http://ektosgrammis.gr/index.php?option=com_content&view=article&id=2120:2015-04-08-10-16-51&catid=79:diethni&Itemid=481
του Ντέιβ Λίντορφ
08.04.15
Μετάφραση: Ηλίας Καλτσάς-Άγγελος Κοντογιάννης-Μάνδρος
Ο Μουμία Αμπού-Τζαμάλ, ριζοσπάστης δημοσιογράφος από τη Φιλαδέλφεια, καταδικάστηκε το 1981 για τον θάνατο ενός λευκού αστυνομικού, σε μια δίκη που έβριθε από εισαγγελικά παραπτώματα, καθοδήγηση μαρτύρων και δικαστική προκατάληψη. Πέρασε σχεδόν τρεις δεκαετίες στην απομόνωση, στη σκοπίμως σχεδιασμένη κόλαση της υπερυψίστης ασφαλείας πολιτειακής φυλακής Γκρην στην Πεννσυλβάνια πριν το Ομοσπονδιακό Εφετείο αποφανθεί ότι είχε καταδικαστεί σε θάνατο αντισυνταγματικά.
Φυσικά, ο ίδιος δεν έλαβε καμία απολογία από την πολιτεία, που τον ανάγκασε παράνομα και εσφαλμένα να περάσει όλα αυτά τα χρόνια σε καθεστώς απομόνωσης, περιμένοντας να εκτελεστεί αδίκως. Αντιθέτως, με τη συγκεκριμένη απόφαση (έπειτα από μερικά χρόνια νομικής κωλυσιεργίας από πλευράς της εισαγγελίας της Πεννσυλβάνιας), η ποινή του απλώς μετατράπηκε σε ισόβια χωρίς δυνατότητα αποφυλάκισης και ο ίδιος μεταφέρθηκε στην πολιτειακή φυλακή του Μαχόνεϋ στην κεντρική Πεννσυλβάνια.
Τώρα, που η πολιτεία έχασε την ευκαιρία να τον εκτελέσει, φαίνεται ότι προσπαθεί να τον σκοτώσει με διαφορετικό τρόπο: διαδίδεται η πληροφορία ότι αυτός ο παγκοσμίου φήμης πολιτικός κρατούμενος έπρεπε να μεταφερθεί επειγόντως σε νοσοκομείο αυτή τη βδομάδα, αναίσθητος λόγω διαβήτη βαριάς μορφής, που δεν είχε διαγνωστεί.
Είναι αδιανότητο, αλλά, παρότι πέρασε τις περασμένες δύο εβδομάδες στο ιατρείο των φυλακών, όπου υπέφερε από βαριάς μορφής έκζεμα, οδυνηρό κνησμό σε όλο του το σώμα, λήθαργο και συχνοουρία –γνωστά συμπτώματα που παραπέμπουν σαφώς σε πιθανό διαβήτη–, δεν εξετάστηκε ποτέ για ζάχαρο στο αίμα ή στα ούρα του (ή, εάν εξετάστηκε, δεν έγινε απολύτως τίποτα για την αντιμετώπιση των ευρημάτων). Τελικά, η ασθένεια διαγνώστηκε μόνο όταν τα επίπεδα γλυκόζης στο αίμα του έφτασαν το 779 –επίπεδο πολύ υψηλότερο του φυσιολογικού, που κυμαίνεται μεταξύ 70 και 120–, οπότε και μεταφέρθηκε επειγόντως, αναίσθητος, στη μονάδα εντατικής θεραπείας του Ιατρικού Κέντρου Σκούλκιλ, όπου του χορηγήθηκε ορός ινσουλίνης.
Υποστηρικτές του Αμπού-Τζαμάλ λένε ότι ήταν άρρωστος ήδη από τον Ιανουάριο και ότι παραπονούνταν για χρόνια κόπωση, οδυνηρό κνησμό και δερματικά εξανθήματα, τα οποία απλώς επιδεινώθηκαν όταν οι νοσοκομειακοί γιατροί τού χορήγησαν αλοιφή τοπικής χρήσης.
Εδώ και χρόνια, ο Αμπού-Τζαμάλ ως κρατούμενος έχει εξοργίσει το πολιτειακό σωματείο των αστυνομικών, την Αδελφότητα της Αστυνομίας, καθώς και τους πολιτικούς του «νόμου και της τάξης» προερχόμενους και από τα δύο κόμματα: στην αρχή τούς εξόργισε επειδή αγωνίστηκε με επιτυχία ενάντια στη θανατική ποινή και στην καταδίκη που του επιβλήθηκε, και ακολούθως επειδή, με τις δημοσιογραφικές του δεξιότητες, ανέδειξε τη φρίκη του βάρβαρου πολιτειακού και εθνικού σωφρονιστικού συστήματος, το οποίο σωστά έχει αναδείξει ως «σωφρονιστικό-βιομηχανικό σύμπλεγμα». Σήμερα, αυτός ο προσβεβλημένος κρατούμενος ρίχνει μια αχτίδα φωτός σε άλλη μία αποκρουστική πλευρά αυτού του δικτύου οικημάτων οργανωμένης φρίκης: στην ιατρική παραμέληση των φυλακισμένων.
