσει. Οι οικονομικές απώλειες που επέφερε στο Ισραήλ ήταν σημαντικές και οι Ισραηλινοί χρειάζονταν χρόνο προκειμένου να οχυρωθούν και να αντεπιτεθούν. Στις απέλπιδες προσπάθειες του Αραφάτ να έρθει σε διαπραγμάτευση με τον εχθρό, τελικά ο τελευταίος του έκανε τη χάρη. Με τυμπανοκρουσίες ο Αραφάτ βρήκε τη μεγάλη «νίκη» που αναζητούσε εναγωνίως στο Οσλο το 1993. Το Οσλο ήταν η μεγάλη παγίδα για το παλαιστινιακό εθνικοαπελευθερωτικό κίνημα. Προσέφερε μια βιτρίνα ενός ψευδοκράτους για την ηγεσία της PLO γύρω από τον Αραφάτ και πρεσβείες στις ξένες χώρες, φανφαρονισμούς για τη κουστωδία του Αραφάτ, που αναγνωρίζονταν ως ομοτράπεζοι συνομιλητές στα διεθνή φόρα, συντάξεις για τους παλιούς μαχητές και προνόμια για τους ηγέτες τους, που από το 1982 βρίσκονταν στην Τύνιδα, αρκετά μακριά από την Παλαιστίνη και τώρα θα επέστρεφαν σε παλαιστινιακό έδαφος.

Το προτεκτοράτο του Οσλο, που είχε ψαλιδισμένες αρμοδιότητες σε λιγότερο από το 20% της παλαιστινιακής γης δεν προσέφερε ελάχιστα στη φτωχολογιά της Παλαιστίνης που επωμίστηκε το μεγάλο βάρος της αναμέτρησης στην Πρώτη Ιντιφάντα. Την ίδια στιγμή οι Ισραηλινοί συνέχιζαν ασταμάτητα τους εποικισμούς, παρέχοντας υποσχέσεις χωρίς αντίκρισμα για επίλυση όλων των κρίσιμων ζητημάτων (εποικισμοί, πλήρη οικονομική ανεξαρτησία, το στάτους της ανατολικής Ιερουσαλήμ, κ.α.) στο μέλλον και βέβαια διέφθειραν τμήμα των ανώτερων και μεσαίων ταξικών στρωμάτων της παλαιστινιακής κοινωνίας, σχηματίζοντας μια Παλαιστινιακή Αρχή που στο μέλλον θα λειτουργούσε ως το μακρύ χέρι της κατοχής. Η νέα αστική τάξη της Παλαιστίνης είχε συμφέρον από τη διατήρηση της ψευδαίσθησης της ανύπαρκτης ανεξαρτησίας.

Από αυτόν τον κύκλο δεν ξέκοψε ποτέ ο Νταρουίς. Αλλωστε μέσα από αυτόν τον κύκλο αναδείχθηκε ως κορυφαίος ποιητής στον αραβικό κόσμο. Παρόλα αυτά, μετά το ξέσπασμα της δεύτερης Ιντιφάντα, η νεανική ριζοσπαστικότητα εμφανίστηκε ξανά στο πνεύμα του. Η PLO ήταν εξαρχής μια διαταξική παλαιστινιακή μετωπική οργάνωση, αλλά με τα χρόνια το βάρος των αλλεπάλληλων ηττών, η υπονόμευση των αραβικών καθεστώτων και η επίδραση της διαφθοράς από τα ανώτερα στελέχη της γύρω από τον Αραφάτ, συνέτειναν στον εκφυλισμό της. Στα ανώτερα κλιμάκια της σχηματίστηκε μια καμαρίλα ανθρώπων που δεν ενδιαφερόταν γνήσια πια για τις ανησυχίες και τους πόθους του παλαιστινιακού λαού. O Νταρουίς διαμαρτυρήθηκε συγκρατημένα για το Οσλο[2], αποχωρώντας από την Εκτελεστική Επιτροπή της PLO, αλλά αργότερα επαναπροσέγγισε τον Αραφάτ. Ως διεθνώς πια αναγνωρισμένος ποιητής, με μια μη ευκαταφρόνητη περιουσία, είχε την πολυτέλεια της προσωρινής απόδρασης από την καταθλιπτική επίδραση των πρώην συναγωνιστών του που σταδιακά μεταμορφώνονταν. Από το 1982 είχε εγκατασταθεί στο Παρίσι. Κατόπιν πρόσκλησης του Αραφάτ έφτασε μετά το Οσλο στη Ραμάλα και έζησε τη Δεύτερη Ιντιφάντα.