Είτε υπήρξε σκόπιμη προσπάθεια για σταδιακή «εκτέλεση» του Αμπού-Τζαμάλ μέσω της παραμέλησης του διαβήτη του –μια ασθένεια που, μεταξύ άλλων, μπορεί να εκδηλωθεί ως αποτέλεσμα κακής διατροφής ή/και άγχους και δύναται να αποβεί θανατηφόρα εάν δεν αντιμετωπιστεί– είτε επρόκειτο απλώς για ένα παράδειγμα της συνήθους παραμέλησης και αδιαφορίας που αντιμετωπίζουν οι έγκλειστοι από την πολιτεία, η παρούσα κρίση του Αμπού-Τζαμάλ, και ο τρόπος με τον οποίο τη διαχειρίζονται οι σωφρονιστκές αρχές, πρέπει να εξοργίζει οποιονδήποτε διατηρεί έστω και ίχνος ανθρωπιάς.
Όταν ο Αμπού-Τζαμάλ εισήχθη αρχικά στο ιατρείο, η οικογένεια και οι συνήγοροι υπεράσπισής του δεν ειδοποιήθηκαν. Δεν ειδοποιήθηκαν ούτε όταν έχασε της αισθήσεις του και οδηγήθηκε εσπευσμένα από τις φυλακές στη μονάδα εντατικής θεραπείας του νοσοκομείου. Σύμφωνα με την οικογένεια και το νομικό επιτελείο του Αμπού-Τζαμάλ, οι ίδιοι ενημερώθηκαν για την κατάστασή του μόνο όταν άλλοι έγκλειστοι, ανήσυχοι για όσα του συνέβαιναν, τους ειδοποίησαν.
Η Γιοχάννα Φερνάντεζ, μέλος της νομικής ομάδας, λέει πως εκείνη την περίοδο η ίδια βρίσκονταν μαζί με άλλους στο Χάρρισμπεργκ, την πρωτεύουσα της Πεννσυλβάνιας, για την ακροαματική διαδικασία ενός νομοσχεδίου που πέρασε ακριβώς με σκοπό να φιμώσει τον Αμπού-Τζαμάλ, αλλά τελικά αφορούσε και όλους τους πολιτειακούς κρατούμενους, καθώς τους εμπόδιζε να δημοσιοποιήσουν τον κατά τη γνώμη τους εσφαλμένο εγκλεισμό τους. Εκεί ήταν που έμαθαν και για τη νοσηλεία του Αμπού-Τζαμάλ.
Από εκεί κι έπειτα, όπως περιγράφει, χρειάστηκε να κάνουν «δουλειά ντετέκτιβ» για να ανακαλύψουν πού βρισκόταν, καθώς οι υπάλληλοι φυλακών του Υπουργείου Σωφρονισμού αρνούνταν να τους δώσουν αυτή την πληροφορία.
Αφού έτρεξαν στο νοσοκομείο, κατάφεραν να βρουν το δωμάτιό του στη μονάδα εντατικής θεραπείας, αναγνωρίζοντάς το από τους δύο φύλακες στην πόρτα που τους εμπόδιζαν την είσοδο (ενώ, όπως αναφέρεται, υπήρχαν άλλοι δύο φρουροί, παρόλο που ο Αμπού-Τζαμάλ ήταν αλυσοδεμένος στο κρεβάτι).
Αν και η σύζυγος του Αμπού-Τζαμάλ, η Γουαντίγια, και ο μεγαλύτερος αδερφός του, ο Κηθ Κουκ, ήταν παρόντες στο νοσοκομείο, εντούτοις τους αρνήθηκαν την άδεια να τον δουν. Σύμφωνα με πληροφορίες, η διοίκηση του νοσοκομείου είπε πως κάτι τέτοιο θα εναντιωνόταν στη θέληση του υπουργείου, ενώ οι σωφρονιστικοί υπάλληλοι υποστήριξαν από την πλευρά τους ότι επρόκειτο για απόφαση του νοσοκομείου, που ακολουθούσε τους κανόνες του ομονσπονδιακού ιατρικού απορρήτου (παρόλο που κανονικά δεν εφαρμόζονται σε συγγενείς πρώτου βαθμού – ιδιαίτερα στις συζύγους).