Στα στερνά του ο Αραφάτ δεν ήθελε να μείνει στην ιστορία ως προδότης και δεν έβαλε την υπογραφή του στο Καμπ Ντέιβιντ το 2000. Ο «γενναίος ειρηνοποιός», εθνάρχης Αραφάτ βαπτίστηκε εν μια νυκτί «εξτρεμιστής» και «τρομοκράτης» από την αμερικανική διοίκηση του Κλίντον. Τελικά οι σιωνιστές αποφάσισαν να τον βγάλουν από τη μέση. Τον δηλητηρίασαν με ραδιενεργό πολώνιο μέσα στο πολιορκημένο αρχηγείο του στη Ραμάλα. Οι πολιτικές ισορροπίες στον αραβικό κόσμο είχαν πια αλλάξει ριζικά από τη δεκαετία του 60 και του 70. Μετά την προδοσία του προέδρου της Αιγύπτου Σαντάτ που αναγνώρισε το Ισραήλ, την «εξέγερση του ψωμιού» στη νέα Αίγυπτο το 1977 των ιδιωτικοποιήσεων, του ΔΝΤ και της απότομης φτωχοποίησης, την επικράτηση της Ισλαμικής Δημοκρατίας στο Ιράν το 1979, ο Παναραβισμός είχε ξεφτίσει στα μάτια των πληβειακών μαζών και το Πολιτικό Ισλάμ είχε αρχίσει να ανατέλλει. Η Παλαιστίνη δεν μπορούσε να αποτελεί εξαίρεση. Το Ισλαμικό Κίνημα Αντίστασης (Χαμάς) και η Παλαιστινιακή Ισλαμική Τζιχάντ που αναδείχθηκαν ως πολιτικές δυνάμεις στην Πρώτη Ιντιφάντα με συνέπεια συγκρούονταν με το Οσλο μέχρι το τέλος.

Η παλαιστινιακή φτωχολογιά αιμορραγούσε οικονομικά. Η ανεργία στη Δυτική Οχθη και τη Γάζα είχε εκτιναχθεί. Η παρουσία του σφαγέα Αριέλ Σαρόν στο Αλ Ακσα το 2000 ήταν η αφορμή για το ξέσπασμα της Δεύτερης Ιντιφάντα. Το 2002, ο Νταρουίς, ζώντας τα γεγονότα στη Ραμάλα, πολιορκημένος κι αυτός στο ίδιο του το σπίτι, με τον βασικό του φόβο (όπως εκμυστηρεύτηκε δημόσια αργότερα) ότι κάθε στιγμή ο ισραηλινός στρατός μπορούσε να μπουκάρει και να του κλέψει τα γραπτά του, ή να τον συλλάβει, έγραψε την «Κατάσταση Πολιορκίας» με την πρώτη στροφή να περιγράφει την περιρρέουσα ατμόσφαιρα:

«Εδώ, στων λόφων τις πλαγιές, κατάντικρυ στη δύση

Στο αβυσσαλέο κατάντικρυ κανόνι του χρόνου

κλεισμένοι μες σε κήπους σκιών

φυλακισμένοι εμείς

άνεργοι εμείς

καλλιεργούμε ελπίδες».

Η «Σιωπή για τη Γάζα» γράφτηκε από τον Νταρουίς προς το τέλος της ζωής του και αναφέρεται στους αδάμαστους Παλαιστίνιους της Γάζας, που σήκωσαν το ανάστημά τους μες στη Δεύτερη Ιντιφάντα, κόντρα στις ταλαντεύσεις, τις παλινωδίες και μετά το θάνατο του Αραφάτ στην ανοιχτή υπονόμευση της Παλαιστινιακής Αρχής, μετατρέποντας την πόλη τους σε απόρθητο φρούριο της παλαιστινιακής επανάστασης. Ο Νταρουίς ανήκε σε μια γενιά διανοουμένων που εξύμνησαν την παλαιστινιακή επανάσταση που ξεκίνησε μετά το 1967, μετά τον πόλεμο των έξη ημερών, όταν τα αραβικά καθεστώτα συνετρίβησαν από το Ισραήλ και πλέον ο παλαιστινιακός αγώνας για απελευθέρωση αποκτούσε το δικό του επιτελείο, με βάση εφόρμησης τους προσφυγικούς παλαιστινιακούς καταυλισμούς στην Ιορδανία και στο Λίβανο. Οι μαχητές ήταν γόνοι πάμφτωχων οικογενειών. Αρκετοί από τους ηγέτες τους, είχαν παρατήσει καριέρες και περιουσίες και είχαν αφοσιωθεί με πείσμα και αυτοθυσία στην επανάσταση. Όλα αυτά πλέον ήταν ίχνη του παρελθόντος, να τα θυμίζουνε σχολικές παράτες και εμβατήρια. Στο απόγειο της Δεύτερης Ιντιφάντα, ο Νταρουίς αναζητούσε την ελπίδα. Στο τέλος της ζωής του η ελπίδα είχε ήδη αναδειχθεί.

Η ματιά του Νταρουίς είναι αυτοκριτική αλλά και κριτική συνάμα για συγκεκριμένους ανθρώπους στη Ραμάλα, τους ξιπασμένους νεόπλουτους, πρώην αγωνιστές που αποστρατεύτηκαν, τους φανφαρόνους πολιτικάντηδες που άρχισαν να μετράνε το μπόι τους με τα σέκελ τους, εξαργυρώνοντας τη παρελθούσα θέση τους στον αγώνα για μια θέση στη θαλπωρή της κατοχικής παλαιστινιακής «εθνικής εστίας» του Οσλο. Ο ποιητής δεν διστάζει να γράψει: «Η Γάζα απελευθερώνεται από τα χαρακτηριστικά μας και απελευθερώνει τη γλώσσα μας από τις Γάζες της ταυτόχρονα.»

Μετά την Νάκμπα η Γάζα βρέθηκε στη διοικητική εποπτεία της Αιγύπτου. Κατά τη διάρκεια του ολοκαυτώματος της Νάκμπα χιλιάδες παλαιστίνιοι που βρίσκονταν σε πόλεις και χωριά περιμετρικά της Λωρίδας της Γάζας κατέφυγαν πρόσφυγες σε αυτήν. Εκτοτε η Γάζα διαθέτει τους μεγαλύτερους προσφυγικούς καταυλισμούς, όπως αυτόν της Τζαμπάλια και τη μεγαλύτερη προλεταριακή σύνθεση στην Παλαιστίνη. Γι’ αυτό και η Γάζα ήταν πάντα στη πρώτη γραμμή της σύγκρουσης με τη σιωνιστική κατοχή. Γι’ αυτό ο ποιητής μας συστήνει τη Γάζα από την πρώτη κιόλας στροφή: «Η Γάζα είναι μακριά από τους συγγενείς της και κοντά στους εχθρούς της».

Το 1956 στον πόλεμο της Διώρυγας, το Ισραήλ κατέλαβε προσωρινά τη Γάζα και πραγματοποίησε σφαγές εκατοντάδων παλαιστίνιων. Υποχώρησε αργότερα λόγω της πίεσης της αμερικανικής κυβέρνησης που ακόμη δεν διέβλεπε το Ισραήλ ως το βασικό του προπύργιο στη Μέση Ανατολή. Το 1967, στον πόλεμο των έξη ημερών η Γάζα καταλήφθηκε από το Ισραήλ. Εκτοτε η Γάζα παραμένει ένας μικρός, αποκομμένος παλαιστινιακός θύλακας όπου η σιωνιστική κατοχή αντιμετωπίζει συνεχώς αντιστασιακά κινήματα και καταφεύγει συνεχώς σε μεθόδους πολιορκίας και σφαγών. Μόλις το 1969 ο Σαρόν είχε αναλάβει τη διοίκηση του στρατού κατοχής για το τσάκισμα της αντίστασης. Το 1971 με μπουλντόζες, τανκς και σφαίρες στο ψαχνό, η κατοχική διοίκηση ξεσπίτωσε πάνω από 13.000 κατοίκους προκειμένου να καταπνίξει το παλαιστινιακό αντάρτικο, η ψυχή του οποίου ήταν οι μαχητές του Λαϊκού Μετώπου για την Απελευθέρωση της Παλαιστίνης.