Τηλεφώνησα ο ίδιος στο νοσοκομείο για να μάθω ποιος περιόριζε την πρόσβαση στον ασθενή. Ο εκπρόσωπος με τον οποίο μίλησα δεν επιβεβαίωνε καν την παρουσία του Αμπού-Τζαμάλ εκεί. Όταν όμως ρώτησα γιατί αρνούνταν στη σύζυγο και στον αδερφό του να τον δουν, μου είπαν να επικοινωνήσω με το Υπουργείο Σωφρονισμού, από το οποίο έλαβα την αντίστοιχη απάντηση: να επικοινωνήσω με το νοσοκομείο. Εντέλει πάντως, για μία μέρα και για μία νύχτα, ενώ ο Αμπού-Τζαμάλ νοσηλευόταν σε κρίσιμη κατάσταση στην εντατική, στη σύζυγο και στον αδερφό του, που βρίσκονταν μόλις πέντε μέτρα πιο πέρα, είχαν αποκλείσει την πρόσβαση σε αυτόν – αλλά και σε πληροφορίες για την κατάστασή του. Μόλις χτες τούς επιτράπηκε τελικά να τον δουν για λίγο, ύστερα από μια παγκόσμια εκστρατεία τηλεφωνημάτων στις αρχές της φυλακής. Στη σύζυγο του Αμπού-Τζαμάλ παραχωρήθηκαν 30 λεπτά με τον σύζυγό της, ο οποίος ήταν αλυσοδεμένος σε μια καρέκλα. Εκείνη μπόρεσε να του δώσει παγάκια για το ξεραμένο του στόμα. Ωστόσο, μία μέρα μετά, την 1η Απριλίου, σύμφωνα με πληροφορίες, για άλλη μία φορά απαγορεύτηκε στους συγγενείς του η πρόσβαση, με τις αρχές της φυλακής να δηλώνουν ότι επιτρεπόταν να τον δουν μόνο μία φορά την εβδομάδα.
Αυτού του είδους η κακομεταχείρηση συγγενών ενός σοβαρά ασθενούς φυλακισμένου είναι αποτέλεσμα της αδικαιολόγητης σκληρότητας μιας γραφειοκρατίας εγκλεισμού που ευδοκιμεί σε μια κουλτούρα τιμωρίας και καταπίεσης. Αντικειμενικά, δεν βγάζει κανένα νόημα να τιμωρείς τους συγγενείς ενός καταδίκου. Ο μόνος τρόπος να συλλάβει κανείς αυτού του είδους τις τακτικές είναι να τις δει ως μέσο που στόχο έχει να τιμωρήσει κι άλλο τον κρατούμενο κάνοντας τα αγαπημένα του πρόσωπα να υποφέρουν εξαιτίας του.
Ένα άρθρο στο εξώφυλλο των New York Times την περασμένη Κυριακή σχετικά με την ομοσπονδιακή φυλακή υπερυψίστης ασφαλείας στο Κολοράντο, που περιγράφει αναλυτικά ένα καθεστώς απομόνωσης και κακοποίησης των κρατουμένων αντάξιο του Σαντάμ Χουσεΐν ή του Ιωσήφ Στάλιν, κάνει ξεκάθαρο ότι ο στόχος των φυλακών στις ΗΠΑ είναι, απλά και καθαρά, η τιμωρία· πράγμα που έχει λογικό επακόλουθο τον βασανισμό και την κακοποίηση των κρατουμένων, καθώς και τον βασανισμό και την κακοποίηση της οικογένειας του κρατουμένου.
Η τρέχουσα κρίση της υγείας του Αμπού-Τζαμάλ απεικονίζει ξεκάθαρα αυτή την εθνική θηριωδία, την οποία αντιμετωπίζουν κάθε λεπτό περίπου 2,2 εκατομμύρια άντρες, γυναίκες και παιδιά.
Ο νέος κυβερνήτης της Πεννσυλβάνια, ο Τομ Ουόλφ, προς τιμήν του, έχει διατάξει την προσωρινή αναστολή των εκτελέσεων στην πολιτεία, που έχει έναν από τους μεγαλύτερους αριθμούς θανατοποινιτών στη χώρα. Χρειάζεται όμως να πάει ακόμα πιο πέρα και να δει ευρύτερα τη φρίκη του μαζικού και σαδιστικού φωφρονιστικού συμπλέγματος της πολιτείας.
Μπορείτε να συνεισφέρετε στα ιατρικά έξοδα του Mumia εδώ: bit.ly/rise4mumia
Πηγή: counterpunch