Σε μια μόνιμη κατάσταση πολιορκίας, που τα τελευταία είκοσι χρόνια εντάθηκε στο έπακρο, ο χρόνος είναι διαφορετικός για τους κατοίκους της Γάζας, δεν επιτρέπει περιθώρια χαλάρωσης και αφήνει στα πρόσωπα ανεξίτηλα τα σημάδια των συνεχών αναμετρήσεων με τον κατακτητή. Οι Γαζαίοι ζουν για να αντιστέκονται, με τη μια γενιά να παραδίδει την σκυτάλη της αναμέτρησης στην άλλη. Ο στίχος «Εγδαρε το πρόσωπο του εχθρού, διέλυσε τα όνειρά του και διέκοψε την ευχαρίστησή του με τον χρόνο.» είναι προφητικός για την 7η Οκτώβρη.

Επιλέξαμε για την μετάφραση του ποιήματος, την αγγλική μετάφραση από τον ιρακινό ποιητή Sinan Antoon[3]. Χωρίσαμε το ποίημα σε τρία μέρη για ευκολία κατανόησης του αναγνώστη. Το πρώτο είναι ο χρόνος και η Γάζα, το δεύτερο η ασχήμια ή η ομορφιά της Γάζας και το τρίτο η Γάζα της άρνησης. Η Γάζα δε θα δίσταζε να αρνηθεί -κατά τον ποιητή- και ένα παλαιστινιακό κράτος στη δυτική, ανεξερεύνητη πλευρά του Αρη. Aυτή είναι η Γάζα που ανέτρεψε την προδοσία του Οσλο. Ο Νταρουίς ξεκίνησε ως ποιητής βασιζόμενος στη μετρική των κλασικών αράβων ποιητών. Δε φοβήθηκε να ανατρέψει τις παλιές νόρμες της στιχουργικής, όταν οι καιροί είχαν αλλάξει. Αναζητούσε την καινοτομία και πάντα χωρίς να προδίδει την αισθητική του ακεραιότητα. Το ποίημα ακολουθεί τους τελευταίους του κανόνες που στην πατρίδα μας θα αναγνωρίζαμε έντονα στον Τάσο Λειβαδίτη. Ο Νταρουίς ποτέ του δεν «εξύμνησε» (παρότι χρησιμοποιήσαμε και εμείς καταχρηστικά τον όρο νωρίτερα στην ανάλυσή μας). Ανέδειξε τη δυναμική του αντικατοχικού αγώνα, το δράμα του λαού του, μέσα από τη σύγκρουση συναισθημάτων, εικόνων, εννοιών. Το ποίημα αυτό δεν θα μπορούσε να αποτελεί εξαίρεση.

[1] Ολος ο λόγος του Αραφάτ εδώ: https://al-bab.com/documents-section/speech-yasser-arafat-1974

[2] Συνέντευξη του Μαχμούντ Νταρουίς. Πηγή: https://merip.org/1995/07/an-interview-with-mahmoud-darwish/

[3] Πηγή: https://war-poetry.livejournal.com/305079.html

[Πρώτο μέρος (Ο χρόνος στη Γάζα)]

Η Γάζα είναι μακριά από τους συγγενείς της και κοντά στους εχθρούς της, γιατί όποτε η Γάζα εκρήγνυται, γίνεται νησί και εκρήγνυται ασταμάτητα.

Εγδαρε το πρόσωπο του εχθρού, διέλυσε τα όνειρά του και διέκοψε την ευχαρίστησή του με τον χρόνο.

Γιατί στη Γάζα ο χρόνος είναι διαφορετικός.

Γιατί στη Γάζα ο χρόνος δεν είναι ουδέτερο στοιχείο.

Δεν εξωθεί τους ανθρώπους σε ψυχρή περισυλλογή, αλλά μάλλον σε έκρηξη και σύγκρουση με την πραγματικότητα.

Ο χρόνος εκεί δεν μεταφέρει τα παιδιά από την παιδική ηλικία στα γεράματα, αλλά μάλλον τα κάνει άντρες στην πρώτη τους αναμέτρηση με τον εχθρό.

Ο χρόνος στη Γάζα δεν είναι χαλαρωτικός, αλλά θυελλώδης στο φλεγόμενο μεσημέρι.

Γιατί στη Γάζα οι αξίες είναι διαφορετικές, διαφορετικές, διαφορετικές.

Η μόνη αξία για τον κατακτημένο είναι η έκταση της αντίστασής του στην κατοχή. Αυτή είναι η μοναδική άμιλλα εκεί.

Η Γάζα έχει εθιστεί στη γνώση αυτής της σκληρής, ευγενούς αξίας.

Δεν την έμαθε από τα βιβλία, από βιαστικά σχολικά σεμινάρια, δυνατά μεγάφωνα προπαγάνδας ή τραγούδια. Την έμαθε εμπειρικά και μόνο, καταβάλλοντας κόπο αταίριαστο με πόζα και ρεκλάμα.

[Δεύτερο μέρος (Η ομορφιά της Γάζας)]

Η Γάζα δεν έχει λαιμό. Οι πόροι της μιλούν με ιδρώτα, αίμα και φωτιές.

Γι’ αυτό ο εχθρός τη μισεί θανάσιμα και τη φοβάται σε βαθμό εγκλήματος, επιχειρώντας να τη βυθίσει στη θάλασσα, στην έρημο ή στο αίμα.

Γι’ αυτό οι συγγενείς και οι φίλοι της την αγαπούν με μια μυστικοπάθεια που μερικές φορές ισοδυναμεί με ζήλια και φόβο, γιατί η Γάζα είναι το βάναυσο μάθημα και το λαμπρό παράδειγμα για εχθρούς και φίλους.

Η Γάζα δεν είναι η ομορφότερη πόλη.

Η ακτή της δεν είναι πιο γαλάζια από τις ακτές των αραβικών πόλεων.

Τα πορτοκάλια της δεν είναι τα ομορφότερα στη λεκάνη της Μεσογείου.

Η Γάζα δεν είναι η πλουσιότερη πόλη.

Δεν είναι η κομψότερη ή η μεγαλύτερη, αλλά ισοδυναμεί με την ιστορία μιας ολόκληρης πατρίδας, γιατί είναι πιο άσχημη, φτωχή, μίζερη και μοχθηρή στα μάτια των εχθρών.

Γιατί είναι η ικανότερη ανάμεσά μας να διαταράξει τη διάθεση και την άνεση του εχθρού.

Γιατί είναι ο εφιάλτης του.

Γιατί είναι ναρκοθετημένα πορτοκάλια, παιδιά χωρίς παιδική ηλικία, γέροι χωρίς γεράματα και γυναίκες χωρίς επιθυμίες.

Εξαιτίας όλων αυτών είναι η ομορφότερη, η αγνότερη και η πλουσιότερη ανάμεσά μας και η πιο αξιαγάπητη.

Αδικούμε τη Γάζα όταν ψάχνουμε τα ποιήματά της, οπότε ας μην παραμορφώνουμε την ομορφιά της.

Το ομορφότερο σε αυτήν είναι ότι στερείται ποίησης σε μια εποχή που προσπαθούσαμε να θριαμβεύσουμε έναντι του εχθρού με ποιήματα, έτσι πιστέψαμε και χαιρόμασταν βλέποντας τον εχθρό να μας επιτρέπει να τραγουδάμε.

Τον αφήσαμε να θριαμβεύσει, και μετά, όταν στεγνώσαμε τα χείλη μας από τα ποιήματα, είδαμε ότι ο εχθρός είχε τελειώσει το χτίσιμο πόλεων, οχυρών και δρόμων.

Αδικούμε τη Γάζα όταν την μετατρέπουμε σε μύθο, γιατί θα τη μισήσουμε όταν ανακαλύψουμε ότι δεν είναι παρά μια μικρή φτωχή πόλη που αντιστέκεται.

Την αδικούμε όταν αναρωτιόμαστε: «Τι την έκανε μύθο»;

Αν είχαμε αξιοπρέπεια, θα σπάζαμε όλους τους καθρέφτες μας και θα κλαίγαμε ή θα την καταριόμασταν εφόσον αρνούμαστε να επαναστατήσουμε εναντίον του εαυτού μας.

Αδικούμε τη Γάζα αν τη δοξάζουμε, γιατί αν μαγευτούμε από αυτήν, θα οδηγηθούμε στην άκρη της αναμονής και η Γάζα δεν έρχεται σε εμάς.

Η Γάζα δεν μας ελευθερώνει.

Η Γάζα δεν έχει άλογα, αεροπλάνα, μαγικά ραβδιά ή γραφεία στις πρωτεύουσες.

Η Γάζα απελευθερώνεται από τα χαρακτηριστικά μας και απελευθερώνει τη γλώσσα μας από τις Γάζες της ταυτόχρονα. Όταν τη συναντήσουμε – σε ένα όνειρο – ίσως να μην μας αναγνωρίσει, γιατί η Γάζα γεννήθηκε από τη φωτιά, ενώ εμείς γεννηθήκαμε από την αναμονή και το κλάμα για χαμένες εστίες.

[Τρίτο μέρος (Η Γάζα της άρνησης)]

Είναι αλήθεια ότι η Γάζα έχει τις ιδιαίτερες συνθήκες της και τις δικές της επαναστατικές παραδόσεις.

Το μυστικό της όμως δεν είναι μυστήριο: Η αντίστασή της είναι δημοφιλής και σταθερά ενωμένη και ξέρει τι θέλει (θέλει να βγάλει τον εχθρό από τα ρούχα του).

Η σχέση της αντίστασης με τον λαό είναι αυτή του δέρματος με τα κόκαλα και όχι του δασκάλου με τους μαθητές.

Η αντίσταση στη Γάζα δεν μετατράπηκε σε επάγγελμα ή θεσμό.

Δεν δέχτηκε την κηδεμονία κανενός και δεν άφησε τη μοίρα της να εξαρτάται από την υπογραφή ή τη σφραγίδα κανενός.

Δεν την πολυενδιαφέρει αν γνωρίζουμε το όνομά της, την εικόνα ή την ευγλωττία της.

Δεν πίστευε ότι ήταν υλικό για τα ΜΜΕ.

Δεν προετοιμάστηκε για κάμερες και δεν έβαλε χαμογελαστή πάστα στο πρόσωπό της.

Ούτε αυτή το θέλει, ούτε εμείς.

Γι’ αυτό η Γάζα είναι επιζήμια επιχείρηση για τους εμπόρους και ως εκ τούτου ασύγκριτος ηθικός θησαυρός για τους Άραβες.

Το όμορφο με τη Γάζα είναι ότι οι φωνές μας δεν τη φτάνουν.

Τίποτα δεν της αποσπά την προσοχή. Τίποτα δεν απομακρύνει τη γροθιά της από το πρόσωπο του εχθρού.

Ούτε οι μορφές του παλαιστινιακού κράτους που θα εγκαθιδρύσουμε είτε στην ανατολική πλευρά του φεγγαριού, είτε στη δυτική πλευρά του Άρη όταν θα εξερευνηθεί.

Η Γάζα είναι προσηλωμένη στην απόρριψη. . . πείνα και απόρριψη, δίψα και απόρριψη, εκτόπιση και απόρριψη, βασανιστήρια και απόρριψη, πολιορκία και απόρριψη, θάνατος και απόρριψη.

Οι εχθροί μπορεί να θριαμβεύσουν στη Γάζα (η φουρτουνιασμένη θάλασσα μπορεί να θριαμβεύσει πάνω από ένα νησί… μπορεί να κόψει όλα τα δέντρα του).

Μπορεί να της σπάσουν τα κόκαλα.

Μπορεί να εμφυτεύσουν τανκς στα σωθικά των παιδιών της και των γυναικών της.

Μπορεί να την πετάξουν στη θάλασσα, στην άμμο ή στο αίμα.

Αλλά δεν θα επαναλάβει ψέματα και θα πει «Ναι» στους εισβολείς.

Θα συνεχίσει να εκρήγνυται.

Δεν είναι ούτε θάνατος, ούτε αυτοκτονία.

Είναι ο τρόπος της Γάζας να δηλώνει ότι της αξίζει να ζήσει.

Θα συνεχίσει να εκρήγνυται.

Δεν είναι ούτε θάνατος, ούτε αυτοκτονία. Είναι ο τρόπος της Γάζας να δηλώνει ότι της αξίζει να ζήσει.

 

Αφήστε μια απάντηση

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *